Θα ήταν ευχής έργον να επιστρέφαμε στις εποχές που οι θερινοί κινηματογράφοι, αυτές οι ανάσες πράσινου και δροσιάς, στις πολύβουες τσιμεντένιες πόλεις, αλλά και χώροι πολιτισμού και διασκέδασης στην περιφέρεια, τα καλοκαίρια έπαιζαν κατά κύριο λόγο επανεκδόσεις του παρελθόντος και ορισμένες επιτυχίες της σεζόν, με ελάχιστες εξαιρέσεις από πρεμιέρες.

Δεν είναι η νοσταλγία των νεανικών χρόνων, όσο η επιθυμία για το μεγάλο σινεμά των σημαντικών δημιουργών, των ανεπανάληπτων ηθοποιών, των ταινιών που έγραψαν τη δική τους ιστορία και η δυνατότητα στους νεότερους θεατές να γνωρίσουν, να κατανοήσουν και να συγκρίνουν. Να ξεφύγουν από τη γενικευμένη μετριότητα, που παρουσιάζεται ως κάτι εξαιρετικό, να καταλάβουν γιατί σπουδαίοι σκηνοθέτες και σεναριογράφοι, επέβαλαν, με προσωπικό κόστος, τις δικές τους ιδέες, τις δικές τους αγωνίες και όχι τα θέλω των παραγωγών, την ικανοποίηση των αριθμών και άλλων συμφερόντων.

Παρότι αυτές οι νύχτες στα θερινά σινεμά δύσκολα μάλλον θα επανέλθουν, καθώς η κινηματογραφική βιομηχανία έχει επιβάλει και στην Ελλάδα, σε ρυθμό πολυβόλου, τη συνεχή διανομή νέων ταινιών, θα έχουμε και φέτος την ευκαιρία να απολαύσουμε ορισμένες κλασικές εξαιρετικές ταινίες του παρελθόντος, κάτω από τον έναστρο ουρανό.

Ακολουθούν οχτώ (συν δύο) ταινίες, όσες και οι εβδομάδες μέχρι τον Σεπτέμβρη, από τις καλύτερες επανεκδόσεις του φετινού καλοκαιριού που αναμένεται να δούμε φέτος στα θερινά σινεμά.

Ουγκέτσου Μονογκατάρι

(“Ugetsu Monogatari”) Εικαστικό και λυρικό αριστούργημα, που γύρισε το 1953 ο Κένζι Μιζογκούτσι, τρία χρόνια πριν φύγει πρόωρα από τούτο τον μάταιο κόσμο. Πανέμορφο αισθηματικό δράμα, που πατά στις λαϊκές ιαπωνικές παραδόσεις, αλλά και στη βαθιά γνώση του ουμανιστή σκηνοθέτη. Τα υπέροχα πλάνα, έρχονται και δένουν με την αφοπλιστική αφήγηση και την υψηλής αισθητικής καλλιτεχνική διεύθυνση, ενώ οι ερμηνείες των Μασαγιούκι Μόρι και Ματσίκο Κίο καθηλώνουν. Στην Ιαπωνία του 16ου αιώνα, δύο φιλόδοξοι αγρότες αποφασίζουν να πάνε στην πόλη, αλλά εξαιτίας του εμφύλιου πολέμου, οι στρατιώτες θα σκοτώσουν τη γυναίκα του ενός και θα βιάσουν την άλλη, η οποία θα καταλήξει πόρνη. Για ειδικούς και μη, από τις σημαντικότερες ταινίες όλων των εποχών.

Επίσης, θα προβληθεί και η ταινία «Οι Σταυρωμένοι Εραστές», ακόμη ένα έργο τέχνης από τον βιρτουόζο Ιάπωνα σκηνοθέτη.

(“Otto e Mezzo”) Η διάσημη ταινία του Φεντερίκο Φελίνι (1963), με έναν εκπληκτικό Μαρτσέλο Μαστρογιάνι ως άλτερ έγκο του θρυλικού Ιταλού σκηνοθέτη. Ο maestro αυτοψυχαναλύεται ευφυώς αλλά και με σπαρακτικό τρόπο, συνδέοντας μοναδικά αναμνήσεις, όνειρα, αγωνίες και εικόνες απαράμιλλης κινηματογραφικής ομορφιάς, δημιουργώντας έναν ύμνο για τη ζωή και κυρίως για το ίδιο το σινεμά. Ταινία αναφοράς για κάθε σκηνοθέτη που στοχάζεται πάνω στην καλλιτεχνική του δημιουργία, ένα κινηματογραφικό πανηγύρι, που κέρδισε το Όσκαρ ξενόγλωσσης ταινίας, ενώ έδωσε στον Νίνο Ρότα την ευκαιρία να γράψει την καλύτερη μουσική του.

Ο Κανόνας του Παιχνιδιού

(“La Règle du Jeu”) Ταινία ορόσημο για τον παγκόσμιο κινηματογράφο, που γύρισε ο Ζαν Ρενουάρ το 1939. Λίγο πριν τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, ο μέγας Γάλλος σκηνοθέτης προφητεύει τον όλεθρο απεικονίζοντας γλαφυρά τον ξεπεσμό και την ηθική χρεοκοπία των κοινωνικών τάξεων, αρχής γενομένης από τη μεγαλοαστική τάξη. Η ταινία, που πετσοκόφτηκε από τη λογοκρισία και απαγορεύτηκε από τη γαλλική κυβέρνηση ως «ανεπιθύμητη επιρροή στη νεολαία», θα είναι μία εισπρακτική καταστροφή, αλλά ο χρόνος θα δικαιώσει τον Ρενουάρ και τον σπουδαίο κινηματογράφο. Πέρα από τη θεματική αξία της, η ταινία διαθέτει αδιανόητες για την εποχή της καινοτομίες, με την κάμερα να είναι αεικίνητη, το μοντάζ πρωτοποριακό, τα κάδρα να διαστέλλουν τον φιλμικό χωροχρόνο, πλάθοντας ένα δαιδαλώδες ψηφιδωτό από χαρακτήρες. Μια παρέα Γάλλων αριστοκρατών με τους υπηρέτες τους συγκεντρώνονται σε ένα κάστρο για ένα σαββατοκύριακο κυνηγιού.

Ο Άνθρωπος με το Χρυσό Χέρι

(“The Man with the Golden Arm”) Τολμηρό αμερικάνικο δράμα για την εποχή του (1955), καθώς για πρώτη φορά περνά στον κινηματογράφο ρεαλιστικά η εξάρτηση από την ηρωίνη. Ο Ότο Πρέμιγκερ, θα στήσει ένα άψογο δράμα χαρακτήρων, με τον Φρανκ Σινάτρα, που έκανε ό,τι μπορούσε για να πάρει τον ρόλο, να είναι συγκλονιστικός, έχοντας δίπλα του τις Ελεανόρ Πάρκερ και Κιμ Νόβακ. Ένας ικανότατος ντίλερ του πόκερ και σπουδαίος ντράμερ, αλλά εξαρτημένος από την ηρωίνη, βγαίνοντας από τη φυλακή προσπαθεί να ξεφύγει από τον εθισμό του και να κάνει μία καινούργια αρχή, αλλά ο περίγυρος θα τον παγιδέψει και πάλι στον εφιάλτη των ναρκωτικών. Η ταινία προτάθηκε για πέντε Όσκαρ (μεταξύ των οποίων και πρώτου ρόλου για τον Σινάτρα), ενώ θεωρείται μία από τις μεγαλύτερες αδικίες η μη βράβευση του Έλμερ Μπερνστάιν για το σάουντρακ που συνέθεσε και αποτελεί σταθμό για την τζαζ στον κινηματογράφο.

Πρόγευμα στο Τίφανις

(“Breakfast at Tiffany’s”) Η αθάνατη, απαράμιλλης κομψότητας, ρομαντική κομεντί του Μπλέικ Έντουαρντς, με το πρωταγωνιστικό ζευγάρι Όντρεϊ Χέπμπορν και Τζορτζ Πέπαρντ να λάμπουν όσο ποτέ. Το μελαγχολικό σενάριο του Τρούμαν Καπότε συναντά την ανάλαφρη ματιά του Έντουαρντς και τις αξέχαστες μουσικές του Χένρι Ματσίνι και το υπέροχο τραγούδι του «Moon River». Ο έρωτας μίας «ελαφριάς κοπέλας», που θέλει να μπει στη σόου μπιζ κι ενός συγγραφέα, που έχει χάσει την έμπνευσή του και ζει ως ζιγκολό, θα δοκιμάσει τις αντοχές τους και θα τους κάνει να κατανοήσουν τον εαυτό τους. Αθάνατες σκηνές, έξυπνοι διάλογοι, δυνατές ερμηνείες και ένας Μίκι Ρούνεϊ που, παρότι εμφανίζεται για λίγα λεπτά στο ρόλο ενός Ιάπωνα, θα κάνει το θαύμα του.

Ο Θεός Ελέφαντας

(“Joi Baba Felunath”) Ο μέγιστος Ινδός σκηνοθέτης, ο πολυπράγμων Σατιατζίτ Ράι, της αξεπέραστης αριστουργηματικής «τριλογίας του Απού», εδώ σε κάτι διαφορετικό και εξόχως συναρπαστικό – μια ταινία μυστηρίου. Η αγάπη του Ράι για τον Σέρλοκ Χολμς θα τον οδηγήσει στη συγγραφή τριάντα βιβλίων, δημιουργώντας το δικό του ήρωα, τον ντετέκτιβ Φελούντα. Στη μεγάλη οθόνη θα μεταφέρει δυο ιστορίες του Φελούντα, με τον «Θεό Ελέφαντα» (1979) να θεωρείται και η καλύτερη. Ο Φελούντα βρίσκεται σε διακοπές στο Βαρανάσι, μαζί με τον βοηθό του Ταπές και έναν συγγραφέα βιβλίων μυστηρίου. Εκεί, θα συναντήσει την οικογένεια Γκοσάλ, η οποία τον προσλαμβάνει για να λύσει το μυστήριο της εξαφάνισης ενός χρυσού αγαλματιδίου, που της είχε χαρίσει ο βασιλιάς του Νεπάλ.

Σιωπηλός Μάρτυς

(“Rear Window”) Ο Χίτσκοκ στα καλύτερά του. Το κλασικό θρίλερ του 1954, με τον μοναδικό Τζίμι Στιούαρτ και την απαστράπτουσα Γκρέις Κέλι, ένα από τα καλύτερα φιλμ στη μακρά σταδιοδρομία του, αποτελεί υπόδειγμα χτισίματος του σασπένς. Δημιουργώντας ένα μικρόκοσμο, που παρακολουθεί ο ήρωάς του μέσα από τον φωτογραφικό του φακό, θα φτιάξει έναν πίνακα χαρακτήρων, σε ένα εξαιρετικής αισθητικής σκηνικό, που θα φωτίσει με υπέροχα χρώματα, ενώ ταυτόχρονα θα αναδείξει την προβληματική του περί ηδονοβλεψίας και σινεμά. Ο Στιούαρτ, ένας φωτογράφος, που έχει καθηλωθεί στο κρεβάτι, με σπασμένο πόδι, παρατηρεί έναν φόνο στην απέναντι πολυκατοικία και μαζί με την κοπέλα του, την κομψή όσο ποτέ Γκρέις Κέλι και τη νοσοκόμα του, την υπέροχη καρατερίστα Θέλμα Ρίτερ, θα προσπαθήσει να φανερώσει τον ένοχο.

Κλέφτης Ποδηλάτων

(“Ladri di Biciclette”) Τρία χρόνια μετά το τέλος του Β Παγκοσμίου Πολέμου κι ενώ η Ιταλία βγαίνει βαριά πληγωμένη, ο Βιτόριο ντε Σίκα, παραδίδει ένα ανεπανάληπτο αριστούργημα, που αποτελεί τη βίβλο του νεορεαλισμού και επηρέασε καθοριστικά τον παγκόσμιο κινηματογράφο. Με πενιχρά μέσα και ερασιτέχνες ηθοποιούς, αλλά με την έμπνευση να πιάνει ταβάνι, το αξιοθαύμαστο στόρι, διά χειρός Τσέζαρε Ζαβατίνι και τη σκηνοθετική ματιά ενός ολοκληρωμένου δημιουργού, το φιλμ δικαίως βρίσκεται πάντα ανάμεσα στις δέκα καλύτερες ταινίες όλων των εποχών. Ένας φτωχός άντρας πιάνει δουλειά, αλλά την πρώτη μέρα του κλέβουν το ποδήλατο, που είναι απαραίτητο για την εργασία του. Έτσι, μαζί με τον μικρό του γιο, θα ξεκινήσει μία αγωνιώδη αναζήτηση του ποδηλάτου στους δρόμους της Ρώμης. Συνταρακτικά συγκινητική ταινία, στην οποία πρωταγωνιστούν οι Λαμπέρτο Ματζοράνι, Λιανέλα Καρέλ και ο μικρός Έντζο Σταϊόλα.

Επίσης, αναμένεται να προβληθεί και το εξαιρετικό «Θαύμα στο Μιλάνο», στο οποίο ο ντε Σίκα συνδέει τον νεορεαλισμό με τον μαγικό ρεαλισμό και τη φαντασία με τη σάτιρα, βάζοντάς στο στόχαστρό του τα νέα ήθη της αστικής ιταλικής τάξης.