Il Futuro
Μεταφρασμένος Τίτλος: Το Μέλλον

Ένα αισθησιακό ερωτικό θρίλερ με ιταλική σφραγίδα, που προκάλεσε το θαυμασμό στα Φεστιβάλ του Σάντανς και του Ρότερνταμ όπου προβλήθηκε, με τους κριτικούς να μιλούν για μια μοντέρνα αναβίωση του κλασικού χολιγουντιανού νουάρ. Μια υπερρεαλιστική ματιά για την κρίση στην Ιταλία, βασισμένη στο μυθιστόρημα «Una Novelita Lumpen» του διάσημου Χιλιανού συγγραφέα Ρομπέρτο Μπολάνιο.

Η Μπιάνκα και ο Τομάς, δύο αδέλφια στην εφηβεία, χάνουν τους γονείς τους σε ένα τραγικό αυτοκινητιστικό δυστύχημα και μένουν μόνα στη Ρώμη, αναγκασμένα να αντιμετωπίσουν τη ζωή με όποιον τρόπο μπορούν, χωρίς να έχουν κανέναν στον οποίο να μπορούν να στραφούν για βοήθεια. Μια μέρα, ο Τομάς φέρνει σπίτι δύο φίλους του από το γυμναστήριο, οι οποίοι καταλήγουν να μετακομίσουν στο υπνοδωμάτιο των γονιών τους.

Όταν κάποια στιγμή τα χρήματα αρχίζουν να τελειώνουν, οι δύο νέοι τους συγκάτοικοι συλλαμβάνουν ένα σχέδιο για να αλλάξουν την τύχη τους: να ληστέψουν έναν παλαίμαχο, τυφλό ηθοποιό και πρώην Μίστερ Υφήλιο με το όνομα Μασίστας, ο οποίος συνήθιζε να υποδύεται τον Ηρακλή σε b-movies του ’60. Ο Μασίστας φυλά όλη του την περιουσία σε ένα χρηματοκιβώτιο στο σπίτι του, καθώς δεν εμπιστεύεται τις τράπεζες. Και ο μόνος τρόπος για να τον προσεγγίσουν είναι να κερδίσουν την εμπιστοσύνη του, χρησιμοποιώντας την Μπιάνκα ως δόλωμα. Τα αδέλφια θα δεχτούν, περνώντας απότομα από την παιδικότητα στην απαγορευμένη ενηλικίωση. Καθώς όμως η Μπιάνκα περνά όλο και περισσότερο χρόνο με τον αινιγματικό αυτό ερημίτη στη σκοτεινή και λαβυρινθώδη έπαυλή του, η κατάσταση γίνεται ολοένα και πιο περίπλοκη.

Στην τρίτη μεγάλου μήκους ταινία της, η ταλαντούχα Χιλιανή σκηνοθέτιδα Αλίσια Σέρσον μεταφέρει στο σινεμά το γοητευτικό μυθιστόρημα του Ρομπέρτο Μπολάνιο, «Una Novelita Lumpen» (στην πρώτη κινηματογραφική διασκευή που έγινε ποτέ πάνω σε έργο του συγγραφέα), ως μια σκοτεινή ιστορία για το βίαιο πέρασμα στην ενηλικίωση, τα ανομολόγητα συναισθήματα που μάταια αναζητούν καταφύγιο, και τις αόρατες γραμμές που ενώνουν το ένδοξο παρελθόν, το δύσκολο παρόν και το αβέβαιο μέλλον.

Ταυτόχρονα, σε ένα άκρως σινεφιλικό κλείσιμο του ματιού, προσφέρει τον ρόλο του μυστηριώδους Μασίστα στον cult ηθοποιό Ρούτγκερ Χάουερ, πρωταγωνιστή του κλασικού «Blade Runner», ο οποίος παραδίδει εδώ μια από τις καλύτερες ερμηνείες της καριέρας του.

Regression
Μεταφρασμένος Τίτλος: Σκοτεινή Ανάμνηση

Μινεσότα, 1990. Ο ντετέκτιβ Μπρους Κένερ ερευνά την υπόθεση της νεαρής Άντζελα, που κατηγορεί τον πατέρα της Τζον Γκρέι, για ένα αποτρόπαιο έγκλημα. Όταν ο Τζον ομολογεί στο έγκλημα για το οποίο δεν έχει καμία ανάμνηση, επιστρατεύεται ένας ψυχολόγος για να τον βοηθήσει να ανακτήσει τις καταπιεσμένες του αναμνήσεις. Ένα τρομερό μυστήριο αποκαλύπτεται σιγά σιγά.

ΜΙΑ ΝΕΑ ΟΠΤΙΚΗ ΣΤΑ ΘΡΙΛΕΡ

Ο Αλεχάντρο Αμενάμπαρ επιστρέφει στη μεγάλη οθόνη με το είδος που τον καθιέρωσε το 1996. «Ο όρος «οπισθοδρόμηση» (Regression ο πρωτότυπος τίτλος της ταινίας), σημαίνει μεταξύ άλλων το να γυρίζεις πίσω» λέει ο Αμενάμπαρ. «Για μένα αυτή η ταινία είναι μια επιστροφή στο μυστήριο που σηματοδότησε την αρχή της καριέρας μου. Ψάχνω πάντα για τις δυνάμεις που κινούν, τι μου δίνει κίνητρο κι ενέργεια για να δειρευνώ κάτι τελείως διαφορετικό».

«Κάποια από τα πράγματα που συμβαίνουν στη Σκοτεινή Ανάμνηση θα μπορούσαν να ανήκουν στο είδος του horror» εξηγεί ο Αμενάμπαρ, «ωστόσο το θεωρούμε ψυχολογικό θρίλερ με τόνους εγκληματικότητας. Είναι επηρεασμένο κυρίως από θρίλερ της δεκαετίας του ’70: Ο Εξορκιστής, Το μωρό της Ρόζμαρι, που έχουν ένα στοιχείο περιορισμού που ήθελα να επαναφέρω. Ήθελα αυτό to μετρημένο βραδυκίνητο ρυθμό. Περισσότερο απ’όλα ήθελα να αντιμετωπίσω την ιστορία με σοβαρότητα».

«Όταν ο Αλεχάντρο μου πρότεινε αυτή την ταινία», λέει ο Ντανιέλ Αράγιο, Διευθυντής Φωτογραφίας, «μου είπε ότι έπρεπε η ιστορία να είναι αληθοφανής κάθε στιγμή. Ότι ήθελε ο θεατής να αισθάνεται μια σύνδεση με τους χαρακτήρες και την αξιοπιστία της ιστορίας που παρακολουθεί. Έπρεπε να μείνουμε μακρυά από τα τεχνάσματα που χρησιμοποιούνται σήμερα για να δημιουργηθεί αγωνία, και να αφήσουμε την ιστορία να μας καθοδηγήσει».

Youth
Μεταφρασμένος Τίτλος: Νιότη

Νιάτα και γεράματα. Ομορφιά και ασχήμια. Ευφυΐα και ανοησία. Δημιουργία και απραξία. Ο Πάολο Σορεντίνο, στην δεύτερη αγγλόφωνη ταινία του και μετά την τεράστια, βραβευμένη με Όσκαρ επιτυχία της «Τέλειας Ομορφιάς», συνθέτει μία ταινία-ύμνο σε όλες τις αντιθέσεις που χρωματίζουν την ζωή, γεμάτη χιούμορ, σοφία και εικαστική έμπνευση.

Ο Φρεντ και ο Μικ, δύο φίλοι που πλησιάζουν τα ογδόντα, είναι σε διακοπές σε ένα όμορφο και πολυτελές ξενοδοχείο στους πρόποδες των Άλπεων. Ο Φρεντ, διάσημος συνθέτης και μαέστρος, είναι πια συνταξιούχος και δεν έχει καμία πρόθεση να επιστρέψει στην σκηνή, παρά τις πιέσεις της βασίλισσας Ελισάβετ, η οποία τον παρακαλεί να διευθύνει μια τελευταία φορά το γνωστότερο έργο του. Ο σκηνοθέτης Μικ, από την άλλη, δουλεύει ακόμη και οραματίζεται τη νέα του ταινία, την οποία και ονειρεύεται ως το αποκορύφωμα της καριέρας του.

Οι δύο παλιοί φίλοι ξέρουν ότι ο χρόνος τους είναι μετρημένος και αποφασίζουν να αντιμετωπίσουν το μέλλον μαζί. Κοιτούν με περιέργεια και τρυφερότητα τις μπερδεμένες ζωές των παιδιών τους, τα κραυγαλέα νιάτα των σεναριογράφων που δουλεύουν με τον Μικ, και τις αξιοπερίεργες στιγμές των διαφόρων ενοίκων του ξενοδοχείου. Αντίθετα με εκείνους, κανείς δεν μοιάζει να ανησυχεί για τον χρόνο που περνά.

La Loi du Marche
Μεταφρασμένος Τίτλος: Ο Νόμος της Αγοράς

Ο Τιερί είναι ένας απολυμένος εργάτης που προσπαθεί να επιβιώσει αυτός και η οικογένειά του στη σύγχρονη Γαλλία της υποβαθμισμένης εργατικής τάξης και των σκληρών εργοδοτικών πρακτικών. Αγωνίζεται να μην το βάζει κάτω και να αντιστέκεται, όμως αυτό που αντιμετωπίζει στην ελεύθερη αγορά, είτε συμμετέχοντας σε σεμινάρια επιμόρφωσης είτε προσπαθώντας να ανοίξει νέους δρόμους εργασίας, είναι το αδυσώπητο πρόσωπο ενός καπιταλιστικού συστήματος που εκμηδενίζει συνεχώς τον εργαζόμενο.

Ο «Νόμος της Αγοράς» απέσπασε στο φετινό Φεστιβάλ Καννών το Βραβείο Ανδρικής Ερμηνείας για τον Βινσέν Λιντόν και την Ειδική Μνεία της Οικουμενικής Επιτροπής. Πραγματοποίησε την πανελλήνια πρεμιέρα του στο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Αθήνας – Νύχτες Πρεμιέρας.

Black Mass
Μεταφρασμένος Τίτλος: Ανίερη Συμμαχία

Στη Νότια Βοστόνη της δεκαετίας του ’70, ο πράκτορας του FBI, Τζον Κόνολι (Έντζερτον) πείθει τον Ιρλανδό μαφιόζο Τζέιμς “Γουάιτι” Μπάλτζερ (Ντεπ) να συνεργαστεί με το FBI ενάντια σε ένα κοινό στόχο: την ιταλική μαφία. Η δραματική αυτή ταινία διηγείται την αληθινή ιστορία μιας ανίερης συμμαχίας, η οποία ξέφυγε κάθε ελέγχου, επιτρέποντας στον Γουάιτι να διεισδύσει στους κύκλους της έννομης τάξης, να αποκτήσει έλεγχο, και να γίνει ένας από τους πιο αδίστακτους και διαβόητους γκάνγκστερ στην ιστορία της Βοστόνης.

Στην «Ανίερη Συμμαχία» θα δούμε ένα all-star cast, μεταξύ των οποίων τους Τζόνι Ντεπ, Τζόελ Έντζερντον, Μπένεντικτ Κάμπερμπατς, Σιένα Μίλερ, Πίτερ Σάρσγκααρντ, Ντακότα Τζόνσον και Κέβιν Μπέικον.

Η σκηνοθεσία και το σενάριο είναι του Σκοτ Κούπερ («Crazy Heart», «Σκουριασμένη Πόλη»). Η ταινία βασίζεται στο βιβλίο Black Mass: The True Story of an Unholy Alliance Between the FBI and the Irish Mob, των Ντικ Λερ και Τζέραρντ Ο’Νιλ.

Στη Νότια Βοστόνη της δεκαετίας του ’70, ο πράκτορας του FBI, Τζον Κόνολι (Τζόελ Έντζερτον) πείθει τον Ιρλανδό μαφιόζο Τζέιμς Γουάιτι Μπάλτζερ (Τζόνι Ντεπ) να συνεργαστεί με το FBI ενάντια σε ένα κοινό στόχο: την ιταλική μαφία. Η ταινία διηγείται την αληθινή ιστορία μιας ΑΝΙΕΡΗΣ ΣΥΜΜΑΧΙΑΣ, που ξέφυγε κάθε ελέγχου, επιτρέποντας στον Γουάιτι να διεισδύσει στους κύκλους της έννομης τάξης, να αποκτήσει έλεγχο, και να γίνει ένας από τους πιο αδίστακτους και διαβόητους γκάνγκστερ στην ιστορία της Βοστόνης, μέχρι τη σύλληψή του το 2011.

Η σχέση του Τζον Κόνολι, πράκτορα του FBI, και των αδερφών Μπάλτζερ, του Τζέιμς και του Μπίλι κρατά από παλιά. Τότε που ήταν παιδιά και μεγάλωναν σε μία φτωχογειτονιά της Νότιας Βοστόνης, το Σάουθι. Όσο ο Κόνολι αναρριχάται στις τάξεις του FBI πολεμώντας τη Νεοϋορκέζικη μαφία, τόσο ο Γουάιτι Μπάλτζερ χτίζει το δικό του όνομα μεταξύ των συμμοριών της Βοστόνης. Αναδεικνύεται αρχηγός της συμμορίας Winter Hill και πολύ σύντομα οι μισοί στην Βοστόνη τον φοβούνται και οι άλλοι μισοί τον θεωρούν Ρομπέν των Δασών.

Ο Τζόνι Ντεπ, ο οποίος ερμηνεύει τον Γουάιτι (παρατσούκλι του Τζέιμς Μπάλτζερ, με το οποίο προτιμούσε να τον αποκαλούν), λέει, «το Σάουθι ήταν μία ‘κλειστή γειτονιά. Όλοι όσοι ζούσαν εκεί ήταν δεμένοι μεταξύ τους και πιστοί στον Γουάιτι. Πολλοί άνθρωποι τον είχαν για είδωλο, γιατί ήταν χαρισματικός. Κάτι τραβούσε τον κόσμο κοντά του. Ήθελε να τον γνωρίσουν, να τον καταλάβουν. Ο Γουάιτι είναι ένας συναρπαστικός χαρακτήρας και είχα μεγάλο ενδιαφέρον ν’ ανακαλύψω τα βαθύτερα κίνητρά του».

Ο Τζόελ Έντζερτον που ενσαρκώνει τον Τζον Κόνολι αναφέρει, «Ο Κόνολι είδε στον Γουάιτι ένα είδος επαναστάτη, έναν σταρ της μικρής κοινότητας στην οποία ζούσε. Ξεκίνησε την καριέρα του στο FBI με όλες τις καλές προθέσεις και με φιλοδοξίες να γίνει πραγματικός άνθρωπος του νόμου και της τάξης. Αλλά στα μέρη από το οποία προερχόταν, η γραμμή μεταξύ εγκλήματος και έννομης τάξης ήταν πολύ θολή, πόσο μάλλον αν το ίνδαλμά σου βρισκόταν στην αντίθετη πλευρά του νόμου».

Η ταινία είναι βασισμένη σε πραγματικά γεγονότα, γεγονός που την καθιστά εξαιρετικά συναρπαστική. Ωστόσο, αναπόφευκτά, κάποιοι χαρακτήρες θα έπρεπε να είναι αποτέλεσμα δημιουργικών «προσμείξεων», ενώ σε κάποιες περιπτώσεις θα έπρεπε να «συμπιεστεί» ο χρόνος. Οπότε, οι παραγωγοί της ταινίας ήθελαν να έχουν την άδεια να δραματοποιήσουν την πραγματική ιστορία.

Η εκρηκτική αποκάλυψη ότι Γουάιτι Μπάλτζερ ήταν πληροφοριοδότης του FBI έγινε πρωτοσέλιδο στην εφημερίδα The Boston Globe το 1988 από τους δημοσιογράφους Ντικ Λερ και Τζέραρντ Ο’ Νιλ και την επόμενη δεκαετία αποκαλύφθηκαν και οι υπόλοιπες λεπτομέρειες της υπόθεσης. Στη συνέχεια, οι δύο ρεπόρτερ έγραψαν το βιβλίο Black Mass: Whitey Bulger, the FBI, and a Devil’s Deal, στο οποίο και είναι βασισμένη η ταινία.

Ήταν η σχέση μεταξύ των αδερφών Μπάλτζερ – που ήταν εκ διαμέτρου αντίθετοι μεταξύ τους – που κέντρισε το ενδιαφέρον του σκηνοθέτη της ταινίας Σκοτ Κούπερ. Ενώ το πεδίο δράσης του Τζίμι είναι οι συμμορίες, ο Μπίλι Μπάλτζερ “παίζει” στο τερέν της πολιτικής. Μορφώθηκε σε κολέγιο και έγινε Πρόεδρος στη Γερουσίας της Μασαχουσέτης. Η τροχιά της καριέρας του ήταν ακριβώς η αντίθετη απ’ αυτή του αδελφού του.

Ο Μπένεντικτ Κάμπερμπατς, που ερμηνεύει τον Μπίλι, συμφωνεί ότι οι κραυγαλέες διαφορές μεταξύ των δύο αδελφών ήταν ο βασικός παράγοντας που τον έκανε να θελήσει να συμμετάσχει στην ταινία. «Ο Μπίλι Μπάλτζερ ήταν ένα πολύ ισχυρό πολιτικό πρόσωπο για πολλά χρόνια στη Γερουσία. Ό,τι και να ήθελες, μπορούσε να το κάνει. Αλλά ταυτόχρονα είναι και αδερφός του πιο διαβόητου εγκληματία του 20ου αιώνα. Οι ζωές τους, μοιραία, περιπλέκονται και αυτή είναι μία πολύ συναρπαστική πραγματικότητα».

Αρχικά, και για τους δύο δημοσιογράφους, η διερεύνηση της εξαιρετικά αποκλίνουσας πορείας των δύο αδελφών ήταν το επίκεντρο του άρθρου τους, μέχρι που ανακάλυψαν την ανάμιξη του Κόνελι και του FBI στην ιστορία. «Όταν αποδείξαμε ότι ο Γουάιτι ήταν πληροφοριοδότης του FBI, ήταν λες και ελευθερώθηκε το τζίνι από το μπουκάλι. Στην αρχή ήταν δύσκολο να πιστέψει κανείς ότι ο Γουάιτι δούλευε για το FBI, επειδή κάτι τέτοιο ήταν ενάντια σε όλα όσα πίστευε. Όταν το επιβεβαιώσαμε συνειδητοποιήσαμε ότι ήταν μόνο η κορυφή του παγόβουνου», λέει ο Ο’ Νιλ. «Οι πληροφοριοδότες είναι σαν το Άγιο Δισκοπότηρο για το FBI. Από την άλλη, και εκείνοι χρειάζονται το ‘στήριγμά’ τους στη μεριά της επιβολής του νόμου. Πρόκειται για μία σχέση αμοιβαιότητας. Παρόλα αυτά, νομίζω ότι ο Τζίμι Μπάλτζερ δεν θα γινόταν ποτέ πληροφοριοδότης για κάποιον που δεν είχε καταγωγή από το Σάουθι. Ο Κόνολι ήταν συμπαθητικός στα μάτια του, έχοντας μεγαλώσει στην ίδια γειτονιά με αυτόν, οπότε και οι δύο επωφελούνταν από αυτήν την κατάσταση, αν και τελικά ο Γουάιτι ήταν αυτός που είχε το πάνω χέρι».

Το σενάριο για την «Ανίερη Συμμαχία» γράφτηκε από τους Μαρκ Μαλούκ και Τζεζ Μπάτεργουόρθ, που θέλησαν μεταξύ άλλων να καταδείξουν το πώς οι παλιοί δεσμοί γειτονιάς του Κόνολι και του Μπάλτζερ σχημάτισαν έναν κόμπο που δεν μπορούσε να λυθεί εύκολα. Ο Μαλούκ αναφέρει, «Η φιλοδοξία αναίρεσε το μεγαλύτερο μέρος των καλών προθέσεων του Κόνελι, τουλάχιστον αυτές που είχε στην αρχή της καριέρας του στο FBI. Η αρχική του πρόθεση ήταν να σώσει τη Βοστόνη από την ιταλική μαφία. Μέχρι τη στιγμή που άρχισε να συνεργάζεται με τον Γουάιτι, θεωρώντας τη ως μία αμοιβαία επωφελή σχέση. Αλλά, δεν είχε συνειδητοποιήσει ότι οποιοσδήποτε μπλέκεται με τον Γουάιτι Μπάλτζερ, είναι αυτομάτως χαμένος».

Η ιδιαίτερη δυναμική μεταξύ των χαρακτήρων κέντρισε το ενδιαφέρον του Σκοτ Κούπερ για το σενάριο. Αναφέρει, «Έχω την τάση να με προσελκύει η τραγικότητα και το ανθρώπινο στοιχείο. Αυτή η ταινία διαθέτει και τα δύο αυτά στοιχεία. Είναι σχεδόν σαιξπηρικής φύσεως και ασχολείται με θέματα όπως η διαφθορά, η εξαπάτηση, η ύβρις. Αισθάνθηκα ότι αν τα ‘δέσω’ όλα αυτά σε μία αφηγηματική γραμμή, το αποτέλεσμα θα είναι πολύ ενδιαφέρον για το κοινό».

Εκτός των άλλων, στην ταινία καταδεικνύονται αρκετά αντιπαραθετικά και συγκρουόμενα πορτρέτα της οικογένειας: η οικογένεια στην οποία γεννιέσαι, αντικατοπτρίζεται στα πρόσωπα του Γουάιτι και του Μπίλι, η οικογένεια του «δρόμου», σε εκείνα του Κόνολι και του Γουάιτι, αλλά και στη συμμορία Winter Hill. Και υπάρχει και μια άλλη πτυχή της οικογένειας, εκείνη που επιλέγει κανείς και που στην περίπτωση της ταινίας απεικονίζεται στις σχέσεις μεταξύ του Γουάιτι και της πρώην φίλης του, της Λίντσεϊ Σιρ, της οποία παίζει η Ντακότα Τζόνσον, αλλά και του Κόνολι και της συζύγου του, Μαριάννα, την οποία ερμηνεύει η Τζουλιάν Νίκολσον.

Οι παραγωγοί γνώριζαν ότι ο σκηνοθέτης Σκοτ Κούπερ ήταν η σωστή επιλογή για να «υφάνει» σε μία ταινία τα θέματα της εξαπάτησης, της φιλοδοξίας και της πίστης σε λάθος ιδεώδη. «Ο Σκοτ Κούπερ είναι ένα σπάνιο ταλέντο», επισημαίνει ο Ντεπ. «Αν και σχετικά νέος στον κινηματογράφο, ήταν απολαυστικός στις ταινίες Crazy Heart και Out of the Furnace και ήθελα πολύ να συνεργαστώ μαζί του. Στα γυρίσματα της «Ανίερης Συμμαχίας» συνειδητοποίησα ότι αυτή ήταν, μόλις, η τρίτη του ταινία!

Εντυπωσιάστηκα από την ικανότητά του, τη δύναμη του οράματός του και το πάθος του. Τρέφω μεγάλο σεβασμό γι ‘αυτόν. Έχει λαμπρό μέλλον μπροστά του».

Ένα στοιχείο, εξίσου σημαντικό με τους χαρακτήρες, ήταν η πόλη στην οποία εκτυλίχθηκε η ιστορία. Η «Ανίερη Συμμαχία» γυρίστηκε στη Βοστόνη και «δεν θα μπορούσε να γυριστεί πουθενά αλλού», δηλώνει ο Κούπερ. «Για μένα, η σωστή αποτύπωση του περιβάλλοντος ή της πόλης στην οποία διαδραματίζεται μία ιστορία, επιτρέπει στο κοινό να κατανοήσει σε βάθος τα γεγονότα και τον τόπο και τον χρόνο στον οποία συμβαίνουν. Και η Βοστόνη είναι ιδανική γι΄αυτό, γιατί είναι μια πολύ ξεχωριστή πόλη».

Επιμέλεια Νικόλας Αρώνης