Η Πρωτοχρονιά στην Κρήτη, όπως και όλες οι γιορτές αυτής της περιόδου, από πολύ παλιά, συνδέονταν με μια σειρά από έθιμα που είτε σώζονται μέχρι σήμερα, είτε όχι. Σε ένα μεγάλο μέρος τους, συμβόλιζαν το τέλος του παλιού και την προσμονή του νέου, ενώ άλλα είχαν σύνδεση με τη φύση, από την οποία τρέφονταν, τη φύση με την οποία συνυπήρχαν αρμονικά.

Ένα από τα έθιμα που τηρούνταν με ευλάβεια στο παρελθόν και είχε άμεση σχέση με την τιμή και τον σεβασμό στη φύση, με τη μορφή ευχαριστίας, ήταν το πρωτοχρονιάτικο κέρασμα της βρύσης. Όπως είπε στο ΑΠΕ -ΜΠΕ ο βραβευμένος συγγραφέας και δημοσιογράφος Νίκος Ψιλάκης, το πρωί της Πρωτοχρονιάς «οι μανάδες γέμιζαν ένα πιάτο με τα γλυκίσματα της ημέρας που είχαν φτιάξει και ένα φλασκάκι με τσικουδιά, τα τύλιγαν σε μια πετσέτα και τα παρέδιδαν στους πιο «μπιστικούς» θεματοφύλακες της παράδοσης, που ήταν τα παιδιά».

Εν συνεχεία όπως σημείωσε ο κ. Ψιλάκης, τα παιδιά κινούσαν σαν «ιεροφάντες», σίμωναν στη «νερομάνα» βρύση, την καλημέριζαν σαν να ήταν άνθρωπος, λέγοντάς της: «καλημέρα, βρύση, χρόνια πολλά» σταύρωναν το νερό με την παλάμη τους, έπιναν μια γουλιά κι άφηναν τα καλούδια τους εκεί δίπλα της.

Το έθιμο έλεγε ότι όποιος μεγάλος σε ηλικία σταματούσε ή περνούσε, έπινε λίγη από την τσικουδιά που είχαν αφήσει, καλημέριζε κι εκείνος την βρύση και έριχνε τον οβολό του στο ολόφρεσκο νερό, που ήταν συνήθως λίγες δεκάρες.

«Έτσι ξημέρωνε η Πρωτοχρονιά. Με το σεβασμό στη Μάνα Φύση, με την σχεδόν θεατρική αλλά τόσο βαθιά χαραγμένη στο μεδούλι του πολιτισμού μας ανταπόδοση στην πηγή, για το πολύτιμο νερό που πρόσφερε ολοχρονίς» ανέφερε ο κ. Ψιλάκης, ο οποίος συμπλήρωσε ότι το έθιμο αυτό, ήταν «το απλό και άδολο “ευχαριστώ” στις άυλες δυνάμεις που καθορίζουν τις τύχες του κόσμου».

Το συγκεκριμένο έθιμο, μπορεί να μην τηρείται μέχρι τις μέρες μας, ωστόσο όπως ανέφερε ο βραβευμένος συγγραφέας και δημοσιογράφος «τέτοια κομμάτια της παράδοσης, εξακολουθούν να μας εκπλήσσουν, καθώς πρόκειται για απλά, αλλά γεμάτα από συμβολισμούς και βαθύτερα νοήματα έθιμα λαϊκής λατρείας, έθιμα που πηγάζουν από τα βάθη των αιώνων, όπως ακριβώς και το ανεκτίμητο δώρημα των πηγών, που είναι το νερό. Το νερό της ζωής».