Καθυστερημένα έφτασε στη συγγραφή λογοτεχνίας ο κάτοχος του εφετινού βραβείου Booker. Ο Σκωτσέζος Douglas Stuart άρχισε να δουλεύει στη βιομηχανία μόδας πριν σχεδόν 20 χρόνια, από τότε που μετανάστευσε σε ηλικία 24 ετών στη Νέα Υόρκη. Θήτευσε ως ντιζάινερ μόδας σε οίκους όπως οι Calvin Klein, Ralph Lauren, Banana Republic και Jack Spade. Το μυθιστόρημα με το οποίο κέρδισε το βραβείο άρχισε να το γράφει πριν από πάνω από μια δεκαετία, την περίοδο που δούλευε 12 ώρες την ημέρα ως επικεφαλής διευθυντής ντιζάιν στον οίκο Banana Republic.
Σήμερα, ζει στο East Village μαζί με τον σύζυγό του, τον Μάικλ Κάρι (ο οποίος είναι επιμελητής στην γκαλερί Gagosian και ειδικός στον Πικάσο), δηλώνει «άφωνος» με τη βράβευση και, μιλώντας μέσω Zoom από τη Νέα Υόρκη στην εφημερίδα The Guardian θυμάται πως προσπαθούσε να αντεπεξέλθει στις διακυμάνσεις του θυμικού της αλκοολικής μάνας του στη Γλασκόβη παριστάνοντας ότι γράφει τα απομνημονεύματά της. Το εγχείρημα δεν προχώρησε και πολύ, αλλά πάντα ξεκινούσε με αφιέρωση «Στην Ελίζαμπεθ Τέιλορ, που δεν ξέρει τίποτα από αγάπη». «Δεν μου πέρασε ποτέ από το μυαλό ότι χρησιμοποιώντας αυτό το τέχνασμα πριν 40 χρόνια, θα ήμουν σήμερα εδώ να σας μιλάω για το βιβλίο μου» είπε ο Στιούαρτ.
Το μυθιστόρημά του, με τίτλο «Shuggie Bain» απορρίφθηκε από 32 εκδότες. Η ζωή στη Νέα Υόρκη του έδωσε την απόσταση και διαύγεια που χρειαζόταν για να αρχίσει να γράφει. Έγραφε στο μετρό, τα Σαββατοκύριακα και στις διακοπές, καθώς όλο αυτό το διάστημα είχε μια «πολύ απαιτητική δουλειά σε έναν τεράστιο αμερικανικό οίκο μόδας». Ο μόνος αναγνώστης του ήταν ο σύντροφός του, ο Μάικλ Κάρι, στον οποίο παρουσίασε ένα χειρόγραφο 900 σελίδων. Και τον οποίο, έπειτα από δύο δεκαετίες, παντρεύτηκε στο δημαρχείο της Νέας Υόρκης την ημέρα που υπέγραψε συμβόλαιο με τον εκδοτικό οίκο Grove Atlantic.
Όπως και στην περίπτωση του Shuggie, η μητέρα του Στιούαρτ πέθανε από κατάχρηση αλκοόλ όταν ο ίδιος ήταν 16 χρόνων. Αλλά ο συγγραφέας τονίζει ότι το βραβευμένο πλέον βιβλίο είναι μυθιστόρημα: «Είναι κάτι πολύ μεγαλύτερο από οτιδήποτε μπορούσε να περάσει ένα δεκαεξάχρονο αγόρι και το επισκιάζει».
Η πένα του Στιούαρτ αγγίζει θέματα όπως φτώχεια, μισογυνισμό, ομοφοβία, εθισμό και σεκταρισμό αλλά πάνω απ’ όλα, είναι μια ιστορία αγάπης μεταξύ μιας μάνας και του γιου της. «Έχει να κάνει με τη δοκιμασμένη άνευ όρων αγάπη, αυτό το είδος καθημερινής ανανέωσης της ελπίδας που μόνο παιδιά μπορούν να έχουν για προβληματικούς γονείς» τόνισε ο Στιούαρτ.
Έχει ήδη ολοκληρώσει το δεύτερο μυθιστόρημά του, μια ιστορία αγάπης μεταξύ δύο αγοριών στη Γλασκόβη του σεκταρισμού (ξανά το σκηνικό είναι η Γλασκόβη, όπως και στο «Shaggie Bain», αλλά μία δεκαετία μετά).
Τώρα δουλεύει το τρίτο του, το οποίο γεννήθηκε από ένα ταξίδι με αυτοκίνητο που έκανε πέρυσι στις Απώτερες Εβρίδες. «Πάντα γράφω για τη μοναξιά, το συναίσθημα του ανήκειν και την αγάπη. Αυτό είναι που με κάνει να επιστρέφω στην άδεια σελίδα» εξομολογήθηκε.
Ελπίζει να αφήσει τη δουλειά του και να αφοσιωθεί στη συγγραφή, κάτι το οποίο πλέον θα είναι πιο εύκολο. Η μητέρα του τον έμαθε να πλέκει για να κάθεται ήσυχος, κι αυτό δεν το ξέχασε, το ότι εκείνη πυροδότησε το ενδιαφέρον του για τα υφάσματα και τη συγγραφή, «τα δύο πράγματα που ήταν τόσο μεγάλο κομμάτι της ζωής μου». Και δήλωσε: «Χρωστάω τα πάντα στη Σκωτία».
Πηγή: ΑΠΕ – ΜΠΕ