Συνέντευξη στη Σπυριδωνία Κρανιώτη

Η ταλαντούχα Χάρις Συμεωνίδου, η οποία πρωταγωνιστεί στην παράσταση «Το Γράμμα μιας Άγνωστης» στο Θέατρο Εκάτη, μετρά ήδη 15 χρόνια στο θέατρο και μέσα από τις επιτυχημένες συνεργασίες της με πολλούς και αξιόλογους σκηνοθέτες έχει αφήσει έντονο το στίγμα της στον καλλιτεχνικό χώρο.

«Χαμογελώ με την καλή παρέα και το χιούμορ αγαπημένων φίλων, με ευχάριστα θεάματα, με την εικόνα των παιδιών, με το χάδι της “γκριζού” της γάτας μου. Θυμώνω με την αγένεια και τους απότομους τρόπους ανθρώπων, συχνά αγνώστων, που ξεσπούν τα δικά τους προβλήματα σε κάθε ευκαιρία, στον δρόμο, στην οδήγηση, σε μια ουρά, ακόμη και σε μια συνεργασία» εξομολογείται στο zougla.gr η αξιόλογη καλλιτέχνις και συμπληρώνει: «Υπάρχει ακόμη ο φόβος, αλλά σταδιακά η ανάγκη του κόσμου για θέατρο νικά, και το θέατρο ξαναζεί. Εξάλλου, το ίδιο το θέατρο βοηθά στο να νικηθεί ο φόβος της αρρώστιας και του θανάτου».

Πείτε μας διεξοδικά για την παράσταση που υπηρετείτε και τον ρόλο σας…

Το έργο του Στέφαν Τσβάιχ «Το Γράμμα μιας Άγνωστης» έχει χαρακτηριστεί αριστούργημα της παγκόσμιας λογοτεχνίας. Ο έρωτας της ηρωίδας του έργου για τον νεαρό, γοητευτικό συγγραφέα που εγκαθίσταται στο απέναντί της διαμέρισμα αρχίζει στα 13 της χρόνια και διαπερνά όλη της τη ζωή, χωρίς όμως εκείνος να συνειδητοποιεί, ακόμη και όταν σε δύο διαφορετικές περιπτώσεις, τόσο στα 18 όσο και στα 28 της χρόνια, συναντώνται ερωτικά, ποια είναι. Όταν λάβει το γράμμα της θα είναι πολύ αργά.

Πρόκειται για την ιστορία ενός απόλυτου, ουτοπικού έρωτα και την ουσιαστικά ανεκπλήρωτη εκδοχή του, εφόσον η ηρωίδα παραμένει «άγνωστη» για τον συγγραφέα, που ζει τον έρωτα αποφεύγοντας κάθε δέσμευση.
Ο ρόλος μου είναι πολύ απαιτητικός με εναλλασσόμενα συναισθήματα χαρμολύπης, θαυμασμού, πικρίας, θλίψης, οδύνης, νοσταλγίας. Είναι εξαιρετικά ενδιαφέρον γιατί διανύει το χρονο-διάστημα από την εφηβική ηλικία μέχρι την ενήλικη ζωή, αναδεικνύοντας τη μετάβαση του παιδιού σε γυναίκα, μέσω ενός ανέφικτου στην ουσία έρωτα, με βαθιά ανατομία της ψυχολογίας τους και με μια μοναδική τρυφερότητα και τραγικότητα.

Τι σας γοητεύει στον ρόλο σας και τι σας δυσκόλεψε;

Στον ρόλο μου με γοητεύει -εκτός από το ίδιο το συναρπαστικό κείμενο- το ότι αντιμετωπίζω και πάλι την πρόκληση ενός μονολόγου – αναπόληση ζωής. Κάθε κίνηση, έκφραση, συναίσθημα πρέπει να «περάσει» στον θεατή με απόλυτη ευθύνη μου, κι αυτό είναι συναρπαστικό, αλλά έχει αυξημένο βαθμό δυσκολίας. Όταν επιτυγχάνονται η προσήλωση και η συν-κίνηση του θεατή, ο ηθοποιός αισθάνεται απέραντη συγκίνηση και ο ίδιος.

Τι σας οδήγησε στο θέατρο;

Ο έρωτας για το ίδιο το θέατρο που με διακατείχε από την παιδική μου ηλικία και που για διάφορους λόγους καθυστέρησε να υλοποιηθεί. Όμως, παρότι σπούδασα Οικονομικά και Δημογραφία, με διδακτορικό από το London School of Economics και υπήρξα διευθύντρια Ερευνών στο ΕΚΚΕ και επισκέπτρια καθηγήτρια της Σορβόννης, πάντοτε η ανάγκη να βρεθώ ουσιαστικά και μόνο στο θέατρο μου έτρωγε την ψυχή. Γι’ αυτό και, παρόλο που με είχαν εκλέξει διευθύντρια του Ινστιτούτου Κοινωνικής Πολιτικής του ΕΚΚΕ, πήρα την απόφαση να παραιτηθώ για να ακολουθήσω το όνειρό μου (follow your heart). Ξανακάθισα στο θρανίο και πήρα πτυχίο υποκριτικής από το Queen Margaret University του Εδιμβούργου. Από τότε εργάζομαι συνεχώς στο θέατρο και έχω συμμετάσχει σε περισσότερες από 50 παραστάσεις.

Αν μπορούσατε να απομονώσετε μια φράση του έργου, ποια θα επιλέγατε;

«Ξαφνικά ένα ρεύμα διαπέρασε την καρδιά μου. Καθόσουν στο διπλανό τραπέζι μαζί με τους φίλους σου και με κοιτούσες με θαυμασμό, μ’ αυτό το βλέμμα που με συγκλόνιζε. Δεν ήξερα αν επιτέλους με είχες αναγνωρίσει ή με επιθυμούσες σαν μια γυναίκα που δεν είχες ακόμη κρατήσει στα χέρια σου, σαν μια άλλη, σαν άγνωστη».

Τι πιστεύετε ότι έχει κερδίσει το Θέατρο Εκάτη από τη θητεία του στο κλασικό ποιοτικό έργο;

Μα ακριβώς την αναγνώριση της επιμονής σε ποιοτικά έργα μεγάλων συγγραφέων. Ο σεβασμός που έχει επιδείξει το Θέατρο Εκάτη στον λόγο και στα κείμενα των συγγραφέων αυτών, χωρίς ποτέ να καινοτομεί χάριν της καινοτομίας και μόνο, όπως δυστυχώς συμβαίνει, σαν αυτοπαγίδευση, ακόμη και στις αρχαίες τραγωδίες, στις μέρες μας, είναι αυτό καθ’ εαυτό κέρδος για το θέατρο αυτό και πιστεύω έχει ήδη αναγνωριστεί από το κοινό και τους κριτικούς. Ο προσωπικός αγώνας της ιδιοκτήτριας και μόνιμης σκηνοθέτιδας του Θεάτρου Εκάτη, της Βαλεντίνης Λουρμπά, έχει αποδώσει τους καρπούς του.

Στο «γράμμα μιας άγνωστης» τι ερευνά ο συγγραφέας;

Την οδυνηρή και αντιφατική πορεία του ανέφικτου, ουτοπικού έρωτα.
Το πού μπορεί να οδηγήσει η εμμονή σε ένα πρόσωπο που δεν μπορεί να ανταποκριθεί, λόγω του «περιπλανώμενου» χαρακτήρα του, σε βαθιά αληθινά συναισθήματα και σχέσεις.
Τον ψυχικό κόσμο στην εφηβεία και το πέρασμα στην ενηλικίωση μέσα από τον ίδιο τον έρωτα.
Το κόστος της υπερηφάνειας και της ανάληψης όλων των ευθυνών από την ηρωίδα του έργου και το ανεπούλωτο έκτοτε τραύμα της.
Την καταστροφική απόφαση που μπορεί να έχει αυτή η ερωτική εμμονή στην ίδια την ηρωίδα.
Μου θυμίζει το απόσπασμα από τη «Μήδεια» του Ευριπίδη στο χορικό του Έρωτα «Δώσ’ μου τη σύνεση θεά, όχι όσον έρωτα ποθώ, μα όσο αντέχω».

Ποιες συνεργασίες σας ξεχωρίζετε;

Στη διάρκεια των 15 χρόνων παρουσίας μου στο θέατρο έχω συνεργαστεί με πολλούς και αξιόλογους σκηνοθέτες και ηθοποιούς. Θα κάνω ειδική μνεία στην εξαιρετική συνεργασία που είχα με τον Νίκο Κούνδουρο στο έργο «Μαιτρ & Μαργαρίτα» του Μπουλγκάκωφ, στον Jean-Paul Denizon (βασικό συνεργάτη του Peter Brook), στο έργο «Οι Τρομπέτες του Θανάτου ή τα Μανιτάρια» του Tilly, στον Σάκη Παπακωνσταντίνου στο «La Commune Greque» στο Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου, στον πρώτο μου σκηνοθέτη τον Νικόλα τον Μίχα, με τον οποίο συνεργάστηκα στη συνέχεια άλλες πέντε φορές, όπως π.χ. στο έργο «Σονάτα του Σεληνόφωτος» του Ρίτσου, «Περλιμπλίν και Μπελίσα» του Λόρκα, «Αλχημιστής» του Μπεν Τζόνσον και «Αντιγόνη» του Μπρεχτ στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών, στη Χρυσάνθη Κορνηλίου στο έργο «Η Ζωή είναι Όνειρο» του Καλντερόν ντε λα Μπάρκα και στο «Γράμμα Αγάπης» του Φερνάντο Αρραμπάλ, στην Αλεξάνδρα Maiolettiστο «Sex Trafficing» στο Ίδρυμα Κακογιάννη, στη Μαρία Τσαρούχα στο «Ιράκ 9 – Τόποι Επιθυμίας», στα «Αναλόγια» της Σίσσυς Παπαθανασίου στο Θέατρο Τέχνης Καρόλου Κουν, στην Αθηνά Κεφαλά στα «Μάτια της Έλσας», στη Βαλεντίνη Λουρμπά στους «Βρικόλακες» του Ίψεν και τώρα στο «Γράμμα μιας Άγνωστης» του Στέφαν Τσβάιχ, στο Θέατρο Εκάτη.

Πώς θα περιγράφατε τον εαυτό σας εκτός σκηνής σε κάποιον που θα ενδιαφερόταν να σας γνωρίσει; Τι σας αρέσει να κάνετε όταν δεν εργάζεστε;

Τι να σας πρωτοπώ τώρα… Πιστεύω ότι είμαι ειλικρινής και αυθόρμητη -κι αυτό καμιά φορά οδηγεί σε παρεξηγήσεις-, με αίσθηση χιούμορ και αυτοσαρκασμού, αλλά και με μια βασανιστική τελειομανία.
Όταν δεν εργάζομαι μου αρέσει να κολυμπώ -χειμώνα, καλοκαίρι-, να βλέπω παραστάσεις στο θέατρο και στον κινηματογράφο, να διαβάζω λογοτεχνία και ποίηση, ν’ ακούω μουσική.

 Τι σας κάνει να χαμογελάτε και τι σας θυμώνει στην καθημερινότητά σας;

Χαμογελώ με την καλή παρέα και το χιούμορ αγαπημένων φίλων, με ευχάριστα θεάματα, με την εικόνα των παιδιών, με το χάδι της «γκριζού» της γάτας μου. Θυμώνω με την αγένεια και τους απότομους τρόπους ανθρώπων, συχνά αγνώστων, που ξεσπούν τα δικά τους προβλήματα σε κάθε ευκαιρία, στον δρόμο, στην οδήγηση, σε μια ουρά, ακόμη και σε μια συνεργασία.

Η συνθήκη της πανδημίας πώς σας επηρέασε;

Όπως όλοι, αισθάνθηκα την απειλή στη ζωή μας. Βρήκα όμως παράλληλα την ευκαιρία να ολοκληρώσω την εργασία μου πάνω στην «Παγκόσμια Ιστορία Θεάτρου» που δίδαξα και φέτος για δεύτερη χρονιά στο Ίδρυμα Β. & Μ. Θεοχαράκη.

Επίσης, να περπατήσω περισσότερο με φίλους στη γειτονιά μου, να βελτιωθώ στη μαγειρική, να διαβάσω περισσότερο και να χαρώ το σπίτι μου, που πριν την πανδημία δεν με έβλεπε… Ήταν και μια ευκαιρία για ενδοσκόπηση, που όλοι πιστεύω χρειαζόμαστε.

Πιστεύετε ότι η πανδημία έχει επηρεάσει το θεατρικό κοινό;

Βέβαια. Αρκεί να δει κανείς πόσες καλές παραστάσεις κατεβαίνουν γρήγορα, πόσο περιορισμένο κοινό παρακολουθεί στα περισσότερα θέατρα σε σύγκριση με την προ πανδημίας εποχή. Υπάρχει ακόμη ο φόβος, αλλά σταδιακά η ανάγκη του κόσμου για θέατρο νικά, και το θέατρο ξαναζεί. Εξάλλου, το ίδιο το θέατρο βοηθά στο να νικηθεί ο φόβος της αρρώστιας και του θανάτου.

Ποια η γνώμη σας αναφορικά με τις καταγγελίες που είδαν το φως της δημοσιότητας στο ελληνικό #ΜeToo; Πιστεύετε ότι θα μπουν όρια για τις νέες γενιές, θα είναι καλύτερες οι συνθήκες εργασίας στον καλλιτεχνικό χώρο, αλλά και σε όλους γενικά τους εργασιακούς χώρους;

Σίγουρα έγινε ένα πρώτο γερό ρήγμα. Πρέπει όμως να λάβουμε υπόψη ότι με την ανεργία, τόσο στον καλλιτεχνικό χώρο όσο και σε όλους τους εργασιακούς χώρους, το φαινόμενο της εκμετάλλευσης πυροδοτείται και χρειάζεται συνεχής επαγρύπνηση και μεγάλο κουράγιο από τους νέους ανθρώπους, για να αντιστέκονται στις συμπεριφορές καταναγκασμού και εξουσίας, είτε στον ερωτικό τομέα είτε στην ευρύτερη συμπεριφορά των εργοδοτών.

Ποιοι είναι οι στόχοι σας για το μέλλον; Πώς θα θέλατε να είναι το θέατρο τα επόμενα χρόνια;

Ο βασικός μου στόχος είναι να είμαι στη σκηνή μέχρι τα βαθιά γεράματα, παίζοντας σε πολύ καλά θεατρικά έργα, με καλούς σκηνοθέτες και συναδέλφους ηθοποιούς, προσφέροντας στους θεατές συγκίνηση και μηνύματα ζωής.

Το πώς θα ήθελα να είναι το θέατρο είναι θέμα διατριβής. Πιστεύω ότι θα ήθελα να ξαναγυρίσουμε σε έργα με συμβολικά μηνύματα και θέματα. Λατρεύω το θέατρο του παραλόγου, τα κείμενα των μεγάλων συγγραφέων και τραγικών. Ονειρεύομαι ένα συμμετοχικό-διαδραστικό και όχι ψευδο-συμμετοχικό θέατρο, όπου ο θεατής θα φεύγει με την αίσθηση της λύτρωσης, όπως μας δίδαξαν οι αρχαίοι ημών θεατρικοί πρόγονοι.

Τι ονειρεύεστε για την καλλιτεχνική σας διαδρομή;

Να εξελίσσομαι, να μαθαίνω από τα λάθη και τις νίκες μου. Να συνεργάζομαι με συναδέλφους και σκηνοθέτες ευγενείς και ταλαντούχους, με σκληρή δουλειά, για να υπάρχει το καλό αποτέλεσμα που ευαισθητοποιεί το κοινό και κινητοποιεί μηχανισμούς αφύπνισης.

Ετοιμάζετε κάτι άλλο;

Πιστεύω ότι θα συνεχίσουμε και την επόμενη θεατρική σεζόν το «Γράμμα μιας Άγνωστης». Συγχρόνως, έχω προσκληθεί να διδάξω για τρίτη χρονιά στο Ίδρυμα Β. & Μ. Θεοχαράκη την «Παγκόσμια Ιστορία Θεάτρου», όπου μέσα σε 10 ώρες παρουσιάζω με πυκνότητα την Ιστορία του Θεάτρου από τις πρώτες τελετουργίες μέχρι σήμερα. Έχω δε σκοπό να παρουσιάσω τη δουλειά αυτή και σε πολλές άλλες κοινότητες και ομάδες. Για παράδειγμα, μου έχει ήδη ζητηθεί να την παρουσιάσω στον Δήμο Φιλοθέης – Ψυχικού.

Η παράσταση «Το Γράμμα μιας Άγνωστης» παίζεται κάθε Πέμπτη στις 9μμ στο Θέατρο Εκάτη