O Νίκος Γούναρης, ο τραγουδιστής με τη βελούδινη φωνή, έφυγε από τη ζωή σαν σήμερα στις 5 Μαΐου του 1965.
Γεννήθηκε στη Ζαγορά του Πηλίου (κατ’ άλλους στο Δημοτικό Βρεφοκομείο της Αθήνας) το 1915 και μεσουράνησε τη δεκαετία του 1950 στο ελληνικό πεντάγραμμο, είτε σόλο, είτε σε συνεργασία με το Τρίο Μπελκάντο. Υπηρέτησε με συνέπεια το λεγόμενο ελαφρό τραγούδι, αυτό που πολλοί Έλληνες αποκαλούν «Ευρωπαϊκό».
Η δεκαετία του ’50 χαρακτηρίστηκε από τη μεγάλη κόντρα του λαϊκού και ελαφρού τραγουδιού, το οποίο ταίριαζε απόλυτα με την προσπάθεια της Ελλάδας να γίνει επιτέλους Ευρώπη, μετά τον αδελφοκτόνο εμφύλιο πόλεμο. Ο Γούναρης ήταν ο κύριος εκφραστής αυτού του είδους. Χαρακτηριστικά είναι τα λόγια του Τσιτσάνη:
«Όσο υπάρχει Γούναρης δεν μπορεί το λαϊκό να σηκώσει κεφάλι». Το λαϊκό τραγούδι θα πάρει, βεβαίως, τη ρεβάνς πολύ σύντομα, τη δεκαετία του ’60 και θα κυριαρχήσει ολοκληρωτικά τα επόμενα χρόνια.
Ο Νίκος Γούναρης πρωτοεμφανίστηκε το 1936 και αναδείχθηκε στην Κατοχή, παράλληλα με τη συμμετοχή του στην Αντίσταση. Προσέφερε ανεκτίμητες υπηρεσίες στον αγώνα της απελευθέρωσης και για τις πράξεις του τιμήθηκε με το Αριστείο της Εθνικής Αντίστασης.
Μεγάλες επιτυχίες του υπήρξαν τα τραγούδια: «Αυτός ο άλλος», «Ένα βράδυ που ’βρεχε», «Σκαλί σκαλί θα κατεβώ» και «Άρχισαν τα όργανα».
Νίκος Γούναρης – Το τελευταίο αντίο
Έφυγε απ’ την ζωή, στα καλύτερά του, τον Μάη 1965, εξαιτίας ενός παλιού τραύματος που τον είχε αναγκάσει να φέρει ξύλινο πόδι, και εξελίχθηκε σε καρκίνο. Την ίδια μέρα ο άρχων της Columbia, Τάκης Λαμπρόπουλος, έδωσε εντολή, στη βιτρίνα του καταστήματος Αφοί Λαμπρόπουλοι στη Σταδίου, να αναρτηθεί το πορτρέτο του καλλιτέχνη ως φόρος τιμής στην προσφορά του στο ελληνικό τραγούδι. Μπροστά από το κάδρο του στην άδεια βιτρίνα με τις υποβλητικές κουρτίνες για φόντο στήθηκε λαϊκό προσκύνημα που αποθανάτισε ο φακός του μετρ της καλλιτεχνικής φωτογραφίας, Τάκη Πανανίδη. Όπως συμβαίνει ακόμη μερικές φορές στον Παράδεισο Αμαρουσίου εκεί που φιλοξενείται η προτομή του.
Ο μύθος του Νίκου Γούναρη και σήμερα παραμένει αλώβητος, αδιαμφισβήτητος νικητής, στην άνιση μάχη με τον πανδαμάτορα χρόνο.