Δύο χρόνια συμπληρώθηκαν σήμερα από τον θάνατο της Κικής Δημουλά, της κορυφαίας Ελληνίδας ποιήτριας της δεύτερης μεταπολεμικής γενιάς, με μεγάλη απήχηση στο αναγνωστικό κοινό.

Ο ποιητικός λόγος της Κικής Δημουλά ακολούθησε μία εξελικτική πορεία, με επιδράσεις από την καβαφική ποίηση στο ξεκίνημά του και με βασικά χαρακτηριστικά στοιχεία τη λογοπλαστική τάση και την εικονοπλαστική ενάργεια. Ο προβληματισμός της Δημουλά, σαφώς υπαρξιακός, εκφράζει την αγωνιώδη αναζήτησή της για το νόημα της φθαρτής ανθρώπινης ζωής. Τα θέματα που κυριαρχούν στα ποιήματά της είναι η απουσία, η φθορά, η απώλεια, η μοναξιά και ο χρόνος. Στοιχεία της γραφής της είναι ο γοργός και αιχμηρός στίχος, ο ειρωνικός τόνος με τη χρήση των λέξεων της καθαρεύουσας, της τεχνολογίας, της αργκό ή και νεολογισμών, η φιλοπαίγμων διάθεση με την παράθεση αντίθετων ή ομόηχων λέξεων, η ηθελημένη αμέλεια στη σύνταξη και οι επαναλήψεις.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Ποια ήταν η Κική Δημουλά

Η Βασιλική Ράδου, όπως ήταν το πατρικό της όνομα, γεννήθηκε στην Αθήνα στις 6 Ιουνίου του 1931, με καταγωγή από την Καλαμάτα. Μετά τις εγκύκλιες σπουδές της, προσελήφθη ως υπάλληλος στην Τράπεζα της Ελλάδος, στην οποία εργάστηκε επί 25 χρόνια, έως το 1974, οπότε και συνταξιοδοτήθηκε. Για μία οκταετία εργάστηκε αποσπασμένη στη σύνταξη του περιοδικού «Κύκλος», που εξέδιδε η τράπεζα, με λογοτεχνικό και οικονομικό περιεχόμενο, στο οποίο δημοσιεύονταν κείμενά της.

Το 1954 παντρεύτηκε τον ποιητή Άθω Δημουλά (1921-1986), ο οποίος εργαζόταν ως πολιτικός μηχανικός στους Ελληνικούς Σιδηροδρόμους. Το ζευγάρι απέκτησε δύο παιδιά, τον Δημήτρη (1956) και την Έλση (1957).

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

 Το 2002 εξελέγη τακτικό μέλος της Ακαδημίας Αθηνών. Το 2015 αναγορεύτηκε σε επίτιμη διδάκτορα Θεολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Ποιήματα της έχουν μεταφραστεί σε πολλές ξένες γλώσσες – αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά,ιταλικά, σουηδικά κ.ά.

Το πολυβραβευμένο έργο της έχει μεταφραστεί σε πολλές ξένες γλώσσες και τιμηθεί με βραβεία και διακρίσεις που ξεκινούν από το 1972, με το Κρατικό Βραβείο Ποίησης για τη συλλογή «Το λίγο του κόσμου». Με το ίδιο βραβείο τιμήθηκε το 1989 για τη συλλογή της «Χαίρε ποτέ» και το 1995 με το Βραβείο Ουράνη της Ακαδημίας Αθηνών για τη συλλογή «Η εφηβεία της λήθης». Το 2001 τής απονεμήθηκε το Αριστείο των Γραμμάτων της Ακαδημίας Αθηνών, για το σύνολο του έργου της, και Χρυσός Σταυρός του Τάγματος της Τιμής, από τον τότε Πρόεδρο της Δημοκρατίας Κωνσταντίνο Στεφανόπουλο.

Το 2009, τιμήθηκε με το Ευρωπαϊκό Βραβείο Λογοτεχνίας, ενώ το 2010 με το Μεγάλο Κρατικό Βραβείο Λογοτεχνίας για το σύνολο του έργου της.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Σε μία ομιλία της για την ποίηση η Δημουλά όρισε ως εξής το ποίημα: «Βαδίζεις σε μιαν έρημο. Ακούς ένα πουλί να κελαηδάει. Όσο κι αν είναι απίθανο να εκκρεμεί ένα πουλί μέσα στην έρημο, ωστόσο εσύ είσαι υποχρεωμένος να του φτιάξεις ένα δέντρο. Αυτό είναι το ποίημα».

Πράγματι η ποίηση της Δημουλά ανθεί πάνω στο άνυδρο έδαφος της στέρησης, της απώλειας, της συναισθηματικής ματαίωσης και πάνω στο έδαφος της απουσίας του αγαπημένου προσώπου. Αυτή τη στέρηση κι αυτήν την απουσία αναπληρώνει επιτυγχάνοντας μέσα στο χώρο της ποίησης την επικοινωνία με ένα εσύ, με τον άλλον που λείπει, επικοινωνία που η πραγματικότητα αρνείται. Και από αυτή την άποψη η ποίηση της Δημουλά, όσο πικρά συναισθηματικά φορτία κι αν κουβαλά, στην ουσία επιτυγχάνει την κάθαρση και τη λύτρωση.

Μέσα στον ποιητικό της χώρο, κατοικεί η ίδια περιστοιχισμένη από τα άψυχα αντικείμενα και από τις αφηρημένες έννοιες. Στις τελευταίες, δίνει υπόσταση υποκειμένων, επιτρέποντάς τους έτσι να κινούνται, να αισθάνονται, να πάσχουν και γενικώς να συμπεριφέρονται ως δρώντα πρόσωπα. Υπάρχει, δηλαδή, κατά κανόνα μία ακινησία του ποιητικού εγώ, του μόνο έμψυχου εγκάτοικου του ποιητικού της κόσμου, και αντιστοίχως μία αέναη κινητικότητα του αφηρημένου. Πρόκειται για ένα από τα πιο ευδιάκριτα χαρακτηριστικά της ιδιότυπης ποιητικής φωνής της.

Συνεχή και αδιάλειπτα είναι τα σχόλια που αφορούν την απώλεια του χρόνου και τη φθορά, που αυτή η απώλεια συνεπάγεται, και διάχυτη η υπαρξιακή αγωνία.

Χαρακτηριστική είναι η γλωσσική της τόλμη που συχνά την οδηγεί σε μία ιδιαίτερα ευρηματική λεξιπλασία.

Η ποίηση της Δημουλά προσφέρει φιλόξενη στέγη σε καθημερινές πληγές και κοινά ανθρώπινα βιώματα, τολμά να δώσει διάσταση ποιητική και φιλοσοφική σε ποιήματα που αντλούν υλικό από το περιβάλλον του οικιακού βίου, και κατορθώνει να άρει τη γυναικεία καθημερινότητα στη σφαίρα της αυθεντικής ποίησης.

Σκύβοντας ουρανό ατένιζα.

Που έφτιαξα από πτώσεις.

Μαζεύοντας σπυρί-σπυρί

ό,τι δεν αφομοίωνε το ύψος.

(Το τελευταίο σώμα μου, 1981).

Η Κική Δημουλά πρωτοεμφανίστηκε στα γράμματα το 1952 με την ποιητική συλλογή «Ποιήματα», την οποία αποκήρυξε μετά από λίγο και την απέσυρε από την κυκλοφορία. Από τότε εξέδωσε τις ποιητικές συλλογές:

    Έρεβος (1956)
    Ερήμην (1958)
    Επί τα ίχνη (1963)
    Το λίγο του κόσμου (1971)
    Το τελευταίο σώμα μου (1981)
    Χαίρε ποτέ (1988)
    Η εφηβεία της λήθης (1994)
    Ενός λεπτού μαζί (1998)
    Ποιήματα (συγκεντρωτική έκδοση 1998)
    Ήχος απομακρύνσεων (2001)
    Χλόη θερμοκηπίου (2005)
    Συνάντηση (Ανθολογία με εβδομήντα τρία ζωγραφικά έργα του Γιάννη Ψυχοπαίδη, 2007)
    Μεταφερθήκαμε παραπλεύρως (2007)
    Τα εύρετρα ( 2010)

Η Κική Δημουλά έφυγε από τη ζωή στις 22 Φεβρουαρίου 2020, σε ηλικία 88 ετών. Το τελευταίο διάστημα νοσηλευόταν σε ιδιωτικό θεραπευτήριο των Αθηνών, με αναπνευστικά και καρδιολογικά προβλήματα.

 

 

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης