Τριάντα χρόνια συμπληρώνονται σήμερα από τον θάνατο του Νίκου Γκάτσου, ο οποίος με μία μόνο ποιητική σύνθεση στο ενεργητικό του, την περίφημη και αξεπέραστη Αμοργό, που έγραψε μεσούσης της Κατοχής, θεωρείται ένας από τους κορυφαίους ποιητές μας.

Γεννήθηκε στα Χάνια Φραγκόβρυσης (Κάτω Ασέα) Αρκαδίας το 1911. Τελείωσε το Δημοτικό στο χωριό του και το Γυμνάσιο στην Τρίπολη, όπου μυήθηκε στη λογοτεχνία και έμαθε μόνος του ξένες γλώσσες. Στη συνέχεια μετακόμισε με την οικογένειά του στην Αθήνα, όπου σπούδασε φιλολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Στις αρχές της δεκαετίας του ’30 δημοσίευσε τα πρώτα του ποιήματα στα περιοδικά «Νέα Εστία» (1931) και «Ρυθμός» (1933). Γνώριζε ήδη αρκετά καλά Αγγλικά και Γαλλικά και είχε μελετήσει τον Παλαμά, τον Σολωμό, το δημοτικό τραγούδι, όπως και τις νεωτεριστικές τάσεις της ευρωπαϊκής ποίησης.

Το 1943 κυκλοφόρησε την ποιητική του σύνθεση «Αμοργός», που προκάλεσε έντονο ενδιαφέρον και του χάρισε περίοπτη θέση στο Πάνθεον των Ελλήνων ποιητών. Λέγεται ότι το μακρύ αυτό ποίημα γράφτηκε μέσα σε μια νύχτα με το σύστημα της «αυτόματης γραφής», που χρησιμοποιούν οι σουρεαλιστές δημιουργοί. «Μνημειώδες έργο του νεοελληνικού ποιητικού λόγου» χαρακτήρισε την «Αμοργό» ο στενός φίλος του Μάνος Χατζιδάκις, «επειδή περιέχει βαθύτατα την ελληνική παράδοση, δεν την εκμεταλλεύεται, ενώ συγχρόνως περιέχει όλη την ευρωπαϊκή θητεία του Μεσοπολέμου». Με την «Αμοργό» κλείνει και ολοκληρώνεται ο πρώτος κύκλος του ελληνικού υπερρεαλισμού, που είχε ανοίξει με τον Νικήτα Ράντο, τον πρώιμο Ελύτη, τον Εμπειρίκο και τον Εγγονόπουλο.

Η γνωριμία με τον Χατζιδάκι

Εκείνη τη χρονιά, ένας 17χρονος συναντήθηκε με τους υπόλοιπους ποιητές στο πατάρι του Λουμίδη. Ήταν ο Μάνος Χατζιδάκις, ο οποίος τους προσέγγισε λέγοντας τους ότι είναι στιχουργός. Δεν του έδωσαν ιδιαίτερη σημασία και τους είπε ότι ήταν και συνθέτης και είχε γράψει μουσική για τα ποιήματά τους. Για να τους αποδείξει ότι έλεγε αλήθεια του ζήτησαν να παίξει στο πιάνο τις συνθέσεις του. Από εκείνη την ημέρα, ο Γκάτσος και ο Χατζιδάκις έγιναν στενοί φίλοι και τα επόμενα χρόνια δημιούργησαν σπουδαία «ποιητικά» τραγούδια. «Χάρτινο το φεγγαράκι», «Μυθολογία», «Ματωμένος γάμος», «Επιστροφή» είναι μόνο μερικά από τα τραγούδια τους, τα οποία ερμηνεύτηκαν από τον Γρηγόρη Μπιθικώτση, τη Μαρία Φαραντούρη και τη Νάνα Μούσχουρη. Παράλληλα, ο Γκάτσος ασχολήθηκε με το θέατρο και ξεκίνησε να μεταφράζει στα ελληνικά, έργα του Λόρκα και του Τένεσι Ουίλιαμς. Δεν ασχολήθηκε ξανά με την ποίηση. Το τελευταίο ποίημα του δημοσιεύτηκε το 1963 και ήταν αφιερωμένο στον Σεφέρη, ο οποίος είχε τιμηθεί με το Νόμπελ Λογοτεχνίας….

Από τότε έως τον θάνατό του, ο Γκάτσος δημοσίευσε μόνο τρία ποιήματα: «Ελεγείο» (1946), «Ο Ιππότης και ο θάνατος» (1947) και το «Τραγούδι του παλιού καιρού» (1963). Τη λυρική του φλέβα ο Νίκος Γκάτσος τη διοχέτευσε στους στίχους τραγουδιών, καταργώντας συχνά τα όρια ποίησης και στιχουργίας. Το έργο του είναι εντυπωσιακό σε ποσότητα και ποιότητα. Ο Μίκης Θεοδωράκης, ο Μάνος Χατζιδάκις, ο Σταύρος Ξαρχάκος, ο Δήμος Μούτσης, ο Λουκιανός Κηλαηδόνης και άλλοι συνθέτες μελοποίησαν στίχους του, που τραγουδήθηκαν από δημοφιλείς καλλιτέχνες και έγιναν μεγάλες επιτυχίες («Αθανασία», «Της γης το χρυσάφι», «Ρεμπέτικο», «Αρχιπέλαγος», «Πήρες το μεγάλο δρόμο», «Πορνογραφία», «Λαϊκή Αγορά», «Η Μικρή Ραλλού», «Μια γλώσσα, μια πατρίδα», «Αν θυμηθείς τ’ όνειρό μου», «Η νύχτα», «Στον Σείριο υπάρχουνε παιδιά», «Αντικατοπτρισμοί», «Το κατά Μάρκον», «America, America», «Χάρτινο το Φεγγαράκι», «Πάει ο καιρός» κ.ά.).

Το μεταφραστικό του έργο

Σπουδαίο είναι και το μεταφραστικό του έργο, το οποίο δοκιμάστηκε επί σκηνής. Μετέφρασε για λογαριασμό του Εθνικού Θεάτρου, του Θεάτρου Τέχνης και του Λαϊκού Θεάτρου, Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα («Ματωμένος Γάμος», «Το Σπίτι της Μπερνάρντα Άλμπα»), Αύγουστο Στρίνμπεργκ («Ο Πατέρας»), Ευγένιο Ο’ Νηλ («Ταξίδι μακριάς ημέρας μέσα στη νύχτα»), Λόπε ντε Βέγκα («Φουέντε Οβεχούνα») και Τενεσί Ουίλιαμς («Λεωφορείο ο Πόθος»).

Μεταφράσεις

– Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα, Θέατρο και ποίηση, [συγκεντρωτική νέα έκδοση: Ματωμένος γάμος, Το σπίτι της Μπερνάρντα Άλμπα, Ο Περλιμπλίν και η Μπελίσα (θέατρο), και «Θρήνος για τον Ιγνάθιο Σάντσιεθ Μεχίας», «Παραλογή του μισοΰπνου» (ποίηση)], εκδ. «Πατάκης», Αθήνα 2000.
 -Αύγουστος Στρίντμπεργκ,  Ο Πατέρας, εκδ. «Πατάκης», Αθήνα 2001.
 -Λόπε Δε Βέγα,’Φουέντε Οβεχούνα  [διασκευή], εκδ. «Πατάκης», Αθήνα 2001.
 Άρτσιμπαλντ Μακ Λης,Ιώβ, εκδ. «Πατάκης», Αθήνα 2003.
 -Ευγένιος Ο’Νηλ, Ταξίδι μιας μεγάλης μέρας μέσα στη νύχτα , εκδ. «Πατάκης», Αθήνα 2004.
 -Ραμόν Δελ Βάλιε-Ινκλάν, Τα κέρατα του Δον Φριολέρα, εκδ. «Πατάκης», Αθήνα 2004.
 -Τενεσσή Ουίλλιαμς, Μονόπρακτα , [«Χαιρετισμούς απ’ τη Βέρθα»,  «Μίλα μου σαν τη βροχή κι άσε με ν’ ακούω…»,  «Η Λαίδη Φθειροσόλ»,  «Προς κατεδάφισιν»,  «Μην κλαις μωρό του Ρούνυ»,  «Είκοσι εφτά βαγόνια γεμάτα μπαμπάκι»], εκδ. «Πατάκης», Αθήνα 2005.

Ο Νίκος Γκάτσος πέθανε στην Αθήνα στις 12 Μαΐου 1992 και τάφηκε στη γενέτειρά του.

Εργογραφία

«Όλα τα τραγούδια» (εκδόσεις Πατάκη): Περιλαμβάνει το σύνολο των τραγουδιών του Νίκου Γκάτσου, γνωστά και ανέκδοτα.

«Αμοργός» (Εκδόσεις Πατάκη)