Ο μεγάλος ηθοποιός του ελληνικού θεάτρου και κινηματογράφου Μίμης Φωτόπουλος έφυγε ξαφνικά από τη ζωή, σαν σήμερα στις 29 Οκτωβρίου του 1986 από ανακοπή καρδιάς. Η Φίνος Φιλμ με μια ανάρτηση και ένα βίντεο στο instagram τιμά τον «σοφό μάγκα» του ελληνικού σινεμά.
Ο Μίμης Φωτόπουλος είχε πει κάποτε «δεν παίζω θέατρο για να αρέσω αλλά για να εκτονώνομαι εγώ». Πόσο πιο πλούσιο θα ήταν το ελληνικό θέατρο και ο κινηματογράφος αν σκεφτόντουσαν όλοι σαν τον Μίμη. Ο σοφός μας μάγκας έφυγε από τη ζωή σαν σήμερα το 1986 και τον θυμόμαστε μέσα από υπέροχες στιγμές του στη Φίνος Φιλμ
Λίγα λόγια για τον Μίμη Φωτόπουλο
Ο αγαπημένος ηθοποιός γεννήθηκε στις 20 Απριλίου του 1913 στη Ζάτουνα της Γορτυνίας. Τα παιδικά του χρόνια ήταν δύσκολα, καθώς έμεινε νωρίς ορφανός από πατέρα. Ξεκίνησε να σπουδάζει στη Φιλοσοφική Σχολή Αθηνών, αλλά την παράτησε στο δεύτερο έτος. Η καλλιτεχνική του φύση τον οδήγησε στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου (τότε Βασιλικού Θεάτρου).
Πρεμιέρα στη θεατρική του καριέρα έκανε στο 1932, σε ηλικία 19 ετών, στην παράσταση «Λοκαντιέρα», με τον θίασο Κουνελάκη. Δύο χρόνια αργότερα αναχώρησε για την πρώτη του περιοδεία, με το θίασο «Δράματος, κωμωδίας, κωμειδυλλίου και επιθεωρήσεως» του Θεμιστοκλή Νέζερ. Λίγο πριν από τον πόλεμο του ’40 έκανε ένα σύντομο πέρασμα απ’ τον χώρο του βαριετέ και το θέατρο της Κατερίνας, συμμετέχοντας σε πολεμικές επιθεωρήσεις και μουσικές ηθογραφίες.
Στη διάρκεια της κατοχής πήρε μέρος στην Εθνική Αντίσταση, στις τάξεις του ΕΑΜ. Συμμετείχε στα Δεκεμβριανά, συνελήφθη από τις βρετανικές μονάδες και εκτοπίστηκε στο στρατόπεδο της Ελ Ντάμπα, από όπου επέστρεψε τον Μάρτη του 1945.
Στη διάρκεια της κατοχής
«Κι έρχεται ο χειμώνας του ’41. Εγώ πια αισθάνομαι ανάλαφρος και αεράτος σαν πούπουλο. Είναι από την πείνα. Κοντεύω να γίνω οδοντογλυφίδα. Μια μέρα τα μαζεύω και πάω στο Κιάτο απ’ όπου φέρνω δυο τσουβάλια σταφίδα για τους δικούς μου. Με τη σταφίδα καλμάρω λιγάκι, σκέφτομαι ψύχραιμα και φεύγω –Φλεβάρης του ’42- μ’ ένα μπουλούκι για το Ναύπλιο.
Και ως συνήθως τα βρίσκουμε άλλη μια φορά σκούρα. Μας σώζουν τρεις παραστάσεις που δώσαμε για τους Ιταλούς στρατιώτες. Εμείς παίζαμε κάτι παμπάλαια νούμερα κι αυτοί δεν καταλαβαίνανε τίποτα. Είχαμε όμως και μια ντιζέζ, τη Ρενή Χανούμ, που τραγούδαγε ιταλικά τραγούδια με συνοδεία ορχήστρας αποτελουμένης από ένα ακορντεόν! Μας πληρώνανε σε είδος. Φασόλια, ρύζι, μακαρόνια, τυρί και πανιότες. Πανδαισία…»
Δεκεμβριανά και εξορία
Μέλος στον θίασο των Ενωμένων Καλλιτεχνών, της ομάδας ηθοποιών που προέτασσαν μέσα από τα έργα τους τις ιδέες της Αριστεράς, ήδη από το 1944, συμμετείχε σε παραστάσεις που γίνονταν σε υπόγεια θέατρα.
Επειδή είχε σπουδάσει στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου και παρακολουθήσει μαθήματα στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών (μέχρι το δεύτερο έτος, το 1933), ο Φωτόπουλος είχε αναλάβει περισσότερο «διαφωτιστικό» ρόλο. Μιλούσε για έναν δίκαιο κόσμο και ενέπνεε.
Ο Φωτόπουλος εντάσσεται στις τάξεις του ΕΑΜ και συμμετέχει στα Δεκεμβριανά. Συλλαμβάνεται από τους Βρετανούς παραμονή Πρωτοχρονιάς του 1945. Τον προδίδει ένας συνάδελφος του.
«Ξαφνικά, ένα βάναυσο χέρι μου χτύπησε τον ώμο. Γυρίζω και βλέπω έναν ταξιθέτη. Ήτανε το πασίγνωστο τομάρι του θεάτρου, ο Αποστόλης. Σε λίγο, να ‘μαι στα βάθη ενός κρατητηρίου. Βρισκόμουν βέβαια σε ένα αστυνομικό τμήμα, που στεγαζόταν σε κάποια πολυκατοικία κοντά στην οδό Αμερικής. Στην αρχή ήμουν ο μόνος ένοικος. Μα μέσα σε δύο ώρες, αυτό το μπουντρούμι είχε γεμίσει με τόσο κόσμο, που δεν είχαμε αέρα να αναπνεύσουμε»… έγραψε αργότερα στο «Ποτάμι της ζωής μου».
Κατά τη διάρκεια της λαμπρής καριέρας του, ο Μίμης Φωτόπουλος συνεργάστηκε με πολλούς θιάσους και γνωστούς συναδέλφους του. Σημαντικότερες συμμετοχές του ήταν στο «Βυσσινόκηπο» του Τσέχοφ με τον πρωτοεμφανιζόμενο θίασο του Κάρολου Κουν, στις «Αγριόπαπιες» του Ίψεν στο Θέατρο Τέχνης, στο «Όνειρο καλοκαιρινής νύκτας» του Σαίξπηρ στο θέατρο του Βασιλικού Κήπου. Το 1952 δημιούργησε τον δικό του θίασο, με τον οποίο περιόδευσε στην Κύπρο, στην Τουρκία, στην Αίγυπτο, στη Γερμανία, ακόμα και στην Αμερική.
Το 1947 παντρεύεται τη Μαργαρίτα Τσάλα, με την οποία αποκτά δύο κόρες -η γυναίκα του θα εξοριστεί στη Γυάρο την περίοδο της Χούντας.
Από το 1960 ασχολήθηκε με επιτυχία και με τη σκηνοθεσία. Για τελευταία φορά εμφανίστηκε στο θέατρο το 1984, μαζί με τον Λάκη Λαζόπουλο, στην επιθεώρηση «Μια στο Καστρί και μια στο πέταλο». Ξεχώρισε για το εντελώς προσωπικό λαϊκό ύφος και τους έξυπνους και πάντα εύστοχους αυτοσχεδιασμούς του.
Όπως όλοι οι μεγάλοι ηθοποιοί της γενιάς του, ο Μίμης Φωτόπουλος έκανε λαμπρή καριέρα και στον ελληνικό κινηματογράφο. Πρώτη του ταινία ήταν η «Μαντάμ Σουσού» το 1948. Συνολικά έλαβε μέρος σε 101 ταινίες, σε δύο από τις οποίες είχε γράψει και το σενάριο: «Προπαντός ψυχραιμία» (1951) και «Μια νταντά και τέζα όλοι» (1971).
Η ερμηνεία του στην ταινία «Το Σωφεράκι» στον ρόλο του αγνού, καλόκαρδου μάγκα ταξιτζή εργένη, θα αφήσει εποχή και θα τον καθιερώσει ως τον πιο ταλαντούχο… μάγκα των Ελλήνων ηθοποιών.
Στην ταινία «Λατέρνα, φτώχεια και φιλότιμο» (1957) δίνει ρεσιτάλ ερμηνείας μαζί με τον παρτενέρ του, Βασίλη Αυλωνίτη, και παραμένουν διαχρονικά οι δύο λατρεμένοι λατερνατζήδες του ελληνικού κοινού.
Μεγάλος επιτυχίες θεωρούνται οι ταινίες «Ο γρουσούζης» (1952), «Η Ωραία των Αθηνών» (1954), «Κάλπικη λίρα» (1955), «Ο Πατούχας» (1972) κ.ά. Εκτός από τη μεγάλη οθόνη, εμφανίστηκε και στη μικρή, στην τηλεοπτική σειρά «Ο θείος μας ο Μίμης», που προβλήθηκε από την ΕΡΤ2 το 1984.
Εκτός από σπουδαίος ηθοποιός, ο Μίμης Φωτόπουλος ήταν και λογοτέχνης.
Έγραψε τέσσερις ποιητικές συλλογές [ «Μπουλούκια» (1940), «Ημιτόνια» (1960), «Σκληρά τριολέτα» (1961) και «Ο θάνατος των ημερών» (1976) ], τρία αυτοβιογραφικά [ «25 χρόνια θέατρο» (1958), «Το ποτάμι της ζωής μου» και «Ελ Ντάμπα – Όμηρος των Εγγλέζων» (1965) ] και δύο θεατρικά έργα [ «Ένα κορίτσι στο παράθυρο» (1966) και «Πελοπίδας ο καλός πολίτης» (1976) ].
Την περίοδο της Δικτατορίας ασχολήθηκε, επίσης, με τη ζωγραφική. Είχε μείνει μόνος με τις δύο κόρες του, αφού η γυναίκα του, Μαργαρίτα Τσάλα, είχε εξοριστεί στη Γυάρο. Τότε ήταν που άρχισε με γραμματόσημα να φτιάχνει πίνακες, χρησιμοποιώντας την τεχνική του κολλάζ. Συνολικά έκανε δέκα εκθέσεις των έργων του και πούλησε πάνω από εκατό πίνακες.
Ο Μίμης Φωτόπουλος υπήρξε πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου του κινητού θεάτρου «Άρμα Θέσπιδος», μέλος του διοικητικού συμβουλίου του Σωματείου Ελλήνων Ηθοποιών και μέλος της Πανελλήνιας Ένωσης Ελευθέρου Θεάτρου, ενώ παρασημοφορήθηκε με τον Χρυσό Σταυρό του Γεωργίου Α’ και τον Σταυρό του Αποστόλου Μάρκου από το Πατριαρχείο Αλεξάνδρειας.