Γερμανικό δικαστήριο αποφάσισε σήμερα να θέσει στο αρχείο οριστικά τη δίκη των δραματικών γεγονότων της συναυλίας του Love Parade στο Ντούισμπουργκ, κατά την οποία 21 άνθρωποι είχαν χάσει τη ζωή τους το 2010, καθώς η κρίση που σχετίζεται με την πανδημία κι οι συνέπειές της καθυστέρησαν την έγκαιρη έκδοση μίας απόφασης.

Το δικαστήριο, στην ίδια πόλη της Δυτικής Γερμανίας όπου διαδραματίσθηκαν τα γεγονότα, διέκοψε στα μέσα Μαρτίου αυτήν την πολύκροτη δίκη, η οποία ξεκίνησε το 2017, καθώς ένας δικαστής μπήκε σε καραντίνα ως ύποπτο κρούσμα της Covid-19.

Εν συνεχεία στις αρχές Απριλίου προτάθηκε η ματαίωση της δίκης για τους τρεις τελευταίους κατηγορούμενους, διότι θεωρήθηκε αδύνατον να υπάρξει κάποια τελική απόφαση πριν από τις 27 Ιουλίου, ημερομηνία παραγραφής των γεγονότων.

Η εισαγγελική αρχή κι οι τρεις κατηγορούμενοι, υπάλληλοι των διοργανωτών του Love Parade, ύποπτοι για ανθρωποκτονία και τραυματισμούς από αμέλεια, είχαν συμφωνήσει σε αυτό, αντίθετα προς την ενάγουσα αρχή, της οποίας όμως η γνώμη δεν είναι δεσμευτική.

«Επί του παρόντος είναι αδύνατο να γνωρίζουμε πότε και πώς μπορούν να συνεχιστούν οι ακροάσεις», δήλωσε το δικαστήριο. Μια επίσημη απόφαση αναμένεται μέσα στις επόμενες ημέρες.

Είκοσι ένας άνθρωποι, ηλικίας 17 έως 38 ετών, πέθαναν από ασφυξία κοντά σε σήραγγα, η οποία αποτελούσε τη μόνη πρόσβαση στους χώρους ενός παλιού σταθμού, στον οποίο φιλοξενείτο το φεστιβάλ αυτό «τέκνο» μουσικής. Άλλοι 650 άνθρωποι τραυματίστηκαν επίσης στην ίδια κοσμοσυρροή.

Η τραγωδία, που διαδραματίστηκε στις 24 Ιουλίου 2010, τραυμάτισε βαθιά τη χώρα.

Περίπου 30 συνήγοροι υπερασπίσθηκαν τους κατηγορουμένους, αρχικά 10 τον αριθμό και μόνο τρεις από το 2019, και διακινδύνευαν ποινές φυλάκισης έως και πέντε ετών. Την ενάγουσα αρχή συγκροτούσαν περίπου σαράντα άτομα, εκπροσωπούμενα από 29 δικηγόρους.

Η δίκη σχεδόν από την αρχή κινδύνευσε να μην πραγματοποιηθεί. Το 2016, το δικαστήριο του Ντούισμπουργκ αρνήθηκε να τη διεξαγάγει, υποστηρίζοντας ότι οι κατηγορίες εναντίον των κατηγορουμένων ήσαν ανεπαρκείς.

Στη συνέχεια, οι δικαστές βρήκαν άλλο παρόμοιο έρεισμα στην αδυναμία των τεκμηρίων που εισέφερε η έρευνα ενός Βρετανού ειδικού κι η οποία αποτελούσε τον κύριο άξονα του κατηγορητηρίου, που υπεδείκνυε ως υπεύθυνους τους δέκα εναγόμενους. Ωστόσο, το Εφετείο του Ντίσελντορφ (δυτικά) ανέτρεψε αυτήν την απόφαση και επέτρεψε η δίκη να διεξαχθεί.

Πηγή: ΑΠΕ – ΜΠΕ