«Η όπερα αναφέρεται στον πόλεμο των Ελλήνων και κυρίως στους Έλληνες του Μεσολογγίου. Αυτό είναι ένα στοιχείο που της επιφυλάσσει ενθουσιώδη επιτυχία»!
Είναι Απρίλης του 1826 στο Παρίσι. Ό,τι έχει παρουσιαστεί το μελόδραμα του σπουδαίου Ιταλού συνθέτη Τζοακίνο Αντόνιο Ροσίνι (το πρώτο και τελευταίο στη Γαλλική) «Η πολιορκία της Κορίνθου» και ο Γάλλος κριτικός Λακρετέιγ δημοσιεύει την άποψη του. Πρόκειται για τη μεγαλύτερη σε μέγεθος και επιτυχία εκδήλωση φιλίας προς τη Ελλάδα. Η εφημερίδα «Moniteur Universel» σημειώνει: «Είδαμε στην Κόρινθο το Μεσολόγγι. Με την πολιορκία της Κορίνθου ο Ροσίνι και οι Έλληνες πολιόρκησαν και κατέλαβαν το Παρίσι».
Ένα ασυγκράτητο φιλελληνικό πνεύμα έχει ξεχυθεί κι έχει διαποτίσει Ευρώπη και Αμερική. Παρότι καταδικασμένη ως «πράξη εγκληματική και παράνομη» από τα ανακτοβούλια της Ιεράς Συμμαχίας, η Ελληνική Επανάσταση έχει ήδη συνεπάρει τους προοδευτικούς κύκλους των δύο ηπείρων, δημιουργώντας το κίνημα με την πρωτόγνωρη δυναμική, που αποκαλείται Φιλελληνισμός. Γερμανοί, Άγγλοι, Γάλλοι και όχι μόνον, σπεύδουν να πολεμήσουν στο πλευρό των επαναστατημένων Ελλήνων. Οι υπόλοιποι, οι πολλοί, παρασύρονται από τη θυελλώδη επιθυμία για ελευθερία, που έχει εμφυσήσει η ελληνικός ξεσηκωμός, μιλούν γι αυτόν, δημιουργούν γι αυτόν. Ζωγράφοι ζωγραφίζουν, ποιητές σκαρώνουν έμμετρα αριστουργήματα και συνθέτες εμπνέονται μουσικές, που ξεσηκώνουν τα πλήθη. Δημόσια θεάματα και έρανοι οργανώνονται για τη συγκέντρωση των πόρων, που θα δυναμώσουν τους Έλληνες επαναστατημένους. Όλα για την Ελλάδα, που μοιράζει ελπίδα στα άλλα συντεθλιμμένα ευρωπαϊκά έθνη. Οι Γερμανοί λόγιοι, με προεξάρχοντα τον Γκαίτε, προβάλλουν το ένδοξο αρχαιοελληνικό πνεύμα. Θεωρούν καθήκον τους να στηρίξουν τους νεοέλληνες, τους «απογόνους τού πιο διάσημου έθνους» λένε.
Τη νύχτα της 10ης Απριλίου του 1826, η έξοδος του Μεσολογγίου, δείγμα ενός ψυχωμένου λαού, που δεν διστάζει να ριχτεί στον θάνατο για να μη πέσει στα χέρια του οθωμανικού ζυγού, γίνεται μνημείο θέλησης και ανδρείας. Τέσσερις χιλιάδες νεκροί ποτίζουν με το αίμα τους τη μεγάλη ιδέα της λευτεριάς και μετατρέπονται σε έμπνευση, που θα παρασύρει την υπόλοιπη Ευρώπη σε έναν ξέφρενο χορό ανεξαρτησίας. Οι Μεσολογγίτες σκορπούν ρίγη συγκίνησης και μπαίνουν μπροστάρηδες σε έναν αγώνα, που δεν μπορεί να έχει άλλη κατάληξη από τη λευτεριά.
Αυτή την εποχή, ο Ροσίνι βρίσκεται στο Παρίσι, όπου χτυπάει η καρδιά του φιλελληνικού κινήματος, με αιχμή την ισχυρή Societe de la Morale Chretiene (Εταιρεία Χριστιανικής Ηθικής). Ο συνθέτης έχει καταξιωθεί ήδη με κάμποσες όπερες -έργα που αποπνέουν πάθος για τη ζωή- και κυρίως με τον Κουρέα της Σεβίλλης και παρότι χαρακτηρισμένος «πατέρας της κωμικής όπερας», δεν μένει ασάλευτος στις δάφνες του. Δεν πολυνοιάζεται για την πολιτική. Γράφει μουσική και ζει τη ζωή του, έτσι όπως επιβάλλει ο χαρακτήρας του. Είναι καλοφαγάς και λάτρης γενικώς του ωραίου… Αλλά η Έξοδος του Μεσολογγίου ταξιδεύει από στόμα σε στόμα με ταχύτητα φωτός και μια τέτοια μαζική θυσία δεν είναι δυνατόν να τον αφήσει ασυγκίνητο. Όλοι μιλούν για το παράδειγμα ενός γενναίου λαού, ο Ντελακρουά ζωγραφίζει με ελληνική (όπως συνηθίζει) φορεσιά μία νεαρή Γαλλίδα και δίνει ένα ακόμη θαυμάσιο έργο του, την «Ελλάδα στα ερείπια του Μεσολογγίου», ο Γκαίτε τελεί σε συγγραφικό παραλήρημα περί την Ελλάδα, ο Σατωβριάνδος ορκίζεται στο όνομα των Ελλήνων… Ο Ροσίνι περιδινείται σε έναν ορμητικό ποταμό συγκίνησης. Είναι, βλέπεις, και ο λόρδος Βύρων που έχει αφήσει την τελευταία του πνοή στο Μεσολόγγι και ο συνθέτης είναι θαυμαστής του. Τότε (Απρίλιος 1824), μάλιστα, εκείνη η απώλεια είχε βρει τον Ροσίνι σε περιοδεία της πρώτης συζύγου του, της σοπράνο Ισαβέλας Κολμπράν, στο Λονδίνο, όπου εμπνεόμενος από το εγγλέζικο βαρύ κλίμα πένθους συνέθεσε το έργο «Θρήνος των Μουσών για τον θάνατο του λόρδου Βύρωνα», κρατώντας τον πρώτο ρόλο για τον εαυτό του!
Όλοι γύρω του, λοιπόν, προσφέρουν στον αγώνα των Ελλήνων, που έχει αποκτήσει κοσμικό χαρακτήρα. Πλησιάζει η στιγμή να προσφέρει και ο ίδιος.
ΤΟ ΔΡΑΜΑ ΤΩΝ ΣΚΛΑΒΩΜΕΝΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΕΠΙ ΣΚΗΝΗΣ
Το να κλείνει μια όπερα με τον θάνατο του κεντρικού ήρωα είναι συνήθης κατάληξη. Αλλά το να πέφτει η αυλαία με τον αφανισμό ενός ολόκληρου λαού είναι έμπνευση μοναδική. Πολλώ δε μάλλον όταν απηχεί την πραγματικότητα, περιγράφοντας την επιλογή αυτού του λαού να πεθάνει από το να υποδουλωθεί στον αιώνιο εχθρό. Έτσι είναι η τρέχουσα πραγματικότητα, έτσι την αντιλαμβάνεται ο Ροσίνι κι έτσι την παρουσιάζει στο έργο του «Η πολιορκία της Κορίνθου», που κάνει πρεμιέρα στην Όπερα του Παρισιού στις 8 Οκτωβρίου του 1826, επτά μήνες μετά την πτώση του Μεσολογγίου. Η υπόθεση είναι ευθεία αναφορά στην έξοδο του Μεσολογγίου, στη θυσία ενός λαού, ο οποίος παλεύει λυσσαλέα να σώσει, εν προκειμένω, την πατρίδα Κόρινθο από το μουσουλμανικό φέσι και που στο τέλος επιλέγει τον θάνατο από την υποταγή. Είναι σαν ένας δεύτερος Ζάλογγος, που εξελίσσεται επί σκηνής είκοσι χρόνια μετά τον πρώτο, αποτυπώνοντας ταυτόχρονα το δράμα των Μεσολογγιτών. Ο συνθέτης εγκαινιάζει μία πρωτοποριακή αισθητική φρίκης, την οποία το κοινό «ευλογεί» και με το παραπάνω… Περιγράφοντας το φινάλε, ο κριτικός Εσκουντιέ σημειώνει: «Όλη η αίθουσα που ήταν σαν απολιθωμένη κατά τη διάρκεια της τελικής σκηνής σηκώθηκε ξαφνικά σαν ένας άνθρωπος, και στις τελευταίες νότες, φώναζε από ενθουσιασμό με μια φωνή απέραντου θαυμασμού..».
Στην πραγματικότητα, ο Ροσίνι έχει διασκευάσει τον «Μωάμεθ Β΄», που συνέθεσε το 1820, πριν την έκρηξη της ελληνικής επανάστασης, με το λιμπρέτο να περιστρέφεται γύρω από την πολιορκία της Χαλκίδας από τους Τούρκους και την ηρωίδα να αυτοκτονεί για να μην πέσει στα χέρια τους. Το θέμα αφορά πάλι την αντρεία των Ελλήνων, αλλά την εποχή που παρουσιάζεται στην Ιταλία, ατυχεί, καθώς έχει προηγηθεί μία αντίστοιχη όπερα του Βίντερ, που κρατά ακόμη νωπό τον ενθουσιασμό των θεατών. Η όπερα του Ροσίνι βυθίζεται, αλλά εκείνος δεν την ξεχνά. Αυτή τη φορά, μεταφέρει τη δράση στην Κόρινθο, τη «βαφτίζει» «Η πολιορκία της Κορίνθου» (La Siege de Corinthe), αλλάζει ελαφρώς το λιμπρέτο και τα ονόματα των ηρώων του και την παρουσιάζει στα Γαλλικά στο Παρίσι.
Στην πρεμιέρα, στις 8 Οκτωβρίου του 1826, στο Salle le Peletier του Παρισιού, το κλείσιμο της αυλαίας επιφυλάσσει μια ομαδική αυτοκτονία των ηρώων. «Όλοι πέθαναν για να μας προστατέψουν. Ένας θεός μας βλέπει από ψηλά. Για να γλυτώσουμε από τα δεσμά της σκλαβιάς, η Κόρινθος πεθαίνει στις φλόγες» τραγουδούν οι Έλληνες καθώς η μουσική κορυφώνεται, ενώ ο Μωάμεθ από την πλευρά του, ως άλλος Νέρων, επιχαίρει: «Σκληρή τρέλα, τυφλό μίσος, νύχτα γεμάτη καταστροφή…». Ο λαός της Κορίνθου αφήνεται στη φλεγόμενη πόλη για να μην ατιμασθεί στα χέρια του αιώνιου εχθρού του και η αίθουσα σηκώνεται στο πόδι. Ο Ροσίνι τα καταφέρνει. Οι θεατές παραληρούν. Συνεπαρμένοι από την αυτοθυσία των Ελλήνων οι Γάλλοι ανταποκρίνονται με διπλή θέρμη στην Πολιορκία της Κορίνθου, καθώς το ελληνικό πάθος ξυπνά και τον δικό τους πόθο για αποτίναξη της εξουσίας των Βουρβόνων από πάνω τους. «Τίποτα δεν έλειπε από τον θρίαμβο του Ροσίνι. Όχι μόνον το κάθε κομμάτι χειροκροτήθηκε επανειλημμένως, αλλά και μετά την παράσταση όλοι ζητούσαν τον συνθέτη. Για περισσότερο από μισή ώρα τον φώναζαν στη σκηνή, μέχρι που έγινε γνωστό ότι έφυγε από το θέατρο. Και τότε οι θεατές τον ακολούθησαν στο σπίτι του!» θα δημοσιεύσει την επομένη η παριζιάνικη La Quotidienne.
Η διαδρομή της όπερας διεθνώς έχει ρίζες στην αρχαιοελληνική γραμματεία και ο Ροσίνι δεν είναι η πρώτη φορά που γράφει εμπνεόμενος από τους Έλληνες. Άλλωστε, έχει αποφοιτήσει από το περίφημο Μουσικό Λύκειο της Μπολόνια, όπου η μελέτη των λιμπρέτων του ελληνολάτρη ποιητή Μεταστάζιο (εξελληνισμένο ψευδώνυμο του Πιέτρο Αντόνιο Ντομένικο Τραπάσι) είναι περίπου υποχρεωτική για τους σπουδαστές. Το πρώτο του έργο στα μόλις 16 του (1808) είναι μία καντάτα με ελληνικό θέμα και τίτλο «Ο θρήνος της Αρμονίας για τον θάνατο του Ορφέα», ενώ σ΄ εκείνον ανήκει και η θαυμάσια μουσική επένδυση (1816) της τραγωδίας του Σοφοκλή «Οιδίπους επί Κολονώ». Αυτή τη φορά, όμως, ο Ροσίνι αγγίζει την κορυφή. Τονώνοντας τον ενθουσιασμό της επανάστασης, τον πόθο των Ελλήνων για απελευθέρωση από τον οθωμανικό ζυγό, όπου κάθε Ευρωπαίος καθρεφτίζει το δικό του πόθο, τις δικές του επιθυμίες για ελευθερία και ανεξαρτησία, ο Ροσίνι μετατρέπεται σε λαϊκό ήρωα. Στις τελευταίες μάλιστα σελίδες του προγράμματος της Πολιορκίας, σ΄ εκείνες τις αφιερωμένες παραστάσεις αναγράφεται μία ελληνική ωδή, με στίχους που καταλήγουν: «σηκωθείτε, οπλιστείτε, εκδικηθείτε, περήφανοι Έλληνες».
Ο βασιλιάς Κάρολος ανακοινώνει στον Ροσίνι ότι προτίθεται να τον τιμήσει με το μετάλλιο της Λεγεώνας της Τιμής. Ο Ροσίνι αρνείται τη διάκριση, λέγοντας πως δεν είναι πρέπον για ένα έργο που έχει γραφτεί στο παρελθόν και έχει διασκευαστεί. Παρά ταύτα, κοντά δύο δεκαετίες μετά, αποδέχεται τη διάκριση που του προσφέρει ο βασιλιάς της Ελλάδας, Όθων. Χρονικογράφοι της εποχής, μαρτυρούν ότι στις 15 Μαρτίου του 1843 του απονέμει το παράσημο του Τάγματος του Σωτήρος για την προσφορά του στον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα, καθώς έξι μήνες μετά την πρεμιέρα της, ο Ροσίνι αποφασίζει να ανεβάσει την Πολιορκία υπέρ των επαναστατημένων Ελλήνων. Ανακοινώνει ότι τα έσοδα της βραδιάς θα διατεθούν για την ενίσχυση του αγώνα τους. Στις 28 Απριλίου του 1826 οι θεατές ξέρουν ότι θα ενισχύσουν την ελληνική επανάσταση και είναι τέτοια η ανταπόκρισή τους που ο Ροσίνι αποφασίζει να επαναλάβει τη βραδιά στις 9 Μαΐου. Στη βιογραφία του συνθέτη, που υπογράφει ο ιστορικός μουσικής Herbert Weinstock, αναφέρεται ότι το εισιτήριο κόστιζε 20 φράγκα, αλλά πουλήθηκε έως και 150! Συγκεντρώθηκαν και διατέθηκαν 30.000 φράγκα (σημερινά περισσότερα από 100.000 ευρώ).
Την ίδια χρονιά «Η πολιορκία της Κορίνθου» ανεβαίνει στις Βρυξέλες, στη Βουδαπέστη και αλλού κι έναν χρόνο μετά, μεταφράζεται στα Ιταλικά. Μουσική και άριες παρουσιάζονται σε συναυλία στη Βαρκελώνη. Ολοκληρωμένο το μελόδραμα του Ροσίνι στα Ιταλικά, υπό τον τίτλο «L’Assedio di Corinto», παρουσιάζεται για πρώτη φορά στην Πάρμα στα τέλη Ιανουαρίου (26) του 1828 κι έπειτα, τον Ιούνιο (7) του ίδιου έτους, στη Γένοβα. Τις παρουσιάσεις επιμελείται ο λαμπρός μουσικός Γκαετάνο Ντονιτσέτι, συμπατριώτης και φίλος του Ροσίνι, που τα επόμενα χρόνια θα διαγράψει εξίσου εντυπωσιακή πορεία συνθέτοντας, μεταξύ άλλων, τις θαυμάσιες όπερες «Λουτσία ντι Λάμερμουρ» και «Το ελιξίριο του έρωτα». Μάλιστα, για την παράσταση της Γένοβας ο Ντονιτσέτι γράφει και μία άρια που θα σηκώσει ακόμα πιο ψηλά το έργο του Ροσίνι, το οποίο αργότερα θα ανέβει και σε διάφορες σκηνές του κόσμου, μεταξύ αυτών σ΄ εκείνες της Αγίας Πετρούπολης, της Βιέννης και της Νέας Υόρκης, σημειώνοντας παντού την ίδια τεράστια επιτυχία. Το ελληνικό δράμα ταξιδεύει ανά τις ηπείρους.
Στην Ελλάδα θα φτάσει πολλά χρόνια μετά. Ο τουρκικός ζυγός θα έχει πια αποτιναχθεί και δύο παγκόσμιοι πόλεμοι θα έχουν σκιάσει την ανθρωπότητα, χώρια οι εμφύλιοι, οι δικτατορίες… Αλλά η «Πολιορκία της Κορίνθου» θα είναι πάντα ένα επίκαιρο έργο, επειδή η λευτεριά, που κομίζει ως μήνυμα, θα είναι πάντα η αιώνια πανανθρώπινη αξία. Η πανελλήνια πρώτη του θα δοθεί τον Ιανουάριο του 1993 στη σκηνή της Λυρικής και θα ακολουθήσει μία ακόμη τον Ιούνιο του 2002 στον φυσικό χώρο του λιμπρέτου. Στην αρχαία Κόρινθο. Με την όπερα αυτή, σ΄ εκείνη την παρθενική γαλλική εκδοχή της, θα ζωντανέψει (ύστερα από μακρά περίοδο ύπνωσης, λόγω Covid), πέρσι στις 9 και 10 Οκτωβρίου η σκηνή της Λυρικής, σε μια πανηγυρική συμμετοχή στον εορτασμό των 200 χρόνων από την Ελληνική Επανάσταση.
Πηγή: ΑΠΕ – ΜΠΕ