Ο Εντουάρ Λουί γεννήθηκε στην Αλενκούρ της Γαλλίας το 1992, με το όνομα Εντύ Μπελγκέλ και σπούδασε κοινωνικές επιστήμες στην Ecole Νormale. Το πρώτο του μυθιστόρημα ήταν το «Να τελειώνουμε με τον Εντύ Μπελγκέλ» (2014), σε μετάφραση Μιχάλη Αρβανίτη, και προκάλεσε εκτεταμένη δημόσια συζήτηση, γνωρίζοντας υψηλές πωλήσεις και πετυχαίνοντας να μεταφραστεί σε πάνω από είκοσι γλώσσες. Ακολούθησε το μυθιστόρημα «Ιστορία της βίας» (2016) ενώ, εν συνεχεία, δημοσιεύτηκαν η νουβέλα με τίτλο «Ποιος σκότωσε τον πατέρα μου» (2018), το δίκην μαρτυρίας κείμενο «Αγώνες και μεταμορφώσεις μιας γυναίκας» (2021) και το «Αλλαγή: μέθοδος» (2021), όλα σε μεταφράσεις της Στέλας Ζουμπουλάκη.
Η ιστορία του πρώτου βιβλίου είναι για ένα παιδί που μεγαλώνει στα τέλη της δεκαετίας του 1990. Ο κόσμος του νεαρού ήρωα, το χωριό, το σχολείο και η οικογένειά του αποτελούν ένα καθεστώς βίας, εκφοβισμού και αποκλεισμού, που ο Εντύ βιώνει ακόμα πιο τραυματικά επειδή είναι (ή επειδή αναγκάζεται να γίνει), διαφορετικός. Ο Λουί καταφέρνει, με μια συγκινησιακά φορτισμένη αφήγηση, που υπερβαίνει τα όρια αυτοβιογραφίας και του ρεαλισμού, να αναμετρηθεί με τον περίγυρο ο οποίος τον διέπλασε, καθώς και με το παρελθόν, το οποίο τον στιγμάτισε.
Στο «Αλλαγή: μέθοδος» το ζήτημα είναι η δυνατότητα της φυγής, ο σχηματισμός των προϋποθέσεων που βοήθησαν τον νεαρό Εντύ να γίνει Εντουάρ και να ανοίξει τα φτερά του για ένα σύμπαν το οποίο ο τόπος και οι γονείς του δεν θα μπορούσαν καν να φανταστούν. Η επιθυμία ή μάλλον το πάθος του Εντουάρ για αλλαγή τον οδηγεί πέρα από την ευπρεπή γαλλική επαρχία, τον στρέφει στο Παρίσι και στην Ecole Normale, όπου θα χρειαστεί να εκλεπτύνει περαιτέρω τη γλώσσα και τη συμπεριφορά του. Κι όταν και αυτός ο κύκλος θα ολοκληρωθεί, θα απομείνουν για την οριστική του μεταμόρφωση η βασιλική οδός της λογοτεχνίας και η παγκόσμια επιτυχία του πρώτου βιβλίου του.
Με το καινούργιο του μυθιστόρημα «Η Μονίκ δραπετεύει» (2024), που κυκλοφόρησε πρόσφατα, εκ νέου σε μετάφραση Στ. Ζουμπουλάκη, από τους Αντίποδες (απ’ όπου και όλα του τα βιβλία), ο Λουί, παραμένοντας στην αυτοβιογράφηση και στο κέντρο του οικογενειακού κύκλου, θα μιλήσει για τη βία κατά των γυναικών μέσα από την πικρή εμπειρία της μητέρας του. Πρόκειται τώρα για μια άλλη, διπλή φυγή. Η μάνα αποδρά πρώτα από τον πατέρα του, που τη χτυπάει και τη βρίζει ασύστολα εντός του περιβάλλοντος το οποίο προκάλεσε τη φυγή του ίδιου από τον ασφυκτικό κλοιό της οικογένειας. Όταν αφήνει τον σύζυγο, η Μονίκ καταφεύγει στο Παρίσι (όπως κι ο γιος όταν αφήνει την οικογένεια), αναζητώντας παρηγοριά σε μια ζεστή και τρυφερή αγκαλιά, όπως νομίζει η ίδια τότε, για να ανακαλύψει σύντομα πως η ιστορία της ανδρικής αθλιότητας θα επαναληφθεί κατά πανομοιότυπο τρόπο.
Ο Λουί βρίσκεται εκείνη την εποχή στην Αθήνα για επαγγελματικές επαφές πλην σπεύδει να συμπαρασταθεί από μακριά όπως μπορεί: την ενθαρρύνει τηλεφωνικά την ώρα των γεγονότων, την καλύπτει οικονομικά, τη διευκολύνει να εγκατασταθεί στο σπίτι της αδελφής του λίγο έξω από το Παρίσι και κυρίως, της ανοίγει τον δρόμο για ντυθεί και να βαφτεί σαν ένας καινούργιος άνθρωπος, αποκτώντας εμπιστοσύνη στον εαυτό της. Το αποκορύφωμα είναι όταν πηγαίνουν μαζί στο Αμβούργο για να παρακολουθήσουν παράσταση Γερμανού σκηνοθέτη βασισμένη σε βιβλίο του Λουί με πρωταγωνίστρια την καταπιεσμένη μητρική φιγούρα. Εκεί, η Μονίκ θα γνωρίσει την αποθέωση και την πλήρη, έστω και αναδρομική δικαίωση.
Δεν πρόκειται για μελόδραμα με ξέχειλα αισθήματα και με ευτυχές τέλος, αλλά για το χρονικό ενός σκληρού αγώνα (μητέρας και γιου), ο οποίος φτάνει στο τέλος του έχοντας εστιαστεί μυθιστορηματικά σε ένα από τα σημαντικότερα κοινωνικά ζητήματα του καιρού μας. Ο Λουί συνομιλεί, όπως και άλλοτε, με τον φιλόσοφο Ντιντιέ Εριμπόν, ο οποίος έχει εξιστορήσει τη δική του δύσκολη σχέση με την εξ επαρχίας οικογένειά του, ανατρέχει, επίσης όπως και παλαιότερα, στις ασφυκτικές ταξικές σχέσεις που μαστίζουν την περιφέρεια της Γαλλίας, παραπέμπει στη Βιρτζίνια Γουλφ, η οποία έχει δείξει το πόσο αναγκαία είναι η οικονομική επάρκεια για την ανεξαρτησία των γυναικών, προβάλλοντας εν κατακλείδι επιδέξια και κυρίως πειστικά τη σημασία της μάχης για την ανακάλυψη και την προάσπιση της ελευθερίας του εαυτού.
Πηγή: ΑΠΕ – ΜΠΕ