Μιλώντας για γράψιμο, λογοτεχνικό γράψιμο, πάει να πει ότι σκεφτόμαστε τα συστατικά που συναποτελούν ένα έργο. Όνειρα θαμπωμένα, επιθυμίες παλιωμένες σαν το φθαρμένο μετάξι, μικρές καθημερινές απώλειες και τυχαία ευρήματα που συναντά κανείς απρόσμενα, όπως τα τραύματα που αφήνει στο πέρασμά του ο έρωτας, όπως τις δόσεις θανάτου που μεταγγίζει η άδολη ομορφιά.

Πολλές φορές ένα πλέγμα καταστάσεων, ιδιοτήτων, ενεργειών, που καλλιεργεί μέσα από αυτές ο δημιουργός, μια ουτοπία. Ουτοπία ή χίμαιρα. Μια αυλαία που προβάλλουν κι εξαφανίζονται οπτασίες. Σε πολλές περιπτώσεις ανακρούσματα και αθύρματα στιγμών. Είδωλα ή υποψίες μιας άλλης ζωής που απέδρασε πριν φυτρώσει ρίζες. Αλληλοσυμπληρούμενες τέχνες και τεχνικές. Για παράδειγμα ο Παπαδιαμάντης: Ποιες εικόνες, ποιο οπτικό ερέθισμα διαμόρφωσε την ποιητική του Παπαδιαμάντη; Ποιες μορφές εικαστικές, τέλος, σαγήνευαν τις λέξεις του;

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Η γοητεία του έγκειται στα αινίγματα που θέτει, κι όχι στις απαντήσεις που δίνει στους μελετητές του. Είναι οι τρικλοποδιές ενός κοσμοκαλόγερου, χωρατατζή απέναντι σε επίδοξους «σοφούς» που εξερευνούν (τυμβορηχούν, ίσως;) αναψηλαφώντας τα γράμματα και όχι τα νοήματα. Κοντολογίς πόσοι αρέσκονταν στο να αντλούν ακόμα και υλικό από τον Σκιαθίτη κοσμοκαλόγερο έως σήμερα; Για παράδειγμα οι πίνακες του Γκίζη, όπως και του Νικηφόρου Λύτρα, του Ιακωβίδη κ.α. Είναι μάλιστα, αυτονόητο πως οι «ξενιτεμένοι» εικαστικοί του Μονάχου αναδιφούν στις εικόνες εκείνου και με τον χρωστήρα τους ζωντανεύουν γιαγιάδες και παππούδες που τιθασεύουν ή κανακεύουν άτακτα εγγόνια, ψάλτες που καλαντίζουν τα σπίτια κάτω από την Ακρόπολη, παντρεμένες αλλά και χήρες με ορφανά, νησιώτες που θρηνούν γύρω από ένα κεράκι τον χαμό του αγαπημένου ναυτικού, κορίτσια που λιβανίζουν ή μοιράζουν στα ξώθυρα της εκκλησίας λουλούδια του Επιταφίου. Νυμφίοι εμφανιζόμενοι αιφνιδίως εν μέσω ωραιοτάτης νυκτός, λιτανείες πιστών, χαρτορίχτρες και κρυφά σχολειά. Ο Παλαμάς έχει ήδη τεθεί στο τέλος του 19ου αιώνα επικεφαλής μιας ανανεωτικής κίνησης που αφορά τον κοσμοκαλόγερο.

Ο Παπαδιαμάντης είναι γι’ αυτόν μια πρόκληση επειδή ακριβώς μετεωρίζεται ανάμεσα στα λογοτεχνικά είδη χωρίς να εγκλωβίζεται πουθενά. Είναι ο πρώιμος, αγουροξυπνημένος ψάλτης ενός ιθαγενούς μοντερνισμού. Στη μελέτη του για τον Σκιαθίτη ο ομοϊδεάτης Παλαμάς υπογραμμίζει βολονταριστικά στο περιοδικό ΤΕΧΝΗ (Απρίλιος 1899): «Ζωγραφιές των πραγμάτων, όχι άρθρα… πρόσωπα, όχι δόγματα. Εικόνες, όχι φράσεις…». Η δικαίωση του κυρ-Αλέξανδρου είναι ήδη εκεί, στο διπλά συμβολικό 1899, ante portas…

Όμως πριν φτάσουμε σε μία συνοπτική παρουσίαση κάποιων σημερινών τρεχουσών εκδόσεων, ας σκεφτούμε πάλι για λίγο το τι είναι αυτό που συνιστά το μοναχικό ταξίδι της γραφής στην όποια του μορφή. Αρκούμαι να σημειώσω πως αν ένα παραδοσιακό μυθιστόρημα π.χ. είναι (συνήθως) η παρουσίαση της ζωής ενός ατόμου (κι ενός ολόκληρου κόσμου που το περιβάλλει), της πορείας του, από τα πρώτα στάδια του σχηματισμού του, μέσω των ποικίλλων αναμετρήσεών του με τον κόσμο, ως την τελική κατάληξη, πικρή κατά κανόνα, ως το θλιβερό άδειασμα της ζωής του και την ακόμα θλιβερή διαπίστωση ότι η ζωή αυτή σπαταλήθηκε μάταια, ενώ ο κόσμος, φθοροποιός, κακόβουλος, ηλίθιος ή απλώς αδιάφορος, όπως πάντα, συνεχίζει απτόητος την δική του πορεία, τότε το μοναχικό αυτό ταξίδι της γραφής μεταλλάσσεται σε κοινό κλήρο, σε κοινή συνισταμένη της ολότητας. Για παράδειγμα ας μπούμε σε ένα μονόλογο που θα μπορούσε να κάνει κάποιος δημιουργός «Είμαι συγγραφέας» ίσως πει, «ή αφηγούμαι μια ιστορία που κάποιος άλλος επινόησε;

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Ή, μάλλον, όλοι οι ρόλοι έχουν περάσει από μένα. Είμαι πρωταγωνιστής, αλλά και αφηγητής. Είμαι ψυχολόγος του λαϊκού περιοδικού, ο αστρολόγος, ο σκηνοθέτης. Καθορίζω – κατά βούληση – την μοίρα των ηρώων μου. Τους στρέφω με το μέρος μου, τους οικειοποιούμαι, τους εξαπατώ. Είναι όλοι τους βαλτοί, συνήγοροι των θέσεών μου, υποστηρικτές των απόψεων που εκφράζω. Είμαι κάθε πρόσωπο που μπορεί να περιφέρεται σ’ αυτές τις γραμμές. Είμαι ο Bach ή ο Στάλιν. Είμαι ο ανύποπτος αναγνώστης. Είμαι ακόμα τα αντικείμενα του δωματίου. Έχω γίνει καρέκλα, γραφείο ή μικρή λάμπα. Είμαι δανειστής και καταστροφέας. Είμαι η πολλαπλότητα και το μοναδικό…».

Τα παραπάνω ήταν ένα δείγμα λειτουργίας. Ή ένα, το μοναχικό ταξίδι της γραφής. Ας έρθουμε, όμως τώρα και στην προαναφερθείσα σταχυολόγηση των τρεχουσών εκδόσεων όπως είχαμε προαναγγείλει. Και πρώτα η ξένη πεζογραφία με την «ΛΕΣΧΗ ΤΩΝ ΑΘΕΡΑΠΕΥΤΑ ΦΙΛΟΔΟΞΩΝ» του J. Michel Guenassia, τον ανέλπιστο Σαλμάν Ρουντί με τον «ΛΟΥΚΑ ΚΑΙ Η ΦΩΤΙΑ ΤΗΣ ΖΩΗΣ», τον John Irving με την «ΧΗΡΑ ΓΙΑ ΕΝΑ ΧΡΟΝΟ» που περιληπτικά μπορούμε να πούμε πως:

Κανένας αναγνώστης δεν πέρασε άσχημα διαβάζοντας τα μυθιστορήματα του Ίρβινγκ, την ίδια στιγμή που κανένας κριτικός δεν έχει καταφέρει να υποδείξει με ακρίβεια σε ποια σημεία στις ευφάνταστες ιστορίες του τελειώνει η πλάκα και ξεκινάει η τραγωδία. Οι αρετές του Ο ΚΑΤΑ ΓΚΑΡΠ ΚΟΣΜΟΣ, του πιο γνωστού μυθιστορήματός του, δηλαδή η αποδοχή του μπανάλ και του γελοίου ως δομικών συστατικών της σύγχρονης ζωής και η συνεπαγόμενη δίψα του συγγραφέα να ισοπεδώσει κάθε έννοια σοβαροφάνειας, αποδεικνύονται ταυτόχρονα τα μεγαλύτερα ελαττώματά του. Η ΧΗΡΑ ΓΙΑ ΕΝΑ ΧΡΟΝΟ ανήκει στα ήπια σατιρικά έργα του, αφού η ιστορία της άτυχης Ρουθ Κόουλ είναι τέτοια που αναγκάζει ακόμη και έναν αυθάδη συγγραφέα σαν τον Ίρβινγκ να μετριάσει τον κυνισμό του και να εμβαθύνει στο προσωπικό της δράμα.

Συνακόλουθα η Gene Wilder με την διασκεδαστική νουβέλα «Η ΓΥΝΑΙΚΑ ΠΟΥ ΔΕΝ ΗΘΕΛΕ» που αν και γραμμένη σε απλή γλώσσα, αυτή η ιστορία ενός αμερικανού βιολιστή ορχήστρας που μετά από νευρικό κλονισμό αναρρώνει στο θέρετρο Badeweiler της Γερμανίας προτείνει μια υγιή αντιμετώπιση στην κακεντρεχή κριτική και μάλιστα δια στόματος Άντον Τσέχοφ (ο οποίος όντως πέρασε από το συγκεκριμένο θέρετρο).

Ο βιολιστής, απογοητευμένος τόσο ερωτικά όσο και από την τέχνη του, ανακτά σταδιακά την αυτοπεποίθησή του και στους δυο τομείς καθώς γνωρίζει την «γυναίκα που δεν ήθελε…».
Ξεχωρίζουμε την «ΣΥΓΚΑΤΟΙΚΗΣΗ ΜΕ ΤΟ ΠΑΡΟΝ» του Τίτου Πατρίκιου. Ο ποιητής Τίτος Πατρίκιος σε αυτή τη συλλογή δημοσιεύει δυο μεγάλα ποιήματα που αποτελούν απολογισμό ζωής. Εξ αυτών το ένα «Το σπίτι» είχε πρωτοδημοσιευτεί στο Διαβάζω και είναι μια μεγάλη αφήγηση όλων των περιπετειών που πέρασε ο ποιητής. Τα υπόλοιπα ποιήματα συνομιλούν κυρίως με το παρόν, γιατί όπως λέει και ο Τ. Πατρίκιος «μόνον έτσι μπορούμε να δούμε που βρισκόμαστε και ενδεχομένως να χαράξουμε, έστω αμυδρά, έναν δρόμο για το που θα πάμε».

Τα περισσότερα από αυτά είναι ολιγόστιχα και περιστρέφονται γύρω από την φθορά των σχέσεων, των ιδεών, των αισθημάτων. Υπάρχουν και πιο πολιτικά που μιλάνε για την υποκρισία, τη διαφθορά, το φθόνο, την ματαίωση. Όλα τα διατρέχει το στοχαστικό βλέμμα του ποιητή, πλούσιο με το βάρος του χρόνου.

Ακόμα ο Ουμπέρτο Έκο με το «ΚΑΤΑΣΚΕΥΑΖΟΝΤΑΣ ΤΟΝ ΕΧΘΡΟ ΚΑΙ ΑΛΛΑ ΚΕΙΜΕΝΑ» που με την τερατώδη ευρυμάθειά του έχει καταφέρει να μετατρέψει μια θεωρία με περιορισμένο εύρος, όπως η σημειωτική, σε μια δυναμική μεθοδολογία πρόσληψης και αποτίμησης του σύγχρονου πολιτισμού.
Μία «έκπληξη» αποτελεί και η έκδοση «ΒΕΡΑ Η ΜΗΔΕΝΙΣΤΡΙΑ» του Όσκαρ Ουάϊλντ. Η έκδοση, που γίνεται για πρώτη φορά στα ελληνικά, συνοδεύεται από εκτενή εισαγωγή του μεταφραστή, όπου μελετώνται οι σχέσεις του Ουάιλντ με αναρχικούς της εποχής του, δίνονται ιστορικά στοιχεία για τους μηδενιστές και τη σχετική φιλολογία στη Ρωσία του 19ου αιώνα, καθώς και για τη δίκη της Ζασούλιτς.

Όμως το μοναχικό μας ταξίδι της γραφής δεν μπορεί να καταγράψει όλα τα πνευματικά τεκταινόμενα. Ούτε μια περαιτέρω ανάλυση των ροπών και αισθητικών τάσεων. Κλείνοντας θέλω πάντως να σταθώ στον όρο «μεταμοντέρνο» που γι’ αυτό γίνεται συχνά-πυκνά πολύς λόγος. Υπάρχει το μεταμοντέρνο ως αντικείμενο ατελέσφορων θεωρητικών συζητήσεων που το έχουν (με πλήθος ερμηνειών) καταστήσει εννοιολογικά ασαφέστατο.

Και υπάρχει ύστερα το μεταμοντέρνο ως ιστορικό, πολιτισμικό φαινόμενο, καθεαυτό – γιατί βέβαια δεν είναι γέννημα συζητήσεων – το μεταμοντέρνο πριν από τις συζητήσεις, πριν αυτό περιενδυθεί την μία και την άλλη θεωρία. Και εκφράζει (τελικώς) μια περισσότερο ή λιγότερο αυθόρμητη νοσταλγία του σύγχρονου ανθρώπου για τρόπους ζωής ή συμπεριφοράς που ανάγονται σε μια εποχή πριν την μοντέρνα ζωή, όπως αυτή διαμορφώθηκε με την εκπληκτική ανάπτυξη της τεχνολογίας. Η νοσταλγία λοιπόν αυτή μορφοποιείται και σε έργα ανθρώπων της καλλιτεχνικής δημιουργίας.

Είναι ίσως και τούτο μια έκφανση της μοναχικής πορείας της γραφής.

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης