Η αποκρυπτογράφηση ενός αιγυπτιακού παπύρου ηλικίας 2.000 ετών αποκάλυψε μια σχετικά άγνωστη ιστορία από την παιδική ηλικία του Ιησού Χριστού. Γραμμένο στα ελληνικά, το απόσπασμα χρονολογείται στον 4ο ή 5ο αιώνα και αφηγείται την ιστορία της «ζωογόνησης των σπουργιτιών», όταν ο 5χρονος Ιησούς μετέτρεψε πήλινα περιστέρια σε ζωντανά πουλιά.
Οι ερευνητές εκτιμούν ότι η αρχική ιστορία του θαύματος του Ιησού γράφτηκε γύρω στον 2ο αιώνα ως μέρος του Ευαγγελίου του Θωμά, ενός βιβλίου που περιγράφει λεπτομερώς τα νεανικά χρόνια του Ιησού αλλά το οποίο δεν συμπεριλαμβάνεται στη Βίβλο.
Το σχετικό επιστημονικό άρθρο δημοσιεύτηκε στο Zeitschrift fur Papyrologie und Epigraphik. Κατά τον Λάχος Μπέρκες, λέκτορα στο Ινστιτούτο Χριστιανισμού και Αρχαιότητας στο Πανεπιστήμιο Χούμπολντ του Βερολίνου και τον Γκάμπριελ Νότσι Ματσέντο, καθηγητή παπυρολογίας στο Πανεπιστήμιο της Λιέγης, είναι το αρχαιότερο χειρόγραφο του κειμένου που σώζεται σε οποιαδήποτε γλώσσα. Γενικότερα πιστεύεται ότι είχε συνταχθεί αρχικά στον 2ο αιώνα- εν μέρει επειδή κάποιες από τις ιστορίες που περιλαμβάνονται σε αυτό.
O συγκεκριμένος πάπυρος αναφέρεται σε ένα θαύμα από τον Ιησού όταν ήταν παιδί: Όπως γράφει, ενώ έπαιζε δίπλα σε ένα ρυάκι έπλασε δώδεκα σπουργίτια από τον μαλακό πηλό στη λάσπη. Όταν ο Ιωσήφ τον επιπλήττει και τον ρωτά γιατί κάνει τέτοια πράγματα το Σάββατο, ο πεντάχρονος Ιησούς χτυπά τα χέρια του και τα πήλινα σπουργίτια ζωντανεύουν.
Η συγκεκριμένη ανακάλυψη θεωρείται ιδιαίτερα σημαντική ως προς τη μελέτη των πρώτων χρόνων του Χριστιανισμού. Σημειώνεται πως αν και απόκρυφο (δεν περιλαμβάνεται στην Αγία Γραφή) οι ιστορίες από το ευαγγέλιο αυτό ήταν πολύ δημοφιλείς κατά την αρχαιότητα και τον Μεσαίωνα.
Ο πάπυρος είχε μείνει για πολύ καιρό στην αφάνεια σε πανεπιστημιακή βιβλιοθήκη του Αμβούργου, επειδή το περιεχόμενό του είχε θεωρηθεί περιορισμένης σημασίας. Όπως είπε ο Μπέρκες, «είχε θεωρηθεί πως ήταν μέρος ενός καθημερινού εγγράφου, όπως μια προσωπική επιστολή ή μια λίστα με ψώνια, επειδή η γραφή φαινόταν πολύ αδέξια..αντιληφθήκαμε πρώτα τη λέξη “Ιησούς” στο κείμενο. Μετά, συγκρίνοντάς την με πολλούς άλλους ψηφιοποιημένους παπύρους, την αποκρυπτογραφήσαμε γράμμα- γράμμα και γρήγορα συνειδητοποιήσαμε πως δεν ήταν κάποιο καθημερινό έγγραφο». Το εν λόγω αντίγραφο θεωρείται πως δημιουργήθηκε ως άσκηση γραφής σε κάποιο σχολείο ή μοναστήρι (και έτσι προκύπτει η αδέξια γραφή).