Η φωτογραφία του λατομείου «Βίνερ Γκράμπεν» όπου οι κρατούμενοι υπό το βλέμμα των SS ανεβαίνουν 186 σκαλοπάτια κουβαλώντας στις πλάτες τους βράχια από γρανίτη, είναι μόνο ένα από τα πολλά ντοκουμέντα της έκθεσης «ΕΞΟΥΣΙΑ, ΧΩΡΟΣ, ΒΙΑ – Σχεδιασμός και Κατασκευές του Εθνικοσοσιαλισμού» στην Ακαδημία Τεχνών του Βερολίνου.
Η δημιουργία στρατοπέδου συγκέντρωσης στο Μαουτχάουζεν της Αυστρίας επελέγη από το ναζιστικό κράτος του τρόμου ακριβώς λόγω αυτού του λατομείου. Μεταξύ τους συνδέονταν με τη διαβόητη «σκάλα του θανάτου». Είναι η «σκάλα των δακρύων» του ποιήματος «Ο Αντώνης» στον κύκλο «Μάουτχαουζεν» του Ιάκωβου Καμπανέλλη, που μελοποιήθηκε από τον Μίκη Θεοδωράκη: «Εκεί στη σκάλα την πλατιά / στη σκάλα των δακρύων / στο Βίνερ Γκράμπεν το βαθύ / στο λατομείο των θρήνων». Πολλοί κρατούμενοι κατέρρεαν εκεί, ενώ περισσότεροι από 100.000 πέθαναν.
Η έκθεση περιγράφει πώς ο χωροταξικός και πολεοδομικός σχεδιασμός, καθώς και η αρχιτεκτονική, συνέβαλαν αφενός στην εδραίωση της ναζιστικής ιδεολογίας στην κοινωνία και αφετέρου τόσο στην εκπαίδευση “συντρόφων του λαού” όσο και στον αποκλεισμό και την εξόντωση των «ξένων προς τη γερμανική κοινότητα».
Μεταξύ 1933 και 1945 ο σχεδιασμός και οι κατασκευές των Ναζί διείσδυσαν σε όλους τους τομείς της ζωής και συνδέθηκαν άρρηκτα με την ιδεολογία του φασιστικού καθεστώτος, αφού εναρμονιζόταν με τις ρατσιστικές πρακτικές του, οι οποίες καθόριζαν ποιος επιτρέπεται να ζήσει και πώς ή ποιος να πεθάνει και πώς. Ένα σχέδιο-χάρτης με τίτλο η «Οδός των σκλάβων» του καλλιτέχνη Άρνολντ Ντάγκανι, το οποίο επίσης εκτίθεται, αποδεικνύει του λόγου το αληθές. Απεικονίζει την κατασκευή της οδού ΙV στην κατεχόμενη Ουκρανία και τη νότια Ρωσία, την οποία ανέθεσε στα SS το 1942 ο Χάινριχ Χίμλερ, ο ανώτατος αρχηγός τους, ο εμπνευστής των στρατοπέδων συγκέντρωσης και της μαζικής εξόντωσης των Εβραίων και άλλων ανεπιθύμητων κοινωνικών ομάδων.
Μέχρι το τέλος του πολέμου ολοκληρώθηκαν 1.200 χλμ. και χρησιμοποιήθηκαν εργάτες-σκλάβοι, τους οποίους πυροβολούσαν τα SS όταν είχαν πλέον εξαντληθεί. Ο ίδιος ο καλλιτέχνης ήταν ένας από τους επιζήσαντες κρατούμενους και εξιστορεί στο ημερολόγιό του τη φρίκη που έζησε.
Η επιλογή του κτηρίου, όπου φιλοξενείται η έκθεση, δεν θα μπορούσε να είναι καταλληλότερη. Στην Ακαδημία Τεχνών του Βερολίνου εργαζόταν από το 1937 ως “Γενικός Επιθεωρητής Κατασκευών για την Πρωτεύουσα του Ράιχ Βερολίνο”, ο υπουργός Εξοπλισμών και γιγαντομανής αρχιτέκτονας του Φύρερ, Άλφρεντ Σπέερ. Στους εναπομείναντες μετά τους βομβαρδισμούς των συμμάχων ανακατασκευασμένους χώρους της παρουσίαζε και τα φαραωνικά σχέδιά του για τη μελλοντική παγκόσμια πρωτεύουσα του Γ΄Ράιχ. Οι εκτοπισμοί λ.χ. στο Άουσβιτς, για το οποίο ντοκουμέντα αποδεικνύουν πως γνώριζε, ευνοούσαν τα σχέδιά του, επειδή δημιουργούσαν τον απαιτούμενο χώρο… Ο τόπος της έκθεσης είναι επομένως άρρηκτα συνδεδεμένoς με την ιστορία και τα εγκλήματα του φασισμού.
Ωστόσο, η έκθεση ξεπερνά κατά πολύ τη δράση του Σπέερ. Με τα εκθέματα -μακέτες, πρωτότυπα σχέδια, φωτογραφίες, ταινίες και άλλα ντοκουμέντα της εποχής- παρατίθεται λεπτομερώς το ευρύ φάσμα σχεδιασμού και κατασκευών των Ναζί. Τεκμηριώνονται, επίσης, οι απάνθρωπες συνθήκες που επικρατούσαν όχι τόσο για την ανέγερση αντιπροσωπευτικών κτιρίων του καθεστώτος -τα οποία ως επί το πλείστον δεν κατασκευάστηκαν- όσο για την κατασκευή και των αμέτρητων στρατοπέδων καταναγκαστικής εργασίας και εξόντωσης των κρατουμένων.
Για πρώτη φορά παρουσιάζονται στο ευρύ κοινό τα συμπεράσματα των 15 θεματικών ερευνών της Ανεξάρτητης Επιτροπής Ιστορικών (UHK), τις οποίες ανέθεσε το 2017 το Ομοσπονδιακό Υπουργείο Υποδομών, σε επτά θεματικά πεδία: Κατασκευή κατοικιών και οικισμών, κομματική και κρατική αρχιτεκτονική, στρατόπεδα συγκέντρωσης, υποδομές και χωροταξικοί σχεδιασμοί, διεθνικότητα, πολεοδομία και αρχιτεκτονική στην Ανατολή και Δύση μετά το 1945 και τα κατασκευαστικά κληροδοτήματα της ναζιστικής εποχής.
Οι έγκριτοι ιστορικοί ερεύνησαν και το ακανθώδες θέμα της συμμετοχής του προσωπικού στον τομέα των κατασκευών. Ένα μεγάλο μέρος του είχε αποκτήσει την επαγγελματική του εμπειρία κατά την περίοδο της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης και στη συνέχεια εργάσθηκε σε διάφορους ναζιστικούς θεσμούς και ιδρύματα όπως το υπουργείο Εργασίας του Ράιχ, το Γραφείο του Ράιχ για τον Περιφερειακό Σχεδιασμό ή στο επιτελείο του Άλμπερτ Σπέερ.
Ερευνήθηκε όμως και η συνέχεια στους διάδοχους θεσμούς από το 1945 και μετά. Στόχος ήταν να καταδειχθεί ότι πολλοί επαγγελματίες σχεδιασμού και κατασκευών αλλά και εργολάβοι πρέπει να θεωρηθούν συνυπεύθυνοι για τη χρήση βίας ή για εγκλήματα. Λογοδότησαν κυρίως οι λίγοι γνωστοί και ελάχιστοι εκ των αγνώστων, πολλοί μάλιστα εκ των οποίων συνέχισαν την καριέρα τους και μεταπολεμικά. Στην έκθεση παρατίθενται εκατόν πενήντα βιογραφίες αρχιτεκτόνων, σχεδιαστών τοπίου, ειδικών κτηρίων και δημοσίων υπαλλήλων οι οποίοι συμμετείχαν σε ναζιστικές κατασκευές.
Οι βιογραφίες αποδεικνύουν τη σχέση τους με τη μεταπολεμική Γερμανία, τη δυτική κυρίως, αφού συνέχισαν τις καριέρες τους απρόσκοπτα μετά το 1945 όπως αποδεικνύουν και ότι ορισμένες πλευρές της διοίκησης παρέμειναν ανέπαφες.
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας, το 75-80% των υψηλά ισταμένων στις κατασκευές στη μεταπολεμική (δυτική) Ομοσπονδιακή Δημοκρατίας της Γερμανία κατείχαν διευθυντικές θέσεις και κατά την εποχή των Ναζί, ενώ στη (ανατολική) Λαϊκή Δημοκρατία της Γερμανίας το19%. Μάλιστα 14 από τους εμπλεκόμενους στο εγκληματικό οικοδομικό σύστημα των Ναζί έλαβαν ακόμη και τον «Ομοσπονδιακό Σταυρό Αξίας» στη μεταπολεμική περίοδο.
Το κορυφαίο παράδειγμα σύμφωνα με τους οργανωτές της έκθεσης είναι ο μετέπειτα Ομοσπονδιακός Πρόεδρος (1959-1969) Χάινριχ Λίμπκε, ο οποίος συμμετείχε ως μηχανικός στο σχεδιασμό παραπηγμάτων σε στρατόπεδα συγκέντρωσης κατά τη διάρκεια της ναζιστικής περιόδου. Μετά το τέλος του πολέμου ίδρυσε μάλιστα ένα τεχνικό γραφείο μαζί με τον αντιπρόεδρο του Σπέερ Ρούντολφ Βόλτερς. Η έκθεση συμβάλει επίσης στην κατάρριψη του μύθου για τον αθώο, παραπλανημένο αρχιτέκτονα Σπέερ, ο οποίος μεταφέρθηκε σε πολλά άλλα επαγγέλματα – και εν μέρει εξακολουθεί να πλανάται.