«Αυτό που με γοήτευσε ήταν η ζωντάνια και ο λόγος του» ομολογεί ο Μανώλης Μαυροματάκης για το έργο της Αλεξάνδρας Κ* «Επαναστατικές μέθοδοι για τον καθαρισμό της πισίνας σας», που βάζει στο επίκεντρο την «αγία ελληνική οικογένεια» και αναδεικνύει τα αδιέξοδα της παλιάς και της νέας γενιάς. «Διαβάζοντας το κείμενο, υπήρχαν κουβέντες που τις έχω ακούσει γύρω μου και κρύβουν πίσω τους βαθιά συμπτώματα. Μέσα του αναγνωρίζει ο καθένας μας έναν δικό του άνθρωπο. Έρχονται νέα παιδιά και μου λένε ότι βλέπουν σκηνές που έχουν ζήσει με τον πατέρα τους» αναφέρει.

Στην παράσταση, που φιλοξενεί η Πειραματική Σκηνή του Εθνικού Θεάτρου, έως τις 17 Ιουνίου, και αποτελεί μία από τις μεγάλες εκπλήξεις του εφετινού καλοκαιριού, ο δημοφιλής ηθοποιός υποδύεται τον Αντώνη Τάδε, ένα «αμφιλεγόμενο πρόσωπο» κατά τον ίδιο, αποφασισμένο να παλέψει μέχρις εσχάτων για να σώσει την «επένδυση ζωής» του, το αυθαίρετο σομόν εξοχικό του δίπλα στη θάλασσα, το οποίο απειλεί η πρώτη ιδιωτικοποίηση δημόσιας γης και μαζί ολόκληρη την προσωπική του μυθολογία. Κυρίως, όμως, απειλεί το μέλλον των παιδιών του, τουλάχιστον όπως ο ίδιος το έχει φανταστεί. Γι’ αυτό και δεν διστάζει να συγκρουστεί, όχι μόνο με τους κρατικούς μηχανισμούς, αλλά και με τα ίδια του τα παιδιά – τη σκηνοθέτιδα κόρη του και τον ομοφυλόφιλο μουσικό γιο του – κηρύσσοντας ανεξάρτητο κράτος τη γη που ο ίδιος έχει καταπατήσει.

«Είναι ένας πατέρας που “τρώει” τα παιδιά του. Με την υπερβολική του αγάπη τα εγκλωβίζει και αυτά αγωνίζονται να ξεφύγουν, αλλά με λάθος τρόπο» αναφέρει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο ηθοποιός για τον ήρωα που υποδύεται. Ο ίδιος τον αγάπησε σιγά σιγά, καθώς τον μελετούσε μέσα στον ρόλο. «Με συγκινεί το αίτημά του για την ίδια τη ζωή. Ο Αντώνης είναι ο στερεοτυπικός Έλληνας. Ο χαρακτήρας του είναι ένα κομμάτι της πραγματικότητάς μας, το οποίο δεν πρέπει να το αντιμετωπίζεις μόνο ως εχθρικό, αλλά οφείλεις να το καταλάβεις, γιατί θες να καταλάβεις τον ίδιο σου τον εαυτό. Θες να καταλάβεις από που έρχεσαι και τι είσαι στο βάθος και με τι όπλα θα αντιμετωπίσεις τη δύσκολη κατάσταση την οποία περνάμε. Γιατί το όπλο που έχεις είναι αυτό που είσαι, είναι το ίδιο σου το σύμπτωμα».

Στην παράσταση, η ελληνική οικογένεια σκιαγραφείται ως πεδίο έντονων συγκρούσεων και σουρεαλιστικών καταστάσεων, αλλά και ως άλλοθι για τις παρατυπίες και τις παρανομίες μας. Όπως παραδέχεται ο ηθοποιός δεν δικαιολογεί τη συμπεριφορά του ήρωά του, αλλά προσπαθεί να την εξηγήσει. «Δεν θέλω να τον κατηγορώ συνεχώς, γιατί αμέσως μπαίνουμε σε μία κατάσταση θυματοποίησης, σε μια κατάσταση δικαστηρίου. Προσπαθώ να βρω το προσωπικό του δίκιο, γιατί μ’ ενδιαφέρει και μένα για τον εαυτό μου. Γιατί και εγώ είμαι εν δυνάμει ο πατέρας μου που μεγαλώνω και παίρνω τον ρόλο του» επισημαίνει.

«Από τη μια έχει τα στραβά του και από την άλλη τα καλά του. Ο Αντώνης μπορεί να είναι ρατσιστής, σεξιστής και μπαγαπόντης, βουτηγμένος μέσα στην ιδεοληψία και τις εμμονές, να καταφεύγει σε συναισθηματικούς εκβιασμούς για να επιτύχει αυτό που θέλει, να έχει πρόβλημα με τη μητέρα του και να τον έχουν απορρίψει η γυναίκα του και τα παιδιά του…Ωστόσο κουβαλά ακόμα μέσα του, αξίες που έρχονται από τα παλιά, που έχουν να κάνουν με το ποιοι είμαστε εδώ στην Ελλάδα. Αξίες όπως είναι η φιλία, το φιλότιμο, η φιλοξενία, η ανάγκη να προσφέρουμε προσωπικά σε έναν άλλον, όλα αυτά που μαθαίνουμε μέσα στην οικογένεια. Αφού καλώς ή κακώς αυτή είναι το δομικό στοιχείο της κοινωνίας μας. Αυτά τα έχει ο Αντώνης . Έρχεται δηλαδή η Γερμανίδα φίλη των παιδιών του και σκίζεται για να την εξυπηρετήσει με τον πιο κωμικό τρόπο, σκοτώνοντας και ψήνοντας μια μπεκάτσα».

Τη σκηνοθεσία της παράστασης – που μπορεί να συνεχιστεί και την επόμενη σεζόν – υπογράφει ο Σαράντος – Γεώργιος Ζερβουλάκος, ο οποίος έχει διαγράψει αξιοσημείωτη πορεία στο γερμανόφωνο θέατρο και παρουσιάζει για πρώτη φορά δουλειά του στην Αθήνα. «Στη συγκεκριμένη περίπτωση έπαιξε πολύ σημαντικό ρόλο ο σκηνοθέτης. Δεν τον ήξερα, αλλά αισθάνθηκα πολύ όμορφα και τις δύο φορές που συναντηθήκαμε πριν πούμε το “οκ” για την παράσταση. Μου άρεσε πολύ η ευγένεια του και ο τρόπος που αντιμετώπιζε τα πράγματα».

Άλλωστε για τον Μανώλη Μαυροματάκη αυτό είναι και ένα βασικό κριτήριο με το οποίο επιλέγει τις συνεργασίες του, στο θέατρο στην τηλεόραση ή στον κινηματογράφο. «Θέλω να συνεργάζομαι με ανθρώπους που με εμπνέουν. Σίγουρα μετράει και ένα καλό σενάριο και ένας καλός ρόλος. Και πολλές φορές, τολμώ να πω χωρίς ενοχή, πως το τελευταίο – που κάποιος θα έλεγε ότι είναι και το πιο ταπεινό κριτήριο – για μένα είναι το πιο ισχυρό. Θέλω να παίζω καλούς ρόλους».

«Les Traducteurs»

Τον Μάρτιο, ολοκλήρωσε τα γυρίσματα μιας γαλλικής παραγωγής με τίτλο «Les Traducteurs» του Regis Roinsard για τις ανάγκες της οποίας χρειάστηκε να μείνει ένα μήνα στο Παρίσι.

«Με βρήκαν μέσω της ταινίας του Γιώργου Τσεμπερόπουλου «Ο Εχθρός μου», μου ζήτησαν να τους στείλω ένα βίντεο με μία σκηνή που γύρισα μ’ έναν φίλο μου και από εκεί με επέλεξαν. Κατάλαβα από την αρχή, ότι αυτός ο σκηνοθέτης με ήθελε χωρίς να με ξέρει, γι’ αυτό που είδε σε μένα. Αυτό έγινε ακόμα πιο καθαρό κατά τη διάρκεια της συνεργασίας μας, η οποία ήταν πάρα πολύ ωραία».

Η ταινία είναι ένα αστυνομικό νουάρ με κοινωνικά και φιλοσοφικά νοήματα. «Παίζουν ηθοποιοί από εννιά διαφορετικές χώρες της Ευρώπης και ο καθένας τους είναι ο αντίστοιχος μεταφραστής ενός πολύκροτου μπεστ σέλερ για τη γλώσσα του. Εγώ ερμηνεύω τον Έλληνα μεταφραστή».

Στη σημερινή εποχή, αυτό που τον ενθαρρύνει είναι «όταν οι άνθρωποι καταφέρνουν να συνεννοηθούν, να πουν από μια πρόταση ο καθένας και να έρθουν κοντά μέσα από αυτές τις δυο προτάσεις. Αυτό είναι πολύ σημαντικό και ταυτόχρονα πολύ δύσκολο. Όσο δεν επικοινωνούμε μεταξύ μας, αυτό πέρα από τα προβλήματα που δημιουργεί, αποκλείει και την αγάπη».

Πηγή: ΑΠΕ – ΜΠΕ