Ο Μιχαήλ Μιχαήλ, ένας από τους πρώτους Έλληνες κωμικούς ηθοποιούς του ελληνικού κινηματογράφου, ο οποίος έγραψε το σενάριο, σκηνοθέτησε και πρωταγωνίστησε σε ταινίες που έγιναν κινηματογραφικές επιτυχίες, όπως «Ο Βιλλάρ εις τα γυναικεία λουτρά του Φαλήρου» έγινε αφορμή για να συναντηθούν η τέχνη του θεάτρου και η τέχνη του κόμικ.
Είναι ο κεντρικός χαρακτήρας της παράστασης «Οι κωμικοί» των Δημήτρη Πιατά και Σάκη Σερέφα σε σκηνοθεσία Δημήτρη Πιατά, παραγωγής του ΚΘΒΕ και του κόμικ «Μιχαήλ Μιχαήλ του Μιχαήλ, ο Έλληνας Σαρλώ» βασισμένου στο θεατρικό σενάριο του έργου.
Η δημιουργική ανταλλαγή μεταξύ των τεχνών βρέθηκε στο επίκεντρο της εκδήλωσης «Οι Κωμικοί και ο Έλληνας Σαρλώ: αναπαραστάσεις στη σκηνή και στο χαρτί» που πραγματοποιήθηκε σήμερα στη Θεσσαλονίκη, στο Βασιλικό Θέατρο με αφορμή την παράσταση «Οι κωμικοί» στη Μονή Λαζαριστών και την κυκλοφορία του κόμικ του Δημήτρη-Κρις Αγκαράι από τις εκδόσεις «Μικρός Ήρως».
«Αυτό που έκανα ήταν να πάρω σαν πρώτη ύλη το θεατρικό έργο να το διασκευάσω, να γράψω το σενάριο κινηματογραφικά, το σκηνοθέτησα και το πέρασα στο χαρτί. Στην ουσία είναι σαν να πέρασα μια ταινία στο χαρτί» είπε ο δημιουργός του κόμικ.
Η δυσκολία, όπως εξήγησε, ήταν να βρει τον σκελετό της ιστορίας και το νόημα.
«Σε μία σκηνή της παράστασης ο Μιχαήλ Μιχαήλ αναρωτιέται αν θα μπορούσε να υποδυθεί τον Σαρλώ. Μπορεί να κάνει τον Σαρλώ; Είναι ο Έλληνας Σαρλώ; Σε αυτό απαντάω στο κόμικ» διευκρίνισε και πρόσθεσε ότι ο ίδιος ως αναγνώστης και θεατής θα παρακολουθούσε την παράσταση, θα διάβαζε το βιβλίο και θα έκανε σύγκριση.
«Από ένα θεατρικό σενάριο έβγαλε το απόσταγμα του θεατρικού έργου, κράτησε ακριβώς αυτά που έπρεπε να κρατηθούν και το απέδωσε γραφιστικά με κινηματογραφικό τρόπο. Είναι υποβλητικός ο τρόπος, με τον οποίο το έχει σχεδιάσει» τόνισε ο θεατρικός συγγραφέας Σάκης Σερέφας.
Χαρακτηρίζοντας δημιουργική εμπειρία τη συνεργασία με τον Δημήτρη Πιατά, οποίος είχε και τη σύλληψη της αρχικής ιδέας, ο κ. Σερέφας είπε ότι θα ακολουθήσει κινηματογραφική ταινία βασισμένη πάνω στο θεατρικό έργο.
Η ζέση του Δημήτρη Πιατά και η πίστη του σε αυτό το έργο φάνηκε σε κάθε συζήτηση που είχαμε κάνει, είπε ο Λεωκράτης Ανεμοδουράς, εκδότης της «Μικρός Ήρως».
«Όταν μου το περιέγραψε είδα κάποια στοιχεία, τα οποία θεώρησα ιδιαίτερα γοητευτικά. Παρ’ ότι το έργο λέγεται “Οι Κωμικοί” στην ουσία έχει μία τραγικότητα. Μπορεί να χαμογελάει στο εξώφυλλο του κόμικ ο Μιχαήλ Μιχαήλ στην πραγματικότητα όμως η ζωή του είναι τραγική, παρίσταται στην κηδεία του και πεθαίνει στην “ψάθα”» υπογράμμισε.
Τόνισε ότι η πρώτη του επιλογή για το κόμικ ήταν ο Δημήτρης Αγκαράι ο οποίος αποτυπώνει χαρακτήρες ηθοποιών προσθέτοντας ότι «κάθε φορά που μία τέχνη με πολύ μεγαλύτερη λάμψη μας δίνει την ευκαιρία, δίνει την ευκαιρία στην τέχνη των κόμικ να εκδώσει κάτι είναι για εμάς τιμή».
Η κινηματογραφική καριέρα και η διαδρομή που είχε ο Μιχαήλ Μιχαήλ, σύντομη, αλλά σημαντική έρχεται να συμπληρωθεί σήμερα από τη θεατρική καριέρα του post mortem μέσω της θεατρικής παράστασης «Οι Κωμικοί» και να συμπληρωθεί ακόμη περισσότερο με το κόμικ του Αγκαράι, τόνισε ο Ιστορικός Τέχνης Γιάννης Κουκουλάς.
Καμία τέχνη δεν είναι σημαντικότερη και καμία δεν είναι υποδεέστερη των άλλων. Κάθε μία συμπληρώνει τις άλλες. Κάθε τέχνη μπορεί να μεταφραστεί σε κάποια άλλη. Όλα μπορούν να γίνουν αλλά χρειάζεται να δένουν μεταξύ τους και να αλληλοσυμπληρώνονται, παρατήρησε.
Ο ιστορικός του μέλλοντος πιθανώς να έχει DVD, στικάκια με την παράσταση, το βιβλίο ψηφιοποιημένο να το απολαμβάνουν και οι μελλοντικοί θεατές και αναγνώστες και αυτή είναι η μεγαλύτερη νίκη της τέχνης, να μπορεί να αφήνει αποτυπώματα για το μέλλον, υπογράμμισε ο κ. Κουκουλάς.
Ο Δημήτρης Πιατάς εξήγησε ότι η παράσταση που είναι βασισμένη στην ιστορία του ελληνικού βωβού κινηματογράφου ήταν μία ιδέα και όνειρο που πραγματώθηκε. «Συναντήθηκα στο ξεκίνημά μου με τον Αλέκο Σακελλάριο που είναι ο πρώτος που με κάνει κοινωνό για τον Μιχαήλ Μιχαήλ. Στην πορεία βρέθηκα να ανακαλύπτω έναν κόσμο κωμικών συναδέλφων άρχισα να αναζητώ πηγές και φτιάξαμε μία παράσταση και ένα αποτέλεσμα και είναι ευλογία και ευτυχία η συνεργασία με το ΚΘΒΕ» τόνισε.
«Προσπάθησα να περάσω στίγματα και αναφορές στον κινηματογράφο. Υπάρχουν πράξεις και σκηνές οι οποίες δεν έχουν αποτυπωθεί αλλά παίζονται καθώς οπτικοποιήθηκαν» ανέφερε.
«Στις ταινίες των πιονέρων του ελληνικού κινηματογράφου μπορεί κάποιος να δει πόσο ρευστά είναι τα όρια ανάμεσα στον κινηματογράφο ως καλλιτεχνική δραστηριότητα και στον κινηματογράφο ως οικονομικό και κοινωνικό θεσμό. Το γεγονός ότι πολλοί «καλλιτεχνικοί» δημιουργοί εμπνέονται από πρόσωπα, τα οποία προέρχονται από τον χώρο της δημοφιλούς τέχνης αποδεικνύει την έμμεση συμβιωτική σχέση μεταξύ «υψηλού» και «δημώδους» πολιτισμού. Όλα αυτά τα υποβάλει μέσω του συναισθήματος η παράσταση. Κατόρθωσαν να αναστήσουν επί σκηνής όχι μόνο την εποχή, όχι μόνο τις καταστάσεις και όλους τους ξεχασμένους καλλιτέχνες σε μία παράσταση που πάλλεται από το πάθος τα πάθη και τη δημιουργικότητά τους» ανέφερε ο Πάρης Μουρατίδης, διδάσκων στο Τμήμα Κινηματογράφου της Σχολής Καλών Τεχνών του ΑΠΘ.