«Αυτή είναι η τελευταία συναυλία της τελευταίας μου περιοδείας», ανακοίνωσε χθες βράδυ η «σημαιοφόρος» του τραγουδιού διαμαρτυρίας των χρόνων του ’60, Τζόαν Μπαέζ, μπροστά στους 1.750 τυχερούς θεατές που παρακολούθησαν την κύκνεια συναυλία της στο Τεάτρο Ρεάλ της Μαδρίτης.

Η ανακοίνωση αυτή δεν είχε το παραμικρό ίχνος δράματος και έγινε με απόλυτη φυσικότητα, λίγο προτού βγάλει τα σανδάλια της και περπατήσει με γυμνά πόδια στο πάλκο, την τελευταία σκηνή από τις περισσότερες  από 5.000 που έχει πατήσει στην 59χρονη σταδιοδρομία της. Όπως παρατηρούν οι γνώστες, το να αποδεχθείς την αυλαία δεν είναι το πιο γλυκό ποτήρι που κάποιος μπορεί να γευθεί, όμως η εσωτερικότητα και η πραγματική γνώση του εαυτού μας βοηθά να εγκολπωθούμε με πιο ελαφριά διάθεση το τέλος των κύκλων της ζωής.

Άλλωστε και το Τεάτρο Ρεάλ δεν είναι και ένα άσχημο μέρος για να πει κάποιος αντίο, με τη λεπτεπίλεπτη και κομψή διακόσμησή του, το μικρό μέγεθός του και την άψογη ακουστική του. Η ίδια η μορφή της Μπαέζ ταίριαζε στον χώρο: λεπτή και στυλάτη, λαμπερή παρά τα 78 καλοκαίρια της, με φωνή κρυστάλλινη και αταλάντευτη στον στίβο των κοινωνικών και πολιτικών διεκδικήσεων και στρατευμένη στους δίκαιους σκοπούς όπως πάντα. Η απόφαση της Μπαέζ δεν οφείλεται σε κάποιους εξωτερικούς λόγους, ούτε κανείς μπορεί να της προσάψει ότι πλέον πρέπει να φύγει γιατί είναι παρωχημένη. Απλώς φεύγει, και η απόφαση όπως υπαινίχθηκε και το εναρκτήριο τραγούδι (δημιουργία του μεγάλου φίλου και παλαιού συντρόφου της Μπομπ Ντύλαν) «Don’t think twice, it’s allright (Μην το σκεφθείς δύο φορές, είναι εντάξει), είναι αμετάκλητη. Από το ρεπερτόριο του Ντύλαν, του οποίου ήταν η μούσα στο ξεκίνημα της καριέρας του, λίγο αργότερα θα ακολουθήσουν άλλα δύο τραγούδια, το It Ain’t Me Babe, και το συναρπαστικό Forever Young.

Σε αυτόν τον κατάλογο θα μπορούσε να προστεθεί και το σχεδόν παντοτινά παρόν στις συναυλίες της Diamonds & Rust, σαν επιτομή στον κατάλογο από τις κυμαινόμενες σχέσεις μεταξύ της Μπαέζ και του μεγάλου βάρδου, αλλά και μία καλή ευκαιρία να συγκρίνει κανείς τη δική της ερμηνεία με τη φωνή της Γκρέις Στάμπεργκ, μίας από τις πάμπολλες τραγουδίστριες που παίρνουν τη σκυτάλη της μεγάλης ερμηνεύτριας.

Στα τελευταία 87 λεπτά της επί σκηνής, η Νεοϋορκέζα τραγουδίστρια θέλησε να αποτίσει φόρο τιμής σε ορισμένους από τους άνδρες που καθόρισαν όχι τη μουσική κληρονομιά της, αλλά και την οπτική της στα πράγματα του κόσμου. Σε αυτούς περιλαμβάνονται ο Λέοναρντ Κόεν (Suzanne), ο Ντόνοβαν (Catch the Wind), ο Κρις Κριστόφερσον (Me and Bobby McGee) , ο Τζον Λένον (Imagine), ή ο Πολ Σάιμον (The Boxer), αλλά και λιγότερο γνωστοί όπως ο Ερλ Ρόμπινσον, του οποίου το Joe Hill έγινε επιτυχία στο στόμα των μαχητών της ταξιαρχίας εθελοντών «Άβραάμ Λίνκολν» στη διάρκεια του Ισπανικού Εμφυλίου.

 Αυτό το τραγούδι, όπως αποκάλυψε η ίδια, είναι το αγαπημένο της: «το τραγούδησα στο Γούντστοκ. Το τραγούδησα σε όλα τα μέρη του κόσμου, με αριστερές κυβερνήσεις, ή με δεξιές, και το τραγουδάω και στο μπάνιο μου», τόνισε. Ένα δείγμα πως όλα τα κομμάτια που επιλέγει η Μπαέζ να ερμηνεύσει αναπέμπουν ένα στέρεο μήνυμα–όπως το Deportees του Γούντι Γκάθρι, που κάποιος θα μπορούσε κάλλιστα να συσχετίσει με την πολιτική των απελάσεων του Ντόναλντ Τραμπ, ή άλλων. «Δεν είναι καιρός για να οικοδομούμε τείχη, αλλά για να ταΐσουμε τον πεινώντα, και να ντύσουμε τον γυμνό», πρόσθεσε εμφατικά.

 Μεγαλόψυχα, η Μπαέζ τραγούδησε σε άψογα γαλικιανά το Adios Rios, Adios Fontes του Αμάνθιο Πράδα, σε στίχους της μεγάλης γαλιέγας ποιήτριας Ροσαλία ντε Κάστρο. Συγκινητική επίσης ήταν η στιγμή της ερμηνείας του The Boxer, που κατέληξε σε μία προσωπική παρακαταθήκη: «εγώ φεύγω, όμως ο αγώνας παραμένει», χωρίς όμως ψευτοσυναισθηματισμούς. Σε αυτήν την αξιοπρεπή της στάση θα πρέπει να συνυπολογισθεί πως ούτε μία στιγμή δεν θέλησε να κάνει αναφορά στο γεγονός ότι ο γιος της Γκάμπριελ Χάρις, που έπαιζε κρουστά, περιλαμβανόταν στο τρίο που τη συνόδευε επί σκηνής. Άλλη στιγμή που ξεσήκωσε, το κλασικό κομμάτι, που η ίδια θεοποίησε από σκηνής: Gracias a la Vida, της Βιολέτα Πάρα, σαν ακροτελεύτιο κομμάτι πριν από τα ‘ανκόρ’.

Ακολούθησαν το No nos moveran, το Donna, donna, το Dink’s Song, προτού αποχαιρετίσει τους θεατές στα ισπανικά, με ένα ηχηρό Adios, mis amigos, adios (Αντίο φίλοι μου, αντίο). Από τη στιγμή εκείνη, στους μεγάλους αποφασιστικούς αγώνες, που τόσο χρειάζονται τα σύμβολα, δεν θα πρέπει να βασιζόμαστε στα «θούρια» και τη φωνή της Τζοάν Μπαέζ.

Πηγή: ΑΠΕ – ΜΠΕ, EFE, El Pais, El Publico