Ο Άγιος Νικήτας κατάγοταν από το έθνος των Γότθων, που είχαν εγκατασταθεί πέραν του Ίστρου ποταμού (Ίστρος, κατά τον Γεωγράφο Mελέτιο, καλείται ο ποταμός Δούναβις από το σημείο που ενώνεται με τον ποταμό Σαύο μέχρι την Μαύρη Θάλασσα ή κατ’ άλλους από την Aξιούπολη και κάτω, μέχρι τις εκβολές του.), στα χρόνια του Μεγάλου Κωνσταντίνου.
Από παιδί ο Νικήτας διδάχθηκε την αγία πίστη από το Γότθο επίσκοπο Θεόφιλο, ο οποίος συχνά υπενθύμιζε στο Νικήτα τα λόγια του Απ. Παύλου: «ένε ἐν οἲς ἔμαθες… ἀπὸ βρέφους τὰ ἱερὰ γράμματα οἶδᾳς, τὰ δυνάμενα σὲ σοφίσαι εἰς σωτηρίαν διὰ πίστεως τῆς ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ» (Β’πρόςΤιμόθεον, γ’ 14-15). Δηλαδή, μένε ακλόνητος σ’ εκείνα που έμαθες. Από μικρό παιδί γνωρίζεις τις Άγιες Γραφές, που μπορούν να σου μεταδώσουν την αληθινή σοφία, που οδηγεί στη σωτηρία δια μέσου της πίστεως στον Ιησού Χριστό. Και έτσι έγινε.
Όταν ο ηγεμόνας Αθανάριχος συνέλαβε το Νικήτα και τον απείλησε για να αρνηθεί το Χριστό, αυτός έμεινε αμετακίνητος σ’ αυτά που έμαθε από παιδί. Ομολόγησε με θάρρος το Χριστό μπροστά στον ηγεμόνα, ο όποιος όταν τον άκουσε εξαγριώθηκε πολύ. Διέταξε αμέσως και του έσπασαν τα κόκαλα με τον πιο φρικτό τρόπο. Άλλα το μίσος των Βαρβάρων ήταν τόσο, ώστε μετά τον έριξαν στη φωτιά, όπου βρήκε το θάνατο. Η φωτιά, όμως, με τη θεία θέληση σεβάστηκε το λείψανο του. Το πήρε κάποιος ευσεβής χριστιανός και το διαφύλαξε σε θήκη.
Απολυτίκιο
Νίκην έστησας, κατά της πλάνης, νίκης είληφας, άφθαρτον γέρας, επαξίως Νικήτα φερώνυμε, συ γαρ νικήσας εχθρών τήν παράταξιν, δια πυρός τον αγώνα ετέλεσας. Μάρτυς ένδοξε, Χριστόν τον Θεόν ικέτευε, δωρήσασθαι ημὶν το μέγα έλεος.