Στον Λευκό Πύργο, το εμβληματικό τοπόσημο της Θεσσαλονίκης, η Μάρθα Καραγιάννη χορεύει στην ταράτσα, στον ρυθμό της μπάντας του Κώστα Βουτσά, στη γνωστή ταινία «Κάτι να καίει». Ακριβώς πίσω, ξεπροβάλλει η άποψη της Θεσσαλονίκης της αντιπαροχής, στην εισαγωγή του «Τέντι Μπόι αγάπη μου», ενώ το ορφανό αγόρι από το «Ξυπόλητο Τάγμα» διανυκτερεύει σε μια βάρκα αραγμένη μπροστά στον Λευκό Πύργο. «Ο συγκεκριμένος χώρος είναι ένας από τους πιο πολυκινηματογραφημένους στη Θεσσαλονίκη και εμφανίζεται σε πολλές ταινίες για να σηματοδοτήσει ότι η ταινία διαδραματίζεται στην πόλη», επισημαίνει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η αναπληρώτρια προϊσταμένη του Film Office της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας, ιστορικός κινηματογράφου, Λίνα Μυλωνάκη.
Φέρνοντας στο μυαλό γνωστές εικόνες από τον ελληνικό κινηματογράφο, υπενθυμίζει ότι η πλατεία Αριστοτέλους ταυτίζεται με τα κινηματογραφικά γυρίσματα της ταινίας «ο Ατσίδας», το 1962, στην οποία ο Στέφανος Στρατηγός και η Ζωή Λάσκαρη εμφανίζονται να τρώνε γλυκό στην πλατεία. Εκεί γυρίστηκαν, άλλωστε, σκηνές από τη «Φανέλα με το 9» του Παντελή Βούλγαρη και από ταινίες του Γιάννη Δαλιανίδη και του Θόδωρου Αγγελόπουλου. Ωστόσο, η κινηματογραφική ταυτότητα της Αριστοτέλους, όπως λέει, είχε ήδη αρχίσει να διαμορφώνεται νωρίτερα, όταν το 1947 η πλατεία μετρούσε ήδη έξι θερινά σινεμά. Η κουλτούρα των κινηματογραφικών αιθουσών κορυφώθηκε στη δεκαετία του ’60, καθώς το 1965 στην πόλη λειτουργούσαν περισσότερες από 102 αίθουσες, χειμερινές και θερινές.
Ο Στέφανος Στρατηγός και η Ζωή Λάσκαρη σε ραντεβού στην πλατεία Αριστοτέλους
Λαμπρές κινηματογραφικές στιγμές της πόλης περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, το Φεστιβάλ Κινηματογράφου στο Ολύμπιον, τη φιλοξενία της Αλίκης Βουγιουκλάκη το 1960, με αφορμή τη «Μανταλένα», στο ξενοδοχείο Μεντιτερανέ αλλά και τον πλωτό κινηματογράφο «Κουρσάλ» ή Jerusalem που από το 1925 ήταν αραγμένος κοντά στον Λευκό Πύργο και εκτός από κινηματογραφικές προβολές πρόσφερε εκλεκτό φαγητό και δροσερή μπύρα.
Σύμφωνα με την κ. Μυλωνάκη, «η Θεσσαλονίκη γνώρισε την τέχνη του κινηματογράφου για πρώτη φορά σε εκείνη την ιστορική πρώτη προβολή που έγινε σε μια μπυραρία, την “Τουρκία”, στον Βαρδάρη, το 1897. Έκτοτε η πόλη συνδέθηκε διαχρονικά με το σινεμά: οι πρώτες κινηματογραφικές προβολές στην πόλη το 1903, οι πρώτοι Έλληνες κινηματογραφιστές με πρωτεργάτες τους αδελφούς Μανάκια μετά την απελευθέρωση του 1912, κινηματογραφικά επίκαιρα στη Θεσσαλονίκη των αρχών του 20ού αιώνα, πολυτελή κινηματοθέατρα στο Μεσοπόλεμο και πολλά ακόμη».
Δεκαπέντε σημεία κινηματογραφικού ενδιαφέροντος στον Σινεπερίπατο
Όλα τα παραπάνω παρουσιάζονται στο βιβλίο «Σινέ Θεσσαλονίκη – Ιστορίες από την πόλη και τον κινηματογράφο», σε επιμέλεια Λίνας Μυλωνάκη και Γιάννη Γκροσδάνη. Η έκδοση έδωσε την αφορμή για διάφορους τρόπους ανάδειξης της κινηματογραφικής ιστορίας της πόλης, όπως ο Σινεπερίπατος που σχεδιάστηκε πριν από λίγα χρόνια για το Thessaloniki Walking Tours, με σκοπό να αναδείξει την αμφίδρομη σχέση κινηματογράφου και αστικού χώρου. «Ο περίπατος ξεκινάει από τον Λευκό Πύργο και καταλήγει στο λιμάνι, ενώ συμπεριλαμβάνει περισσότερα από 15 σημεία κινηματογραφικού ενδιαφέροντος στο κέντρο της Θεσσαλονίκης, συνδέοντας μνήμες με δρόμους, πλατείες και γωνιές της πόλης που «λειτούργησαν ως ανοιχτό κινηματογραφικό στούντιο και διαμόρφωσαν την κινηματογραφική ταυτότητά της», σημειώνει η κ. Μυλωνάκη.
Οι αποτυπώσεις, όμως, της κινηματογραφικής ιστορίας της Θεσσαλονίκης έχουν παρουσιαστεί και σε άλλα μέσα, όπως την ψηφιακή εφαρμογή Cinemetro, που δημιούργησε ομάδα φοιτητών από το Τμήμα Πληροφορικής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, με επικεφαλής την καθηγήτρια Αθηνά Βακάλη, για την πλοήγηση στην κινηματογραφική Θεσσαλονίκη και το εκπαιδευτικό πρόγραμμα βιωματικού χαρακτήρα «Σινέ Θεσσαλονίκη», για μαθητές πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, που εφαρμόστηκε πιλοτικά σε σχολεία της Θεσσαλονίκης.
Σε αναζήτηση κοινών τρόπων ανάδειξης της κινηματογραφικής ιστορίας της πόλης
«Το Σινέ Θεσσαλονίκη λειτουργεί εδώ και μία δεκαετία ως μια ανοιχτή πολιτιστική πρόταση για μια συνολικότερη ανάδειξη της κινηματογραφικής ιστορίας της Θεσσαλονίκης, που μπορεί να διοχετεύεται από πολλά μέσα και με διαφορετικούς τρόπους, περιλαμβάνοντας όλα τα παραπάνω», επισημαίνει χαρακτηριστικά η κ. Μυλωνάκη, με αφορμή σχετική πρόσφατη παρουσίασή της στο συνέδριο κινηματογραφικού γραμματισμού, που πραγματοποιήθηκε στα Χανιά.
Η ίδια χαρακτηρίζει το συνέδριο ιδανική αφορμή συνάντησης των κινηματογραφικών φορέων της Θεσσαλονίκης (Μουσείο Κινηματογράφου, Φεστιβάλ Κινηματογράφου – Μουσείο Κινηματογράφου, Τμήμα Κινηματογράφου ΑΠΘ, Film Office Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας), που παρουσίασαν διάφορες πτυχές του κινηματογραφικού πολιτισμού της πόλης και της ευρύτερης περιοχής. «Έχουν ωριμάσει πλέον οι συνθήκες για να προχωρήσουμε σε κοινούς τρόπους ανάδειξης της κινηματογραφικής ιστορίας και του κινηματογραφικού πολιτισμού της Θεσσαλονίκης μέσα από νέες συνεργασίες για την προβολή της ξεχωριστής κινηματογραφικής ταυτότητας και κληρονομιάς του τόπου μας», σημείωσε η κ. Μυλωνάκη.
Έφηβοι στο Green Screen
Χαρακτηριστικό παράδειγμα μιας τέτοιας συνεργασίας είναι και τα εκπαιδευτικά προγράμματα που γίνονται για μαθητές και μαθήτριες όλων των βαθμίδων της εκπαίδευσης από το 2012 μέχρι και σήμερα στο Μουσείο Κινηματογράφου. Όπως αναφέρει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η Ειρήνη Δελιδάκη, υποψήφια Δρ. Πολιτισμικής Τεχνολογίας και Επικοινωνίας, που έχει την Επιστημονική Επιμέλεια των προγραμμάτων αυτών στο Μουσείο Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, ιδιαίτερη βαρύτητα δίνεται στην δευτεροβάθμια εκπαίδευση, ενώ το πρόγραμμα περιλαμβάνει ασκήσεις κινηματογραφικής παιδείας, θεατρικό παιχνίδι, προβολή αποσπασμάτων ταινιών και γυρίσματα από τα ίδια τα παιδιά στο γνωστό green screen για να φτιάξουν τη δική τους ταινία μικρού μήκους.
«Τα παιδιά βλέπουν εκεί τον εαυτό τους σε ένα άλλο φόντο από αυτό στο οποίο βρίσκονται συνήθως. Κάθε ομάδα αναλαμβάνει μια σκηνή και φτιάχνει ένα κομμάτι της ταινίας ενώ παρατηρούμε πως τα παιδιά, ‘ξεκλειδώνονται’ μέσα από το οπτικοακουστικό υλικό, νιώθουν πιο άνετα, ταυτίζονται με τους χαρακτήρες, μαθαίνουν στην πράξη την ενσυναίσθηση γιατί μπαίνουν σε ρόλους, μοιράζονται συναισθήματα, απελευθερώνονται, συνεργάζονται και διασκεδάζουν», τονίζει χαρακτηριστικά.
Τι αποκαλύπτουν τα ημερολόγια φοιτητών
Στο ίδιο μήκος κύματος, εκπαιδευτικό πρόγραμμα παιδαγωγικής του κινηματογράφου πραγματοποιείται σε σχολεία της Θεσσαλονίκης εδώ και 13 χρόνια σε συνεργασία με το Τμήμα Κινηματογράφου του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Ο Δημήτρης Παπαδόπουλος, Δρ. Κινηματογραφικών Σπουδών και σκηνοθέτης ντοκιμαντέρ, ΕΔΙΠ- Τμήμα Κινηματογράφου Α.Π.Θ. και Ε.Α.Π., επισημαίνει, μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, ότι από την ποιοτική ανάλυση των 121 ημερολογίων που κρατούν οι φοιτητές και οι φοιτήτριες του τμήματος τα τελευταία πέντε χρόνια, προκύπτει μια πολύ θετική εμπειρία για τους μαθητές και τις μαθήτριες. Αυτά περιλαμβάνουν τις πρώτες του εμπειρίες με τους φακούς και την κάμερα, τη δημιουργία σχέσεων και ομάδων εργασίας, τη δημιουργία ταινιών και την προαγωγή της μάθησης μέσα από τις αναπαραστάσεις που έχουν από τις ταινίες και τα ντοκιμαντέρ.