Με πολύ μεγάλη επιτυχία, ολοκληρώθηκαν το Σάββατο 5 Ιουλίου στην Αυστραλία, οι παραστάσεις του θεατρικού έργου «Το φως που (πάντα) καίει», του Κώστα Βάρναλη, σε δραματουργική επεξεργασία – διασκευή και σκηνοθεσία του Βασίλη Κολοβού.

Το έργο παρουσίασαν η Ελληνική Ορθόδοξη Κοινότητα Νέας Νότιας Ουαλίας και το Ελληνικό Φεστιβάλ σε δύο παραστάσεις 27 και 28 Ιουνίου, στο θέατρο Φάκτορι του Σίδνευ και η Ελληνική Ορθόδοξη Κοινότητα Μελβούρνης και Βικτώριας, στο θέατρο Αθίναουμ της Μελβούρνης το Σάββατο που μας πέρασε.

Εκτός από τον Βασίλη Κολοβό που ερμήνευσε μοναδικά τον ρόλο του Μώμου, οι υπόλοιποι επίσης εξαιρετικοί συντελεστές ήταν οι: Νίκος Μαυρουδής (Προμηθέας), Γιάννης Γούτης (Χριστός), Όλγα Μουργελά (Εξουσία), Χάρης Αρώνης (Μαϊμού και Αηδόνι), Ανδριανή Τουντοπούλου (η φωνή της Μάνας Γης). Η διεύθυνση της παραγωγής ήταν της Γεωργίας Τσαμούρη, ενώ η αναφορά του Βασίλη Κολοβού γι’αυτή την παράσταση ήταν:

«Με απόλυτο σεβασμό στον Μεγάλο Ποιητή – οδηγητή του λαού μας– με πίστη στη γλώσσα και ιδεολογία του, έκανα μία προσπάθεια διασκευής και δραματουργικής επεξεργασίας του έργου του «ΤΟ ΦΩΣ ΠΟΥ ΚΑΙΕΙ» που σκηνοθετώ και ερμηνεύω το Μώμο. Θεώρησα απαραίτητη αυτή την ανασύνθεση, γιατί πιστεύω ότι σήμερα ύστερα από 90 περίπου χρόνια από τότε που πρωτογράφηκε (1921) και τη δεύτερη επεξεργασμένη έκδοσή του (1934) που κάνει κάποιες αλλαγές κυρίως στην πόρνη εξουσία, χρειάζονταν αυτή η παρέμβαση, η νέα ματιά για να παρουσιαστεί σαν ενιαία θεατρική παράσταση.

Άλλωστε είναι η πρώτη φορά που ανεβαίνει στη σκηνή. Αφαίρεσα το ιντερμέδιο (χορός των Ωκεανίδων, που είναι ύμνος στον Προμηθέα, χορός των Σεραφείμ, Μάνα του Χριστού και Μαγδαληνής, που είναι ύμνος στον Χριστό), γιατί πιστεύω ότι στο σκληρό ρεαλισμό του έργου δεν χωράνε κλάματα και δοξασίες, μιας και (κατά τον ποιητή) δεν σώζουν τον παλιό, αλλά και σημερινό «ελεύθερο» κόσμο.

Αντίθετα για την πόρνη, που ο Βάρναλης στο πρόσωπό της βλέπει την ξεσκισμένη εξουσία όπως τη λέει, στην πρώτη έκδοση, (ενώ στη δεύτερη την ονόμασε Αριστέα μια πασίγνωστη πόρνη της οδού Σωκράτους στην Αθήνα), πήρα και τις δύο εκδοχές, κυρίως την τρίτη εξαΰλωση, που αφορά την τέχνη και τους πνευματικούς (εντός εισαγωγικών) ανθρώπους και την ενέταξα στην κανονική ροή της παράστασης με διαφορετικές ενδυματολογικές εμφανίσεις – μεταμορφώσεις, για να προσδιορίσω καλύτερα και πιο κατανοητά τη διαχρονικότητα των αφεντάδων. Η Μαϊμού που τη λέει Μάρκο, συμβολίζει τον αιώνιο λακέ, που υμνεί κάθε εγκληματική πράξη των αφεντάδων που υπηρετεί. Αυτούς που καπηλεύονται πατρίδα, θρησκεία, δικαιοσύνη και σπρώχνουν τους λαούς στην αλληλοσφαγή για τα δικά τους συμφέροντα.

Ο Προμηθέας και ο Χριστός, επειδή είναι πλάσματα της Φαντασίας του Βάρναλη (όπως λέει), κάποια στιγμή τους λύνω από τα δεσμά τους και τους κατεβάζω στη σκηνή, γιατί η ιδεολογία τους όπως την παραθέτει ο Βάρναλης, με τον προφητικό του λόγο μοιάζει να εκφράζουν απόλυτα τους δυνατούς της εποχής μας. “Τόσο μοιάζουν το χτες με το σήμερα που μου φαίνεται πως τώρα δα έχω γεννηθεί και βλέπω το σήμερα”, λέει ο Προμηθέας.

Ο Βάρναλης δεν διάλεξε τυχαία αυτά τα πρόσωπα

Ο Προμηθέας σύμφωνα με τον μύθο και τον Αισχύλο έδωσε τη φωτιά στους ανθρώπους τους δίδαξε τα γράμματα και τις τέχνες.Αυτό εξόργισε τον αφέντη Δία τον άρπαξε και τον κάρφωσε στον Καύκασο.

Ο Χριστός δίδαξε την αγάπη και την ισότητα, κήρυξε την επανάσταση λέγοντας