Πρέπει να δούλεψε πολύ για να γίνει ο «Δούκας» του αμερικανικού κινηματογράφου, ο απόλυτος ήρωας της Αμερικής, ο δημοφιλέστερος καουμπόι του σινεμά. Ο Τζον Γουέιν δεν ήταν το φυσικό ταλέντο, οι υποκριτικές του δυνατότητες ήταν περιορισμένες – αρκεί να δει κανείς τις ταινίες του τη δεκαετία του ‘30, πριν από την «Ταχυδρομική Άμαξα», για να καταλάβει. Κι όμως θα καταφέρει στις τέσσερις δεκαετίες της καριέρας του να γίνει σύμβολο της Αμερικανικής λαϊκής κουλτούρας και το συνώνυμο του καουμπόι. Ούτε ο Ράντολφ Σκοτ ή ο εντελώς διαφορετικός ερμηνευτής των ταινιών γουέστερν, Κλιντ Ίστγουντ μπορούν να συγκριθούν μαζί του. Εκτός, όμως, από την τεράστια προσπάθειά του να γίνει ένας καλός ηθοποιός, ο Τζον Γουέιν είχε και την απίστευτη τύχη να πέσει στα χέρια του Τζον Φορντ, ενός από τους σημαντικότερους κινηματογραφιστές όλων των εποχών, αλλά και σε αρκετούς άξιους επαγγελματίες και σπουδαίους σκηνοθέτες (Χάουαρντ Χοκς, Ραούλ Γουόλς κλπ), τη χρυσή εποχή του Χόλιγουντ και της ακμής του γουέστερν.
Αρρενωπός, εραστής, υπερσυντηρητικός
Ο ιδανικότερος πρωταγωνιστής του γουέστερν, ο ασυγκράτητος εραστής, που αν και δηλωμένος υπερσυντηρητικός είχε δεκάδες εξωσυζυγικές σχέσεις, ο μανιώδης καπνιστής και πότης, ο φανατικός αντικομουνιστής, το πρότυπο αρρενωπότητας αν και φορούσε περουκίνι για χρόνια και δεν το έκρυβε, ο καουμπόι με το χαρακτηριστικότερο και στα όρια του γκροτέσκο βάδισμά του, θα έφευγε από την αγαπημένη του μακρινή Δύση για λίγο πάρα πέρα στις 11 Ιουνίου του 1979.
40 χρόνια από τον θάνατό του
Με αφορμή τη συμπλήρωση 40 χρόνων από το θάνατό του είναι μια ευκαιρία να θυμηθούμε τις σημαντικότερες στιγμές της ζωής του και της κινηματογραφικής του πορείας, η οποία σημαδεύτηκε από ορισμένες από τις καλύτερες ταινίες όλων των εποχών και ειδικά στα γουέστερν. Γιατί αν σκηνοθέτης της «Αιχμάλωτης της Ερήμου» έλεγε «είμαι ο Τζον Φορντ και φτιάχνω γουέστερν», ο «Δούκας» έπρεπε να λέει «είμαι ο Τζον Γουέιν και παίζω σε γουέστερν».
Τα νεανικά χρόνια του… Μάριον Ρόμπερτ Μόρισον
Ο Τζον Γουέιν γεννήθηκε στις 26 Μαΐου του 1907 στην Αϊόβα και το πραγματικό του όνομα ήταν Μάριον Ρόμπερτ Μόρισον, το οποίο του το άλλαξε ο σκηνοθέτης Ραούλ Γουόλς όταν του έδωσε τον πρώτο σημαντικό ρόλο της καριέρας του. Η οικογένειά του ήταν Πρεσβυτεριανή, ο πατέρας του, ο Κλάιντ Λέοναρντ Μόρισον γιος Αμερικανού βετεράνου του εμφυλίου πολέμου, ήταν Ιρλανδικής, σκωτσέζικης και αγγλικής καταγωγής, ενώ η μητέρα του Μαίρη Μπράουν ήταν από το Λάνκαστερ της Νεμπράσκα.
Από το ράγκμπι στον Φορντ
Το ταλέντο του στο ράγκμπι του χάρισε την υποτροφία στο πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας, όπου μπήκε για να σπουδάσει Νομική. Έπειτα από ένα σοβαρό τραυματισμό έχασε την υποτροφία και αναγκάστηκε να παρατήσει τις σπουδές και λόγω των σωματικών του χαρισμάτων (ύψος 1,93, αθλητικό παράστημα) και της ομορφιάς του άρχισε να δουλεύει σε κινηματογραφικές παραγωγές ως κομπάρσος. Σιγά-σιγά άρχισε να παίρνει ρόλους και να πρωταγωνιστεί σε γουέστερν β’ διαλογής ή χαμηλού κόστους, μέχρι που ο Τζον Φορντ το 1939 του δίνει την ευκαιρία της ζωής του στο αριστουργηματικό γουέστερν «Ταχυδρομική Άμαξα». Αυτό ήταν. Το Χόλιγουντ στο πρόσωπο του Τζον Γουέιν βρήκε τον ήρωά του, τον πρωταγωνιστή που θα κυριαρχούσε στο γουέστερν για τουλάχιστον τριάντα χρόνια.
Έτσι, από τη δεκαετία του ‘40 θα γυρίσει δεκάδες ταινίες, κυρίως γουέστερν, ενώ όπως είχε γίνει γνωστό απέρριπτε τα φιλμ που περιείχαν σκηνές ακραίας βίας και σεξ και σύμφωνα με τη μυθολογία του Χόλιγουντ αυτός ήταν και ο λόγος που αρνήθηκε να συναντηθεί κινηματογραφικά με τον άλλο μεγάλο του είδους, Κλιντ Ίστγουντ, όταν ο επίσης πανύψηλος σταρ έπαιρνε τη σκυτάλη του ιδανικού πρωταγωνιστή, εκμεταλλευόμενος την απίστευτη επιτυχία των σπαγγέτι γουέστερν του τρομερού Σέρτζιο Λεόνε.
Καπνιστής και πότης
Ο Τζον Γουέιν που εκτός από το τσιγάρο λάτρευε και το ποτό, δύο πάθη που του κόστισαν τη ζωή του. Του άρεσε να πίνει τεκίλα με πάγο από ένα κομμάτι ενός παγόβουνου που είχε στον καταψύκτη του αγαπημένου του σκάφους, το θρυλικό «Wild Goose». Λέγεται ότι όταν ανέβηκε στη σκηνή για να παραλάβει το μοναδικό Όσκαρ Α’ Ανδρικού Ρόλου της καριέρας του, για το εξαίρετο γουέστερν του Χένρι Χάθαγουεϊ «Αληθινό Θράσος», είπε στο αυτί της Μπάρμπαρα Στρέιζαντ, που του έδωσε το αγαλματίδιο, «η τύχη του πρωτάρη» και χωρίς να πει πολλά-πολλά συνέχισε τη βραδιά του πίνοντας μέχρι τελικής πτώσης. Το 1964 θα αναγκαστεί να αφαιρέσει τον ένα πνεύμονά του, αφού είχε διαγνωστεί με καρκίνο, ο οποίος τελικά τον χτύπησε τελειωτικά μετά από λίγα χρόνια και μετά από μία μακροχρόνια μάχη χτυπώντας τον στο στομάχι.
Ο παράφορος έρωτάς του με τον Γαλάζιο Άγγελο
Ο Γουέιν είχε άστατη ερωτική ζωή, με πολλές απιστίες, κυρίως με συναδέλφους του, που ήταν και η αιτία να διαλυθούν οι δύο πρώτοι του γάμοι. Θρυλική θα παραμείνει η σχέση του με τη Μάρλεν Ντίντριχ. Η Γερμανίδα σταρ, με την έντονη σεξουαλικότητα και τις γνωστές ομοφυλοφιλικές τάσεις της (που δημοσιοποιήθηκαν μετά το τέλος της καριέρας της) ξετρελάθηκε μαζί του όταν τον είδε στα στούντιο της Γιουνιβέρσαλ. Αν και ο Γουέιν ήταν παντρεμένος η καυτή ηθοποιός τον έκλεψε από τη γυναίκα του, χωρίς να καταβάλει ιδιαίτερες προσπάθειες. Σύμφωνα με τη βιογραφία του «Δούκα», ο «Γαλάζιος Άγγελος» τον κάλεσε στο καμαρίνι της και όταν τη ρώτησε τι ώρα είναι αυτή του αποκάλυψε τα πόδια της, όπου είχε κρεμάσει ένα ρολόι στην καλτσοδέτα της. «Είναι πολύ νωρίς, αγάπη μου. Έχουμε καιρό» του απάντησε με νόημα. Κανένας από τους δυο δεν ενδιαφέρθηκε να κρατήσει μυστική τη σχέση τους, κάτι που εκμεταλλεύθηκε και το FBI που παρακολουθούσε στενά τη Γερμανίδα ηθοποιό για τυχόν σχέσεις της με τους ναζί.
Ο Γουέιν τελικά παντρεύτηκε τρεις φορές. Οι σύζυγοί του, όλες τους ισπανικής καταγωγής, ήταν η Τζοζεφίν Αλίσια Σαντς, η Εσπεράντσα Μπάουρ, και η Πιλάρ Παλέτ, η οποία παρέμεινε για 25 χρόνια μαζί του, μέχρι το επώδυνο τέλος. Συνολικά απέκτησε επτά παιδιά, τα τέσσερα με τη Τζοζεφίν και τα τρία με την Πιλάρ Παλέτ.
Αντικομουνιστής που «πουλούσε» υπερπατριωτισμό
Ο μύθος του Τζον Γουέιν γιγαντώθηκε στην εποχή του Ψυχρού Πολέμου, έτσι από συντηρητικός γλίστρησε στην αντικομμουνιστική υστερία, ενώ πολλοί θα τον κατηγορήσουν ότι πουλούσε πατριωτισμό. Μάλιστα, δεν είναι λίγοι αυτοί που τον λοιδόρησαν υποστηρίζοντας ότι όταν κάποιοι «κρυφοκομμουνιστές» πολεμούσαν στην Ευρώπη τους ναζί αυτός «σκότωνε τους εχθρούς» της Αμερικής στα στούντιο του Χόλυγουντ. Η συμμετοχή του μάλιστα στην διαβόητη «Επιτροπή Αντιμετώπισης Αντιαμερικανικών Ενεργειών» που έστησαν οι υπερσυντηρητικοί κύκλοι του Χόλυγουντ με την αρωγή του Μακάρθι, τον έκαναν στόχο για τα κομμουνιστικά καθεστώτα, ενώ φήμες υποστήριζαν ότι ακόμη και ο Στάλιν είχε διατάξει τη δολοφονία του. Αν και στα νιάτα του είχε δηλώσει ότι ήταν σοσιαλιστής και είχε ψηφίσει τον Ρούσβελτ, ο Τζον Γουέιν ήταν από τα πρωτοκλασάτα στελέχη του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος, υποστηρίζοντας τον Νίξον και στη συνέχεια τον Ρήγκαν, ενώ ήταν και υπέρμαχος της στρατιωτικής επέμβασης στο Βιετνάμ. Όπως έχει γίνει γνωστό, πριν τον Ρήγκαν, του είχαν προτείνει να κατέβει για πρόεδρος των ΗΠΑ, με τους Ρεπουμπλικάνους, αλλά είχε αρνηθεί γιατί πίστευε ότι οι Αμερικάνοι δεν θα ψήφιζαν ποτέ έναν ηθοποιό για πρόεδρό τους. Φυσικά έπεσε έξω, αφού ο Ρήγκαν, ένας μετριότατος ηθοποιός, έγινε πρόεδρος και μετά από λίγες δεκαετίες εκλέχθηκε για πρόεδρος ένας γκεστ σταρ της σόου μπιζ.. Άλλωστε τα πολιτικά, απ’ ότι διαπιστώθηκε, δεν ήταν το φόρτε του.
Οι κορυφαίες ταινίες του
Ο Τζον Γουέιν γύρισε πάνω από 140 φιλμ. Φυσικά και δεν ήταν όλα γουέστερν, αλλά ήταν το κινηματογραφικό είδος που τον απογείωσε, τον έκανε συνώνυμο του ήρωα του Φαρ Ουέστ και η μεγάλη του τύχη τον έφερε να πρωταγωνιστεί σε ταινίες υπό την καθοδήγηση μεγάλων σκηνοθετών, με κορυφαίο τον Τζον Φορντ.
Πέρα από τα πέντε έξι αριστουργήματα και τα πολλά ιδιαιτέρως καλά γουέστερν που γύρισε, δύσκολα θα βρεις «καουμπόικο» που έπαιξε και είναι για πέταμα – εννοείται μετά την απογείωσή του, με την «Ταχυδρομική Άμαξα» το 1939.
«Ταχυδρομική Άμαξα»
Ας ξεκινήσουμε λοιπόν την σύντομη αναδρομή στην κινηματογραφική καριέρα του Γουέιν με το φιλμ που τον καθιέρωσε στο Χόλυγουντ. Μιλάμε για την περίφημη «Ταχυδρομική Άμαξα», που γύρισε μοναδικά (υπόδειγμα αφήγησης) ο Τζον Φορντ και ουσιαστικά εκεί έγινε ένας σωστός ηθοποιός. Η ταινία – μνημείο της κινηματογραφικής ιστορίας και αυτή που λάτρεψε ο Όρσον Γουέλς και άλλοι σημαντικοί σκηνοθέτες, αφορά την ιστορία μιας ομάδας διαφορετικών ανθρώπων που θα περάσουν μία μεγάλη περιπέτεια, ταξιδεύοντας με μια άμαξα στην Άγρια Δύση. Ένας τραπεζίτης, μία κοπέλα ελαφρών ηθών, ένας τυχοδιώκτης χαρτοπαίχτης, ένας αλκοολικός γιατρός, μία γυναίκα της καλής κοινωνίας, ένας εμποράκος και ένας καταζητούμενος νεαρός (ο Τζον Γουέιν») συνθέτουν έναν μελετημένο πίνακα χαρακτήρων, που θα αφήσει εποχή. Με την ταινία αυτή ο Τζον Γουέιν αφήνει πίσω του το μονοδιάστατο χαρακτήρα του καουμπόι και τις υπερβολικές γκριμάτσες και μεταμορφώνεται σε έναν πρωταγωνιστή που μιλάει και με τα μάτια και μπορεί να αναδείξει τον χαρακτήρα του ακόμη και σε στιγμές σιωπής.
«Η Αιχμάλωτη της Ερήμου»
Κάνοντας ένα άλμα θα βρεθούμε στα 1956 όταν ο Τζον Φορντ θα γυρίσει, ίσως την κορυφαία του ταινία, το αριστουργηματικό γουέστερν «Η Αιχμάλωτη της Ερήμου» με πρωταγωνιστή τον Γουέιν, στον πιο μεστό ρόλο της καριέρας του. Ουσιαστικά, με αυτή την ταινία του ο Φορντ κάνει την αυτοκριτική του για τη στάση που κράτησε έναντι των Ινδιάνων σε πολλές ταινίες του. Άψογο σενάριο, σκηνοθεσία που ξεπερνά κάθε προσδοκία (υπάρχουν πλάνα που αντιγράφονται και θα αντιγράφονται για πάντα) και έναν Τζον Γουέιν που για πρώτη ίσως φορά δεν είναι το πρότυπο, αλλά ένας αντιήρωας, μία προσωπικότητα που ζει το δικό του εφιάλτη, που πρέπει να αντιμετωπίσει τους δαίμονές του. Η σκηνή που είναι έτοιμος να σκοτώσει την ανιψιά του, η οποία έχει απαχθεί από τους Ινδιάνους και που αναζητεί για χρόνια, επειδή πλέον έχει γίνει μία Ινδιάνα, είναι συγκλονιστική, με τον Γουέιν να αποδεικνύει ότι μπορεί να κάνει πολύ σημαντικότερα πράγματα απ’ αυτά που έκανε συνήθως για χρόνια. Βεβαίως υπάρχει και η άποψη ότι τελικά ένας σκηνοθέτης μπορεί να μεταμορφώσει ένα ηθοποιό αν είναι επιπέδου Φορντ. Σημείωση: Δίπλα στον Γουέιν, εκτός από εξαίρετους καρατερίστες, εμφανίζεται και η παιδούλα τότε Νάταλι Γουντ.
«Ρίο Μπράβο»
Δύο χρόνια μετά, το 1959 έρχεται η ώρα του άλλου φημισμένου γουέστερν, του «Ρίο Μπράβο», που σκηνοθέτησε με μαεστρία ο σπουδαίος Χάουαρντ Χοκς. Ο Γουέιν εδώ επιστρέφει στο βασικό χαρακτήρα που τον έκανε θρύλο, δηλαδή του χαλύβδινου άνδρα, ενός σωστού βράχου, που θα σταθεί στον φίλο του αλκοολικό σερίφη (Ντιν Μάρτιν) έναντι μιας πολυπληθούς συμμορίας, γνωρίζοντας ότι τα στοιχήματα είναι εναντίον τους. Ωστόσο, αυτή τη φορά το κάνει άψογα. Ταινία να την πιεις στο ποτήρι, με τον Γουόλτερ Μπρέναν (στο ρόλο του κουτσού βοηθού) να δίνει ρέστα και την Άντζι Ντίκινσον στα νιάτα της να καίει καρδιές.
Το ωραίο (για τους λάτρεις του γουέστερν) είναι ότι ο Χοκς γύρισε το 1966 ουσιαστικά την ίδια υπόθεση με τον Γουέιν στο επίσης εξαιρετικό «Ελντοράντο» αλλάζοντας τον Ντιν Μάρτιν με τον Μπομπ Μίτσαμ, την Σαρλίτ Χολτ στο ρόλο της Ντίκινσον και στο ρόλο του Μπρέναν τον Άρθουρ Χάνικατ, ενώ παίζει και ο Τζέιμς Κάαν. Παρότι γνωρίζεις ακριβώς τι θα συμβεί, η ταινία είναι και αυτή μια απόλαυση.
«Αληθινό Θράσος» – «Κόκκινο Ποτάμι»
Το 1969 έρχεται η ώρα για το Όσκαρ Α’ Ανδρικού Ρόλου στον Τζον Γουέιν. Πρόκειται για το θαυμάσιο γουέστερν του Χένρι Χάθαγουεϊ «Αληθινό Θράσος», που ξαναγυρίστηκε πολλά χρόνια μετά, το 2010, από τους αδελφούς Κοέν, με πρωταγωνιστή τον Τζεφ Μπρίτζες. Ο Γουέιν στον ρόλο ενός στρυφνού, κακορίζικου, κυνικού, αλλά κατά βάθος ενός ανθρώπου που κρατά την ανθρωπιά του και τις αρχές του, είναι εξαιρετικός. Χαρακτηριστικό της ταινίας ότι παίζει τον μονόφθαλμο.
Επιστρέφοντας πίσω, πάμε στα 1948, όταν ο Χοκς γυρίζει «Το Κόκκινο Ποτάμι», ένα σπουδαίο, επικών διαστάσεων φιλμ, που έχει απέναντι στον άκαμπτο Γουέιν τον ευαίσθητο Μοντγκόμερι Κλιφτ. Η κόντρα μεταξύ πατέρα και υιοθετημένου γιου, του σκληρού καπιταλιστή με τον ιδεολόγο νέο, της αγριότητας με τον ανθρωπισμό, καθιστούν το φιλμ ένα από τα γουέστερν με τα σημαντικότερα κοινωνικά μηνύματα, χωρίς να υστερεί στη δράση ή στη γλώσσα του κινηματογραφικού είδους. Κομβικό ρόλο στην ταινία παίζει και ο πάντα έξοχος Γουόλτερ Μπρέναν, ο οποίος αποτελεί και τη συνείδηση του Γουέιν.
Ο Μύθος του Ιππικού
Την τριετία 1948 – 1950 πρωταγωνιστεί σε τρία κλασικά γουέστερν του Φορντ, απ’ αυτά που πέρα από τις ιδεολογικές αντιρρήσεις που μπορεί να έχει κάποιος για τη θεματική τους, οι ηρωικοί άνδρες του ιππικού και οι εχθροί τους, οι Ινδιάνοι, αποτελούν υπόδειγμα σκηνοθεσίας, ρυθμού, αφήγησης, ακόμη και των δουλευμένων χαρακτήρων που πρωταγωνιστούν. Στην πρώτη ταινία χρονολογικά, στο «Οχυρό Απάτσι», ο Γουέιν υποδύεται έναν αξιωματικό ήρωα του ιππικού που υποδέχεται στο οχυρό του ως διοικητή τον θερμοκέφαλο και ελαφρώς ψυχικά διαταραγμένο Χένρι Φόντα και την κόρη του. Η αντιπαράθεσή τους θα φτάσει στα άκρα με τραγικό τέλος για τον διοικητή, που αναζητούσε έναν ηρωικό θάνατο, αλλά και μεγάλο μέρος των ανδρών του, που πήρε στο λαιμό του. Στην ταινία υπάρχουν σαφή σχόλια για την ελίτ των ανώτερων αξιωματικών, το ζήτημα των κοινωνικών τάξεων, τη σύνεση των απλών αξιωματικών και αυτών που βγάζουν το φίδι από την τρύπα, αλλά όλα αυτά στο γνωστό μοτίβο του ηρωισμού και της αυταπάρνησης των απλών ενστόλων. Ακολουθεί η «Ηρωική Επέλαση», στην οποία ο Γουέιν κρατά τον ρόλο ενός αξιωματικού του ιππικού που σε λίγες ημέρες αποστρατεύεται και θα πρέπει να κάνει την τελευταία του και επικίνδυνη αποστολή. Δίπλα του, όπως σε πολλά γουέστερν ο νεαρός και αστραφτερός Μπεν Τζόνσον, αλλά και ο γνωστός καβγατζής και μέθυσος Βίκτορ Μακλάγκεν, δύο τεράστιοι καρατερίστες. Η σκηνή που ο Τζον Γουέιν γυρίζει από μια αποτυχημένη αποστολή στο οχυρό κατάκοπος, μένει αξέχαστη. Στην τρίτη ταινία, το πασίγνωστο «Ρίο Γκράντε» ο Δούκας υποδύεται έναν βετεράνο αξιωματικό του ιππικού, σε ένα απομακρυσμένο οχυρό των συνόρων, που του έρχεται με μετάθεση ο γιος του, που έχει να δει χρόνια, χωρίς να γνωρίζει ότι έφυγε από την στρατιωτική ακαδημία. Τον γιο τον ακολουθεί από κοντά και η κλασική μάνα και σύζυγος του Γουέιν (Μορίν Ο’ Χάρα) για να τον πείσει να παραιτηθεί από το ιππικό. Και πάλι δίπλα του οι Μπεν Τζόνσον και Βίκτορ Μακλάγκλεν.
Κλασικά γουέστερν
Το 1962 και πάλι ο Φορντ, θα γυρίσει το αριστουργηματικό «Ο Άνθρωπος που σκότωσε τον Λίμπερτι Βάλανς» με τον Τζον Γουέιν να συμπρωταγωνιστεί με τον τεράστιο Τζίμι Στιούαρτ και να καταφέρνει να σταθεί στα ίσα μαζί του, ενώ το 1967 θα παίξει μαζί με τον φίλο του Κερκ Ντάγκλας στο πολύ καλό γουέστερν «Ακατανίκητοι» που γύρισε ο Μπαρτ Κένεντι. Ανάμεσα στα δεκάδες γουέστερν που έπαιξε ο Γουέιν ας κρατήσουμε αυτό που σκηνοθέτησε ο ίδιος, το ενδιαφέρον, «Άλαμο», το «Κομαντσέρος» που σκηνοθέτησε ο Μάικλ Κέρτιζ, αλλά και το «Ψυχές στο Βόρβορο» (του Ρέι Ενράιτ) στο οποίο συμπρωταγωνίστησε με την Μάρλεν Ντίντριχ. Δεν πρέπει να παραλειφθεί ότι ο Γουέιν έπαιξε σε πολλά γουέστερν του σκηνοθέτη Άντριου Μακλάγκεν, έναν έμπειρο μάστορα του Χόλυγουντ, ο οποίος ήταν αρκετά κοντά στα πρότυπα του πρωταγωνιστή, δηλαδή όχι πολύ βία και αίμα και καθόλου σεξ. Ο Μακλάγκεν γύριζε επί το πλείστον ευχάριστα γουέστερν, με αστείες στιγμές και πολλούς τσακωμούς απ’ αυτούς που γούσταραν οι αντροπαρέες της εποχής. Χαρακτηριστική είναι η ταινία «Ο Μεγάλος ΜακΛίντοκ», όπου ο Γουέιν, ένας μεγαλοκτηματίας, που έχει πολεμήσει, έχει περάσει τα πάνδεινα και προτιμά την ανέμελη ζωή ενός απλού καουμπόι από το στάτους στο οποίο έχει περιέλθει, πρέπει να αντιμετωπίσει την εν διαστάσει σύζυγό του που θέλει να τον σοβαρέψει, τη θρυλική κοκκινομάλλα Μορίν Ο΄Χάρα. Η πλάκα που έχει όταν ακούει με τρόμο ότι έχει έρθει η σύζυγός του να τον συναντήσει, αλλά και η σκηνή με το κυνηγητό που ρίχνει το ζευγάρι στο τέλος της ταινίας μέσα στην πόλη, με θεατές όλους τους κατοίκους, σίγουρα περνάνε στο ανθολόγιο με τις πιο αστείες στιγμές του γουέστερν.
Όχι μόνο γουέστερν
Ο Τζον Γουέιν δεν γύρισε μόνο γουέστερν. Όταν λοιπόν δεν φόραγε τη μπλε στολή του ιππικού ή το ροδακινί πουκάμισο του καουμπόι, ο Γουέιν έπαιζε σε πολεμικές και αστυνομικές περιπέτειες κατά κύριο λόγο. Κατά βάση προπαγανδιστικές ταινίες, όπως τα γνωστά «Πράσινα Μπερέ» ή τα φιλμ «Φλόγες στον Ειρηνικό», «Όταν Σημάνει η Ώρα», «Σμηναρχία Θανάτου» κλπ. Πάντως έπαιξε και κάποιες άλλες διαφορετικές ταινίες, όπως την κλασική δραματική κομεντί «Ο Ήσυχος Άνθρωπος», του Φορντ (Όσκαρ Σκηνοθεσίας το 1952), με την Μορίν Ο’ Χάρα και πάλι συμπρωταγωνίστρια, όπου ο Γουέιν υποδύεται έναν σύνθετο χαρακτήρα που επιστρέφει στη γενέτειρά του στην Ιρλανδία. Επίσης, έπαιξε και στις εξωτικές περιπέτειες «Χατάρι» και στο «Δρόμο των Χαμένων Εραστών», όπου θα συναντήσει ως συμπρωταγωνίστριά του τη θεϊκή Σοφία Λόρεν, αλλά δεν θα κολλήσουν ούτε κινηματογραφικά, ούτε αισθηματικά. Εννοείται..
Πηγή: ΑΠΕ – ΜΠΕ