Φορτωμένο με μνήμες από την οθωμανική παρουσία στην πόλη, με το βαρύ όνομα του μακεδονομάχου Παύλου Μελά αλλά και με την αγωνία των μελλοθάνατων που εκτελούνταν κατά την περίοδο της γερμανικής κατοχής, στέκεται στη δυτική πλευρά της Θεσσαλονίκης, για πάνω από εκατό χρόνια, τώρα, το κέλυφος του εμβληματικότερου κτίσματος του πρώην στρατοπέδου Παύλου Μελά, του λεγόμενου Α2.
Το εσωτερικό του δεν κατάφερε να επιβιώσει στο πέρασμα του χρόνου, ωστόσο οι εξωτερικοί τοίχοι και το σκέπαστρό του, με τη βοήθεια πια ενός ξύλινου σκελετού στα χνάρια του αρχικού, θα κλείσουν μέσα τους το επόμενο χρονικό διάστημα το μουσείο Εθνικής Αντίστασης και επιτελικές υπηρεσίες του Δήμου Παύλου Μελά, μεταξύ των οποίων και το νέο δημαρχείο.
Λίγες ώρες πριν την αυτοψία της Υπουργού Πολιτισμού Λίνας Μενδώνη στο έργο, με αφορμή την έναρξη των εργασιών αποκατάστασης και επανάχρησης του κτηρίου στρατωνισμού Α2 εντός του πρώην στρατοπέδου Παύλου Μελά, ο συγγραφέας και εκπαιδευτικός Σπύρος Λαζαρίδης ξετυλίγει στο ΑΠΕ – ΜΠΕ την ιστορία του ιδιαίτερου αυτού κτιρίου που αναπτύσσεται παράλληλα με την οδό Λαγκαδά.
Για τον χώρο όπου κατασκευάστηκε (το κτήριο) μετά το 1891, ο κ. Λαζαρίδης επισημαίνει ότι ήταν ιδιοκτησία της Σαφιγιέ Χανούμ. Αγοράστηκε από τους Οθωμανούς ώστε να δημιουργηθεί ο χώρος που θα στέγαζε το πυροβολικό τους. «Το Α2 είναι τεκμηριωμένο πως είναι το πρώτο κτήριο στρατωνισμού που δημιουργήθηκε για το οθωμανικό πυροβολικό» σημειώνει. Ο ίδιος προσθέτει ότι το στρατόπεδο επεκτάθηκε μετά τη δεκαετία του ’30 και συμμετείχε “με την παρουσία ή την απουσία του”, όπως λέει, σε όλες τις στιγμές της ελληνικής ιστορίας και της πόλης, από την απελευθέρωσή της ακόμη και μέχρι τα γεγονότα του Μάη του ’36.
Σε ό,τι αφορά το κτήριο Α2, σημειώνει ότι σε απόσταση πεντακοσίων μέτρων από αυτό βρέθηκε το 1912 η 7η μεραρχία του ελληνικού στρατού που κατάφερε τότε να αναχαιτίσει τις βουλγαρικές δυνάμεις, καθυστερώντας τις να μπουν στη Θεσσαλονίκη ώστε να προλάβει να γίνει η τελετή της απελευθέρωσης. Το 1927 ο χώρος που λεγόταν ως τότε στρατόπεδο της Αγίας Παρασκευής, ή στρατόπεδο πυροβολικού, μετονομάζεται σε στρατόπεδο Παύλου Μελά. Τα γεγονότα, άλλωστε, που συνέβησαν εκεί κατά την περίοδο της Γερμανικής κατοχής (1941-1944) «σφραγίζουν» με τον χειρότερο τρόπο τις μνήμες του κτίσματος.
«Το κτήριο Α2 είχε άμεση οπτική επαφή με το χώρο των εκτελέσεων, ακριβώς απέναντι, σε ένα μικρό ύψωμα που λεγόταν Τούμπα του Ζέιτενλικ. Από τα παράθυρα του 1ου ορόφου οι κρατούμενοι έβλεπαν όσους άνοιγαν λάκκους για τα θύματα της επόμενης μέρας. Τότε δεν ήξεραν ποιο από τα γειτονικά κρεβάτια θα αδειάσει και ζούσαν τραγικές στιγμές την ώρα που άκουγαν τις ομοβροντίες» σημειώνει ο κ. Λαζαρίδης.
«Μια διαφορετική αίσθηση υπήρχε διάχυτη τις ημέρες που οι συγγενείς των κρατουμένων βρίσκονταν απέναντι από το κτήριο, δίνοντας λίγη ελπίδα σε όσους στέκονταν κρεμασμένοι στα παράθυρα, όταν τους απαγορευόταν το επισκεπτήριο» προσθέτει. Ο ίδιος, άλλωστε, χαρακτηρίζει ως καλή και αισιόδοξη περίοδο, τον έναν χρόνο παρουσίας στο Α2 του Οργανισμού Περιθάλψεως και Αποκαταστάσεως των Ηνωμένων Εθνών, γνωστού ως UNRRA, από την άνοιξη του 1945.
Ο συγγραφέας και εκπαιδευτικός «κλείνει» τη σύντομη περιγραφή της ιστορίας του κτηρίου, λέγοντας: «Σκοτεινές περίοδοι ήταν εκείνες που το Α2 λειτούργησε ως φυλακή, κατά τη διάρκεια της Γερμανικής κατοχής και μετά. Αργότερα το κτήριο άδειασε καθώς οι κρατούμενοι μεταφέρθηκαν σε χώρους εξορίας στα νησιά. Ακολούθησε μια ήρεμη περίοδος λειτουργίας του στρατοπέδου, η οποία έφτασε ως τη δεκαετία του ’80 που σταμάτησε να λειτουργεί. Εξαιρέσεις ήταν τότε το άνοιγμα του στρατοπέδου για το κοινό κατά τη γιορτή του Πάσχα όπου συγγενείς των στρατιωτών και κάτοικοι της Σταυρούπολης μαζεύονταν στον ίδιο χώρο για να γιορτάζουν μαζί…».
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ