Η μελέτη για την επέκταση και τον εκσυγχρονισμό του υφιστάμενου κτηρίου του Αρχαιολογικού Μουσείου Σπάρτης, η οποία εκπονήθηκε στο πλαίσιο της Σύμβασης Δωρεάς μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου και του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος, έτυχε της θετικής γνωμοδότησης του Κεντρικού Συμβουλίου Νεωτέρων Μνημείων του Υπουργείου Πολιτισμού.
Όπως ενημερώνει σχετική ανακοίνωση του ΥΠΠΟ, η δωρεά περιλαμβάνει τη μελέτη υπόγειας επέκτασης του υφιστάμενου Αρχαιολογικού Μουσείου με την προσθήκη λειτουργικών χώρων, καθώς και τη λειτουργική αναζωογόνηση του περιβάλλοντος κήπου. Το έργο της επέκτασης και του εκσυγχρονισμού του Μουσείου έχει προϋπολογισμό 4.550.000 ευρώ.
Όπως δήλωσε, μεταξύ άλλων, η Υπουργός Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη, «το έργο της επέκτασης, του εκσυγχρονισμού και της λειτουργικής αναβάθμισης του Αρχαιολογικού Μουσείου Σπάρτης εντάσσεται στην πρωτοβουλία του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος (ΙΣΝ) στη Λακωνία, αλλά και στις προτεραιότητες του Υπουργείου Πολιτισμού. Στόχος είναι η αναγέννηση του παλαιότερου περιφερειακού Μουσείου της νεότερης Ελλάδας, αλλά και η αναβάθμιση του ιστορικού κέντρου της Σπάρτης. Το Παλαιό Αρχαιολογικό Μουσείο, με σύγχρονη έκθεση ενισχυμένη με ψηφιακά μέσα, θα αποτελέσει όχι μόνον σημαντικό πόλο έλξης των Ελλήνων και των ξένων επισκεπτών, που θέλουν να μυηθούν στην ιστορία και στην αρχαιολογία της Σπάρτης, αλλά και ενοποιητικό στοιχείο με το Νέο Αρχαιολογικό Μουσείο Σπάρτης, που θα στεγαστεί στο αποκατεστημένο κτήριο του π. εργοστασίου της ΧΥΜΟΦΙΞ, και του οποίου πριν λίγες μέρες εγκρίθηκαν οι μελέτες».
Το Μουσείο μετά την επέκτασή του θα έχει μικτό εμβαδόν είναι 1.090 τ.μ. Από αυτά, τα 360 τ.μ. είναι η επιφάνεια που καλύπτει το υφιστάμενο κτήριο και 730 τ.μ. καλύπτει η επέκτασή του. Τη μουσειολογική μελέτη εκπόνησε η Εφορεία Αρχαιοτήτων Λακωνίας και την αρχιτεκτονική πρόταση το γραφείο του Renzo Pianο. Στόχος των προβλεπόμενων επεμβάσεων είναι αφενός η ανάδειξη του αρχικού μνημειακού χαρακτήρα του κτηρίου αφετέρου η εξασφάλιση της πρόσβασης και της ασφάλειας των επισκεπτών, του προσωπικού και των πολιτιστικών αγαθών που στεγάζει. Οι εργασίες που προβλέπονται αποσκοπούν στην αποκατάσταση του κτηριακού κελύφους και των εσωτερικών φθορών με σκοπό τη λειτουργική αναβάθμιση των εκθεσιακών και των υποστηρικτικών χώρων του Μουσείου.
Η βασική αρχιτεκτονική ιδέα για την επέκταση του Μουσείου είναι να κατασκευαστεί μια υπόγεια επέκταση μεταξύ του υφιστάμενου κτηρίου και του ανατολικού ορίου του οικοπέδου, στη θέση των σημερινών αποθηκών, οι οποίες κατεδαφίζονται. Η πρόσβαση στην υπόγεια επέκταση θα γίνεται μέσω ενός κεντρικού κλιμακοστασίου και ενός ανελκυστήρα, τα οποία στεγάζονται σε γυάλινο διάφανο ορθογώνιο «κουτί» κεντροβαρικά χωροθετημένο στον άξονα του Μουσείου. Στη στάθμη του υπογείου, εκατέρωθεν του νέου χώρου εισόδου, χωροθετούνται δύο νέες αίθουσες εκθέσεων. Στις αίθουσες αυτές η ανάδειξη των εκθεμάτων θα γίνεται με τεχνητό φωτισμό.
Επιπλέον, στο νέο κτήριο προβλέπονται οι χώροι υγιεινής και οι απαραίτητοι μηχανολογικοί και αποθηκευτικοί χώροι για την εξυπηρέτηση του νέου, αλλά και του υφιστάμενου κτηρίου. Αυτό επιτρέπει την πλήρη ανάδειξη του υφιστάμενου κτηρίου με απομάκρυνση όλων των μεταγενέστερων επεμβάσεων και δευτερευουσών χρήσεων. Στο δώμα της υπόγειας επέκτασης προβλέπεται «κήπος γλυπτών», σε άμεση οπτική επαφή για τους περαστικούς της οδού Νίκωνος, οι οποίοι θα έχουν θέα προς την υπαίθρια συλλογή. Η χωροθέτηση δεύτερης εισόδου από την πλευρά της οδού Νίκωνος εξασφαλίζει την προσβασιμότητα τόσο στο υφιστάμενο όσο και στους χώρους της επέκτασης και του κήπου.
Ο Κήπος είναι αναπόσπαστο μέρος της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς του Μουσείου. Βάσει της μελέτης αποκατάστασης, αρθρώνεται γύρω από δύο βασικούς άξονες, διατηρώντας το εμβληματικό σιντριβάνι στο κέντρο. Η επέμβαση στον χώρο οργανώνεται γύρω από μια στρατηγική υποστήριξης και αποκατάστασης. Οι γραμμικές φυτεύσεις με θάμνους κατά μήκος των δύο αξόνων αποκαθίστανται, καθώς αποτελούν χωρικό σημείο αναφοράς. Οι τέσσερις εμβληματικοί Φοίνικες του Κήπου, επίσης, αποκαθίστανται.