Στη συνοικία Ντάραγατς, πρώην βιομηχανική γειτονιά στην τρίτη μεγαλύτερη πόλη της Τουρκίας, τη Σμύρνη το 2015 εγκαταστάθηκαν καλλιτέχνες και ξεκίνησαν τη μη κερδοσκοπική πρωτοβουλία Darağaç Collective (DC). Έκτοτε, η DC έχει οργανώσει πολλές καλλιτεχνικές εκδηλώσεις και εκθέσεις, με σημαντικό ενδιαφέρον και δημοσιότητα.
Οι καλλιτέχνες έγιναν γείτονες με τους κατοίκους, που είναι κυρίως μηχανικοί αυτοκινήτων, μαραγκοί και ιδιοκτήτες συνεργείων. Μοιράστηκαν εργαλεία και γνώσεις.
Ο Τούρκος φωτογράφος Αλί Τζεμ Ντογάν, μέλος της Darağaç Collective κατέγραψε με τη φωτογραφική του κάμερα τα τεφτέρια (λογιστικά κατάστιχα) του μίνι μάρκετ της γειτονιάς που λειτουργεί σαν τράπεζα. Τα τεφτέρια είναι γεμάτα ονόματα κατοίκων, ορισμένα έχουν διαγραφεί, αλλά μεταφέρονται σε μεγαλύτερα. Ο ιδιοκτήτης γνωρίζει ακόμη και τις ημέρες που οι κάτοικοι λαμβάνουν τον μισθό τους.
Τα κατάστιχα μαζί με φωτογραφίες δρόμων και σπιτιών της συνοικίας Ντάραγατς με ουρανοξύστες να ορθώνονται γύρω τους αποτελούν τη συνεισφορά του Αλί Τζαν Ντογάν στην έκθεση «Then and Again. Τότε και ξανά. Επαναπροσδιορίζοντας την τελετουργία στα σύγχρονα Βαλκάνια» που παρουσιάζεται στη Θεσσαλονίκη, στη βίλα Καπαντζή – Παράρτημα του Μορφωτικού Ιδρύματος Εθνικής Τραπέζης.
Ο Λούκα Πέσουν από την Κροατία συμμετέχει στην έκθεση με μία σειρά που συνδυάζει οικογενειακές φωτογραφίες αρχείου με νέες εικόνες που δημιούργησε με ηθοποιούς και χορευτές για να ερμηνεύσει τι σημαίνει άγγιγμα και πώς το χρησιμοποιούμε για να εκφράσουμε τη χαρά, όσο και τη θλίψη, τον θυμό, το πάθος, την αγάπη.
Ο Αρμίν Γκράτσα φωτογράφος από το Σαράγεβο της Βοσνίας – Ερζεγοβίνης επιχειρεί να ενώσει τα θραύσματα της ζωής του Ομέρ, του παππού του για τον οποίο γνωρίζει πολύ λίγα. Έχουν διασωθεί μόνο κάποιες οικογενειακές φωτογραφίες, στις οποίες παρουσιάζεται ως επιβλητική φιγούρα και προσωπικά αντικείμενά του. Κάθε πρωί ο φωτογράφος ακολουθεί ένα τελετουργικό με τον πατέρα του, πίνουν καφέ και μιλούν για τον παππού.
Στην έκθεση που οργανώνει το Ινστιτούτο Goethe με επιμελητές τους Γιώργο Πρίνο και Δημήτρη Τσουμπλέκα σε συνεργασία με το Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης και με την υποστήριξη του MOMus-Μουσείου Φωτογραφίας Θεσσαλονίκης, η φωτογραφία ως σύγχρονη καλλιτεχνική πρακτική εξετάζει λιγότερο γνωστές μικροτελετουργίες μέσα στις σύγχρονες κοινωνίες, επινοεί καινούργιες ή ανιχνεύει το τελετουργικό στοιχείο στην ίδια τη δημιουργία αναλογικών φωτογραφιών.
«Παρατηρούμε ότι η τελετουργία στην έκθεση εξετάζεται με μία σύγχρονη, διεστραμμένη έννοια, διερευνώντας συχνά μικρές ιεροτελεστίες που αφορούν εντοπισμένες κοινωνικές ομάδες και κάποιες φορές είναι σχεδόν προσωποποιημένες. Για παράδειγμα ο Αρμίν Γκράτσα ξεδιπλώνει στην επιφάνεια του τοίχου μέσα από παλιές φωτογραφίες και ντοκουμέντα την εν εξελίξει έρευνά του για την εν πολλοίς άγνωστη σε αυτόν ιστορία του παππού του» υπογράμμισε ο Ηρακλής Παπαϊωάννου, επιμελητής του MOMus-Μουσείου Φωτογραφίας Θεσσαλονίκης σε συζήτηση με βάση την έκθεση για τη φωτογραφία ως σύγχρονη τελετουργία, τη φωτογραφία στα Βαλκάνια και τις σύγχρονες πολιτισμικές πρακτικές.
Επιπλέον τόνισε ότι έχει ενδιαφέρον να παρατηρήσει κανείς πόσο οι παρουσιάσεις φωτογράφων της νεότερης γενιάς εμφανίζουν μεταξύ τους κοινά στοιχεία, αν και προέρχονται από διαφορετικές χώρες και κοινωνικά περιβάλλοντα.
«Ο Αλί Τζεμ Ντογάν παρουσιάζει ένα πλαίσιο καθημερινών συναλλαγών και ανταλλαγών σε μια μικρή γειτονιά της Σμύρνης με επίκεντρο ένα μπακάλικο και τα χειρόγραφα ακόμη τεφτέρια. Τα ψήγματα κοινοτικής ζωής εκδηλώνονται εκεί, στη σκιά της σαρωτικής ανάπτυξης και του αστικού εξευγενισμού, τον οποίο συμβολίζουν οι γειτονικοί ουρανοξύστες που ρίχνουν βαριά τη σκιά τους στη μικρή αγορά.
Ο Μάριους Ιόνουτ Σκαρλάτ μας συστήνει το τυπικό του τζόγου μιας ομάδας εφήβων στη Ρουμανία, οι οποίοι παίζοντας στα ζάρια μοιράζονται στιγμές ψυχαγωγίας και ανταγωνισμού, διαμορφώνοντας ένα μέρος από την προσωπική και κοινωνική τους ταυτότητα σε εικόνες, ορισμένες από τις οποίες έχουν και μια λανθάνουσα επιθετικότητα.
Ο Λούκα Πέσουν χρησιμοποιώντας οικογενειακές εικόνες αρχείου ή σκηνοθετημένες από τον ίδιο φωτογραφίες διαλέγεται με την ευεργετική ψυχικά και σωματικά έννοια του ανθρώπινου αγγίγματος» επισήμανε ο κ. Παπαϊωάννου προσθέτοντας ότι για να υλοποιηθούν οι εργασίες αυτές αξιοποιείται ένα πλήθος από πρακτικές, οι οποίες περιλαμβάνουν την καθαρή φωτογραφία, το κολάζ, την επιτελεστικότητα, το μοντάζ βίντεο, τη ζωγραφική κ.ά.
Ιδιαίτερη αναφορά έκανε και στο έργο του Στρατή Βογιατζή, ο οποίος κατάφερε σε συνεργασία με μια ομάδα κρατουμένων στο Σωφρονιστικό Κατάστημα Χίου να αναδείξει την ιδέα της πατέντας, δηλαδή των επινοήσεων που είναι απαραίτητες για να επιβιώσει κανείς, να γυμνάζεται, να κάνει την καλύτερη ανάδευση στον καφέ του. «Εξετάζει δηλαδή τη φυλακή ως έναν τόπο στον οποίο ασκείται κανείς υποχρεωτικά σχεδόν στην εφευρετικότητα, με μέσα πενιχρά και την ελπίδα να καλυτερέψει ελάχιστα μια στάσιμη καθημερινότητα, επινοώντας τις δικές του ασήμαντες τελετουργίες» ανέφερε.
Παλιές φωτογραφίες και βίντεο, τεφτέρια από τους κατοίκους της γειτονιάς, αλουμινένια κουτιά μπύρας ή πλαστικά μπουκάλια, υλικό που σήμερα δεν του δίνουμε σημασία στην καθημερινότητά μας, αλλά ωστόσο αποτελούν την ουσία της, παίρνουν μια τελετουργική διάσταση στην έκθεση, η οποία μέσα από τη συνεργατική έρευνα, την προφορική μαρτυρία, το κολάζ, το παλίμψηστο, το δημιουργικό μοντάζ, στόχο έχει, όπως λένε οι επιμελητές, την ίδια την επανεφεύρεση, είπε η Ελένη Σιδέρη, Κοινωνική Ανθρωπολόγος, επίκουρη Καθηγήτρια στο Τμήμα Βαλκανικών, Σλαβικών και Ανατολικών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας.
Η έκθεση μας αφήνει να αφουγκραστούμε μέσα από τις ιστορικές υποκειμενικότητες της υλικότητες, τα ίχνη, τα παιχνίδια, τα αισθήματα μιας κοινής συμπόρευσης και συμπερίληψης απέναντι στην ανισότητα φτωχοποίηση, την περιβαλλοντολογική καταστροφή, τον εξευγενισμό, τα δαιμόνια του παρελθόντος και τις προκλήσεις του μέλλοντος, σημείωσε.
Οι τελετουργίες που παρουσιάζονται στην έκθεση κάτι μας θυμίζουν τόνισε ο Δημήτρης Καταϊφτσής, διδάσκων ανθρωπολογίας στο Τμήμα Βαλκανικών, Σλαβικών και Ανατολικών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας προσθέτοντας ότι μέσω αυτών εξυφαίνονται πολιτιστικές κοινότητες, οι οποίες διαρρηγνύουν εθνοτικές, θρησκευτικές, γλωσσικές διαφορές, λειτουργούν για τους ανθρώπους που τις επιτελούν θεραπευτικά, λυτρωτικά, απελευθερωτικά πολλές φορές. Γιατί εν τέλει υπονομεύουν αυτές τις διαφορές και λειτουργούν πολλές φορές ως κοινές γλώσσες μεταξύ των ανθρώπων που τις επιτελούν, καθώς τείνουν να παράγουν κοινά νοήματα. Ταυτόχρονα, σε πείσμα ενός καπιταλιστικού εξορθολογισμού που συνδέει τον χρόνο με το κέρδος, την εργασία με την κατανάλωση και που υιοθετεί ένα αυστηρό πλαίσιο μέσα στο οποίο καλούνται να λειτουργήσουν οι άνθρωποι και που λαϊκά ονομάζεται ρουτίνα, η τελετουργία ως ατομική ή συλλογική εμπειρία, είτε επιτελείται σε κάποιο προάστιο μιας βαλκανικής πόλης είτε σε κάποιο μικρό χωριό της Ελλάδας, έρχεται για να ασκήσει κριτική σε αυτή τη ρουτίνα, έρχεται να επαναδιαπραγματευτεί τα νοήματα γύρω από αυτό που ονομάζουμε ελεύθερο χρόνο, να κοινωνήσει μαζί μας τους τρόπους με τους οποίους οι άνθρωποι αντιλαμβάνονται το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον τους με όρους αυστηρά ανθρώπινους, απαλλαγμένος από τα κανονιστικά πλαίσια που επιβάλλει η δυτική ηγεμονία και οι εθνικές διακρίσεις.
Οι άνθρωποι εμπλέκουν την τελετουργία στις καθημερινές πολύ ανθρώπινες τους καταστάσεις, στις καταστάσεις που θέλουν να δηλώσουν πόνο, οργή, συμπόνια, αντίσταση, όλα αυτά που σπάνε τη ρουτίνα της καθημερινότητας και κάνουν την τελετουργία κάτι πάρα πάρα πολύ χρήσιμο στη ζωή, τόνισε ο κ. Καταϊφτσής.
Η έκθεση είχε ένα μακρύ δρόμο, το Goethe-Institut αποφάσισε να ξεκινήσει μία τέτοιου είδους καλλιτεχνική δράση πάνω στον επαναπροσδιορισμό της τελετουργίας στα Βαλκάνια και οι επιμελητές Γιώργος Πρίνος και Δημήτρης Τσουμπλέκας οργάνωσαν μία ομάδα καλλιτεχνών που δούλεψαν αυτά τα έργα, τα οποία παρήχθησαν για την έκθεση, είπε ο συντονιστής παραγωγής της έκθεσης Στέργιος Καράβατος, φωτογράφος, ανεξάρτητος επιμελητής και καθηγητής φωτογραφίας.
Διοργανώθηκε, όπως εξήγησε ένα εργαστήριο στα Τίρανα, όπου συνδιαμορφώθηκαν τα έργα και με τους επιμελητές και την ομάδα καλλιτεχνών.
Η έκθεση όπως τόνισε φιλοξενείται στη βίλα Καπαντζή που συνδέεται με την ιστορία της Θεσσαλονίκης και έχει όλη αυτή τη διαμερισματοποίηση που μοιάζει με τα Βαλκάνια, με τις πόρτες και τα παράθυρά της και επιλέχθηκε για να γειτνιάζουν τα έργα και ταυτόχρονα να παρουσιάζονται ξεχωριστά.
Η συζήτηση διοργανώθηκε από το Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, το Goethe-Institut και το MOMus–Μουσείο Φωτογραφίας Θεσσαλονίκης.
Η έκθεση θα διαρκέσει έως τις 6 Ιουλίου και ομαδικές ξεναγήσεις διοργανώνονται κάθε Πέμπτη στις 18:00.
Συμμετέχοντες καλλιτέχνες, καλλιτέχνιδες: Κρατούμενοι Σωφρονιστικού Καταστήματος Χίου και Στρατής Βογιατζής, Μαριέττα Μαυροκορδάτου, Martin Atanasov, Ali Cem Doğan (Darağaç Collective), Armin Graca, Teodora Ivkov, Luka Pešun, Marius Ionut Scarlat, Gerta Xhaferaj.