Με ένα αφιέρωμα στο «ιερό τέρας» της υποκριτικής τέχνης, τον Μάρλον Μπράντο ανοίγει τη νέα σεζόν η Ταινιοθήκη Θεσσαλονίκης. Τζον Χιούστον, Φράνσις Φορντ Κόπολα, Μπερνάρντο Μπερτολούτσι και Άρθουν Πεν σκηνοθετούν τον σπουδαίο Μπράντο σε τέσσερις ταινίες – σταθμούς της έβδομης Τέχνης που δεν παύουν ούτε στιγμή να γοητεύουν το σινεφίλ κοινό: Ανταύγειες σε χρυσά μάτια, Ο Νονός, Το τελευταίο ταγκό στο Παρίσι και Οι φυγάδες του Μιζούρι.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Το αφιέρωμα, με τίτλο «Marlon Brando: Reflection in a wild eye» πραγματοποιείται από τις 24 έως τις 27 Νοεμβρίου 2016 στο αγαπημένο στέκι της Ταινιοθήκης Θεσσαλονίκης, την αίθουσα Σταύρος Τορνές στην Αποθήκη 1 στο Λιμάνι.

Στην ταινία Ο Νονός ο αξεπέραστος Μάρλον Μπράντο, που πήρε τον ρόλο χάρη στην επιμονή του Κόπολα, έβαζε βαμβάκι και χαρτοπετσέτες στο στόμα προκειμένου να μοιάζει πολύ μεγαλύτερος, καθώς όταν γυρίστηκε η ταινία ήταν μονάχα 47 χρόνων.

Στην ταινία Οι φυγάδες του Μιζούρι ο Μπράντο – ίσως σ’ έναν από τους πιο ακραίους ρόλους της καριέρας του – απαίτησε να έχει σε κάθε σκηνή που εμφανίζεται και διαφορετική ενδυματολογική αμφίεση.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Υπεραξία της ταινίας Ανταύγειες σε χρυσά μάτια είναι η εκπληκτική ερμηνεία του σπουδαίου Μάρλον Μπράντο σε μια από τις καλύτερες – και λιγότερο γνωστές – της καριέρας του.

Πώληση εισιτηρίων: Αίθουσα «Σταύρος Τορνές» (Αποθήκη 1, Λιμάνι, τηλ. 2310-508.398, cinematheque@filmfestival.gr).
 
Τιμή εισιτηρίου: 4 ευρώ (γενική είσοδος), 3 ευρώ (για τα μέλη).
Κάρτα μέλους: 1 ευρώ.

Πρόγραμμα προβολών:

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Πέμπτη 24 Νοεμβρίου

18.30 Οι φυγάδες του Μιζούρι
21.00 Ανταύγειες σε χρυσά μάτια

Παρασκευή 25 Νοεμβρίου

18.00 Ο Νονός
21.15 Το τελευταίο ταγκό στο Παρίσι

Σάββατο 26 Νοεμβρίου

18.30 Ανταύγειες σε χρυσά μάτια

21.00 Ο Νονός

Κυριακή 27 Νοεμβρίου

18.30 Το τελευταίο ταγκό στο Παρίσι

21.00 Οι φυγάδες του Μιζούρι

Οι ταινίες

Ανταύγειες σε χρυσά μάτια / Reflections in a Golden Eye

(ΗΠΑ, 1967)

Σκηνοθεσία: Τζον Χιούστον / John Huston. Σενάριο: Chapman Mortimer, Gladys Hill. Με τους: Elizabeth Taylor, Marlon Brando, Brian Keith. Έγχρωμη, 108΄.

Αμερικανικός Νότος, Τζόρτζια, 1948. Στο στρατόπεδο όπου ζουν, ο ταγματάρχης Πέντερτον, όχι μονάχα έχει μια εντελώς αποξενωμένη και συμβατική σχέση με την σύζυγό του Ελεονόρα, αλλά και αδιαφορεί παντελώς για τον ολοφάνερο ερωτικό της δεσμό με τον Λάνγκτον έναν γείτονα αξιωματικό, ο γάμος του οποίου είναι επίσης κλονισμένος, καθώς η γυναίκα του Άλισον είναι ψυχικά διαταραγμένη. Ο Γουίλιαμς ένας στρατιώτης που είναι στην υπηρεσία του Πέντερτον έχει τη μανία να παρακολουθεί κρυφά τους άλλους, ειδικά την αισθησιακή Ελεονόρα και τη νύχτα μπαίνει κρυφά στο χωριστό δωμάτιό της και την παρακολουθεί ενώ κοιμάται. Η παρουσία του ηδονοβλεψία στρατιώτη θα οξύνει ακόμη περισσότερο την ήδη τεταμένη κατάσταση, θα φέρει στην επιφάνεια τα σεξουαλικά απωθημένα και των δύο ζευγαριών και τα πράγματα θα πάρουν μια απρόβλεπτη όσο και τραγική τροπή.

Η ταινία είναι βασισμένη σε μια νουβέλα της Κάρσον Μακ Κάλερς πολύ τολμηρή για τα συντηρητικά ήθη της εποχής (εκδόθηκε το 1941) και η οποία προκάλεσε σκάνδαλο καθώς έθιγε σοβαρά σεξουαλικά ταμπού, όπως αυτό της νυμφομανίας και της ομοφυλοφιλίας. Ο Τζον Χιούστον διεισδύει με μεγάλη σκηνοθετική ακρίβεια και αφηγηματική ένταση στο σκοτεινό κέντρο του ψυχισμού των ηρώων, ο καθένας από τους οποίους ζει τη δική του τραγωδία, καθώς καταδυναστεύονται από ανομολόγητα πάθη, αμαρτωλούς πόθους, διεστραμμένες εμμονές και αυτοκαταστροφικές τάσεις. Παράλληλα η αναπαράσταση του βίαιου κλειστοφοβικού μικρόκοσμου της στρατιωτικής βάσης (χώρος δράσης της ταινίας), ως αντανάκλαση της καταπιεστικής ατμόσφαιρας του γεμάτου μυστικά και ψέματα υπερσυντηρητικού και πουριτανικού αμερικανικού νότου, είναι εξαιρετική. Βέβαια η υπεραξία της ταινίας είναι οι εκπληκτικές ερμηνείες του κουιντέτου των ακρωτηριασμένων ψυχικά ηρώων που οδηγούνται στα όρια του εαυτού τους, με πρώτο βιολί φυσικά τον σπουδαίο Μάρλον Μπράντο σε μια από τις καλύτερες (και λιγότερο γνωστές) ερμηνείες της καριέρας του. Δίπλα του ανταποκρίνεται επάξια η Ελίζαμπεθ Τέιλορ, ενώ εντυπωσιάζει και η Τζούλι Χάρις στον ρόλο της βασανισμένης γυναίκας του Λάνγκτον.

Ο Νονός / The Godfather

(ΗΠΑ, 1972)

Σκηνοθεσία: Φράνσις Φορντ Κόπολα / Francis Ford Coppola. Σενάριο: Mario Puzo, Francis Ford Coppola. Με τους: Marlon Brando, Al Pacino, James Caan. Έγχρωμη, 175.

Η ταινία ξεκινά στο τέλος του καλοκαιριού του 1945 στο σπίτι της φαμίλιας των Κορλεόνε, μιας ιταλο-αμερικάνικης οικογένειας μαφιόζων της Νέας Υόρκης. Ο Δον Βίτο Αντολίνι Κορλεόνε (Μάρλον Μπράντο) αρχηγός της φαμίλιας, γνωστός και ως «Ο Νονός», παντρεύει το μικρότερο παιδί του, την κόρη του Κόνι με τον Κάρλο. Στη διάρκεια του γάμου εμφανίζονται όλα τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας και σκιαγραφείται ο χαρακτήρας τους. Ο Σαντίνο ή Σόνι (Τζέιμς Κάαν) είναι ο πρωτότοκος γιος του Βίτο, ικανός, αλλά οξύθυμος και παθιασμένος, προορίζεται για διάδοχος του πατέρα του. Ο δευτερότοκος Φρέντο (Τζον Καζάλ) είναι ένα καλοκάγαθο, αλλά όχι ιδιαίτερα ικανό άτομο και ο τριτότοκος, ο Μάικλ (Αλ Πατσίνο) ένας ιδεαλιστής και έξυπνος νέος, που κατατάχθηκε εθελοντικά στους πεζοναύτες στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, παρά την αντίδραση της οικογένειάς του, και διακρίθηκε για την γενναιότητά του. Έχει μόλις αποστρατευτεί, σχεδιάζει να τελειώσει τις σπουδές του και ονειρεύεται μια κανονική και νόμιμη ζωή, παρά τις φιλοδοξίες του πατέρα του για πολιτική καριέρα. Μέλος της οικογένειας είναι και ο Τομ Χέιγκεν (Ρόμπερτ Ντιβάλ), τον οποίο περιμάζεψε μικρό και ορφανό από τον δρόμο ο Δον Βίτο, τον υιοθέτησε και τώρα ως έμπειρος δικηγόρος, έχει τη θέση του «Κονσιλιέρε» (συμβούλου) του Δον. Επειδή όμως δεν είναι σικελικής καταγωγής, δεν δικαιούται να ανέβει στην ιεραρχία. Κατά τη διάρκεια του γάμου, ο Δον Βίτο και ο Τομ Χέιγκεν δέχονται αιτήματα, από πολλούς, για διάφορες χάρες, εξαιτίας του ότι «κανένας Σικελός δε μπορεί να αρνηθεί ένα αίτημα την ημέρα του γάμου της κόρης του»…

Ένα πολυδιάστατο αριστούργημα, τόσο κλασικό όσο και μοντέρνο, κορυφαίο δείγμα της αφηγηματικής δύναμης του αμερικανικού σινεμά. Βραβευμένο με τρία Όσκαρ (καλύτερης ταινίας, διασκευασμένου σεναρίου και Α΄ αντρικού ρόλου) παραμένει αμετακίνητο σημείο αναφοράς για κάθε κινηματογραφικό δραματικό έπος, ενώ αποτελεί την ταινία που ανανέωσε δυναμικά το Χόλιγουντ στις αρχές της δεκαετίας του 1970.

Μεγαλειώδης οικογενειακή saga σαιξπηρικών διαστάσεων, Ο Νονός, είναι μια διαχρονικά επίκαιρη παραβολή για την βία, το έγκλημα, την τιμωρία, για την αλαζονεία και για την ρίζα του κακού που βρίσκεται στα θεμέλια του αμερικανικού ονείρου. Εντέλει, για το πως η μανία της εξουσίας οδηγεί κατευθείαν στο βασίλειο της απόλυτης μοναξιάς. Γυρισμένο με αξιοθαύμαστη αφηγηματική πυκνότητα με μεγάλη εικαστική δύναμη, καθιέρωσε εν μια νυκτί τον 32χρονο Φράνσις Φορντ Κόπολα στο πάνθεον των μεγάλων δημιουργών ο οποίος με την βοήθεια όλων των συντελεστών, που είναι άψογοι, συνθέτει μια όπερα για την πολυπλοκότητα και την σκοτεινή πλευρά της ανθρώπινης φύσης. Ο αξεπέραστος Μάρλον Μπράντο, χάρις στην επιμονή του Κόπολα που ήθελε μονάχα αυτόν και κανέναν άλλον ως πρωταγωνιστή -και παρά τη λυσσαλέα αντίσταση των παραγωγών που δεν τον ήθελαν – πήρε τον ρόλο βάζοντας βαμβάκι και χαρτοπετσέτες στο στόμα και αλλοιώνοντας κυριολεκτικά το πρόσωπό του, ώστε να μοιάζει πολύ μεγαλύτερος, καθώς όταν γυρίστηκε η ταινία ήταν μονάχα 47 χρόνων.

Το τελευταίο ταγκό στο Παρίσι / Ultimo tango a Parigi
(Γαλλία – Ιταλία, 1972)

Σκηνοθεσία: Μπερνάρντο Μπερτολούτσι / Bernardo Bertolucci. Σενάριο: Bernardo Bertolucci, Franco Arcalli. Με τους: Marlon Brando, Maria Schneider, Maria Michi. Έγχρωμη, 127΄.

Συγκλονισμένος από την αυτοκτονία της γυναίκας του, ο μεσήλικας Πολ περιπλανιέται στο Παρίσι και συναντά τυχαία σ’ ένα διαμέρισμα τη νεαρή Ζαν, με την οποία ενώνονται ερωτικά με άγριο πάθος, χωρίς καν να μάθουν ο ένας το όνομα του άλλου. Χωρίζοντας, αποφασίζουν να συναντιούνται στο διαμέρισμα για να κάνουν έρωτα, χωρίς ν’ αποκαλύψουν τα ονόματά τους και χωρίς να ξέρουν τίποτα ο ένας για τη ζωή του άλλου. Έτσι, κάνοντας διπλή ζωή, συνεχίζουν να συνευρίσκονται στο άδειο διαμέρισμα, όπου επιδίδονται σε παράδοξα σεξουαλικά παιχνίδια που φθάνουν μέχρι τον σοδομισμό. Σιγά-σιγά μέσα από τον ακραίο ερωτισμό, η σχέση τους φθίνει, ενώ ο Πολ παραβιάζοντας τους κανόνες του παιχνιδιού, θέλει να μάθει για τη ζωή της Ζαν. Αφού χορεύουν το τελευταίο τους ταγκό, ο Πολ την ακολουθεί και η κατάληξη είναι τραγική…

«…Το Τελευταίο ταγκό στο Παρίσι παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στην τελετή λήξης του Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Νέας Υόρκης στις 14 Οκτωβρίου 1972. Η ημερομηνία θα έπρεπε να γίνει ορόσημο στην ιστορία του κινηματογράφου, όπως η 29η Μαίου 1913 -η νύχτα που παίχτηκε για πρώτη φορά Η Ιεροτελεστία της Άνοιξης- στην ιστορία της μουσικής. Ταραχές δεν υπήρξαν και κανείς δεν πέταξε τίποτα στην οθόνη, αλλά πιστεύω πως το κοινό βρέθηκε σε κατάσταση σοκ, γιατί το Τελευταίο ταγκό στο Παρίσι διαθέτει την ίδια υπνωτική έκσταση με την Ιεροτελεστία, την ίδια πρωτόγονη δύναμη και τον ίδιο αιχμηρά αιφνίδιο ερωτισμό. Το αποφασιστικό βήμα του κινηματογράφου είχε επιτέλους γίνει. Οι εμπορικές ταινίες παρείχαν μηχανοποιημένο σεξ –σεξ ως σωματικό διεγερτικό, αλλά χωρίς καθόλου πάθος ή συναισθηματική βία. Ο Μάρλον Μπράντο εξαντλεί την επιθετικότητά του στη Μαρία Σνάιντερ και η σωματική απειλή της συναισθηματικά φορτισμένης σεξουαλικότητας συνιστά τέτοια παρέκκλιση από οτιδήποτε μάθαμε να αναμένουμε στις ταινίες, ώστε υπήρχε κάτι σχεδόν σαν φόβος στην ατμόσφαιρα του πάρτι στο φουαγιέ, μετά την προβολή. Κατειλημμένο από την αμείωτη έξαψη της ταινίας, το κοινό, αμήχανο, βρέθηκε αντιμέτωπο με μια απρόσμενη σεξουαλικότητα, επευφήμησε όρθιο τον Μπερτολούτσι, αλλά κατόπιν ο καθένας έμεινε μόνος του και σιωπηλός. Αυτή θα πρέπει να είναι η πιο δυναμικά ερωτική ταινία που έγινε ποτέ και ίσως αποδειχθεί και η πιο απελευθερωτική…»

(Απόσπασμα της κριτικής της Pauline Kael που πρωτοδημοσιεύθηκε στο περιοδικό The New Yorker στις 28 Οκτωβρίου 1972 και αναδημοσιεύθηκε στην μονογραφία που εξέδωσε το 37ο ΦΚΘ το 1996 με την ευκαιρία του πλήρους αναδρομικού αφιερώματος στον Μπερνάρντο Μπερτολούτσι).

Οι φυγάδες του Μιζούρι / The Missouri Breaks

(ΗΠΑ, 1976).

Σκηνοθεσία: Άρθουρ Πεν/ Arthur Penn. Σενάριο: Thomas McGuane. Με τους: Marlon Brando, Jack Nicholson, Randy Quaid. Έγχρωμη, 126΄.

Μοντάνα, 1880. Ο Τομ Λόγκαν αρχηγός μιας συμμορίας αλογοκλεφτών, ορκίζεται να εκδικηθεί τον μεγαλοκτηματία Μπράξτον που είναι υπεύθυνος για τον απαγχονισμό ενός φίλου του. Για τον λόγο αυτό αγοράζει μία φάρμα, ως βιτρίνα, η οποία να γειτονεύει μ’ εκείνη του Μπράξτον ο οποίος είναι και ο πραγματικός στόχος. Ο Τομ σύντομα θα μείνει μόνος του, όταν η συμμορία του θα φύγει για τον Καναδά, και θα «βάλει στο μάτι» τη δυναμική κόρη του γείτονα, την Τζέιν. Ο μεγαλοκτηματίας για να αντιμετωπίσει την απειλή προσλαμβάνει τον Λι Κλέιτον, έναν σαδιστή – κεφαλοκυνηγό για να διώξει τον Τομ Λόγκαν από τη γη του… Πολύ γρήγορα η κατάσταση θα εκτροχιαστεί εντελώς λόγω της ιδιαίτερης προσωπικότητας του Κλέιτον καθώς και των παράδοξων όσο και ανορθόδοξων μεθόδων που υιοθετεί…

Πρόκειται για ένα από τα πιο εκκεντρικά, αλλοπρόσαλλα και sui generis γουέστερν που έχουν γυριστεί ποτέ.

Χωρίς να έχει ουδεμία σχέση με την απομυθοποίηση ή την επανεκκίνηση της μυθολογίας του Ουέστ, η ταινία επικεντρώνεται αποκλειστικά σε μια αλλόκοτη μονομαχία. Στη μοναδική τους κοινή κινηματογραφική εμφάνιση, από την μια μεριά ο Τζακ Νίκολσον (μόλις βραβευμένος με Όσκαρ για την Φωλιά του κούκου) και από την άλλη ο Μάρλον Μπράντο – εντελώς σαλεμένος στα γυρίσματα – ίσως σ’ έναν από τους πιο ακραίους ρόλους της καριέρας του, απαίτησε να έχει σε κάθε σκηνή που εμφανίζεται και διαφορετική ενδυματολογική αμφίεση! Το αποτέλεσμα είναι μια διαρκής παρέλαση γκροτέσκων μεταμορφώσεων και μεταλλάξεων, υπονομεύοντας έτσι όχι μόνον τον ρόλο και την ταυτότητά του, αλλά και το ίδιο του το φύλο. Οι Φυγάδες έξοχα σκηνοθετημένη από τον σπουδαίο Άρθουρ Πεν, είναι περισσότερο μια πικρόχολη καυστική φάρσα, με πινελιές κατάμαυρου χιούμορ, ένα απίστευτα λοξό και πειραγμένο φιλμ που απλώς χρησιμοποιεί το ένδυμα του γουέστερν. Αποτυχία εμπορική και καλλιτεχνική όταν προβλήθηκε, σήμερα θεωρείται ένα cult-movie παράξενο και αταξινόμητο.

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης