Στην Πινακοθήκη Γκίκα, δίπλα στα αντικείμενα το Καρυωτάκη, στα έργα του Κόντογλου και του Σπαθάρη, ο Τάσος Μαντζαβίνος παρουσιάζει από τις 7 Νοεμβρίου τους δικούς του «Δράκους», μάς ξαναγνωρίζει το μυθικό πλάσμα, όπως το έζησε στον Καραγκιόζη, σε μια μεταψυχαναλυτική και μετακαφκική ερμηνεία. Κατασκευές με τσίγκο, ξύλο και άλλα υλικά που έχει μαζέψει από το Μοναστηράκι, μεταμορφώνονται σε δράκους που ξεπηδούν από τα βάθη του ψυχικού κόσμου και προσπαθούν να εκφραστούν.
Ο δημιουργός με αφοσίωση φιλοτεχνεί τα «κεντήματα» όπως του αρέσει να αποκαλεί αυτά τα έργα και με το πινέλο, το κοπίδι, το στρώσιμο με το χέρι, τα ξυσίματα και τις γραμμές πάνω από το χρώμα, όλα τα επιστρατεύει για να πλάσει εικαστικά τη μορφή της κρυμμένης ύπαρξης. Μετά την αναδρομική έκθεση στο έργο του Μαντζαβίνου στο Μπενάκη της Πειραιώς, ο ζωγράφος συνομιλεί με όλη τη γενιά του ’30, απολύτως συντονισμένα στο πνεύμα του Άγγελου Δεληβορριά, στον οποίο και αφιερώνεται η έκθεση. Αρωγός της έκθεσης και του ομότιτλου βιβλίου που τη συνοδεύει, είναι η Πινακοθήκη Γιώργου Ν. Βογιατζόγλου με επιμελητή τον ιστορικό τέχνης Γιώργο Μυλωνά.
Η έκθεση «Εγώ κι ο Δράκος» στην Πινακοθήκη Γκίκα (Κριεζώτου) του Μουσείου Μπενάκη, θα διαρκέσει έως τις 4 Ιανουαρίου 2020.