«Μια φορά κι έναν καιρό…» Αυτή είναι η κατάλληλη φράση για εισαγωγή στη μεγάλη έκθεση έργων του Ντάμιεν Χιρστ στη Βενετία, μ’ αυτή τη φράση ξεκινά και η δήλωση της επιμελήτριας της έκθεσης, της Elena Geuna.

Απαιτήθηκαν πάνω από δέκα χρόνια για να ετοιμαστεί. Εκατόν ενενήντα έργα, στα πέντε τετραγωνικά χιλιόμετρα του Palazzo Grassi και της Punta della Dogana (είναι η πρώτη φορά που ο συλλέκτης έργων τέχνης Φρανσουά Πινό διέθεσε και τους δύο χώρους σε έναν μόνον καλλιτέχνη). Είναι η ιστορία του ναυαγίου ενός υποθετικού πλοίου και του παράξενου φορτίου του, που ανελκύστηκε από τον βυθό.

Ο ίδιος ο Χιρστ υποστήριξε ότι η συλλογή που αποτελούσε το φορτίο του βυθισμένου σκάφους ήταν, κατά τα φαινόμενα, η περιουσία ενός απελεύθερου σκλάβου από την Αντιόχεια, του Aulus Calidius Camotan ή Cif Camotan II, του οποίου το πλοίο – με το όνομα «Άπιστος»- βυθίστηκε ταξιδεύοντας προς το Asit Mayor, έναν ναό του Ηλίου. Η ιστορία του ναυαγίου, το οποίο κοιμόταν στον βυθό του Ινδικού ωκεανού για περίπου 2.000 χρόνια, έγινε γνωστή σ’ όλον τον κόσμο. Σχεδόν μια δεκαετία μετά τον εντοπισμό του ναυαγίου το 2008, ξεκίνησε η διαδικασία ανέλκυσης του φορτίου.

«Την πρώτη φορά που ο Ντάμιεν Χιρστ μου έκανε λόγο για αυτό το μεγάλο πρότζεκτ, τους “θησαυρούς” του, ήταν πριν δέκα χρόνια σχεδόν» θυμάται ο πρόεδρος των Palazzo Grassi και Punta della Dogana, Φρανσουά Πινό. «Τότε ήταν στον κολοφώνα της δόξας του, αναγνωρισμένος και αντικείμενο λατρείας. Είχε επιτύχει όλους τους στόχους που είχε θέσει όταν ήταν νέος, στερημένος και φτωχός. Αλλά εξακολουθούσε να ονειρεύεται νέους ορίζοντες. Επιθυμούσε να δοκιμάσει και πάλι τις δυνάμεις του.

Λίγα χρόνια αργότερα, σε επίσκεψή μου στο εργαστήριό του, μου έδειξε τα πρώτα έργα που είχε δημιουργήσει ως μέρος αυτού του μεγάλου πρότζεκτ. Το αποτέλεσμα ήταν εντυπωσιακό, εκθαμβωτικό και δημιουργούσε σύγχυση. Κι αυτό ήταν μόνο η αρχή».

Για τους «Θησαυρούς», ο Πινό υποστηρίζει πως «με την υπερβολή τους, τη φιλοδοξία τους και, εν τέλει, το θράσος τους, οι “Θησαυροί” έρχονται σε πλήρη ρήξη με ό,τι έχει κατορθώσει ο Χιρστ έως σήμερα. Τα έργα αυτά δεν μπορούν να ενταχθούν σε κάποια συμβατική αισθητική κατηγορία ή σε μια κάποια κανονιστική δομή. Εκπέμπουν ένα συναίσθημα σχεδόν μυθολογικής ισχύος, βυθίζοντας τον θεατή σε μια νοητική κατάσταση που παλινδρομεί ανάμεσα σε σάστισμα και ενθουσιασμό».