Συνέντευξη στη Σπυριδωνία Κρανιώτη

«”Ο εμός έρως” είναι για μένα… ο τελευταίος σταθμός, η  άφιξη, το τέρμα και η αφετηρία, η πρώτη και η τελευταία μεγάλη “συνάντηση”, το νεύμα εκείνο που μου δείχνει τον δρόμο, τον προορισμό, το ποιος και τι με περιμένει… Το βιβλίο δεν θεολογεί… Ούτε προσπαθεί να πείσει κανέναν και για τίποτα… Απλώς θέτει κάποια ερωτήματα… Μια μοιρασιά είναι το βιβλίο, και μια μαρτυρία… Αυτή ήταν η συνειδητή, τουλάχιστον, πρόθεση με την οποία γράφτηκε…» αναφέρει μεταξύ άλλων στο zougla.gr ο γνωστός ηθοποιός και σκηνοθέτης Κωνσταντίνος Κωνσταντόπουλος με αφορμή το πρώτο του μυθιστόρημα, το οποίο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Αγγελάκη».

Ο πολυτάλαντος καλλιτέχνης, έπειτα από την έκδοση τεσσάρων θεατρικών έργων, παρουσιάζει το νέο του βιβλίο με τίτλο «Ο εμός έρως». Ο Κοσμάς, ο ήρωας του μυθιστορήματος, μελετά, σκέφτεται, αναρωτιέται, χαίρεται, θυμάται, απολαμβάνει, παρακινείται, πράττει, με ένα ιδιότυπο χρέος προς τον «ένθεον έρωτα» και σε «αυτά που η Τύχη όρισε αγόγγυστα» να υπομένει.

Ο Κωνσταντίνος Κωνσταντόπουλος από το 1981 πρωταγωνιστεί στο θέατρο, στον κινηματογράφο, στην τηλεόραση, στο ραδιόφωνο, ενώ την τελευταία δεκαετία σκηνοθετεί, μεταφράζει και είναι ιδρυτικό μέλος του θεατρικού σχήματος «Θέατρο ΣΥΝ ΚΑΤΙ – σύνολο τέχνης». Ωστόσο τα τελευταία χρόνια, όπως επισημαίνει, έχει πάρει συνειδητά τις αποστάσεις του από το θέατρο.

«Τα τελευταία χρόνια, έχω πάρει πολύ συνειδητά τις αποστάσεις μου από το θέατρο… Άλλωστε, δεν θα ήθελα να παίξω… για αυτό το νέο “είδος” του ανθρώπου! Το θέατρο ήταν η περιουσία του ανθρώπου, επίσκεψη φωτός, και τώρα είναι ήδη στα χέρια ενός “απάνθρωπου” παρόντος, το οποίο στην έννοια “φως” αντιλαμβάνεται μόνον… τον προβολέα!» αναφέρει ο καταξιωμένος καλλιτέχνης.

Ο Κωνσταντίνος Κωνσταντόπουλος μίλησε στο zougla.gr για το θέατρο, τη συγγραφή και την κρίση του κορωνοϊού. Ακόμη αποκάλυψε τι ονειρεύεται για την καλλιτεχνική του διαδρομή.

Τι αντιπροσωπεύει «Ο εμός έρως» και τι αποτέλεσε πηγή έμπνευσης για τη συγγραφή του;

«Ο εμός έρως» είναι για μένα… ο τελευταίος σταθμός, η  άφιξη, το τέρμα και η αφετηρία, η πρώτη και  η τελευταία μεγάλη «συνάντηση», το νεύμα εκείνο που μου δείχνει τον δρόμο, τον προορισμό, το ποιος και τι με περιμένει!

Κάποτε, πριν από αρκετά χρόνια, βρέθηκα σ’ έναν εκκλησιαστικό χώρο όπου υπήρχε ένας, κατά τη γνώμη μου, ιδιαίτερος και πολύ ξεχωριστός νεαρός δόκιμος μοναχός, που είχε τη χάρη να σκορπά αβίαστα το γέλιο γύρω του και να ομορφαίνει με το χιούμορ του και την αλαφράδα του τις ζωές των άλλων. Ένας νέος «με ταλέντο», όπως θα λέγαμε στο θέατρο. Τα αστεία του ήταν πρωτότυπα, καίρια, ξεχωριστά, αγαπητικά, όπως άλλωστε και ο ίδιος. Πολλές φορές μού είχε περάσει από το μυαλό ότι, εάν ήταν λαϊκός, εάν δεν γινόταν δηλαδή μοναχός, θα ήταν ιδανικός να γράφει. Να γράφει, γενικώς… Μυθιστορήματα, διηγήματα, θεατρικά έργα, σενάρια… Κάποια στιγμή, σε ανύποπτο χρόνο, κάπως το ΄φερε η κουβέντα, κάτι με ρώτησε, και τόλμησα να του πω: «Γιατί δεν δοκιμάζεις να γράψεις;». «Να γράψω; Εγώ; Τι να γράψω;». «Γράψε για έναν νέο, στην ηλικία σου, ο οποίος θέλει να γίνει μοναχός. Γράψε για όλη αυτή τη διαδρομή». «Και ποιον θα ενδιαφέρει αυτό;». «Δεν έχει σημασία – αν και πάντα θα υπάρχουν κάποιοι που θα τους ενδιαφέρουν και αυτά τα θέματα. Ποτέ δεν ξέρεις…». «Μπα, δεν νομίζω ότι μπορώ, αν και θα το ήθελα…». «Καλώς, δεν επιμένω. Ας κάνεις όπως αγαπάς, κι όπως σε φωτίσει ο Κύριος!». Και αποσύρθηκα από την κουβέντα.

Μετά από λίγο διάστημα ξεκίνησα εγώ να γράφω… Να γράφω αυτά που συμβούλευα τον νεαρό μοναχό να γράψει… Άρχισα να κατασκευάζω μια ιστορία, «καταγράφοντας» γεγονότα που δεν άπτονται της πραγματικότητας, και, ως εκ τούτου, δεν διεκδικούν διόλου την αντικειμενικότητά της – άλλωστε και πόσο πραγματική είναι… η πραγματικότητα;

Έδωσα στον Κοσμά, τον ήρωα του βιβλίου, την πρόθεση να γίνει μοναχός, του έδωσα επίσης την ηλικία μου, κάποιες από τις εμπειρίες μου (καθρέφτης; γιατί όχι, καθρέφτης!…) κάποιες από τις σκόρπιες σκέψεις που με απασχολούν τώρα, αυτό το μεσοδιάστημα, σκέψεις για τον άνθρωπο, για τα κοινά, για την πολιτική, για το θέατρο, για το «ανάμεσα» του βίου μας -του όχι, όμως πλέον, και ανεξέταστου… τώρα, μάλιστα, που αλλάζει ο κόσμος και έρχονται τα πάνω κάτω-, και τον άφησα να πάρει τον δρόμο του για το μοναστήρι…

Δεν ξέρω τι έκανε, δεν τον έχω δει από τότε, δεν ξέρω τι απέγινε…

«Ο εμός έρως» είναι ένα μυθιστόρημα που έχει έντονα τη θεϊκή παρουσία και αναζήτηση Αν το βιβλίο είναι ο καθρέφτης της ψυχής, ποιες πτυχές σας αντικατοπτρίζει;

Για τη «θεϊκή αναζήτηση» θα συμφωνήσω, αλλά για τη «θεϊκή παρουσία» έχω επιφυλάξεις… Λέτε να αξιώθηκα μια τέτοια χάρη, θεϊκής παρουσίας; Αχ, αστειεύομαι… Κερδίζω χρόνο μέχρι να σκεφτώ τι να σας απαντήσω…

Αν κάτι καθρεφτίζει από μένα, τολμώ να πω ότι είναι η αναζήτηση της ιδανικής εκείνης συνθήκης όπου ο άνθρωπος θα πάψει να συγκρούεται με όλους και με όλα, ακόμα και (κυρίως) με τον ίδιον του τον εαυτό… Όπως και η λαχτάρα να απαλλαγεί η ανθρωπότητα από όλες αυτές τις συνθήκες, τις ιδέες, τις πεποιθήσεις, που διχάζουν τους ανθρώπους και δεν τους αφήνουν να ζήσουν, επιτέλους, ειρηνικά!

Καθρεφτίζει και μέρη από την περιπέτεια της προσωπικής μου αναζήτησης του εσχάτου νοήματος, αφού περιπλανήθηκα ανάμεσα στις έννοιες: Ανάγκη, Μοίρα, Ειμαρμένη, Τύχη, Θεός…

Τελευταία, άκουσα ότι «Τύχη» είναι το παρατσούκλι, λέει, που δίνουμε στον Θεό όταν μας βοηθά και μας στέλνει τα δώρα Του, και πολύ μου άρεσε…

Ο ήρωας του μυθιστορήματός σας έχει ένα ιδιότυπο χρέος προς τον «ένθεον έρωτα» και σ’ «αυτά που η Τύχη όρισε αγόγγυστα» να υπομένει. Πείτε μας λίγα λόγια γι’ αυτό.

Αυτό το «ιδιότυπο χρέος» θαρρώ πως το έχουμε όλοι οι άνθρωποι, ανεξάρτητα αν το ομολογούμε ή όχι. Γι’ αυτό και επέλεξα αυτόν τον ήρωα που θα θέλει να γίνει μοναχός, παρά το γεγονός ότι φαντάζει δύσβατο τοπίο για τον αναγνώστη αυτός ο δρόμος προς τον μοναχισμό… Ο Κοσμάς, που είναι ο ήρωας του μυθιστορήματος, αναμετριέται με τα εγκόσμια και με μια κλήση που αισθάνεται από παιδί και που είναι σε εκκρεμότητα…
Έχω καταλάβει ότι όλη μας η ζωή θα εξαρτηθεί από το πώς θα σταθούμε απέναντι στο ερώτημα της ύπαρξης ή όχι του Θεού, και αναλόγως αν θα πιστέψουμε ή όχι σε Αυτόν… Με αυτό το ερώτημα αναμετριόμαστε όλοι… Με αυτό, και με το ερώτημα περί του θανάτου…

Για αυτά ήθελα κι εγώ να μιλήσω. Και γι’ αυτό προτίμησα ο ήρωας του βιβλίου, ο Κοσμάς, να έχει αυτή τη διαδρομή, διότι θα μου έδινε επίσης την ευκαιρία αυτά όλα να τα διαχειριστώ και με μια γλώσσα ανάμεικτη, από τα αρχαία ελληνικά μέχρι και τα σημερινά ελληνικά. Αυτή τη βόλτα στη γλώσσα ομολογώ πως πολύ τη χάρηκα…

Το βιβλίο δεν θεολογεί… Ούτε προσπαθεί να πείσει κανέναν και για τίποτα… Απλώς θέτει κάποια ερωτήματα… Μια μοιρασιά είναι το βιβλίο, και μια μαρτυρία… Αυτή ήταν η συνειδητή, τουλάχιστον, πρόθεση με την οποία γράφτηκε…

Τι σας ωθεί να γράφετε; Οι περισσότεροι άνθρωποι έχουν βιώματα και μνήμες από την παιδική ηλικία τους αλλά δεν γίνονται συγγραφείς…

Δεν ξέρω πώς έγινε, ούτε πώς γίνεται ακριβώς… Ήταν, φαίνεται, για να γίνει κι έγινε! Υπάκουσα στο «δαιμόνιό» μου, που έλεγε κι ο παππούς μας ο Σωκράτης… Πολλές φορές έχω την αίσθηση ότι δεν γράφω εγώ – γράφω μεν, αλλά γράφω αυτά που κάποιος άλλος μου υπαγορεύει… Ναι, ξέρω ότι είναι σχετικά κοινότοπο αυτό που σας λέω, αλλά σας λέω την αλήθεια, έτσι το ένιωσα και το νιώθω…
 
Πάντως, το αίσθημα που έχω γράφοντας είναι, θα έλεγα, κάπως ερωτικό, μιας και συμβαίνει αυτό το σταμάτημα του χρόνου – νιώθω εκτός τόπου και χρόνου όταν γράφω… Σαν κάποιος να σε έχει αρπάξει στα δίχτυα του, και είσαι υπάλληλός του, κάτι είναι να ειπωθεί και εσύ αυτό το κάτι απλώς το αρθρώνεις… Και αρθρώνεται μέσα από κάτι που φαινομενικά ναι, είναι δικό σου, αλλά αυτό το δικό σου δεν έχει και καμία σημασία, στέκεται μόνον ως μια οδός μέσω της οποίας θα περάσει, ενίοτε και παρελάσει, το κοινό, ο κοινός τόπος, η κοινή μοίρα… Μια μοιρασιά είναι το έργο…

Τι σημαίνει για εσάς το πέρασμα από την υποκριτική-σκηνοθεσία στη λογοτεχνία; Πώς επικοινωνούν στο βιβλίο και στις επιλογές σας αυτές οι δύο, σαφώς διαφορετικές μεταξύ τους τέχνες;

Λογοτεχνία… Αχ, μεγάλη κουβέντα. Το να γράψει κανείς ένα βιβλίο δεν σημαίνει υποθέτω πως κατατάσσεται αυτομάτως στις τάξεις της λογοτεχνίας… Μακάρι να αρέσει στον αναγνώστη το βιβλίο, αλλά ως εκεί, τόσο… Δεν έχει αξιώσεις… λογοτεχνίας! Αλίμονο, δεν έχω αυταπάτες. Ας πούμε για την ώρα πως είναι απλώς ένα βιβλίο…

Όσο για το «πέρασμα», έγινε ομαλά. Ξαφνικά και αναπάντεχα, αλλά ομαλά. Σαν να ήταν φυσικό επόμενο… Λόγω της υποκριτικής και της σκηνοθεσίας ήταν συνεχής, βλέπετε, η ενασχόλησή μου με τα κείμενα και τα έργα.  Κι ήταν, για μένα, ανέκαθεν γοητευτικό το πρώτο, κυρίως, εκείνο διάστημα των προβών («η πρόβα στο τραπέζι» που λέμε), των αναλύσεων, όταν προσπαθούμε να κατανοήσουμε το κείμενο και τις προθέσεις του συγγραφέα, να μπούμε στον κόσμο του και στις ιδέες του. Η ανάλυση των κειμένων και των ρόλων ήταν πάντα για μένα μια συναρπαστική περιπέτεια. Κι έτσι το να βρεθώ από την ανάλυση ενός έργου στη σύνθεση, στη συγγραφή ενός άλλου… ήταν ένα «πέρασμα» ομαλό, φυσικό και… επόμενο.

Ο ήρωας του μυθιστορήματος είναι κι αυτός σαν ένας ήρωας ενός θεατρικού έργου, ένας ρόλος. Οπότε… οι δύο τέχνες, το θέατρο και η γραφή (διαφορετικές μεν, συναφείς δε), συνεργάστηκαν ομαλά. Δάνεισα δε στον ήρωα πολλά από την περιοχή του θεάτρου. Άλλωστε ηθοποιός είναι ο Κοσμάς… Γράφεις συνήθως για αυτά που ξέρεις, τα γνωστά,  και συν-γράφεις για αυτά που δεν ξέρεις… Αυτό το «συν» έχει αναλάβει να αλιεύσει και να φέρει στην επιφάνεια αυτά κυρίως, τα άγνωστα, που ζητούν απαντήσεις… Και τα φέρνει με αγκίστρι του τα ερωτήματα…

Σε αυτό το έργο εμένα μέλημά μου ήταν μόνον τα ερωτήματα… Αυτά ήταν η βάσανος – κι η γλώσσα… η χαρά μου!

Πιστεύετε ότι η χαρά, το φως και η αγάπη… βρίσκονται κρυμμένα βαθιά στον καθένα και μόνο η τέχνη μπορεί να τα αποκαλύψει και να τα φέρει εκ νέου στην επιφάνεια;

Ναι, μόνον η τέχνη… Αλλά ποια τέχνη; Η τέχνη της ζωής! Το να μάθεις να ζεις πραγματικά (με… τέχνη) μου φαίνεται πως είναι η τέχνη των τεχνών! Κι επειδή η τέχνη και η ζωή είναι καθρέφτης, θα δανειστώ διατυπώσεις της τέχνης μας για να εκφράσω καλύτερα αυτό που εννοώ… Στη σκηνή γίνεσαι ηθοποιός όταν καταφέρεις να είσαι παρών-απών… Το ίδιο φαίνεται να ζητά και η τέχνη της ζωής – να είσαι και να μην είσαι… Να ζεις «εντέχνως» τον ρόλο της ζωής σου.

Στον χριστιανισμό λένε ότι «οι χριστιανοί επί γης διατρίβουσιν, αλλ’ εν ουρανώ πολιτεύονται»… Έχω την αίσθηση ότι κάποιο σπουδαίο μήνυμα «κυκλοφορεί» εδώ πέρα από το προφανές! Κάποιο… αντικλείδι. Δεν αναφέρω πάντως τυχαίως αυτή τη φράση, παρά ορμώμενος από την κοινή πλέον παραδοχή πως «η θρησκεία ήταν ανέκαθεν το λίκνο της τέχνης!».

Σε κάθε περίπτωση, η χαρά, το φως, η αγάπη είναι η παραδείσια νοσταλγία μας, βαθιά εγγεγραμμένη στα κύτταρά μας. Στο χέρι μας είναι, θαρρώ, να διεκδικήσουμε και να απολαύσουμε ξανά τον Παράδεισο…

Πώς θα περιγράφατε τον εαυτό σας με λίγες λέξεις;

Επειδή, εγώ -χαχαχα- νομίζω πως είμαι απερίγραπτος, ζήτησα τη βοήθεια ενός αγαπημένου μου προσώπου να με περιγράψει. Με περιέγραψε, λοιπόν (μόλις), ως εξής: γενναιόδωρος, παραπονιάρης, εκνευριστικά προσεκτικός ώστε να μην ενοχλήσω τον άλλον, αγαθός, πεισματάρης, αγνός, εγωιστής, ατσούμπαλος (τι εννοεί;;; όχι, δεν θα τσακωθώ βραδιάτικα!), άρχοντας, μεγάλη καρδιά, απαισιόδοξος, γκρινιάρης, ξεροκέφαλος… Χαχαχα! Προφανώς, εγώ έχω άλλη εικόνα για τον εαυτόν μου…!

Αυτή η ερώτηση, ξέρετε, πάντα με δυσκολεύει, μιας και πιστεύω ότι, όπως όλοι οι άνθρωποι, έτσι κι εγώ ως άνθρωπος είμαι ένα… «πολύεδρο». Πολυσχιδής, με αφετηρίες βαθιά ριζωμένες στο μυστήριο… Σε κάθε περίπτωση, κοιτάω το Άπειρο κατάματα…

Ζούμε σε μια εποχή δραστικών αλλαγών στην καθημερινότητά μας λόγω τόσο της υγειονομικής όσο και της οικονομικής κρίσης. Πώς βλέπετε να διαμορφώνεται στο άμεσο μέλλον αυτή η καθημερινότητα;

Έρχεται… λαίλαπα! Δεν έχω καμία αμφιβολία για αυτό. Μπαίνουμε σε μια άλλη πραγματικότητα που δεν θα έχει καμία σχέση με τίποτα από αυτά που γνωρίζει η ανθρωπότητα έως τώρα. Το νέο «ανθρώπινο» (;) είδος που θα κατοικήσει τη Γη έχει ήδη ετοιμαστεί… Εμείς «αποχαιρετάμε την Αλεξάνδρεια…». Ας το κάνουμε με την αξιοπρέπεια που αναλογεί στον άνθρωπο…

Στο μέλλον τίποτα από όλα αυτά που ζήσαμε μέχρι τώρα δεν θα έχει πια καμία, μα καμία σημασία. Φιλοσοφίες, θρησκείες, ψυχολογίες, κοινωνιολογίες, τέχνες, γράμματα… τίποτα – όλα στον κάλαθο των αχρήστων! Έρχεται ένα μέλλον που δεν θα είναι «ανθρώπινο», και άρα… δεν θα του χρειάζεται αυτό το παρελθόν… Ήδη το παρελθόν στο παρόν μάς περισσεύει.

Ο άνθρωπος -φευ-  ό,τι φαντάστηκε… ζει! Στο μυαλό του, δυστυχώς, χώρεσε μόνο το τερατώδες και ό,τι έχει πάντα σκιά, κι όχι το φως… που δεν έχει σκιά! Κι όμως… θα ήταν τόσο απλό, αρκεί να το ήθελε… Τώρα εξυπηρετεί το τέρας, το κτήνος, τη σκιά, το σκότος!

Ποιο πιστεύετε πως είναι το αποτύπωμα που θα αφήσει στις ημέρες μας, αλλά και στην Ιστορία, η κρίση του κορωνοϊού;

Εξαπάτηση και κοροϊδία… Θα έχουμε την αίσθηση που μας αφήνει μια αστυνομική ταινία, θρίλερ, τρόμου, η οποία επί δύο ώρες επιμελώς μας εξαπατά πείθοντάς μας για το ποιος είναι ο δολοφόνος… Ώσπου λίγο πριν από το τέλος έρχεται μια μεγάλη ανατροπή και αποκαλύπτεται ότι ο δολοφόνος ήταν άλλος, και τον οποίον εμείς δεν τον είχαμε καν υποψιαστεί, παρά το γεγονός ότι είχαμε όλες τις πληροφορίες και παρά του ότι ήταν διαρκώς και σκανδαλωδώς δίπλα μας, μπροστά μας.

Είναι μαέστροι αυτοί που είναι στις εξουσίες, με αυτούς τους σχεδιασμούς… Αρκεί να δει κανείς τις ταινίες τους (τη βαριά τους βιομηχανία!) και θα καταλάβει… Όλα μας τα έχουν πει – ΟΛΑ ! Για όλα μάς έχουν ενημερώσει, δεν έχουμε δικαιολογίες…Βάσει «σεναρίου», λοιπόν,  και μόνο δεν μπορεί να είναι ο ιός ο «δολοφόνος»! Παραδόξως, σε αυτή την ταινία, αν και παίζουμε όλοι δωρεάν, για να τη δούμε πληρώνουμε εισιτήριο την ίδια μας τη ζωή! Δεχτήκαμε, δε, να παίξουμε χωρίς να ξέρουμε καν τον σεναριογράφο, τον συγγραφέα… Παίζουμε το έργο του, την ταινία του χωρίς να τον γνωρίζουμε – είμαστε άξιοι της μοίρας μας…

Τι ονειρεύεστε για την καλλιτεχνική σας διαδρομή;

Ευτυχώς, τίποτα! Τα τελευταία χρόνια, έχω πάρει πολύ συνειδητά τις αποστάσεις μου από το θέατρο… Άλλωστε, δεν θα ήθελα να παίξω… για αυτό το νέο «είδος» του ανθρώπου! Το θέατρο ήταν η περιουσία του ανθρώπου, επίσκεψη φωτός, και τώρα είναι ήδη στα χέρια ενός «απάνθρωπου» παρόντος, το οποίο στην έννοια «φως» αντιλαμβάνεται μόνον… τον προβολέα!

Ετοιμάζετε κάτι άλλο;

Όχι, δεν ετοιμάζω κάτι άλλο, αλλά… ετοιμάζομαι για… το άλλο! Χαχαχα! Συμπαθάτε με, αστειεύομαι! Δεν εννοώ το… Άλλο, όχι! Ετοιμάζομαι, όμως, για αυτό το άλλο που μας έρχεται, αυτό το ζοφερό μέλλον, και το οποίο πολύ φοβάμαι ότι θα μας βρει όλους μας απροετοίμαστους… Ετοιμάζομαι όσο μπορώ. Εσωτερικώς, γιατί εξωτερικώς δεν παλεύεται… Και μη φανταστείτε, δεν εννοώ κάτι φοβερό. Όχι… Μου αρκεί η κατανόηση… Θα ήθελα, παρά τη δύσκολη συνθήκη που θα έρθει, να είμαι τόσο έτοιμος ώστε να τα καταφέρω να δω κι εγώ από κοντά τουλάχιστον τον συγγραφέα… Τους παίκτες σε αυτό το σκάκι, στην παρτίδα αυτή που μας χρησιμοποιεί όλους μας ως πιόνια… Ελπίζω και πιστεύω πως θα τα καταφέρω, κι αυτό γιατί εγώ πιστεύω αλίμονο σε αυτούς που δεν πιστεύουν… Αλλά όλα καλά! Έχει ο Θεός!