Ο σημαντικός αρχαιολογικός θησαυρός της Αιτωλοακαρνανίας θα εκτεθεί σύντομα σε ένα κτήριο – κόσμημα, στο κέντρο του Μεσολογγίου.

Πρόκειται για το «Ξενοκράτειο», ένα διώροφο νεοκλασικό κτήριο που παραχωρήθηκε από τον δήμο της ιερής πόλης Μεσολογγίου στο υπουργείο Πολιτισμού, προκειμένου να στεγαστεί το νέο αρχαιολογικό μουσείο.

 Πλούσιο υλικό

Σύμφωνα με την προϊσταμένη της Εφορείας Αρχαιοτήτων Αιτωλοακαρνανίας και Λευκάδας, Ολυμπία Βικάτου, «το πλήθος του διαθέσιμου αρχαιολογικού υλικού, κυρίως από τις ανασκαφές των μεγάλων έργων, όπως της ‘Ιόνιας’ οδού, καθιστούσαν πλέον αδήριτη την ανάγκη δημιουργίας ενός σύγχρονου μουσειακού χώρου».

Ειδικότερα, όπως ανέφερε η Ολυμπία Βικάτου, κατά τη διάρκεια της ομιλίας της στο πρόσφατο αναπτυξιακό συνέδριο Αιτωλοακαρνανίας, «η αποκατάσταση του ‘Ξενοκράτειου’ κτηρίου στο Μεσολόγγι και η μετατροπή του σε μουσείο, αποτελεί ένα σημαντικότατο έργο που χρηματοδοτείται από την Ολοκληρωμένη Χωρική Ανάπτυξη Μεσολογγίου – Αιτωλικού, προϋπολογισμού 2 εκατομμυρίων 257 χιλιάδων ευρώ».

Τα εγκαίνια

Μάλιστα, όπως είπε χαρακτηριστικά, «στόχος μας είναι η ολοκλήρωση του έργου εντός του έτους, ώστε τα εγκαίνια του να αποτελέσουν κορυφαίο γεγονός για την επέτειο των 200 χρόνων από την Ελληνική επανάσταση, με δεδομένο ότι στην αίθουσα πολλαπλών χρήσεων θα προβάλλονται, μέσω ψηφιακών εφαρμογών, η ιστορική και πολιτισμική διαδρομή της περιοχής από την προϊστορική εποχή μέχρι τη θυσία και την ηρωική έξοδο των ελεύθερων πολιορκημένων, το 1826».

Σχετικά με τη δημιουργία του νέου μουσείου, η Ολυμπία Βικάτου είπε ότι «το ‘Ξενοκράτειο’ κτήριο ανακαινίσθηκε εκ βάθρων και πλέον ολοκληρώνεται από την Εφορεία μας η μόνιμη αρχαιολογική έκθεση». «Ήδη», όπως πρόσθεσε, «έχει ολοκληρωθεί η συντήρηση όλων των προς έκθεση αντικειμένων, κάποια εκ των οποίων είναι εξαιρετικά και μοναδικά».

Παράλληλα, ανέφερε, «έχουν τοποθετηθεί οι προθήκες και οι απαραίτητες μουσειακές κατασκευές για την έκθεση των ευρημάτων, ενώ ολοκληρώνεται η σχεδίαση του εποπτικού υλικού και του οδηγού του μουσείου» προσθέτοντας:

«Το ‘Ξενοκράτειο’, ως κεντρικό μουσείο στην πρωτεύουσα της Αιτωλοακαρνανίας, στο Μεσολόγγι, θα φιλοξενεί περί τα 1.200 ευρήματα από όλη την περιοχή, τα οποία χρονολογούνται από τα προϊστορικά χρόνια έως την ύστερη αρχαιότητα.

Ψηφιακές εφαρμογές

Επίσης, την αρχαιολογική έκθεση θα πλαισιώνουν ψηφιακές και πολυμεσικές εφαρμογές, με σκοπό την ανασύνθεση του ιστορικού παρελθόντος του τόπου, εξασφαλίζοντας παράλληλα τον εκπαιδευτικό και ψυχαγωγικό ρόλο του μουσείου. Ταυτόχρονα, η σύνθεση του φυσικού και ανθρωπογενούς περιβάλλοντος, η παρουσίαση του Αιτωλικού και Ακαρνανικού Κοινού και η ενημέρωση για την προστασία και ανάδειξη της πολιτιστικής κληρονομιάς, θα συγκροτούν τους τρεις θεματικούς άξονες της μουσειακής αφήγησης.

Στην κεντρική αίθουσα του ορόφου, η ιστορία και το τέλος των Κοινών θα αποτελούν την πεμπτουσία της έκθεσης, παρέχοντας στον επισκέπτη ολοκληρωμένη εικόνα, μέσω σπουδαίων και πολύτιμων εκθεμάτων για την ιστορία, τα σημαντικά πρόσωπα, τη λειτουργία των Κοινών, την παρακμή και το τέλος των δύο πολιτικών σχηματισμών, μετά την περίφημη ναυμαχία του Ακτίου. Στο ισόγειο, όπου θα βρίσκεται η αίθουσα πολλαπλών χρήσεων, ψηφιακές εφαρμογές θα προβάλλουν την ιστορική και πολιτισμική διαδρομή της περιοχής από την προϊστορική η εποχή μέχρι την Έξοδο του Μεσολογγίου, μέσω της δημιουργίας μιας πολιτιστικής διαδρομής γύρω από την περιοχή της λιμνοθάλασσας Μεσολογγίου – Αιτωλικού, έργο επίσης ενταγμένο στο ΕΣΠΑ Δυτικής Ελλάδος, προϋπολογισμού 100 χιλιάδων ευρώ».

Όπως περιγράφει η Ολυμπία Βικάτου, «η διαδρομή αυτή θα αναπτύσσεται με ψηφιακές εφαρμογές, σε διαφορετικά επίπεδα πληροφόρησης, όπου θα κατευθύνουν τον επισκέπτη στη φυσική επίσκεψη των σταθμών και των διαδρομών, ενώ παράλληλα θα του παρέχουν τη δυνατότητα εικονικής επίσκεψης, μέσω τεχνολογιών αιχμής και εφαρμογών για κινητά και έξυπνες φορητές συσκευές, λαμβάνοντας το αντίστοιχο πληροφοριακό υλικό».

Η συντήρηση

«Εξίσου σημαντικό», σύμφωνα με την προϊσταμένη της Εφορείας Αρχαιοτήτων Αιτωλοακαρνανίας και Λευκάδας, «είναι το έργο της συντήρησης που υλοποιεί η εφορία μας» και εξήγησε: «Τα τελευταία χρόνια με τα έργα της ‘Ιόνιας’ οδού συντηρήθηκαν και ταξινομήθηκαν περίπου 100.000 ευρήματα, ενώ 4.500 ευρήματα της Αιτωλοακαρνανίας έχουν ψηφιοποιηθεί στο πλαίσιο του έργου, εμπλουτισμός των ψηφιακών συλλόγων των κινητών μνημείων, του υπουργείου Πολιτισμού».

Απολογισμός

Προχωρώντας στον απολογισμό του έργου της Εφορείας αρχαιοτήτων Αιτωλοακαρνανίας και Λευκάδος, η Ολυμπία Βικάτου σημείωσε ότι «η Εφορεία μας έχει επιτελέσει την τελευταία δεκαετία ένα σπουδαίο έργο ως προς την έρευνα, προστασία, αποκατάσταση, ανάδειξη και προβολή των μνημείων των αρχαιολογικών χώρων και των μουσείων της» προσθέτοντας:

«Στην Εφορεία μας υπάγεται ένας μεγάλος αριθμός μνημείων, με περισσότερες από 120 Ακροπόλεις, 350 βυζαντινά και μεταβυζαντινά μνημεία, δέκα επισκέψιμους αρχαιολογικούς χώρους, οι περισσότεροι εκ των οποίων έχουν αναδειχθεί μέσω χρηματοδοτούμενων προγραμμάτων, όπως επίσης επτά κάστρα και τέσσερα μουσεία, ενώ ως χώρος πολιτιστικών εκδηλώσεων και περιοδικών εκθέσεων χρησιμοποιείται το Φετιχιέ τζαμί, στην Ναύπακτο.

Επίσης, από 2011 έως το 2015 υλοποιήθηκαν από την Εφορεία μας στην Αιτωλοακαρνανία και στη Λευκάδα συνολικά 46 έργα.

Ταυτόχρονα, στο πλαίσιο αυτό των μεγάλων έργων οδοποιίας, όπως αυτό της ‘Ιόνιας’ οδού, ερευνήθηκαν περισσότερες από 40 θέσεις σε έκταση 180.000 τετραγωνικών μέτρων. Είναι από τις μεγαλύτερες ανασκαφές που έγιναν στην Ελλάδα, μόλις σε βάθος μιας πενταετίας, μέσα από τις οποίες ήρθαν στο φως νέοι οικισμοί, άγνωστα νεκροταφεία, εντυπωσιακά ταφικά μνημεία, αγροτικές και εργαστηριακές εγκαταστάσεις, ιερά πόλεων και μικρότερα ιερά, οχυρωματικοί πύργοι και κινητά ευρήματα που καλύπτουν ένα ευρύ χρονολογικό φάσμα από την πρωτοελλαδική εποχή, δηλαδή από το 3000 π.Χ. μέχρι και τα μεταβυζαντινά χρόνια, τον 16ο αιώνα».

«Τα ευρήματα αυτά», όπως περιγράφει η Ολυμπία Βικάτου, «εμπλούτισαν τον αρχαιολογικό χάρτη της Αιτωλοακαρνανίας και συνέβαλαν στην απόκτηση μεγάλου όγκου αρχαιολογικού υλικού, με περισσότερα από 100.000 ευρήματα, η μελέτη των οποίων συνθέτει ένα πραγματικό θησαυρό πολύτιμων πληροφοριών και γνώσεων ,διαφωτίζοντας ποικίλες εκφάνσεις του δημόσιου και ιδιωτικού βίου των Αιτωλών, των Ακαρνάνων και των Αμφιλόχων, αλλά και τις πολιτιστικές και εμπορικές επαφές με άλλα μεγάλα κέντρα του αρχαίου κόσμου».

«Άλλωστε», όπως σημειώνει, «η Αιτωλοακαρνανία, και αυτό είναι εξαιρετικά σημαντικό, βρίσκεται πάνω στο μοναδικό παράκτιο οδικό άξονα που συνδέει από την αρχαιότητα έως και σήμερα την Πελοπόννησο με την Ήπειρο, ελέγχοντας ταυτόχρονα το θαλάσσιο πέρασμα μεταξύ των Ιονίων νήσων και των ακτών της Δυτικής Ελλάδας».

Η ανάπτυξη

Στο μεταξύ, όσον αφορά στην σύνδεση του πολιτισμού με την ανάπτυξη, η Ολυμπία Βικάτου, τόνισε ότι «ο πολιτισμός μπορεί να είναι το άλμα ανάπτυξης, διότι είναι βέβαιο, πως αν τα μνημεία ερευνηθούν, αναδειχθούν και προβληθούν με το σεβασμό που τους αρμόζει και τους κανόνες της αρχαιολογικής δεοντολογίας και νομοθεσίας, τότε θα αποτελέσουν πόλο έλξης».

Όμως, όπως παρατήρησε, «προαπαιτούμενο είναι να τα αγκαλιάσει και να τα αγαπήσει η τοπική κοινωνία» και εξήγησε: «Θα πρέπει όλοι μας να συνειδητοποιήσουμε ότι τα μνημεία έχουν ψυχή. Όσα έργα και να κάνουμε για να ξαναζωντανέψουν, χρειάζονται και την ψυχή των ανθρώπων που ζουν δίπλα τους. Διαφορετικά θα στέκουν εκεί ως αδιάψευστοι μάρτυρες ενός λαμπρού παρελθόντος, αλλά στη μοναξιά τους. Η πολιτιστική κληρονομιά μας είναι ο βασικός μοχλός ώθησης, ώστε να μας οδηγήσει εκτός κρίσης και να μας βοηθήσει να ανακτήσουμε χαμένα ιδανικά, οράματα, στόχους και αξίες».

Πηγή: ΑΠΕ – ΜΠΕ