Μια κυρία κοντοστέκεται στη βιτρίνα του μαγαζιού του Νικόλαου Γερμανού. Μετά μπαίνει μέσα και αναφωνεί «τι ωραία παπούτσια! Είναι η δουλειά σου;», τον ρωτάει. «Η διασκέδασή μου», απαντάει εκείνος.
Σε έναν από τους πιο όμορφους δρόμους της Αθήνας, στην οδό Καλλιδρομίου, στον αριθμό 24, ένα ιδιαίτερο μαγαζί έχει ανοίξει εδώ και μόλις 16 μήνες, όμως έχει ήδη δώσει το στίγμα του στη γειτονιά. Ο Ν. Γερμανός σχεδιάζει και κατασκευάζει μοναδικά παπούτσια, με όλη την τέχνη που αποκόμισε από τη μαθητεία του σε Ιταλία, Τσεχία, την ενασχόλησή του με τη μόδα στο Λονδίνο και τις καλλιτεχνικές του βάσεις, ως απόφοιτος της Σχολής Καλών Τεχνών της Αθήνας. Κάθε ζευγάρι είναι ένα έργο τέχνης.
Του προτάθηκε, μάλιστα, από μια γκαλερί να εκθέσει τα παπούτσια του ως έργα τέχνης.
Από τις έξι το πρωί μέχρι το βράδυ, ο Ν. Γερμανός δημιουργεί. Και Κυριακές δουλεύει, με κατεβασμένα τα ρολά. Σχεδιάζει παπούτσια, τα κατασκευάζει, δέχεται κόσμο, ζεστός, με χιούμορ, ευγενικός. Τα παπούτσια είναι το πάθος του και δεν το κρύβει. «Έρχονται γυναίκες από το γυμναστήριο, φορούν μια γόβα και τους αλλάζει η διάθεση τελείως, κι εμένα το ίδιο», αναφέρει.
«Τώρα οι Ελληνίδες αλλάζουν, γίνονται πιο τολμηρές»
Το πόσο αγαπάει αυτό που κάνει, φαίνεται με το «καλημέρα». Δηλώνει λάτρης των γυναικών, καθότι, όπως λέει, «η γυναίκες έχουν περισσότερες ανάγκες και διαμορφώνουν, ανάλογα με τις ανάγκες τους το περιβάλλον γύρω τους, έχουν φοβερή δύναμη».
Όταν ξεκίνησε, ήταν πολύ επιφυλακτικός στο πόσο δεκτική θα είναι η Ελληνίδα σε αυτό που προσφέρει ο ίδιος. «Είδα στην πορεία, ότι είναι ανοιχτές, ό,τι πιο περίπλοκο κάνω, θα δέσει με το πόδι που του ταιριάζει. Για την ακρίβεια, τώρα οι Ελληνίδες αλλάζουν, γίνονται πιο τολμηρές. Μέχρι πρότινος ήταν πιο μαζεμένες, η σκέψη τους, ως επί το πλείστον, ήταν πιο τυποποιημένη, για παράδειγμα ήθελαν μόνο μαύρα παπούτσια, που πηγαίνουν με όλα. Επίσης, η Ελληνίδα έχει φορτωμένο μέσα της το DNA της μάνας της», εξηγεί στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο Ν. Γερμανός. «Πεθαίνω στα γέλια, όταν έρχονται μάνα και κόρη. “Πού θα πας με αυτό”, λέει η μητέρα και η κόρη επηρεάζεται». Μια νύφη επισκέφτηκε το μαγαζί του Νίκου για να φτιάξει τα παπούτσια για το γάμο της. «Θα έρθω στο επόμενο ραντεβού με τη μητέρα μου», λέει στο Νίκο και εκείνος της απαντά με σιγουριά «όχι, γιατί η μητέρα θα τα αλλάξει τελείως».
Η έμπνευση έρχεται με τη συναναστροφή
«Έχω ήδη ερεθίσματα, κυρίως στις γραμμές, στις φόρμες, από το Λονδίνο, τη μόδα, την τέχνη, τον κινηματογράφο, ο σπινθήρας, όμως, που θα τροφοδοτήσει το έργο, είναι η συναναστροφή, η εμπλοκή μου με τη γυναίκα που θα έρθει και θα μιλήσουμε για το τι παπούτσια θέλει», περιγράφει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ. Αντίστοιχα, θα εμπνευστεί από κάποια, που θα δει στο δρόμο, θα την παρατηρήσει, θα φανταστεί πώς θα την έντυνε.
Ο Ν. Γερμανός δεν ακολουθεί καθόλου τις τάσεις της μόδας, για παράδειγμα εφέτος θα φορεθούν τα μιουλ (mule) ή τα ντέρμπι (derby). «Είναι πώς θα μου ξημερώσει, τι θα με ιντριγκάρει να σχεδιάσω», λέει. Επίσης, και σε αυτό είναι κάθετος, δεν αντιγράφει σχέδιο άλλου. Έρχεται κόσμος στο μαγαζί με φωτογραφίες παπουτσιών και του ζητούν το ίδιο. Αρνείται πάντα. «Για ποιο λόγο θέλει κάποια έναν άντρα στο ομοίωμα του άντρα της», αναρωτιέται ο Ν. Γερμανός. Πέραν του ηθικού, πρακτικά δεν υπάρχουν τα ανάλογα υλικά, κάθε παπούτσι είναι μοναδικό, είτε εργοστασιακό, είτε χειροποίητο, εξηγεί.
Από τη Σπάρτη, μέσω Ευρώπης, στα Εξάρχεια
Για τα Εξάρχεια, τη γειτονιά που επέλεξε να ανοίξει το μαγαζί του και να μείνει, λέει ότι έκανε την καλύτερη επιλογή. «Από τη μια υπάρχει ησυχία, από την άλλη έχει μεγάλη ποικιλία κόσμου, ντόπιοι, ξένοι, νέοι, καλλιτέχνες, σκηνοθέτες, περαστικοί. Πολύ λίγα μέρη στην Αθήνα συνδυάζουν αυτό που έχουν τα Εξάρχεια», θα πει στο ΑΠΕ- ΜΠΕ.
Ο Ν. Γερμανός έψαξε και δούλεψε πολύ στη ζωή του. Γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Σπάρτη, ακολούθησε η Σχολή Καλών Τεχνών και σπουδές στη γραφιστική. Ήθελε, όμως, να κάνει κάτι «πιο λειτουργικό, κάτι πιο χρήσιμο, που να έχει αναφορές στην τέχνη». Γι’ αυτό πήγε στο Λονδίνο, ξεκινώντας από τον χώρο της μόδας, χωρίς να ξέρει ακριβώς σε τι ήθελε να επικεντρωθεί. Σπούδασε στο St. Martin’s και στο London College of Fashion, ενώ ταυτόχρονα δούλευε. Αργότερα, τον προσέλαβε ο σχεδιαστής Εμίλιο ντελα Μορένα, ο οποίος του «άνοιξε πόρτες», του έδωσε συστατικές επιστολές κλπ. Δούλεψε κοντά και σε άλλους μεγάλους σχεδιαστές, όμως ξεχωρίζει τον Ισπανό σχεδιαστή, στον οποίο «χρωστάει ευγνωμοσύνη», όπως τονίζει. Κάπου εκεί αφιερώθηκε στα παπούτσια και άρχισε να κυνηγάει ό,τι είχε σχέση με αυτά. Πήγε στη Μπολόνια της Ιταλίας και αργότερα στην Πράγα, όπου εκπαιδεύτηκε από τον Ράντεκ Ζαχαρίας, έναν από του πέντε καλύτερους σχεδιαστές κατά παραγγελία παπουτσιών στον κόσμο.
Οι Γερμανοί βρίσκουν συναρπαστικά τα παπούτσια του, γιατί στη χώρα τους δεν έχουν κάτι αντίστοιχο
Έπειτα από ούτε ενάμιση χρόνο, που έχει ξεκινήσει τη δική του δουλειά, ήδη έχει πολλές παραγγελίες, τόσο από την Ελλάδα, όσο και από το εξωτερικό. «Το κοινό είναι από όλες τις κοινωνικές τάξεις, από τη δικαστίνα, τη βουλευτίνα, μέχρι την κυρία της διπλανής πόρτας», αναφέρει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο Ν. Γερμανός. Περνούν αρκετοί τουρίστες, εντυπωσιάζονται και είτε αγοράζουν επί τόπου, είτε του παραγγέλνουν από απόσταση. Δεν είναι μόνο ότι για τα αντίστοιχα παπούτσια στις χώρες τους θα τα πλήρωναν πολύ ακριβότερα, ενθουσιάζονται από τα πρωτότυπα σχέδια. Σε μια Βερολινέζα ο Ν. Γερμανός κατασκεύασε το καλαπόδι της και της στέλνει τακτικά παπούτσια. Σχεδόν κάθε μήνα παραγγέλνει κι από ένα ζευγάρι, μέχρι τώρα έχει πάρει 13 ζευγάρια. Ειδικά οι Γερμανοί βρίσκουν συναρπαστικά τα παπούτσια του, γιατί στη χώρα τους δεν έχουν κάτι αντίστοιχο, εξηγεί ο Ν. Γερμανός, ασχολούνται πιο πολύ με αρβύλες, γαλότσες, στυλιστικά είναι πίσω.
Κάθε παπούτσι του παίρνει για να το κατασκευάσει από δύο έως τριάντα ώρες, εξαρτάται από το σχέδιο, πχ ένα απλό σανδάλι χρειάζεται δύο ώρες, για ένα ανδρικό παπούτσι τριάντα. Σε ένα εργοστάσιο ένα παπούτσι είναι έτοιμο σε τρία λεπτά. «Το πιο χρήσιμο εργαλείο είναι το σφυρί. Προκειμένου να είμαι ευέλικτος και εύστοχος έχω απλοποιήσει τη διαδικασία», αναφέρει. Δουλεύει ακούραστος στον πάγκο, ξύνει σόλες, περιμένει τα δέρματα να δέσουν, αλλά, όπως εκμυστηρεύεται «το πιο δύσκολο είναι να βγει σωστά τα πατρόν», λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ.
Φεύγοντας, διαβάζουμε στον τοίχο «don’t walk, dance!» (μην περπατάς, χόρεψε), και η αλήθεια είναι πως δελεάζεσαι να δοκιμάσεις ένα ζευγάρι και να ξεκινήσεις.
Πηγή: ΑΠΕ – ΜΠΕ