Η Αγγελική Κοντογεωργίου παρέλαβε την περασμένη Πέμπτη, στην πρεσβεία της Ελλάδας στο Βερολίνο, το ρολόι του παππού της. Ο Βασίλειος Κοντογεωργίου, εισαγγελέας στην κατοχή, συνελήφθη από τα SS και στις 25 Μαΐου 1944 μεταφέρθηκε ως πολιτικός κρατούμενος στο στρατόπεδο συγκέντρωσης του Νοϊενγκάμε, από εκεί στο Ζαλτσγκίτερ-Βάτενστεντ και αργότερα στο Ράβενσμπρουκ. Την Πέμπτη, 80 χρόνια μετά, η οικογένειά του, χάρη στο έργο των Αρχείων της Διεθνούς Υπηρεσίας Αναζητήσεων στο Μπαντ Άρολσεν της Γερμανίας- γνωστών ως «Αρχείων Άρολσεν» – και στην πολύτιμη βοήθεια εθελοντών, βρήκε έναν πολύτιμο σύνδεσμο με το παρελθόν και την ιστορία της.
Η Ελλάδα ανέλαβε 19 Ιουνίου από την Γερμανία την προεδρία της Διεθνούς Επιτροπής των Αρχείων Άρολσεν, της υπηρεσίας η οποία κατέχει και διαχειρίζεται το αρχείο των ναζιστικών στρατοπέδων συγκέντρωσης και καταναγκαστικής εργασίας και των μεταπολεμικών αναζητήσεων για τον εντοπισμό θυμάτων του Ολοκαυτώματος. Στην Διεθνή Επιτροπή, στην οποία ανατέθηκε η ευθύνη των Αρχείων με τη Συμφωνία της Βόννης το 1955 και τις τροποποιήσεις του 2006 και του 2011, συμμετέχουν εκτός από την Ελλάδα και την Γερμανία το Βέλγιο, η Γαλλία, το Ηνωμένο Βασίλειο, οι ΗΠΑ, το Ισραήλ, η Ιταλία, το Λουξεμβούργο, η Ολλανδία και η Πολωνία και η προεδρία εναλλάσσεται μεταξύ τους σε ετήσια βάση.
Στο Μπαντ Άρολσεν μια μικρή πόλη κοντά στο Κάσελ της κεντρικής Γερμανίας, φυλάσσονται περίπου 55 εκατομμύρια φάκελοι, οι οποίοι αφορούν 17,5 εκατομμύρια θύματα της ναζιστικής θηριωδίας σε όλη την Ευρώπη και βρίσκονταν μέχρι το 1946 στην κατοχή του Βρετανικού Ερυθρού Σταυρού. Το 1955 υπεγράφη η συνθήκη της Βόννης, η οποία προέβλεπε ότι το αρχείο θα διαχειριζόταν στο εξής η Διεθνής Υπηρεσία Αναζητήσεων του Ερυθρού Σταυρού (ITS) και θα έδινε πληροφορίες μόνο για την τύχη των θυμάτων του ναζισμού, χωρίς όμως άμεση και προσωπική πρόσβαση σε αυτά. Ιστορικοί και δημοσιογράφοι μέχρι το 2006 δεν είχαν πρόσβαση στα αρχεία, τα οποία θεωρούνταν «άκρως απόρρητα», καθώς περιείχαν προσωπικά δεδομένα κρατουμένων των ναζί. Στους φακέλους βρίσκονται περίπου 30.000 προσωπικά αντικείμενα και πληροφορίες μεταξύ άλλων για φυλακισμένους, για νεκρούς, ορφανά παιδιά και εργαζόμενους σε καταναγκαστικά έργα.
Είναι προφανές από τα Αρχεία ότι οι ναζί κρατούσαν επιμελώς στοιχεία για όλα – για την ακριβή στιγμή της εκτέλεσης ενός κρατούμενου, ακόμη και για τον αριθμό ψειρών στο κεφάλι του. Όπως δήλωσε η Διευθύντρια των Αρχείων Φλοριάν Αζουλέ στην εκδήλωση της ελληνικής πρεσβείας, οι δεσμοφύλακες αφαιρούσαν τα προσωπικά αντικείμενα των κρατουμένων, ακόμη και τα γυαλιά οράσεως, σε μία ακόμη προσπάθεια προσβολής της αξιοπρέπειάς τους και εξευτελισμού τους. «Αφαιρούσαν με αυτόν τον τρόπο, πίστευαν, την ταυτότητά τους», είπε χαρακτηριστικά η κυρία Αζουλέ. Τα αντικείμενα των Εβραίων καταστρέφονταν σε ανακύκλωση «για τους σκοπούς του πολέμου», αλλά τα πράγματα που ανήκαν σε πολιτικούς κρατουμένους αρχειοθετούνταν σχολαστικά και φυλάσσονταν σε φακέλους με τα στοιχεία ταυτότητας του ιδιοκτήτη τους. Ακόμη και σήμερα, τόσα χρόνια μετά, σε πείσμα όσων μπορεί να πίστευαν ότι αυτές οι αναζητήσεις δεν μπορούν πια να φέρουν αποτέλεσμα, το έργο είναι ζωντανό και αποτελεσματικό. Ενδεικτικά, από το 2016 έχουν παραδοθεί 850 φάκελοι με προσωπικά αντικείμενα κρατουμένων, ενώ μόνο το 2023 παρελήφθησαν περισσότερες από 20.000 αιτήσεις έρευνας για τουλάχιστον 28.000 πρώην κρατούμενους των ναζί. Επιπλέον, χιλιάδες εθελοντές εξακολουθούν να εργάζονται για να στηρίξουν το έργο των Αρχείων. Μέσω ενός τέτοιου εθελοντή, του Λουκά Λυμπερόπουλου και στο πλαίσιο της καμπάνιας #StolenMemory, η εγγονή του Βασίλειου Κοντογεωργίου βρήκε τον φάκελό του, στον οποίο είχε φυλαχθεί όλα αυτά τα χρόνια το ρολόι του.
«Έψαχνα χρόνια στο Διαδίκτυο στοιχεία για τον παππού μου και όταν επιτέλους έκανα την σωστή αναζήτηση στα Αρχεία Arolsen και βρήκα το όνομα, την ημερομηνία γέννησής του και το ρολόι, η συγκίνησή μου ήταν απερίγραπτη. Είναι για την οικογένειά μας σαν να γύρισε πίσω ένα κομμάτι της ιστορίας. Αισθανόμαστε ότι αυτή τη στιγμή έχουμε συναντηθεί με κάποιον τρόπο με την ιστορία», δήλωσε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η Αγγελική Κοντογεωργίου, η οποία μάλιστα ζει σήμερα στο Βερολίνο.
Ο παππούς της γεννήθηκε στις 31 Δεκεμβρίου του 1917 στον Βόλο και πέθανε στις 24 Απριλίου του 1997 στην Λάρισα. Ήταν από τους «τυχερούς». Επέζησε και μετά τον πόλεμο επέστρεψε στην Ελλάδα. Όπως λέει η κυρία Κοντογεωργίου, δεν μιλούσε πολύ για την περίοδο κράτησής του από τους ναζί. «Δεν ήταν όμως καθόλου εχθρικός προς την Γερμανία και τους Γερμανούς. Πίστευε ότι το ναζιστικό καθεστώς αναδείχθηκε την κατάλληλη στιγμή ώστε να μπορέσει να αφομοιωθεί από την γερμανική κοινωνία εκείνης της εποχής», είπε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η εγγονή του.
Τα Αρχεία Arolsen έχουν ταυτοποιήσει ακόμη επτά αντικείμενα Ελλήνων, μεταξύ των οποίων ρολόγια, κοσμήματα, χρήματα, στα ονόματα Ευάγγελος Κερασώτης, Δημήτριος Βατιάδης, Θεόφιλος Σιμωνίδης, Γεώργιος Σταματόπουλος, Χρήστος Τακτικός, Νικόλαος Φασουλιώτης και Γεώργιος Χάνας. Μέχρι τώρα η αναζήτηση συγγενών δεν έχει αποδώσει καρπούς, αλλά συνεχίζεται με κάθε τρόπο και κυρίως με την στήριξη των εθελοντών. «Δίνοντας πίσω κάτι από τους ανθρώπους τους, κάνουμε το σωστό. Τιμούμε την μνήμη αυτών των ανθρώπων και προσπαθούμε να συμβάλουμε στην αποκατάσταση της ιστορικής αλήθειας και να υπερασπιστούμε τον σεβασμό, την πολυμορφία και την δημοκρατία», τόνισε η Φλοριάν Αζουλέ, γαλλίδα ειδικός στα ανθρώπινα δικαιώματα, η οποία ανέλαβε την διεύθυνση των Αρχείων το 2016. #EveryNameCounts, όπως λέει και η σχετική καμπάνια.