Τριάντα επτά χρόνια συμπληρώθηκαν σήμερα από τον θάνατο του Λάμπρου Κωνσταντάρα, του αρχοντάνθρωπου και bon viveur του ελληνικού σινεμά.
Ο αγαπημένος σε όλους «Λαμπρούκος» με τη λαμπερή σκηνική παρουσία και το μοναδικό του ταλέντο υπήρξε ένας από τους σημαντικότερους ηθοποιούς του θεάτρου και του κινηματογράφου. Άφησε το στίγμα του στο θεατρικό σανίδι και στα κινηματογραφικά φώτα ως ο άνθρωπος που έσπαγε πλάκα, ο γυναικοκατακτητής και αμετανόητος εργένης και κυρίως ως αιώνιος έφηβος.
Η Φίνος Φιλμ με μια ανάρτηση στο facebook και με ένα απολαυστικό βίντεο τιμά τον αξιόλογο ηθοποιό.
«Ένας αληθινός σταρ. Με απίθανες γκριμάτσες, εμπνευσμένους μορφασμούς και γνήσιο αυτοσαρκασμό, ο Λάμπρος Κωνσταντάρας δεν έμεινε τυχαία στην ιστορία. Ήταν, είναι και θα παραμείνει ένας από τους πιο αγαπημένους πρωταγωνιστές της Φίνος Φιλμ».
Ο Λάμπρος Κωνσταντάρας έφυγε από τη ζωή σαν σήμερα στις 28 Ιουνίου 1985, και τον θυμόμαστε μέσα από τις ταινίες της Φίνος Φιλμ «Η Γυναίκα μου Τρελλάθηκε», «Ούτε Γάτα Ούτε Ζημιά», «Υπάρχει και Φιλότιμο», «Κάτι Κουρασμένα Παληκάρια», «Η Λίζα και η Άλλη», «Ο Φαντασμένος», «Η Βίλλα των Οργίων», «Τζένη Τζένη» και «Εκείνες που δεν Πρέπει να Αγαπούν».
Δείτε το βίντεο:
Γιος χρυσοχόου, δούλεψε κοντά στον πατέρα του και αφού πέρασε δύο χρόνια στη Σχολή Υπαξιωματικών του Ναυτικού στην Κέρκυρα και ασχολήθηκε παθιασμένα με το ποδόσφαιρο, το 1931 βρέθηκε στο Παρίσι για να σπουδάσει την τέχνη του χρυσοχόοΤο πηγαίο ταλέντο του διαφαίνεται μέσα από τη μεγάλη γκάμα των ρόλων που ερμήνευσε, τόσο στον κινηματογράφο, όσο και στο θέατρο. Στα πρώτα του βήματα εμφανίστηκε σε δραματικούς ρόλους, ακόμη και ως ζεν-πρεμιέ, ενώ στη συνέχεια ειδικεύτηκε σε πιο κωμικούς, ως φίλος ή πατέρας -καλοσυνάτος, ανοιχτόκαρδος, ακόμη και αυστηρός πότε – πότε γυναικάς και χιουμορίστας.
Γεννήθηκε στο Κολωνάκι στις 13 Μαρτίου του 1913 στην οδό Πλουτάρχου 13, όπως τόνιζε χαρακτηριστικά, επισημαίνοντας τη σχέση του με τον αριθμό 13. Γιος χρυσοχόου, δούλεψε κοντά στον πατέρα του και αφού πέρασε δύο χρόνια στη Σχολή Υπαξιωματικών του Ναυτικού στην Κέρκυρα και ασχολήθηκε παθιασμένα με το ποδόσφαιρο, το 1931 βρέθηκε στο Παρίσι για να σπουδάσει την τέχνη του χρυσοχόου.
Tυχαία βρέθηκε να παίζει ως κομπάρσος σε μια ταινία και στη συνέχεια σε μια θεατρική παράσταση, που σκηνοθετούσε ο σπουδαίος Γάλλος θεατράνθρωπος Λουί Ζουβέ. Μαγεμένος από τα φώτα της ράμπας, αποφάσισε να κάνει στροφή στη ζωή του και να ασχοληθεί με την υποκριτική.
Μαθήτευσε κοντά στον Ζουβέ και το 1937 έκανε την πρώτη του επαγγελματική εμφάνιση στο θέατρο με το «Σχολείο Γυναικών» του Μολιέρου. Τον επόμενο χρόνο αποφάσισε να επιστρέψει στην Ελλάδα και εμφανίστηκε στην Αθήνα, στο έργο του Τζέιμς Μπάρι «Τα παράσημα της γριούλας» πλάι στην κυρία Κατερίνα. Ακολούθησαν ρόλοι στα έργα «Το στραβόξυλο» του Δημήτρη Ψαθά, «Ο μισάνθρωπος» του Μολιέρου, «Ο παίχτης» του Ντοστογιέφσκι, με θιάσους όπως των Μιράντας – Παππά και Μουσούρη – Αρώνη.
Το 1945 νυμφεύεται την ηθοποιό Ιουλία Γεωργοπούλου και τον επόμενο χρόνο αποκτά το μοναδικό του παιδί, τον δημοσιογράφο και πολιτικό Δημήτρη Κωνσταντάρα. Το 1948 συγκροτεί για πρώτη φορά θίασο με τη Μιράντα Μυράτ και το 1958 τον πρώτο προσωπικό του θίασο και παρουσιάζει το έργο του Τζον Πρίσλεϋ «Ο ανακριτής έρχεται».
Στη μακρά θεατρική του διαδρομή θα συνεργασθεί με σπουδαίους ηθοποιούς, όπως τη Μαρίκα Κοτοπούλη, την Τζένη Καρέζη, τη Μάρω Κοντού, τον Νίκο Ρίζο, τον Ντίνο Ηλιόπουλο, την Αλίκη Βουγιουκλάκη και την Έλλη Λαμπέτη. Τελευταία του εμφάνιση στο σανίδι στην κωμωδία του Κώστα Πρετεντέρη «Τρελλές επαφές ρωμέικου τύπου», που παρουσίασε μαζί με τη Μάρω Κοντού και τον Νίκο Ρίζο τη διετία 1977 – 1979.
Ο Λάμπρος Κωνσταντάρας έγινε ιδιαίτερα δημοφιλής, κυρίως, μέσα από τη μεγάλη οθόνη. Υπήρξε πρωταγωνιστής από την πρώτη κιόλας ταινία του, «Το τραγούδι του χωρισμού» (1940) σε σκηνοθεσία Φ. Φίνου, ενώ κράτησε τους πρώτους ρόλους και σε περίπου 90 ακόμα ταινίες.
Καθιερώθηκε ως ο κινηματογραφικός μπαμπάς της Αλίκης Βουγιουκλάκη («Διακοπές στην Αίγινα», «Το ξύλο βγήκε από το παράδεισο», «Η Αλίκη στο Ναυτικό», «Η κόρη μου η σοσιαλίστρια», «Η Λίζα και η άλλη» κ.ά.).
Το 1969 κέρδισε το βραβείο ερμηνείας στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης για την ερμηνεία του στην ταινία του Βασίλη Γεωργιάδη «Ο Μπλοφατζής». Η τελευταία του ταινία ήταν «Ο Λαμπρούκος μπαλαντέρ» (1981) του Κώστα Καραγιάννη. Στην τηλεόραση ξεχώρισε με τον ρόλο του γυναικοκατακτητή Ζάχου Δόγκανου στο σίριαλ «Εκείνες και εγώ» , που προβλήθηκε τη διετία 1976 – 1977.
Το 1971 νυμφεύτηκε σε δεύτερο γάμο τη Φιλιώ Κεκάτου.
Ο Λάμπρος Κωνσταντάρας πέθανε στις 28 Ιουνίου του 1985 στο «Ασκληπείο» της Βούλας. Τα τελευταία χρόνια της ζωής του αντιμετώπιζε σοβαρά προβλήματα υγείας, εξαιτίας αλλεπάλληλων εγκεφαλικών επεισοδίων.