Πλήθος κόσμου κατέκλυσε την Πέμπτη 23 Ιανουαρίου το απόγευμα την αίθουσα του Τριανόν στο Ναύπλιο για να παρευρεθεί στη βράβευση του σκηνοθέτη Γιάννη Σμαραγδή από τον δήμαρχο Ναυπλιέων Δημήτρη Κωστούρο στην τέταρτη μέρα προβολών του Διεθνούς Φεστιβάλ Κινηματογράφου Πελοποννήσου ΓΕΦΥΡΕΣ στο Ναύπλιο.
Ο δήμαρχος Δημήτρης Κωστούρος προσφωνώντας τον σκηνοθέτη είπε: «Υπάρχουν άνθρωποι που είναι χαρά και τιμή να τους υποδεχόμαστε στην πόλη μας το Ναύπλιο, όπως είναι ο σκηνοθέτης Γιάννης Σμαραγδής, του οποίου η μεγάλη πορεία και η πολύ μεγάλη προσφορά του, χρειάζεται πολύ χρόνο για να αναλυθεί. Επιπλέον, τον ευχαριστούμε πάρα πολύ που θα γίνουν εδώ στην πόλη μας γυρίσματα για την ταινία Καποδίστριας.»
Ο πολυβραβευμένος Έλληνας σκηνοθέτης ως αντιφώνηση, μίλησε μεταξύ άλλων για την ταινία «Καποδίστριας» και τα γυρίσματα που θα γίνουν στο Ναύπλιο.
Επίσης, ο Γιάννης Σμαραγδής διάβασε στους παρευρισκόμενους μια σκηνή από το σενάριο της ταινίας «Καποδίστριας» που συγκίνησε και καταχειροκροτήθηκε. Μετά ακολούθησε η προβολή της ταινίας «Καζαντζάκης».
Ο Καζαντζάκης του Γιάννη Σμαραγδή για δεύτερη φορά στη Δροσιά κατόπιν επιθυμίας των θεατών
Πάνε δυόμισι χρόνια από την πρώτη προβολή της πολυβραβευμένης πλέον ταινίας «Καζαντζάκης» και η αγάπη των θεατών εντός και εκτός Ελλάδος δεν λέει να κοπάσει. Αντίθετα πολλαπλασιάζεται.
Το ίδιο συνέβη και στην προβολή στις 9 Δεκεμβρίου στο Πολιτιστικό Κέντρο Δροσιάς όπου έγινε το αδιαχώρητο! Κατάμεστη αίθουσα, όρθιοι για δυο ολόκληρες ώρες άνθρωποι που ήρθαν ακόμα και από το Αιγάλεω, ενώ άλλοι δεν κατόρθωσαν να μπουν στην αίθουσα και αναγκάστηκαν να αποχωρήσουν.
Οι θεατές και αυτής της προβολής βίωσαν μια τελετουργία υψηλών αισθήσεων και συναισθημάτων και στο τέλος όλοι οι θεατές μαγεύτηκαν από τον στοχαστικό λόγο του Γιάννη Σμαραγδή. Συγκινημένοι και άλλοι δακρυσμένοι καταχειροκρότησαν τον σκηνοθέτη.
Εξ’ αυτού, αποφασίστηκε από τους διοργανωτές να επαναπροβάλουν την ταινία την Δευτέρα 10 Φεβρουαρίου στο Πολιτιστικό Κέντρο Δροσιάς, ώστε όσοι δεν κατάφεραν να βιώσουν τη «μαγευτική τελετουργία» που συντελέστηκε κατά την πρώτη προβολή, να απολαύσουν τον βαθιά Ελληνικό στοχασμό του σκηνοθέτη. Στην δεύτερη προβολή ο Γιάννης Σμαραγδής θα δώσει και πάλι το παρών, παρά το βεβαρημένο πρόγραμμά του λόγω της προετοιμασίας της νέας του ταινίας «Καποδίστριας», την οποία ετοιμάζει εν όψει του εορτασμού των 200 χρόνων από την εθνεγερσία του 1821.
Τιμή και Ευγνωμοσύνη σε δύο εκλιπόντες σπουδαίους Έλληνες από την Κύπρο
Ο σκηνοθέτης Γιάννης Σμαραγδής γνώρισε δύο εξέχοντες Έλληνες της Κύπρου που δεν ζουν πια και οι οποίοι συνδέθηκαν τόσο με την ταινία «Καζαντζάκης» όσο και με την ταινία που ετοιμάζεται με τίτλο «Καποδίστριας» και έγραψε το παρακάτω κείμενο σε ένδειξη τιμής και ευγνωμοσύνης.
Προσπαθώντας να κάνω την ταινία «Καζαντζάκης» για τον μεγάλο συγγραφέα Νίκο Καζαντζάκη, βίωσα στην Ελλάδα μας κάθε είδος ανθελληνικότητας πάνω στο πετσί μου και μέσα στο μυαλό μου, όχι όμως και στην ψυχή μου που βρίσκεται γι’ αυτούς σε απλησίαστα βαθιά νερά. Μια ταινία – θέλω να πιστεύω – πατριωτική, με θετικό πρόσημο για την Ελλάδα αλλά και για την εξέχουσα αυτή προσωπικότητα του Νίκου Καζαντζάκη που οι ψευδεπίγραφοι προοδευτικοί του καιρού του αλλά και ακραίοι συντηρητικοί με τον μανδύα της πίστης, από την άλλη μεριά, του επετέθησαν με τον χειρότερο τρόπο.
Ευτυχώς, δεν υπάρχουν μόνο αυτοί οι κατ’ όνομα «Έλληνες». Υπάρχουν και αυτοί που αγαπούν και ανυψώνουν τη μέσα ανώτερη Ελλάδα, που ξέρουν τι σημαίνει να είσαι Έλληνας πατριώτης, που κατανοούν με τις πράξεις τους αυτό που έλεγε ο μεγάλος μας ποιητής της περιφέρειας Κωνσταντίνος Καβάφης «Ελληνικός… δεν έχει η ανθρωπότης ιδιότητα τιμιοτέραν».
Είχα την τύχη στην ζωή μου να συναντήσω πολλούς από αυτούς. Εξέχοντα πρόσωπα αλλά και λαϊκούς ανθρώπους, με μεγάλη αγάπη για την πατρίδα και τον Ελληνισμό, που οι καιροί δεν άλλαξαν την αγάπη τους προς την πατρίδα μας. Οι περισσότεροι εξ’ αυτών ήταν απόδημοι Έλληνες ή Έλληνες της περιφέρειας και αρκετοί από αυτούς ξεχωριστές προσωπικότητες από την Κύπρο, όπως δυο εκλιπόντες Κύπριους που ο καθένας με τις πράξεις του και με τη στάση ζωής του υπερασπίστηκαν «την τιμιοτέραν ιδιότητα, του να είναι κανείς Έλληνας», τον Φώτο Φωτιάδη και τον Νίκο Μούγιαρη.
Ο Φώτος Φωτιάδης ήταν ένας εξέχων Έλληνας της Κύπρου, ένας επιχειρηματίας μεγάλου εύρους. Διανοούμενος, στοχαστής και πάνω από όλα πατριώτης. Τον γνώρισα στην Κύπρο όταν μου έκανε την τιμή να με βραβεύσει το Πολιτιστικό του Ίδρυμα Φώτος Φωτιάδης και είχα επίσης την τιμή να μου επιδώσει αυτό το τιμητικό δίπλωμα ο Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας, Νίκος Αναστασιάδης.
Από την πρώτη στιγμή που συναντηθήκαμε με τον Φώτο Φωτιάδη, γίναμε φίλοι και είχα την αίσθηση ότι οι ψυχές μας είχαν στο παρελθόν συνευρεθεί ή συνυπήρξαν ως «αδελφές ψυχές». Το βασικό στοιχείο που εισέπραττα από αυτόν τον άνθρωπο ήταν η θετική ενέργεια και μια βαθιά αγάπη για τα στοιχεία που απαρτίζουν την ελληνικότητά μας, με μια εξαιρετική αίσθηση της πολιτιστικής διαστρωμάτωσης του Ελληνισμού. Αισθανόμουν, επίσης, συγγενικά μαζί του γιατί ως Κύπριος ήταν Ακρίτας του Ελληνισμού όπως και εγώ ως Κρητικός, αισθάνομαι Ακρίτας του Ελληνισμού.
Σ’ εκείνη την εκδήλωση του υποσχέθηκα ότι όταν θα τελείωνα την ταινία «Καζαντζάκης», θα του έστελνα ένα DVD για να την δει.
Έως τότε παρακολουθούσε όλη τη διαδρομή της δημιουργίας της ταινίας, αλλά και τις σκόπιμες και οργανωμένες επιθέσεις που δέχθηκα τόσο εγώ όσο και η ταινία. Του έστειλα το DVD και μου έστειλε την παρακάτω επιστολή, η οποία άγγιξε την ψυχή μου, αλλά κυρίως δείχνει το μέσα μέγεθος του Ανδρός…:
«Πολύ αγαπημένε μου Γιάννη, μέσα στις γιορτές είχα την ευκαιρία να δω και να ξαναδώ την υπέροχη ταινία σου για τον Νίκο Καζαντζάκη, η οποία μου δίνει γαλήνη και με μεταφέρει σε άλλους κόσμους. Ο Θεός να σε ευλογεί, Γιάννη μου και να σου δίνει δύναμη να δημιουργείς τα υπέροχα έργα σου με τα οποία ομορφαίνεις τη ζωή μας και της δίνεις βάθος και νόημα. Φίλε μου ακριβέ, εσύ, με την παγκόσμιας εμβέλειας ξεχωριστή προσωπικότητά σου, την αξία και το μεγαλειώδες έργο σου, είσαι τόσο ψηλά στη συνείδηση των ορθά σκεπτόμενων ανθρώπων που οι μικροί κακοί, οι οποίοι ποτέ δεν λείπουν και προσπαθούν να χαμηλώσουν στα μέτρα τους εκείνους που έχουν ανυψώσει ανάστημα πάνω από το κενό κεφάλι τους, πρέπει να τους αγνοείς. Το Φως δεν μπορούν να σβήσουν οι κακοί και ανεγκέφαλοι. Συνέχισε απτόητος την τεράστια προσφορά σου στον πολιτισμό μας και να είσαι βέβαιος ότι έχεις ήδη κερδίσει εξέχουσα θέση στην ιστορία. Πόσο θα ήθελα να ήμουνα αυτήν τη στιγμή δίπλα σου να σε αγκαλιάσω και να σου εκφράσω τον θαυμασμό μου. Με όλη μου την αγάπη και την απέραντη εκτίμησή μου, Φώτος».
Παραθέτω τούτο το γράμμα όχι βεβαίως για να καταθέσω τα καλά λόγια που λέει για το έργο και για την ταπεινότητά μου (που ήταν βεβαίως βάλσαμο για την δοκιμαζόμενη ψυχή μου), αλλά κυρίως γιατί μπορεί να διακρίνει κανείς μέσα από αυτήν την επιστολή την γενναιοδωρία της ψυχής αυτού του ανθρώπου, αλλά συγχρόνως για να του στείλω δημόσια την αγάπη μου και την ευγνωμοσύνη μου εκεί που πλέον μετοίκησε, στα ενδότερα του χρόνου, στη μακάρια αθανασία που ο καθένας μας νομοτελειακά απομακρυσμένος από τον τρέχοντα κόσμο θα ταξιδεύει αν βεβαίως η ψυχή είναι αγαθή…
Δε ζει πια, αλλά το φτερούγισμα της ψυχής του συχνά αισθάνομαι να με προστατεύει.
Τον Νίκο Μούγιαρη τον γνώρισα από τον φίλο και σπουδαίο δημοσιογράφο και συγγραφέα Μιχάλη Ιγνατίου. Στην πρώτη γνωριμία μας είπαμε ένα φευγαλέο «χαίρω πολύ», τίποτα περισσότερο.
Μετά από μερικούς μήνες, συναντηθήκαμε τυχαία στο φουαγιέ ενός αθηναϊκού ξενοδοχείου. Μιλήσαμε για την ταινία «Καζαντζάκης» την οποία μόλις είχα ολοκληρώσει και με ρώτησε αν έχω κάτι άλλο στο μυαλό μου για μετά. Του απάντησα «ναι, πρόθεσή μου είναι να κάνω ταινία τον Ιωάννη Καποδίστρια». Απνευστί μου είπε «να έρθεις να με βρεις, θα σε βοηθήσω να κάνεις την ταινία για τον Καποδίστρια». Ακόμα συγκρατώ το φλεγόμενο βλέμμα του.
Έκτοτε συνευρεθήκαμε αρκετές φορές στη Νέα Υόρκη και ζήσαμε μεγάλες χαρές. Την τελευταία φορά που τον είδα, η αρρώστια τον είχε καταβάλλει. Μου ξαναείπε «η ταινία ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΣ πρέπει να γίνει. ΠΡΕΠΕΙ.» Μέχρι που «έφυγε» για το μεγάλο ταξίδι μου έστελνε μηνύματα, πάντα ενθαρρυντικά. Τα ‘χω κρατήσει αυτά τα πολύ συγκινητικά του μηνύματα. Παρ’ όλο που είχε αρχίσει ήδη η αλλοίωση των νοητικών λειτουργιών του, η βαθιά του επιθυμία να γίνει η ταινία παρέμεινε ΕΝΤΕΛΩΣ αναλλοίωτη!
Στο διάστημα αυτό και μέχρι να μετοικήσει και αυτός στα ενδότερα του χρόνου, στην μακάρια αθανασία, έμαθα τα «θαύματα» αυτού του εντελώς ξεχωριστού ανθρώπου. Ήταν ένας φιλάνθρωπος, ο οποίος πρόσφερε χωρίς να ζητεί ανταλλάγματα, απλόχερα σε ανθρώπους που είχαν ανάγκη. Και κυρίως βοηθούσε αθόρυβα για τα εθνικά θέματα. Ήταν ένας στυλοβάτης του Ελληνισμού και η ψυχή του ήταν μια φλόγα που έκαιγε για την Κύπρο και την Ελλάδα. Ένας εξέχων πατριώτης, δοσμένος χωρίς όρια και συμβιβασμούς στην ελληνική γλώσσα, τον πολιτισμό και το ελληνικό Έθνος.
Διακατεχόταν από ένα αυθεντικό και βαθύ αίσθημα ευθύνης, στήριζε απλόχερα καθετί που συμπορευόταν με το ωραίο και το αληθινό. Πάσχιζε συνεχώς να δημιουργήσει υποδομές, πυλώνες για το μέλλον, να ενώσει τους Έλληνες, να δρομολογήσει στόχους, να χαραχθεί συγκροτημένη στρατηγική για την υπεράσπιση των εθνικών δικαίων και για την απελευθέρωση της Κύπρου από τον Τούρκο κατακτητή.
Δυστυχώς, όλο και λιγοστεύουν από τον Ελληνισμό όμοια ανιδιοτελείς πατριώτες, άνθρωποι των μεγάλων οραματισμών.
«Έφυγε» και δεν πρόφτασε να βοηθήσει να γίνει η ταινία. Πιστεύω όμως ακράδαντα πως ό,τι αυτός ως Έλληνας και Κύπριος της διασποράς ξεκίνησε, θα το ολοκληρώσουν καλοί πατριώτες εντός και εκτός Ελλάδος.
Αυτό που προσωπικά θα κάνω είναι να του αφιερώσω την ταινία, όταν με το καλό ολοκληρωθεί, ως μικρό δείγμα σεβασμού και Αγάπης γι’ αυτόν τον Μεγάλο Έλληνα, πρότυπο για τους μελλοντικούς καιρούς του Ελληνισμού.
Εν κατακλείδι: Αν ο σπόρος που έριξαν οι μεγάλοι αυτοί άνθρωποι, ο Φώτος Φωτιάδης, ο Νίκος Μούγιαρης και οι όμοιοί τους, δεν ριζώσει στις ψυχές των μελλοντικών Ελλήνων, τότε φοβάμαι πως θα καταποντιστεί η Ελλάδα, η Κύπρος, ο φωτοβόλος Ελληνισμός…και δεν το αξίζουμε.
Οι λευκοφόροι στην ψυχή εννοήτωσαν…