Χείλη σφιγμένα, λυμένα μάτια… Λέξεις δεν βγαίνουν, τρέχουν τα δάκρυα…

 

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Γράφει ο Γιώργος Μιχάλακας

 

9/9/2019: Η Θλίψη έχει λήγοντα το «9».

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

 

Λαυρέντη, σήμερα έφυγες· έφυγες αλλά θα μάς μείνεις.

Και θα μάς μείνεις,

διότι ρίζωσες στην ψυχή μας με το ταλέντο σου, με τη μορφή σου,

με τα τραγούδια σου.

 

Από το πρωΐ, όλη τη μέρα κάνω συνειρμούς που σε αφορούν·

είχα αποκοιμηθεί τα ξημερώματα έχοντας ανοιχτή την τηλεόραση

και μέσα στον ύπνο μου άκουσα την είδηση τού θανάτου σου·

ξύπνησα βίαια, σιχτιρίζοντας την Απώλεια.

Και μετά, με συνεπήρε η Θλίψη,

καθώς, χωρίς να το ξέρεις, έχεις αφήσει το στίγμα σου στη ζωή μου.

 

Σκέφτηκα και προβληματίστηκα

αν έχω το δικαίωμα να αναφερθώ στις ιστορίες τής ζωής μου

που με συνδέουν -με έμμεσο, αλλά συνάμα τόσο άμεσο τρόπο- μαζί σου·

σκέφτηκα αν σήμερα που είναι «η δική σου μέρα»,

θα ήταν απρέπεια να με βάλω στο «κάδρο» τής δημοσιότητας.

 

Αυτό το «η δική σου μέρα» μού φάνηκε στην αρχή πολύ κυνικό.

Κι όμως,

εκεί ακριβώς ήταν που συνειδητοποίησα -εξ’ αιτίας σου-

ότι δύο είναι οι απόλυτες «δικές μας μέρες»·

αυτές που αποτελούν τον χρονικό προσδιορισμό τού βίου μας:

Η ημέρα τής γέννησής μας και η ημέρα τού θανάτου μας.

 

Η Γέννηση, η Χαρά. Ο Θάνατος, η Λύπη.

Η Ζωή είναι Χαρμολύπη!

 

Λαυρέντη, ο Θάνατος είναι η Λεωφόρος των Αναμνήσεων.

 

Θυμάμαι τη δεκαετία τού ’90,

ήμουν ερωτευμένος με μία πολύ ωραία και απρόσιτη γειτόνισσά μου,

στην οποία άφηνα για καιρό μικρά ραβασάκια στο αυτοκίνητό της·

όταν βρήκε τη δύναμη η δειλία μου να κάνει το βήμα παραπάνω,

ανεκάλυψα τη σημειολογία που έψαχνα, σε ένα από τα υπέροχα τραγούδια σου.

 

Η Μελίνα (αυτό είναι τ’ όνομά της) έμενε ακριβώς απέναντι μου·

αν τα σπίτια μας όριζαν τα τμήματα μιας πυξίδας,

το δικό μου ήταν στον Βορρά και το δικό της στο Νότο.

Ε, λοιπόν,

μια μέρα έγραψα τη φωνή μου σε ένα παλιακό δημοσιογραφικό κασετοφωνάκι,

όπου τής εξηγούσα πώς η γεωγραφία των σπιτιών μας

με οδηγούσε να τής αφιερώσω το θεσπέσιο τραγούδι «Νότος»

και τής άφησα έξω από την πόρτα της

την κασέτα με τη «μικρού μήκους» ραδιοφωνική εκπομπή

που είχα κάνει μόνο για εκείνη.

 

Και μπορεί η Μελίνα να έχει χαθεί πλέον στην Αχλύ τού Χρόνου,

αλλά, Λαυρέντη,

η μουσική σου, οι στίχοι τού Ισαάκ Σούση

και το τραγούδισμά σου μαζί με τον επίσης υπεραγαπημένο μου, τον Μπάμπη Στόκα,

παραμένουν ανεξίτηλα μέσα μου!!!!!!!!!!!!!

 

Πολλά χρόνια μετά,

ήρθε και δεύτερο τραγούδι σου, Λαυρέντη, να αποκτήσει σημειολογική αξία στη ζωή μου.

 

Κάνοντας ραδιόφωνο στον «Σέντρα FM» από το 2008,

αισθάνθηκα να κόβεται ο ομφάλιος λώρος μου με την Πληρότητα

όταν στις 21 Αυγούστου 2009 προέβην στον «αέρα»

σε δριμύτατο σχόλιο για την ομάδα μας, την «Πανάθα» μας,

και ο σταθμός είχε αναγκαστεί

να με απομακρύνει προσωρινά απ’ το δυναμικό του,

μέχρι να εκόπαζαν οι έντονες αντιδράσεις των συνοπαδών μας.

 

Όταν στις αρχές τού 2010 επανήλθα,

είχα συνοδεύσει την επιστροφή μου

με μία αφιέρωση προς τον ίδιον μου τον εαυτό.

Μού είχα αφιερώσει και είχα μοιραστεί με τον κόσμο το «Φλασάκι».

 

Και είχα δακρύσει, Λαυρέντη,

όπως δακρύζω και τώρα που έβαλα να το ακούσω,

και να ξανακούσω αυτόν τον στίχο

που με κάνει να αισθάνομαι «σκουπίδι» και «Θεός»:

«Μελαγχόλησες…

Νοιώθεις πεταμένος,

μέσ’ στην πόλη σου σαν ξένος,

βρε παιδί μου, αμάν.

Στην καρδιά βάλε πατίνια και δυο ρουλεμάν…»!

 

Τα δάκρυα που και τώρα τρέχουν με αναρχικό τρόπο από τα μάτια,

τα οφείλω, Λαυρέντη,

εξ’ ημισείας σε εσένα και στον επίσης αείμνηστο φίλο σου,

τον υπέροχο Σάκη Μπουλά που έγραψε τούς στίχους

και έκανε την πρώτη εκτέλεση.

 

«Σκέψου την ώρα, τη στιγμή, που τη ρεβάνς θα πάρεις…»,

«Λάβε θέση για να πάρεις πάλι την Πρωτιά…»·

είναι συγκλονιστικό πώς σε ένα τόσο τρυφερό τραγούδι

έχουν χωρέσει αρμονικά τόσο επαναστατικά λόγια!!!!!!!!!!!!!

 

Μάς συνέδεε και ο Παναθηναϊκός, Λαυρέντη.

Όχι, δεν είναι διαιρετική η αναφορά μου·

απλώς χαίρομαι που η «Πανάθα» ήταν -και θα είναι στο… Άχρονο Διηνεκές-

η Κοινή Μας Αγάπη.

Μία από τις κοινές και τόσο ξεχωριστές μεγάλες μας αγάπες,

η οποία δίνει ακόμη πιο βαθιά διάσταση στη φράση

«Ο Θάνατος είναι η Λεωφόρος των Αναμνήσεων».

Ε, εμείς οι Παναθηναϊκοί έχουμε τη συναισθηματική πολυτέλεια,

να ιδιοποιούμαστε την έννοια «Λεωφόρος»!!!!!!!!!!!!!

 

Λαυρέντη, διέθετες μία αξιοθαύμαστη, εξαιρετική αστικότητα·

μία αστικότητα απαράδοτη, επαναστατική.

Πάντα αισθανόμουν -βλέποντας το μεταιχμιακό βλέμμα σου- 

ότι ήσουν αξιαγάπητος συνδυασμός Τρέλας και Λογικής.

Για εμένα ήσουν μία μορφή που συνεβόλιζε μέσα μου τα «Εξάρχεια»

κι ας ήσουν παιδί τής Επαρχίας.

 

Ήσουν, Λαυρέντη, τα Εξάρχεια τής Ροκιάς, τού Πάθους,

τα Εξάρχεια που η Ύψιστη Επανάσταση είναι το Ωραίο Μυαλό

και οι Ιδέες είναι η πιο επικίνδυνη «μολότοφ» για το Σύστημα.

 

ΥστερόΓιωργο..:

Λαυρέντη, δεν σού απευθύνω ένα μεταφυσικό «Ευχαριστώ»,

διότι θα είναι λίγο μπροστά στην αξία σου.

 

Ο Καλλιτέχνης εμπνέεται και εμπνέει.

Εσύ, Λαυρέντη, ήσουν Αυθεντικός Καλλιτέχνης.

 

Λαυρέντη, δεν έφυγες πλήρης ημερών, αλλά έφυγες πλήρης τραγουδιών.

Τα Τραγούδια είναι οι αόρατες κλωστές που ενώνουν τούς ανθρώπους·

ιδίως τούς ανθρώπους που χώρισαν δίχως να το θέλουν πραγματικά.

 

Λαυρέντη, ο Θάνατος μοιάζει σε περιπτώσεις σαν τη δική σου,

ως μίζερη προδιαγραφή,

αλλά ευτυχώς που μένουν τα τραγούδια σου

για να απαθανατίζουν την Ασέλγεια στη Νομοτέλεια.

 

Τώρα πια το λυρικό έπος «Πόσο Σε Θέλω»,

η παγκοσμίου βεληνεκούς κοινωνική ηθογραφία «Διδυμότειχο Blues»,

ο «Μικρός Τιτανικός», η «Σκόνη», το «Ρίξε κόκκινο στη νύχτα»,

τα «Μάτια δίχως λογική», το «Πεθαίνω για ’σένα», το «Και τι ζητάω», 

το «Φλασάκι», ο «Νότος» και τόσα άλλα,

αποκτούν ακόμα μεγαλύτερη εγγύτητα στην ψυχή μας. 

… 

 

Ανέκαθεν σε απεκαλούσα «Ο Μέγας Λαυρέντιος».

Από σήμερα έφυγες από αυτήν τη ζωή,

αλλά συνεχίζεις να ζεις μέσα από τις ζωές που επηρέασες.

Και ποιος ξέρει·

μία «Μελίνα» που χάθηκε στην Αχλύ τού Χρόνου,

μπορεί να έβαλε μετά από τόσα χρόνια εκείνην την κασέτα

και να εδάκρυσε ακούγοντας τον «Νότο».

 

Λαυρέντη, στο Καλό!

 

Γιώργος Μιχάλακας

Αλήτης -αλλά όχι ρουφιάνος- Δημοσιογράφος

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης