Ο Άγιος Φώτιος ο Μέγας που ήταν Πατριάρχης Κωσταντινουπόλεως έζησε σε μια πολύ ταραγμένη εποχή του Βυζαντίου όπου οι διαμάχες και οι δολοπλοκίες περί θρόνου και διαδοχής σε αυτόν και περί λατρείας ή όχι των εικόνων ήταν σφοδρές και ανελέητες. Η οικογένειά του διώχθηκε επειδή ήταν εικονολάτρες και ο πατέρας του Σέργιος πέθανε από τις ταλαιπωρίες σαν ομολογητής. Ο Άγιος Φώτιος ανέβηκε στον θρόνο της Κωσταντινούπολης εκθρονίζοντας τον Ιγνάντιο και αυτό δεν του το συγχώρησαν οι οπαδοί του Ιγναντίου. Τελικά κοιμήθηκε ήσυχα εξόριστος στην ιερά μονή των Αρμενιανών, στον Πόντο.
Ονομάσθηκε «Μέγας» για τις μεγάλες υπηρεσίες που προσέφερε στην Ορθόδοξη Χριστιανική Εκκλησία. Η μνήμη του εορτάζεται κάθε χρόνο στις 6 Φεβρουαρίου και την ημέρα αυτή γιορτάζουν όσοι φέρουν το όνομα Φώτιος.
Ο Φώτιος γεννήθηκε περί το 810 ή 820 στην Κωνσταντινούπολη από επιφανή οικογένεια. Ήταν ανιψιός του πατριάρχη Ταρασίου και συγγενής της Θεοδώρας, συζύγου του αυτοκράτορα Θεόφιλου. Έλαβε αξιόλογη μόρφωση και αφιερώθηκε στη μελέτη της κλασικής ελληνικής και εκκλησιαστικής γραμματείας. Υπερείχε όλων των συγχρόνων του σε ευρύτητα παιδείας και θαυμαζόταν ακόμη και από τους εχθρούς του. Ήταν συγχρόνως θεολόγος, νομικός, ιστορικός, φιλόλογος, ποιητής, μουσικός, μαθηματικός, ιατρός, γεωγράφος και αρχαιολόγος. Παράλληλα, διέθετε ευσέβεια, ρητορική δεινότητα και πολιτική δεξιότητα.
Κατά τη δεύτερη περίοδο της Εικονομαχίας (815-843) υπέστη διώξεις ως εικονόφιλος και αφορίστηκε. Μετά τον θρίαμβο της Ορθοδοξίας και την αναστήλωση των εικόνων (843) αποκαταστάθηκε εκκλησιαστικά και τιμήθηκε με τα πολιτικά αξιώματα του πρωτασηκρήτη (συμβούλου του αυτοκράτορα) και πρωτοσπαθάριου (αρχηγού της ανακτορικής φρουράς). Παράλληλα δίδασκε φιλοσοφία στην Ανώτατη Σχολή της Κωνσταντινούπολης.
Τον Δεκέμβριο του 858, ο αυτοκράτορας Μιχαήλ Γ’ ο Μέθυσος καθαίρεσε τον πατριάρχη Ιγνάτιο κι έχρισε νέο πατριάρχη – αν και λαϊκός- τον Φώτιο στο ναό της Αγίας Σοφίας. Ο Ιγνάτιος, όμως, επιδίωκε πάση θυσία την επάνοδό του στον πατριαρχικό θρόνο κι ενέπλεξε στο σχέδιό του και τον Πάπα Νικόλαο. Φώτιος και Νικόλαος αλληλοκαθαιρέθηκαν και το 867 επήλθε το πρώτο σχίσμα μεταξύ Κωνσταντινούπολης και Ρώμης.
Μετά τη δολοφονία του Μιχαήλ Γ’ από τον Βασίλειο Α’ τον Μακεδόνα η κατάσταση άλλαξε άρδην, Ο νέος αυτοκράτορας καθαίρεσε κι εξόρισε τον Φώτιο κι επανέφερε στον πατριαρχικό θρόνο τον Ιγνάτιο. Η αναταραχή στους κόλπους της εκκλησίας δεν έλεγε να καταλαγιάσει. Ο Βασίλειος, συνειδητοποιώντας το λάθος του, επανέφερε τον Φώτιο από την εξορία και του ανέθεσε την εκπαίδευση των παιδιών του. Μετά το θάνατο του Ιγνατίου το 877 τον αποκατέστησε στον πατριαρχικό θρόνο της Κωνσταντινούπολης.
Κατά τη δεύτερη θητεία του, ο Φώτιος αποκατέστησε τις σχέσεις του με τη Ρώμη και συνέχισε το ιεραποστολικό έργο στην Ανατολική Ευρώπη με τον εκχριστιανισμό των Σλάβων. Παρ’ όλα αυτά, ο διάδοχος του Βασιλείου Α’, αυτοκράτορας Λέων ΣΤ’ ο Σοφός, αν και μαθητής του, απομάκρυνε τον Φώτιο κι έχρισε πατριάρχη τον αδελφό του Στέφανο.
Τότε, ο Φώτιος αποσύρθηκε στη μονή Αρμενιακών στην Κωνσταντινούπολη και αφοσιώθηκε στη συγγραφή. Μείζον έργο του η «Μυριόβιβλος», η οποία περιέχει αναφορές και αποσπάσματα για 279 βιβλία που έχουν χαθεί.
Ο Φώτιος πέθανε στην Κωνσταντινούπολη στις 6 Φεβρουαρίου 893.
Ἀπολυτίκιον Αγίου Φωτίου του Μέγα
Τῆς σοφίας ἐκφάντωρ λαμπρὸς γενόμενος, Ὀρθοδοξίας ἐδείχθης θεοπαγῆς προμαχών, τῶν Πατέρων καλλονὴ Φώτιε μέγιστε, οὐ γὰρ αἱρέσεων δεινῶν, στηλιτεύεις τὴν ὀφρύν, Ἐώας τὸ θεῖον σέλας, τῆς Ἐκκλησίας λαμπρότης, ἣν διατηρεῖ Πάτερ ἄσειστον.