Διακεκριμένος Αθηναίος, μέλος του Αρείου Πάγου, που ασπάστηκε τον χριστιανισμό μετά τη δημηγορία του Αποστόλου Παύλου στην Πνύκα (Πραξ. 17, 34). Υπήρξε ο πρώτος επίσκοπος Αθηνών. Είναι πολιούχος Άγιος της Αθήνας και προστάτης των Ελλήνων δικαστικών. Την ημέρα της εορτής του, 3 Οκτωβρίου, αργούν τα σχολεία του Δήμου Αθηναίων και οι δικαστικές υπηρεσίες της χώρας.

Αν και ζούσε σε μια «κατείδωλον» πόλη, όπου η ειδωλολατρία είχε εξαχρειώσει τα ήθη των κατοίκων στην εποχή του, ζούσε με σύνεση και καλλιεργούσε τις έμφυτες αρετές του. Ζούσε σαν Χριστιανός προτού γίνει Χριστιανός. Όλοι τον θαύμαζαν και τον εκτιμούσαν, διότι στην άσκηση των καθηκόντων του απέδιδε δικαιοσύνη.

Για τον βίο του διαμορφώθηκαν διάφορες συναξαριστικές παραδόσεις, όπως λ.χ. ότι κατά την ημέρα τής σταύρωσης τού Χριστού βρισκόταν στην Ηλιούπολη της Αιγύπτου με τον φιλόσοφο Απολλοφάνη και μετά το σκοτείνιασμα του ηλίου αναφώνησε ότι «Ή φύσις αλλοιούται ή θεός πάσχει» ή ότι μετά τον αποκεφαλισμό του ο ίδιος παρέδωσε την αποκοπείσα κεφαλή του στην ευσεβή γυναίκα Κατούλα. Σύμφωνα με μεταγενέστερες παραδόσεις, που δεν είναι ευρύτερα αποδεκτές, ο Διονύσιος υπήρξε ο ιδρυτής τής Εκκλησίας των Παρισίων.

Στον Διονύσιο τον Αρεοπαγίτη αποδόθηκαν διάφορα μεταγενέστερα ψευδεπίγραφα έργα, τα οποία η σύγχρονη έρευνα δεν θεωρεί γνήσια. Πρόκειται για τα έργα «Περί της ουρανίου ιεραρχίας», «Περί της εκκλησιαστικής ιεραρχίας», «Περί των θείων ονομάτων», «Περί μυστικής θεολογίας» και «10 επιστολές», γνωστά και ως «Ψευδο-διονύσια», που επηρέασαν βαθύτατα την πορεία της θεολογίας των μέσων χρόνων, τόσο στην Ανατολή, όσο και στη Δύση.

Αφού ποίμανε για πολλά χρόνια τον επισκοπικό θρόνο των Αθηνών, θεώρησε ότι έπρεπε να συνεχίσει το υπόλοιπο της ζωής του ως ιεραπόστολος. Πήγε στη Δύση και εγκαταστάθηκε στο Παρίσι, έκτισε μια μικρή εκκλησία, όπου την έκαμε κέντρο της ιεραποστολής του. Κήρυττε με θέρμη και ζήλο στους ειδωλολάτρες της περιοχής, όπου πολλοί εγκατέλειπαν τα είδωλα και ασπάζονταν την πίστη στο Χριστό, ιδρύοντας και εδραιώνοντας ισχυρή εκκλησία στην καρδιά της Ευρώπης.

Αλλά τα χρόνια εκείνα βρισκόταν σε πλήρη εξέλιξη οι φοβεροί διωγμοί κατά των Χριστιανών από τους ειδωλολάτρες Ρωμαίους. Χιλιάδες πιστοί συλλαμβάνονταν, βασανίζονταν και θανατώνονταν με τους πλέον φρικτούς και επώδυνους τρόπους. Η δράση του αγίου επισκόπου των Παρισίων έγινε γνωστή στις ρωμαϊκές αρχές, τον κατήγγειλαν οι άθλιοι αδίστακτοι ειδωλολάτρες ιερείς δρυίδες, οι οποίοι συν τοις άλλοις πραγματοποιούσαν χιλιάδες ανθρωποθυσίες κατ’ έτος στους αιμοδιψείς δαιμονικούς «θεούς» τους. Τον κατήγγειλαν στον αυτοκράτορα Δομετιανό (82-96), ότι αρνείται να σεβαστεί τον αυτοκράτορα και να λατρεύσει τους «θεούς» της αυτοκρατορίας, παρακινώντας και τους πολίτες να κάμουν το ίδιο. Συνελήφθη και σύρθηκε δέσμιος στον τοπικό διοικητή, ο οποίος προσπάθησε στην αρχή με κολακείες και στη συνέχεια με φοβέρες να αρνηθεί την πίστη του. Ο Διονύσιος, με πρωτοφανή ηρωισμό και παρρησία στηλίτευσε την ειδωλολατρική του πίστη, η οποία λατρεύει «θεούς» θηριώδεις, κακούργους και ανήθικους.

Το μαρτυρικό του τέλος

Μετά τη γενναία απολογία του, αποφασίστηκε η θανατική του καταδίκη. Να αποκεφαλισθεί μαζί με τους ηρωικούς ακολούθους του Ρουστικό και Ελευθέριο. Αλλά αφού έκοψαν την τίμια κεφαλή του έγινε το απροσδόκητο: Ο άγιος ακέφαλος έσκυψε, πήρε στα χέρια του το κεφάλι του και περπάτησε δύο μίλια, γεμίζοντας θαυμασμό τους δημίους του. Συνάντησε μια ευλαβή γυναίκα, ονόματι Κατούλα, στην οποία παρέδωσε την κεφαλή του. Εκείνη φρόντισε για την ταφή του Διονυσίου, καθώς και των άλλων δύο Μαρτύρων, κοντά στο Παρίσι. Η τιμία κάρα του βρίσκεται σήμερα στην Ιερά Μονή Δοχειαρίου του Αγίου Όρους.

Στην Αθήνα υπάρχουν δύο ναοί αφιερωμένοι στη μνήμη του: των Καθολικών στην οδό Πανεπιστημίου και των Ορθοδόξων στην οδό Σκουφά.

Απολυτίκιο

Χρηστότητα εκδιδαχθείς, και νήφων εν πάσιν, αγαθὴν συνείδησιν ιεροπρεπώς ενδυσάμενος, ήντλησας εκ του Σκεύους της εκλογῆς τα απόρρητα, και την πίστιν τηρήσας, τον ίσον δρόμον τετέλεκας, Ιερομάρτυς Διονύσιε. Πρέσβευε Χριστώ τω Θεώ, σωθήναι τας ψυχάς ημών.