Ίδρυσε το πρώτο ελληνικό Πανεπιστήμιο, την Ιόνιο Ακαδημία. Οργάνωσε τη δημόσια παιδεία στα Επτάνησα μέσα σε μία δύσκολη εποχή. Χρηματοδότησε την ίδρυση δύο Σχολείων στην Πρέβεζα και τη Μάνη. Φιλέλληνας, από ισχυρή πολιτική οικογένεια, ο λόρδος Γκίλφορντ «επιστρέφει» τιμητικά στο Ιόνιο Πανεπιστήμιο, μέσα από δύο σημαντικά εκθέματα, την προσωπογραφία του και το πτυχίο του Διδάκτορα Αστικού Δικαίου που του απένειμε το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης το 1819.
Τα εκθέματα, δωρεά του προέδρου του Ιδρύματος Ρόθτσαϊλντ, λόρδου Τζέικομπ Ρόθτσαϊλντ και του προέδρου του Ιδρύματος Κερκυραϊκής Κληρονομιάς, Σπύρου Φλαμπουριάρη κοσμούν πλέον την αίθουσα υποδοχής της Πρυτανείας του Ιονίου Πανεπιστημίου, μετά την επίσημη τελετή των αποκαλυπτηρίων, το Σάββατο 7 Μαΐου. Στην τελετή παρέστησαν ο πρέσβης του Ηνωμένου Βασιλείου στην Ελλάδα, Μάθιου Λοτζ, συνοδευόμενος από την υποπρόξενο Κέρκυρας Άλισον Τάρνευ, εκπρόσωποι της τοπικής Αυτοδιοίκησης, των πολιτικών αρχών, των εκπαιδευτικών και κοινωνικών φορέων του νησιού.
Η προσωπικότητα του Γκίλφορντ
Αν και δύο κεντρικοί δρόμοι, στην Κέρκυρα και στην Αθήνα φέρουν τιμητικά το όνομά του, οι περισσότεροι Έλληνες γνωρίζουν ελάχιστα για τον λόρδο Γκίλφορντ.
Ο Άγγλος πολιτικός, περιηγητής και φιλέλληνας γεννήθηκε στο Λονδίνο ,το 1766. Ήταν γιος του Λόρδου Νορθ (Frederick 2nd earl of Guilford), επί σειρά ετών πρωθυπουργού της Βρετανίας
Η ομότιμη καθηγήτρια του Τμήματος Ιστορίας του Ιονίου πανεπιστημίου, Ελένη Αγγελομάτη – Τσουγκαράκη, η οποία ανέπτυξε το θέμα «Η προσωπικότητα του Frederick North, the fifth earl of Guilford και η ίδρυση της Ιονίου Ακαδημίας» κατά την τελετή των αποκαλυπτηρίων, παρέθεσε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ σημαντικά στοιχεία για το έργο και την προσπάθεια Γκίλφορντ για την ίδρυση της Ιονίου Ακαδημίας.
«Ο θερμός Φιλέλληνας, ανήκε σε μεγάλη και πολιτικά ισχυρή οικογένεια. Αυτό έπαιξε σημαντικό ρόλο στην ίδρυση του Πανεπιστημίου και στην εν γένει δράση του στα Επτάνησα. Σπούδασε στο Κολλέγιο του Eton, και κατόπιν σε ηλικία 16 ετών εισήλθε στο Κολλέγιο Christ Church του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης.
Το 1793 ἐλαβε από αυτό, τον πρώτο του τίτλο, του διδάκτορα του Αστικού Δικαίου, όχι τον τιμητικό τίτλο, που έχουμε τη χαρά να βλέπουμε σήμερα. Αυτός του αποδόθηκε αργότερα», αναφέρει η καθηγήτρια Ιστορίας και συνεχίζει :
«Όπως οι νέοι των ευγενών οικογενειών της Βρετανίας, έκανε και αυτός το αποκαλούμενο “Grand Tour”, την μεγάλη περιήγηση, το 1791-1792. Τότε επισκέφθηκε τα Ιόνια Νησιά και σίγουρα, τουλάχιστον την Πρέβεζα στην ηπειρωτική ακτή. Παρέμεινε στα Ιόνια Νησιά επί ένα χρόνο, κυρίως στην Ιθάκη, την οποία αγάπησε και επηρεάστηκε από την επιθυμία των κατοίκων της να ιδρυθεί εκεί ένα Πανεπιστήμιο. Κατά την παραμονή του φαίνεται πως τελειοποίησε τις γνώσεις του στη νέα ελληνική, αφού από τις σπουδές του ήδη γνώριζε την αρχαία ελληνική και τη λατινική γλώσσα. Τότε χρηματοδότησε επίσης την ίδρυση δύο σχολείων, ένα στην Πρέβεζα και ένα στη Μάνη. Γνωρίζοντας από κοντά το ορθόδοξο δόγμα εισήλθε στην Ορθοδοξία στην Κέρκυρα.
Όταν επέστρεψε στην Αγγλία άρχισε την πολιτική του καριέρα και την ενασχόλησή του στην κρατική διοίκηση. Για σύντομο διάστημα υπήρξε βουλευτής του Banbury, στο οποίο υπήρχε και η οικογενειακή κατοικία των Γκίλφορντ. Παραιτήθηκε όμως όταν του ανατέθηκε ο έλεγχος των τελωνείων του Λονδίνου. Χρημάτισε υπουργός του Βρετανού Αντιβασιλέα κατά τη σύντομη βρετανική κατοχή της Κορσικής. Τέλος υπήρξε διοικητής της Κεϋλάνης, από το 1798 μέχρι το 1805, οπότε τον αντικατέστησε ο Sir Thomas Maitland, μετέπειτα Αρμοστής του Ιονίου Κράτους. Έκτοτε, ο Maitland τον αντιπαθούσε θεωρώντας τον μεταξύ άλλων, ως αδύναμο άνδρα. Η αντιπάθεια αυτή δημιούργησε αργότερα αρκετά προβλήματα στον Γκίλφορντ».
Το όραμα για ένα εθνικό ελληνικό Πανεπιστήμιο για όλους τους Έλληνες
Μετά το 1805 ταξίδεψε επί χρόνια στην Ευρώπη και άρχισε συστηματικά πλέον τη συλλογή των χειρογράφων και βιβλίων που συναποτέλεσαν την τεράστια βιβλιοθήκη του.
Από το 1810 μέχρι το 1813 περιόδευσε εκ νέου, σε μεγάλο μέρος της Ελλάδας, της Κύπρου, σε άλλες περιοχές της οθωμανικής αυτοκρατορίας καθώς και στην Ρωσία.
Ήδη όμως από το 1811, όπως φανερώνει μια επιστολή του από την Κωνσταντινούπολη, είχε αρχίσει να σκέπτεται σοβαρά και να κάνει τις πρώτες ενέργειες για τη δημιουργία Πανεπιστημίου στην Ιθάκη.
Αρχικά, επιχείρησε να εξασφαλίσει τη συνεργασία κάποιων από τους γνωστότερους Έλληνες λόγιους της περιόδου, αλλά δεν ήταν τότε διαθέσιμοι. Θεώρησε κατόπιν, ότι ήταν ίσως προτιμότερο να προσελκύσει νεότερους και λιγότερο γνωστούς λόγιους και να τους μετεκπαιδεύσει σε Πανεπιστήμια της Ευρώπης, ώστε να επανδρώσουν το σχεδιαζόμενο Πανεπιστήμιο.
Έτσι, τα επόμενα χρόνια χρηματοδότησε τις σπουδές αρκετών μετέπειτα καθηγητών της Ιονίου Ακαδημίας καθώς και άλλων Ελλήνων όπως του Σπυρίδωνος Τρικούπη. Ο Γκίλφορντ σχεδίαζε να εφαρμόσει ένα ευρύτερο εκπαιδευτικό πρόγραμμα. Ήθελε να οργανώσει ένα National University, καθώς γράφει, εννοώντας ως εθνικό, ένα ελληνικό Πανεπιστήμιο για όλους τους Έλληνες και όχι αποκλειστικά για τους Επτανήσιους. Παράλληλα, απέβλεπε στη ριζική αναμόρφωση της ελλιπέστατης εκπαίδευσης των δύο πρώτων βαθμίδων στο Ιόνιο Κράτους. Αυτή θα επέτρεπε αφενός τη σωστή προετοιμασία των μελλοντικών φοιτητών του Πανεπιστημίου και αφετέρου θα μόρφωνε ευρύτερα στρώματα του πληθυσμού, του κλήρου συμπεριλαμβανομένου. Ο Γκίλφορντ σκόπευε, όπως και το έκανε, να εισαγάγει την αλληλοδιδακτική μέθοδο στα δημόσια σχολεία, και για τον σκοπό αυτόν είχε στείλει με υποτροφία τον μετέπειτα καθηγητή του Πανεπιστημίου Χριστόφορο Φιλητά, για να γνωρίσει την εφαρμογή της στην Αγγλία. Στα εκσυγχρονιστικά του σχέδια, ανήκε επίσης, η δημιουργία σχολείων για τα κορίτσια που δεν υπήρχαν ακόμη τότε.
Το χρονικό της ίδρυση της Ιονίου Ακαδημίας ,του πρώτου ελληνικού Πανεπιστημίου
Η διαδικασία πραγματοποίησης των στόχων του ήταν μακρά και περίπλοκη. Υπήρχαν διάφορα πρακτικά εμπόδια για την εφαρμογή τους, ενώ τα σχέδιά του προσέκρουαν επίσης στις διαφορετικές απόψεις του Maitland και στην αντιπάθειά του προς τον Γκίλφορντ προσωπικά. Εκείνος πάντως τον ενημέρωνε λεπτομερώς καθώς και τη Βουλή, για τα σχεδιαζόμενα προγράμματα σπουδών και τα προσόντα των μελλοντικών καθηγητών. Τελικά, επέτυχε να υπερπηδήσει τα εμπόδια του Αρμοστή μέσω των δεσμών που είχε με μέλη της βρετανικής κυβέρνησης. Η ψήφιση του Συντάγματος το 1817, το άρθρο 23 του οποίου αναφερόταν στη δημόσια παιδεία, και η είσοδος του στη Βουλή των Λόρδων επιτάχυναν τις εξελίξεις.
Ο Γκίλφορντ ήθελε εξ αρχής ως έδρα του Πανεπιστημίου την Ιθάκη. Η βρετανική κυβέρνηση όμως προτιμούσε την Κεφαλονιά, και σε αυτό συμφώνησε και ο Αρμοστής Maitland. Με τη στήριξη του λόρδου Bathhurst, υπουργού πολέμου και αποικιών, επικράτησε τελικά η άποψη του Γκίλφορντ. Στο μεταξύ, ο Γκίλφορντ προσπαθούσε να εξασφαλίσει τις εκδόσεις των Πανεπιστημίων του Καίμπριτζ και της Οξφόρδης για το υπό ίδρυση Πανεπιστήμιο, που τα δύο βρετανικά Πανεπιστήμια την θεωρούσαν ήδη, ως βέβαιη. Ταυτόχρονα, προχωρούσαν τα αρχιτεκτονικά σχέδια, σε κλασικό μάλιστα ρυθμό, του κτηρίου του Πανεπιστημίου στην Ιθάκη, στη μεγάλη έκταση γης που είχαν προσφέρει οι Ιθακήσιοι για την ανέγερσή του. Η έκρηξη όμως της Ελληνικής Επανάστασης χρησιμοποιήθηκε από τον Maitland ως πρόσχημα, για να μεταφερθεί η έδρα του Πανεπιστημίου στην Κέρκυρα.
Τα επόμενα χρόνια, παρά τις ποικίλες δυσκολίες, πολλές από τις οποίες οφείλονταν στον Maitland, που επέμενε το Πανεπιστήμιο να λειτουργήσει πειραματικά, συνεχίστηκαν οι ενέργειες για τη λειτουργία του αλλά και τη δημόσια εκπαίδευση.
Στα τέλη του 1823, σε διάφορα κτήρια της Κέρκυρας λειτουργούσαν δύο τάξεις του προπαρασκευαστικού σχολείου για την εισαγωγή φοιτητών στο Πανεπιστήμιο, ενώ για την επιμόρφωση κληρικών ιδρύθηκε Ιεροδιδασκαλείο. Τον Ιανουάριο του 1824, μετά τον θάνατο του Maitland, και την έγκριση του νέου Αρμοστή Frederick Adam, το Πανεπιστήμιο εγκαταστάθηκε επισήμως στο παλαιό φρούριο. Τότε, πολλά άτομα διαφόρων ηλικιών και προέλευσης είχαν κάνει αίτηση εγγραφής και είχαν περάσει τις εξετάσεις. Ο Γκίλφορντ όμως, παραπονείτο για την απροθυμία των Επτανησίων, που αποτελούσαν τη μειοψηφία, να εγγραφούν στο Πανεπιστήμιο. Ο Adam όμως δεν έβλεπε θετικά την προσέλευση φοιτητών από την άλλη Ελλάδα στην Κέρκυρα, όπως αποδείχθηκε καθαρά το 1827, πριν και μετά τον θάνατο του Γκίλφορντ.
Yπήρξε επίσης πρόβλημα με τη νομική κατοχύρωση του Πανεπιστημίου. Λίγες ημέρες πριν από την πανηγυρική επίσημη έναρξή του στις 24 Μαΐου 1824, εκδόθηκε μια εξαιρετικά συνοπτική απόφαση του Νομοθετικού Σώματος που περιλάμβανε τις ελάχιστες δυνατές προϋποθέσεις για τη νομική υπόσταση του Πανεπιστημίου, η λειτουργία του πάντως δεν ήταν απολύτως εξασφαλισμένη και έδειχνε ως πειραματική. Μόλις ένα χρόνο αργότερα απέκτησε μια πιο συγκεκριμένη, αν και πάλι συνοπτική νομική υπόσταση, την οποία και πάλι ο Γκίλφορντ δεν θεωρούσε ικανοποιητική.
Στις 29 Μαΐου 1824 τα επίσημα εγκαίνια του Πανεπιστημίου έγιναν με εντυπωσιακό τελετουργικό τρόπο. Τον λόγο εκφώνησε ο κοσμήτορας Χριστόφορος Φιλητάς εκφράζοντας και τις απόψεις του Γκίλφορντ, καθώς δήλωναν τόσο την εθνική, όσο και την τοπική ταυτότητα του Πανεπιστημίου. Ο Φιλητάς αποκάλεσε το Πανεπιστήμιο Ἰόνιον Ἀκαδημία, ονομασία με την οποία είναι γνωστό μέχρι σήμερα το πρώτο εκείνο ελληνικό Πανεπιστήμιο.
Υπό την συνεχή εποπτεία του Γκίλφορντ η Ιόνιος Ακαδημία λειτούργησε για τρία ακόμη χρόνια παλεύοντας με ποικίλα προβλήματα, όπως άλλωστε και η δημόσια παιδεία. Κατά τα απαραίτητα τότε πανεπιστημιακά πρότυπα διέθετε 4 σχολές: Φιλοσοφική, Θεολογική, Νομική και Ιατρική. Τα οργανωτικά πρότυπα του Γκίλφορντ γι’ αυτήν ήταν βρετανικά και γερμανικά. Αν και δόθηκε έμφαση στον κοινωνικό και παιδευτικό σκοπό της θρησκευτικής εκπαίδευσης, εντούτοις ο Γκίλφορντ απέβλεπε σε ένα Πανεπιστήμιο ανεξίθρησκο στο οποίο να μπορούν να φοιτήσουν νέοι ασχέτως καταγωγής και θρησκεύματος, εφόσον διέθεταν τα λοιπά προσόντα. Παρά τον δεσμό του με την Οξφόρδη η Ιόνιος Ακαδημία δεν είχε την κολλεγιακή της οργάνωση, όχι μόνο για πρακτικούς λόγους, αλλά διότι ο Γκίλφορντ ακολούθησε τα σκωτικά και γερμανικά πρότυπα οργάνωσης. Διαμόρφωσε όμως τη βιβλιοθήκη του Ιδρύματος παρόμοια με την Βοδληιανή Βιβλιοθήκη (Bodleian Library) της Οξφόρδης. Ήθελε επίσης να εξασφαλίσει τα επαγγελματικά δικαιώματα των αποφοίτων της Νομικής και της Ιατρικής, όπως και να μην χειροτονούνται ιερείς που δεν είχαν παρακολουθήσει την Ιερατική ή τη Θεολογική σχολή. Σε αυτά, όπως και σε κάποιους άλλους στόχους του, απέτυχε. Η οργάνωση του Πανεπιστημίου αποτέλεσε συμβιβασμό μεταξύ του οράματός του και των δυνατοτήτων και επιλογών της Κυβέρνησης.
Ο θάνατος του Γκίλφορντ είχε ως συνέπεια την επί τα χείρω μεταβολή της λειτουργίας του Πανεπιστημίου. Είχε επίσης, ως συνέπεια την άρνηση της Κυβέρνησης να αποδεχθεί τον όρο της διαθήκης του Γκίλφορντ, που άφηνε σε αυτό την τεράστια βιβλιοθήκη του, μεγάλο μέρος της οποίας βρισκόταν ήδη στην Κέρκυρα. Ο σχετικός κωδίκελλος συναρτούσε την κληροδοσία της βιβλιοθήκης του με την ετήσια χρηματοδότηση του Πανεπιστημίου με 3.500 λίρες, μολονότι ο Γκίλφορντ είχε ήδη στείλει στην Κέρκυρα το μεγαλύτερο μέρος της. Μόνο τα χειρόγραφα που είχαν έλθει ήταν περισσότερα από 3.000. Αφού ο όρος δεν έγινε δεκτός, η βιβλιοθήκη του επεστράφη στην Αγγλία και πουλήθηκε σε σειρά δημοπρασιών. Σήμερα είναι διασπασμένη σε βιβλιοθήκες της Ευρώπης και της Αμερικής. Το προσωπικό αρχείο του Γκίλφορντ βρίσκεται επίσης σε διάφορες βιβλιοθήκες και αρχεία της Βρετανίας. Το μεγαλύτερο μέρος του είναι στη Βρετανική Βιβλιοθήκη. Από τους 93 τόμους του οι 56 αφορούν στην Ιόνιο Ακαδημία. Στην Κέρκυρα η Αναγνωστική Εταιρεία έχει επίσης αποκτήσει σημαντικό μέρος του αρχείου του, ενώ στα Αρχεία Νομού Κερκύρας, υπάρχουν έγγραφα της περιόδου της λειτουργίας της υπό τον Γκίλφορντ.