Η Εφορεία Αρχαιοτήτων Κυκλάδων σε συνεργασία με τον Δήμο Κέας και υπό την αιγίδα της Περιφέρειας Νοτίου Αιγαίου διοργανώνουν, την Παρασκευή 15 και το Σάββατο 16 Σεπτεμβρίου, διήμερο εκδηλώσεων απόδοσης του αρχαιολογικού χώρου της αρχαίας Καρθαίας Κέας στο κοινό, με αφορμή τη βράβευση του έργου Συντήρησης και Ανάδειξής του με το σημαντικό βραβείο της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την Πολιτιστική Κληρονομιά – Βραβείο Europa Nostra 2017.

Μέσα σ’ αυτό το τοπίο ανυπέρβλητης ομορφιάς που παραμένει ακατοίκητο και αυθεντικό από την αρχαιότητα στη νοτιοανατολική ακτή του νησιού, θα ηχήσει την Παρασκευή 15 Σεπτεμβρίου για πρώτη φορά μετά από αιώνες το θέατρο της αρχαίας πόλης. Ένα μικρό κομψοτέχνημα σε απόσταση περίπου 80 μ. από τη θάλασσα, μέσα σε φυσική κοιλότητα του λόφου, στην άκρη του οποίου απλώνεται η ακρόπολη της αρχαίας πόλης.

Χωρίς μικροφωνικές εγκαταστάσεις, χωρίς γεννήτριες, χωρίς ρεύμα, με το φως της ημέρας όπως συνέβαινε στην αρχαιότητα, θα διαβαστεί η ακροτελεύτια Ραψωδία «Ω» της Ιλιάδας σε μετάφραση του αείμνηστου Δημήτρη Μαρωνίτη. Από την ηθοποιό Μαρία Σκουλά και τον συνθέτη Κορνήλιο Σελαμσή και με τη συνοδεία τεσσάρων μουσικών με κλασικά και παραδοσιακά όργανα σε πρωτότυπες συνθέσεις του Βαγγέλη Τούντα, εμπνευσμένες από τη μουσική παράδοση της Κέας. Στο διήμερο θα γίνει ξενάγηση από το επιστημονικό προσωπικό της Εφορείας Αρχαιοτήτων Κυκλάδων, στον αρχαιολογικό χώρο της Καρθαίας.

Η κ. Σημαντώνη αναφέρεται στο ιστορικό του έργου ανάδειξης του αρχαιολογικού χώρου και διατήρησης του φυσικού περιβάλλοντος. «Από την δεκαετία του 80 και για δεκαπέντε χρόνια, η διεπιστημονική ομάδα του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών και του τμήματος Αρχαιολογίας και Ιστορίας του Πανεπιστημίου Αθηνών, υπό την Λίνα Μενδώνη εργάστηκαν στην Καρθαία Κέας και επανέφεραν την Καρθαία στο αρχαιολογικό προσκήνιο, ερευνώντας παράλληλα όλη τη χώρα γύρω από το άστυ. Διότι από την δεκαετία του 60 και τις εργασίες της Ελληνικής Αρχαιολογικής Υπηρεσίας όταν έφορος αρχαιοτήτων Κυκλάδων ήταν ο Ν. Ζαφειρόπουλος και επιμελητής ο Χρ. Ντούμας, έως την δεκαετία 80 που ανέλαβε η διεπιστημονική ομάδα, η Καρθαία είχε ουσιαστικά ξεχαστεί». Την περίοδο 2002-2008 πραγματοποιήθηκε στην Καρθαία από την Επιστημονική Επιτροπή με επικεφαλής την Εύα Σημαντώνη- Μπουρνιά ένα μεγάλο έργο, με χρηματοδότηση από το Γ΄ Κ.Π.Σ., που είχε ως αποτέλεσμα την αναστήλωση και ανάδειξη των πιο επιβλητικών δημόσιων οικοδομημάτων της αρχαίας πόλης. Από το 2011- 2016 υλοποιήθηκε το δεύτερο μεγάλο έργο από την ίδια Επιτροπή, με χρηματοδότηση Ε.Σ.Π.Α

Τα μνημεία

Η Καρθαία υπήρξε μία από τις τέσσερις αρχαίες πόλεις- κράτη που αναπτύχθηκαν στην Κέα και έφτασε σε περίοδο ακμής τον 6ο και 5ο πΧ αιώνα. Ήταν μέλος της Β’ Αθηναϊκής συμμαχίας και η οικονομία της στηριζόταν στην εξαγωγή μίλτου (ορυκτό που χρησιμοποιούνταν κυρίως στη ναυπηγική) στην Αθήνα.

Στα λείψανα της αρχαίας Καρθαίας αναστηλώθηκαν πέντε οικοδομήματα: δύο αρχαϊκοί ναοί – ο ένας της «Αθηνάς» (περί το 500πΧ) και ένας του Απόλλωνα Πυθίου (530πΧ), το κτήριο που συμβατικά ονομάζεται D και του οποίου όπως εξηγεί η κ. Σημαντώνη «η χρήση δεν είναι απόλυτα βεβαιωμένη, ουσιαστικά πρόκειται για μία επανακατασκευή ενός παλαιότερου κτηρίου που ήταν κλασικό».Το Πρόπυλο του 5ου πΧ αιώνα και το θέατρο που «χρονολογείται με ακρίβεια στα μέσα του 4ου πΧ, ύστερο κλασικό δηλαδή, χωρητικότητας 800 θέσεων. Στην εποχή μας χωρά 350 θέσεις πλάτους 45 εκ., διαθέτει 4 κερκίδες, κυκλική ορχήστρα και δεν έχει προεδρείο. Καταστράφηκαν από την πάροδο του χρόνου και κυρίως από την λιθαρπαγή – τότε που οι ντόπιοι έκλεβαν πέτρες για να φτιάξουν τις κατοικίες, τα μαντριά τους κλπ» λέει η ίδια. Όσο για τη σκηνή του θεάτρου « έχει σε μεγάλο βαθμό καταστραφεί από ρωμαϊκά λουτρά του 3.μ.Χ τα οποία σώζονται σε εξαιρετικά καλή κατάσταση διότι τα έχουμε θάψει» λέει η κ. Σημαντώνη και επαναλαμβάνει τη γνωστή ρηση των αρχαιολόγων «ο καλύτερος τρόπος για να συντηρήσεις τα αρχαία είναι να τα ξανασκεπάσεις». Πάντως στη συγκεκριμένη περίπτωση « τα λουτρά χρειάζονται περαιτέρω έρευνα και αναστήλωση, αξίζουν τον κόπο» επισημαίνει.

Λιτή και «σεμνή» παρέμβαση

Οι αναστηλώσεις έχουν γίνει, με τρόπο που δεν χρήζουν ιδιαίτερης προστασίας.«Τις φροντίσαμε σα να ήταν, περίπου, στο σπίτι μας. Είναι γερές κατασκευές, θα κρατήσουν μία δεκαετία, τουλάχιστον. Φυσικά μετά χαλάνε όπως συμβαίνει με όλα τα υλικά» λέει η κ. Σημαντώνη.

Πιστεύει ότι οι αρχαιολόγοι «αυτοπεριορίστηκαν» γιατί δεν θέλησαν από άποψη, να υπερβούν τα εσκαμμένα. «Είχαμε τις γνώσεις και τις δυνατότητες να κάνουμε πολύ παραπάνω. Το θεωρητικό μας πλαίσιο, όμως, είναι ότι η παρέμβαση πρέπει να γίνει έως ότου γίνει κατανοητό το μνημείο. Να το αφήσεις όπως το παρέλαβες , αναδεδειγμένο, στερεωμένο, να μπορεί να το καταλάβει ο θεατής, ο επισκέπτης που δεν έχει ειδικές γνώσεις, να του δώσεις την τρίτη διάσταση στον βαθμό που επιτρέπουν τα λείψανα, αλλά να μην αρχίσεις να φτιάχνεις επάνω εποικοδόμημα και το μετατρέψεις σε… Disneyland».

Πηγή: (ΑΠΕ – ΜΠΕ)