ΕΚΘΕΣΗ

Μουσείο Καλών Τεχνών της Tournai

(Βέλγιο)

29 Μαΐου –16 Αυγούστου 2009

Ψάχνω έναν Άνθρωπο

(Διογένης)

Όλες τις εποχές ο άνθρωπος έστρεφε πάντα ένα κριτικό και μερικές φορές δηκτικό βλέμμα στους σύγχρονους του. Η καταγγελία παρεκκλίσεων και βίτσιων της ανθρωπότητας είναι παλιά όσο ο κόσμος. Αυτό είναι και το νόημα της σκέψης αυτής του κυνικού φιλόσοφου Διογένη που, περπατώντας στο φως της μέρας στους δρόμους της κλασικής Αθήνας με ένα αναμμένο φανάρι στο χέρι, δήλωνε σε όσους παραξενεύονταν ότι έψαχνε έναν άνθρωπο… που δεν μπορούσε να βρει, τουλάχιστον αν αυτός που υποτίθεται πως ήθελαν να του επιβάλλουν σαν μοντέλο έπρεπε να αντιστοιχεί με τον ιδανικό, και συνεπώς φανταστικό, τύπο όπως τον όριζε ο σύγχρονος και αντίπαλός του, Πλάτων.

          Ίδια είναι και η περίπτωση ενός από τους μακρινούς πνευματικούς του «κληρονόμους», του έλληνα ζωγράφου Χρήστου Αντωνόπουλου, του λεγόμενου «Εξ Αγράφων» (γεν. το 1945) που από το ανάγλυφο της Θεσσαλίας και των Μετεώρων της καταγωγής του (Περιοχή Τρικάλων), όπου διδάχτηκε στοιχεία ζωγραφικής των εικόνων στο πλευρό ενός αγιογράφου, ήρθε να δοκιμάσει την τύχη του στον αθηναϊκό «πολιτισμό» -σαν πολιτικός γελοιογράφος και αρχιτεκτονικός σχεδιαστής- πριν αναχωρήσει για τις λιγότερο φωτεινές και πιο ανάστατες όχθες της «Πόλης του Φωτός» καταμεσής των φοιτητικών κινητοποιήσεων του Μάη του 1968.

Σ’  αυτήν την πόλη όπου, διαφεύγοντας από τη δικτατορία των συνταγματαρχών (1967-1974) έγινε ένας από τους τελευταίους καταληψίες της Σορβόννης, του αποκαλύφθηκε για πρώτη φορά το παράλογο της διάκρισης και του διαχωρισμού των φύλων, βασικό και συχνά επαναλαμβανόμενο θέμα σε όλο το σατιρικό του έργο, το έντονα χρωματισμένο από ερωτισμό, το τόσο πλούσιο και γόνιμο όσο άγνωστο παραμένει μέχρι σήμερα. Καταφτάνοντας χωρίς δεκάρα και σχεδόν χωρίς καμία προσωπική γνωριμία στο όμορφο περιβάλλον της γειτονιάς Πιγκάλ –της δικής του «αυλής των θαυμάτων»- ο μοντέρνος μας Γκρενγκουάρ είχε το πρώτο διάστημα για μοναδικούς συντρόφους και παρισινούς μέντορες μερικούς παρενδυσίες συμπατριώτες του που είχαν κι αυτοί αγκυροβολήσει στη γαλλική πρωτεύουσα, για πολύ διαφορετικούς λόγους αναμφίβολα… Έκπληξη και ολοκληρωτικός «ξεριζωμός» του νεαρού αθώου «μετανάστη», που είχε μέχρι τότε συνηθίσει σε άλλα ήθη κι έθιμα πιο διαδεδομένα στα χωριά της γενέτειράς του Θεσσαλίας!

Εκεί επίσης, σεργιανίζοντας τακτικά στις αίθουσες ζωγραφικής του Λούβρου, στη διάρκεια της μακρόχρονης διαμονής του, ανακάλυψε σιγά-σιγά τα αριστουργήματα των μεγαλοφυών της δυτικής ζωγραφικής  από την Αναγέννηση και  μετά (ιδιαίτερα των Bosch και Bruegel για τη σατιρική έμπνευση και των Arcimboldo και Picasso για την πλαστική διαμόρφωση), μιας περιόδου οδυνηρά παρασιωπούμενης και παραγνωρισμένης στη σύγχρονη Ελλάδα, την τραυματισμένη από τέσσερις αιώνες οθωμανικής κατοχής που αντιστοιχούσαν ακριβώς στη χρυσή εποχή της ευρωπαϊκής δημιουργίας. Έπρεπε λοιπόν να ξαναμάθει τα πάντα, με τη θέρμη και την αρχέγονη δύναμη ενός τεχνίτη του οποίου η μόνη πραγματική κληρονομιά βρισκόταν στη βυζαντινή παράδοση, που ποτέ δεν έσβησε πραγματικά στα παράλια του Αιγαίου. Και ιδού η τεράστια κοινωνικό-πολιτισμική και αισθητική σύνθεση που βάλθηκε να παράγει ο καλλιτέχνης για να μην παραιτηθεί ποτέ απ’ αυτήν, από τότε που επέστρεψε στην απελευθερωμένη του πατρίδα, χτίζοντας αργά αλλά σταθερά ένα έργο με εξαιρετική πυκνότητα και συνάφεια, που συνδυάζει την αφηρημένη αυστηρότητα του γεωμέτρη με την ξεχωριστή αίσθηση του αλλοιωμένου χώρου και του υπερφυσικού φωτισμού που προσιδιάζουν στη ζωγραφική των εικόνων, με συνολικό αποτέλεσμα που θυμίζει βιτρό.

Αυτή είναι η ασυνήθιστη και ξεχωριστή πορεία ενός καλλιτέχνη, που έχει άδικα αγνοηθεί –για να μην πω απορριφθεί- στην ίδια τη χώρα της καταγωγής του, «ουδείς προφήτης»  όπως λέει το ρητό που ενισχύει την πιο επίκαιρη παρά ποτέ παροιμία σύμφωνα με την οποία «η Ελλάδα καταβροχθίζει τα παιδιά της» -φυσικά ή υιοθετημένα- σαν ένας σύγχρονος Κρόνος. Αλλά η μετριότητα υπάρχει παντού, το ξέρουμε δα, και οι  αρχιερείς της είναι δυστυχώς συχνά πολύ περισσότεροι από τους δίκαιους που επιχειρούν να πνίξουν τις οπορτουνιστικές τους φωνές.

Για να συμπληρώσει ωστόσο το χωρίς παραχωρήσεις βλέμμα του πάνω σε μια συγκεκριμένη ανθρωπότητα και να ενισχύσει την επίδρασή του εντάσσοντάς το αρμονικά σε μια ιστορική διαδοχή, το σύγχρονο έργο του Χρήστου αντιπαρατίθεται στο δεύτερο μέρος της έκθεσης σε ένα πανόραμα, όχι εξαντλητικό αλλά αντιπροσωπευτικό, της σάτιρας στην τέχνη μέσα από μερικά μεγάλα (Bosch, Dürer, Quentin Metsys, Bruegel, Jordaens, Brouwer, Teniers, Daumier, Rops, Ensor, Dix) και λιγότερο μεγάλα ονόματα της ευρωπαϊκής ζωγραφικής από τον δέκατο πέμπτο αιώνα και μετά, που επιλέξαμε από τις συλλογές του μουσείου Καλών Τεχνών της Tournai (ζωγραφική, γκραβούρες και σχέδια) ή κατ’ εξαίρεση δανειστήκαμε από το εξωτερικό.

Κατ’ εξαίρεση επίσης, η έκθεση, που παρουσιάζει περίπου εκατόν είκοσι συνολικά έργα, θα συνοδευτεί από μια πρωτότυπη σκηνογραφία πάνω στο γενικό θέμα της εκδήλωσης που δημιουργήθηκε εν μέρει από τον διεθνούς φήμης βέλγο γλύπτη Tom Frantzen, καθώς και από την ταυτόχρονη εκτέλεση σε παγκόσμια πρώτη εκτέλεση του μουσικού έργου, Εcco Homo, που συνέθεσε το Μάιο του ’68  στο Παρίσι  ο μεγάλος έλληνας συνθέτης Σταύρος Ξαρχάκος βασισμένο σε πίνακες και κείμενα του Christos ex Agrafon.

 Jean-Pierre De Rycke

Διευθυντής του Μουσείου Καλών Τεχνών της Tournai

  • Πληροφορίες: Ville de Tournai

                                Musee Des Baux-Arts

                                Enclos Sain-Martin 3 – B-7500 Tournai