Εδώ και χρόνια, η σχέση των κατοίκων των αστικών κέντρων με την άγρια ζωή είναι, στην ουσία, ανύπαρκτη. Κι όμως, στη διάρκεια του λουκέτου λόγω της πανδημίας η άγρια ζωή έκανε επίσκεψη σε άδειες, εξαιτίας της εκούσιας απομόνωσης, πόλεις, μικρές ή μεγαλύτερες: μια άλκη βιντεοσκοπήθηκε με κινητό να έχει ξαμοληθεί στους δρόμους της λιθουανικής πόλης Ούτενα, ένα άγριο πούμα συνελήφθη στο κέντρο του Σαντιάγο της Χιλής, ένα κογιότ φωτογραφήθηκε με τηλεφακό διερχόμενου αυτοκινητιστή δίπλα σε παγκάκι με θέα τη θάλασσα στο Σαν Φρανσίσκο, μια αρκούδα βιντεοσκοπήθηκε το βράδυ στους δρόμους πόλης στην Αστούριας της Ισπανίας.

Τώρα η άγρια ζωή πρόκειται να «εισέλθει» στο σαλόνι του σπιτιού μας με τη μορφή ενός άλμπουμ φωτογραφιών που ετοιμάζει ο φωτογράφος άγριας ζωής YCBCΥ.

Ο YCBCY ζει δύο παράλληλες ζωές: ως Yvan Cauvez -αυτό είναι το κατά κόσμον όνομά του- βιοπορίζεται στο Λουξεμβούργο ως αρχιτέκτονας και προγραμματιστής λογισμικού για την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και, από την άλλη, ως YCBCY θέτει τον φακό του στην υπηρεσία της προστασίας της άγριας ζωής. Αυτό το φαινομενικά παράδοξο κίνησε το ενδιαφέρον του Αθηναϊκού-Μακεδονικού Πρακτορείου Ειδήσεων το οποίο τον προσέγγισε μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου επιζητώντας να ρίξει «φως» σε κάτι που εν πρώτοις μοιάζει μυστήριο.

Πώς γεννήθηκε η αγάπη του για τη φύση και την άγρια ζωή; Ήρθε στον κόσμο στη γαλλική πόλη Βερντέν, πέρασε τα παιδικά του χρόνια στο μικρό χωριουδάκι Μιλί-σιρ-Μπραντόν, όπου από μικρό ο πατέρας του, δάσκαλος αλλά εκ πεποιθήσεως κυνηγός, τον έπαιρνε μαζί του κάθε φορά που πήγαινε για κυνήγι.

«Κράτησα το κομμάτι της κατανόησης της φύσης, αλλά τότε δεν ήξερα ακόμα ότι τις τεχνικές του ως κυνηγού θα τις εφάρμοζα πολλά χρόνια αργότερα στη φωτογραφία» λέει. «Το να καταφέρω να πλησιάσω απαρατήρητος μια αλεπού ή ένα ζαρκάδι ήταν δυνατά συναισθήματα.. και αυτό αναντίρρητα χάλκευσε μέσα μου αυτόν τον σεβασμό στη φύση καθώς και το να θεωρώ ότι ανήκω σε ένα όλον» προσθέτει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ.

«Κρυφά εξελίχθηκε μέσα μου μια έλξη για την αλεπού, που έχει γίνει το τοτέμ μου» εξομολογείται.

Η αγάπη του για τα μαθηματικά τον έκανε να αφήσει το κουκούλι της οικογένειας σε ηλικία 17 ετών και να ξεκινήσει σπουδές Μαθηματικών Πληροφορικής Εφαρμοσμένων σε Επιστήμες, αλλά σύντομα αφοσιώθηκε σε ένα Master MIAGe (Μαθηματικά Πληροφορικής Εφαρμοσμένα σε Διαχείριση Επιχειρήσεων) στη Νανσί.

«Κατάλαβα ότι με το εργαλείο “πληροφορική” θα μπορούσα σχεδόν να υλοποιήσω ό,τι είχα μέσα στο κεφάλι μου – ή τουλάχιστον να προσπαθήσω να το κάνω» εξηγεί στο ΑΠΕ-ΜΠΕ.

Με την έναρξη των σπουδών του άρχισε να ζει στην πόλη και σιγά σιγά λησμόνησε τη φύση. Οι μέρες του ορίζονταν από τη δουλειά, «όμως, βαθιά, κάτι έλειπε, δεν το πρόσεχα αλλά άρχισε να με τρώει».

Αφηγείται ότι το πρώτο καμπανάκι χτύπησε όταν ανακάλυψε, στον μήνα του μέλιτος, την Αυστραλία (είναι παντρεμένος και πατέρας δύο κοριτσιών και ενός αγοριού).

Είχε ήδη αρχίσει σπουδές φωτογραφίας έναν χρόνο νωρίτερα για να αιχμαλωτίσει με τον φακό την ομορφιά του τοπίου. Εκεί άρχισε να συναντά παθιασμένους φωτογράφους, ανακάλυψε τον Βενσάν Μυνιέ, σε παθιασμένη κουβέντα μαζί του μοιράστηκαν συναισθήματα και αναμνήσεις (η σχέση του Μυνιέ με τον πατέρα του, έκρουσε χορδή μέσα στον Yvan Cauvez).

Με όλα αυτά στη σκεύη του, ο Cauvez «φέρνει στον κόσμο» τον YCBCΥ. Πριν τέσσερα χρόνια έκανε μια δωρεά στη με έδρα τις ΗΠΑ οργάνωση Wings4Wildlife, η οποία αγωνίζεται για την απαγόρευση του λαθροθηρίας των ρινόκερων, συμμετέχει σε μία λοταρία και, στις 26 Φεβρουαρίου του 2016, κερδίζει τον πρώτο λαχνό: φωτογραφικό σαφάρι στη Ναμίμπια, με επικεφαλής τον φημισμένο φωτογράφο άγρια ζωής Laurent Baheux.

«Ήταν σαν ένα χαστούκι για τον τρόπο με τον οποίο ζούσαμε στην Ευρώπη και, ακόμη κι αν συνεχίσω να εργάζομαι με πάθος, τίποτα δεν ήταν το ίδιο μετά τη συνάντησή μας με τους πρώτους μαύρους ρινόκερους που έτρωγαν σε απόσταση πέντε μέτρων από το αυτοκίνητό μας ή το να βλέπουμε 35 ελέφαντες να λούζονται στα νερά και να παίζουν ελεύθερα» λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ.

«Παροξυσμό» χαρακτηρίζει τη στιγμή που «μπόρεσε να βαδίσει με τους γίγαντες, κάποιους λευκούς ρινόκερους». Τη δεύτερη ημέρα του φωτογραφικού σαφάρι βρήκε και τον τίτλο για το φωτογραφικό άλμπουμ που θέλησε να ετοιμάσει: «G.A.I.A: Graphical Animals in Africa» (με το ακρωνύμιο να παραπέμπει στη λέξη «Γαία»).

Οι εξορμήσεις στη φύση, πριν χρόνια, του πατέρα Cauvez -φωτογράφιζε και εκείνος, αλλά με φιλμ- με τον γιο Cauvez επαναλαμβάνονται σήμερα με τον γιο που είναι πια πατέρας. Ο Yvan παίρνει, όποτε αυτό είναι δυνατό, τα τρία παιδιά του μαζί του για να βαδίσουν στα ίχνη ζώων. Κι όποτε αυτό δεν είναι δυνατό, τα μικρά, κάθε που ο πατέρας με τα μάτια γεμάτα άστρα επιστρέφει, όποια ώρα κι αν είναι αυτή, ξυπνάνε για «να δουν τις φωτογραφίες του μπαμπά».

Ο YCBCΥ δεν επιθυμεί να είναι ένα «άλμπουμ-σουβενίρ» το φωτογραφικό άλμπουμ που έχει στα σκαριά. Το θέλει εργαλείο στην κατεύθυνση της προστασίας και διατήρησης της βιοποικιλότητας. Ειδικότερα, μέσο ευαισθητοποίησής μας, εμάς των κατοίκων των πόλεων, για τη μάστιγα της λαθροθηρίας ρινόκερων. Για την ολοκλήρωσή του, εγκαινίασε καμπάνια συγκέντρωσης των απαιτούμενων ποσών (με σλόγκαν «Με την ομορφιά των φωτογραφιών, ας αγωνιστούμε κατά της λαθροθηρίας των ρινόκερων», λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ.

Μέρος των εσόδων από τις πωλήσεις του άλμπουμ θα διατεθεί στην Wings4Wildlife και μέρος θα χρηματοδοτήσει καινούργια φωτογραφική αποστολή του YCBCΥ στην Αφρική για να υπερασπιστεί με τον φακό του ένα άλλο βιολογικό είδος, από τα πάμπολλα που κινδυνεύουν να εξαφανιστούν.

«Αν δεν δράσουμε σήμερα, σε λιγότερα από 15 χρόνια τα παιδιά μας δεν θα μπορούν να δουν τι ήταν ο ρινόκερος» τονίζει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο YCBCΥ. Η «G.A.I.A» είναι ένα συμμετοχικό εγχείρημα για «καλό σκοπό». Δίνει σάρκα και οστά στην περίφημη φράση του Marshall McLuhan «Δεν υπάρχουν επιβάτες στο διαστημόπλοιο “Γη”. Όλοι είμαστε πλήρωμα».

 

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ