Από τις 15 ως τις 19 Μαΐου, η Κεντρική Σκηνή της Στέγης θα φιλοξενήσει το αριστούργημα του Σάμιουελ Μπέκετ, «Περιμένοντας τον Γκοντό» σε μια σπουδαία συμπαραγωγή του Emillia Romagna Teatro. Το έργο – σταθμός του 20ού αιώνα παρουσιάζεται για πρώτη φορά στη Στέγη με την υπογραφή του διεθνώς καταξιωμένου Έλληνα σκηνοθέτη Θεόδωρου Τερζόπουλου. Πρόκειται για μια μνημειακή παράσταση, στα όρια της υψηλής ποίησης και της αυθάδικης κωμωδίας, που έχει ήδη λάβει διθυραμβικές κριτικές από το ιταλικό Τύπο και μετά την Αθήνα θα συνεχίσει τη διεθνή περιοδεία της.
«Τίποτα δεν είναι πιο πραγματικό από το τίποτα» είχε δηλώσει ο Σάμιουελ Μπέκετ (1906-1989) και με το «Περιμένοντας τον Γκοντό» (1948) εκσφενδονίζει σαν μετεωρίτη αυτό το «τίποτα» πάνω στη σκηνή. Γιατί τίποτα το αξιοσημείωτο, σε επίπεδο δράσης και υπόθεσης, δεν συμβαίνει σε αυτό το έργο του νομπελίστα Ιρλανδού στοχαστή, ποιητή και συγγραφέα. Δύο παρίες του δρόμου, δύο κλοσάρ, ο Βλαδίμηρος και ο Εστραγκόν, ντυμένοι με τα κουρέλια τους, στέκονται πλάι σε ένα δέντρο, μιλούν περί ανέμων και υδάτων, συναντιούνται τυχαία με τρεις εξίσου περίεργους τύπους, ενώ κατά βάση περιμένουν κάποιον άλλον που δεν έρχεται ποτέ. Ποιος είναι, τελικά, ο Γκοντό του τίτλου που δεν εμφανίζεται ποτέ; Κάποιος σωτήρας ή ακόμα και ο ίδιος ο Θεός, όπως φανερώνει η παραφθορά του ονόματος στα αγγλικά (Godot, από το God = Θεός); Ο Μπέκετ έχει, πάντως, παραδεχτεί ότι εκείνο που ενδιέφερε τον ίδιο δεν ήταν τόσο ο Γκοντό, όσο το «περιμένοντας».
Αυτή την αέναη αναμονή σκηνοθετεί με όρους κωμικοτραγικής ιερουργίας ο Θεόδωρος Τερζόπουλος. Στην παράστασή του, ένα μαύρο ικρίωμα, σαν νεκρικό μνημείο, ορθώνεται στη σκηνή. Ένας σταυρός από φως το σκίζει στα δύο. Στη βάση του, ένα μικροσκοπικό μπονζάι. Εκκλησιαστικοί ύμνοι, ταγκό, βομβαρδισμοί και σειρήνες πολέμου αντηχούν. Εκεί, σαν φιγούρες που ζωντάνεψαν από κάποια άγνωστη αρχαία ζωοφόρο, κείτονται και περιμένουν ο Βλαδίμηρος και ο Εστραγκόν, ερμηνευμένοι από τους βετεράνους Σισιλιάνους ηθοποιούς Enzo Vetrano και Stefano Randisi. Παίζουν τους ρόλους τους με την τρελή σοφία και την ιερή απόγνωση του Buster Keaton. Φιγούρες ιδιότροπες και αντιφατικές, πνευματώδεις όσο και αφελείς, αερολογούν αναμένοντας στατικά και εκστατικά εκείνον που δεν θα έρθει ποτέ να τους γλιτώσει από το οντολογικό αδιέξοδο του να υπάρχεις προσδοκώντας πάντα κάτι.
Η παράσταση του Τερζόπουλου, του σκηνοθέτη που ξεκίνησε από τον Μακρύγιαλο της Πιερίας και διατρέχει τον κόσμο εδώ και σαράντα χρόνια με το θέατρο ‘Αττις, διδάσκοντας τη θαυμαστή μέθοδο υποκριτικής του από την Ασία έως την Αυστραλία, «φανερώνει μια σταυρωμένη ανθρωπότητα, της οποίας τα καρφιά είναι λέξεις» όπως σημειώνουν τα ξένα δημοσιεύματα, για να καταλήξουν στο αποφθεγματικό: «μια παράσταση που θα γραφτεί στα χρονικά του σύγχρονου θεάτρου».
O Θεόδωρος Τερζόπουλος, ο οποίος εκτός από τη σκηνοθεσία υπογράφει και τη σκηνογραφία, τους φωτισμούς και τα κοστούμια, αναφέρει: «Η παράστασή μας τοποθετείται στα «ερείπια του κόσμου», σε ένα μέλλον, λίγο πολύ, κοντινό μας, όπου όλες οι πληγές του παρόντος και του παρελθόντος παραμένουν ανοιχτές. Το ίδιο και οι προσδοκίες… Σε αυτό το μεταίχμιο της ανθρώπινης ύπαρξης, ποιες είναι οι ελάχιστες δυνατές συνθήκες για την επανεκκίνηση της ζωής, μιας ζωής που αξίζει να ζει κανείς; Στο “Περιμένοντας τον Γκοντό” υπάρχουν δύο πιθανές απαντήσεις και εκεί στηρίζουμε τη δουλειά μας: Η πρώτη είναι η προσπάθεια να επικοινωνήσουμε και να συνυπάρξουμε με τον ‘Αλλο, αυτόν που βρίσκεται απέναντί μας, παρά τα όποια εμπόδια, ακόμα κι όταν αυτά φαίνονται ανυπέρβλητα! Η δεύτερη είναι η προσπάθεια να επικοινωνήσουμε με τον ‘Αλλο μέσα μας, με αυτήν την ανεξιχνίαστη και σκοτεινή περιοχή των καταπιεσμένων επιθυμιών και φόβων, των λησμονημένων αισθήσεων και ενστίκτων, την περιοχή του ζωώδους και του θείου, εκεί όπου γεννιούνται η τρέλα και το όνειρο, το παραλήρημα και ο εφιάλτης. Αυτό είναι το ταξίδι που προσπαθήσαμε να κάνουμε: προς τον ‘Αλλο μέσα μας και προς τον ‘Αλλο έξω από εμάς, απέναντι, μακριά μας. Περιμένοντας τι; Τη Λύτρωση της ζωής από τα δεσμά του θανάτου; Τη συνάντηση με τον Άνθρωπο; Το τέλος κάθε ταπείνωσης του ανθρώπου από τον άνθρωπο; Το Τίποτα ή το Περιμένοντας, όπως λέει ειρωνικά ο Μπέκετ; Υπάρχει όμως άλλος τρόπος να οραματιστούμε τον χειραφετημένο άνθρωπο, χωρίς να γκρεμίσουμε τα τείχη που χωρίζουν το “μέσα” από το “έξω”;».
Διεθνούς κύρους Έλληνας σκηνοθέτης, θεμελιωτής μιας μοναδικής μεθόδου εκπαίδευσης του ηθοποιού που διδάσκεται σε έδρες θεατρικών και κλασικών σπουδών σε περισσότερα από τριάντα πανεπιστήμια και εθνικές δραματικές σχολές σε όλο τον κόσμο, ο Θεόδωρος Τερζόπουλος κάνει ένα θέατρο αλλιώτικο. Ποτέ δεν μιλά για ρόλους, χαρακτήρες ή ψυχολογικά κίνητρα. Μιλά, όμως, για το σώμα του ηθοποιού, τον θεό Διόνυσο και την τελετουργία. Από το 1985 και την ίδρυση του θεάτρου ‘Αττις και, με ορόσημο την παράσταση των Βακχών του Ευριπίδη το 1986 που ανάτρεψε ριζοσπαστικά τον τρόπο που μέχρι τότε παρουσιαζόταν η αρχαία ελληνική τραγωδία, εισάγοντας τα στοιχεία της ακραίας σωματικότητας και της ιεροτελεστίας, έχει δώσει περισσότερες από 2.100 παραστάσεις σε όλο τον κόσμο: έργα των Αισχύλου, Σοφοκλή, Ευριπίδη, Μπρεχτ, Λόρκα, Μύλλερ, Μπέκετ, Πάστερνακ, Στρίντμπεργκ και σύγχρονων Ελλήνων συγγραφέων.
Οι διεθνείς μελέτες και τα βιβλία για τη σκηνοθετική μέθοδο του Θεόδωρου Τερζόπουλου κυκλοφορούν σε περισσότερες από δέκα γλώσσες, ανάμεσά τους και η πρόσφατη διπλή έκδοση, στα αγγλικά και τα αραβικά, του ιστορικού γερμανικού εκδοτικού οίκου Theater der Zeit με τον τίτλο “The Return of Dionysus”, με την υποστήριξη του Ιδρύματος Ωνάση.
Η παράσταση είναι στα ιταλικά με ελληνικούς υπέρτιτλους.