Η παράσταση «Ο Μέγας Ιεροεξεταστής» του Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι που παρουσιάστηκε με μεγάλη επιτυχία επί τέσσερα χρόνια στην Αθήνα και έχει ταξιδέψει στην Πάτρα, τη Ρόδο, την Κρήτη και σε άλλες πόλεις της Ελλάδας, συνεχίζει το ταξίδι της με τελευταίο σταθμό της τη Θεσσαλονίκη. Ο θρύλος του Μεγάλου Ιεροεξεταστή είναι ένα κεφάλαιο από τους «Αδελφούς Καραμάζοφ».
Ο Κωνσταντίνος Κωνσταντόπουλος μιλώντας στο Αθηναϊκό/Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων για το συγκεκριμένο κείμενο που ερμηνεύει, τόνισε χαρακτηριστικά πως «πρόκειται για ένα υπέροχο κείμενο το οποίο μας έχει ξεμυαλίσει και μας κρατάει σε μια ενάργεια και ενθουσιασμό επί πολλά χρόνια και χαίρομαι ιδιαίτερα όταν το… μοιράζομαι με τους θεατές».
Το γεγονός ότι η παράσταση έχει μεγάλη διάρκεια και την παρουσιάζετε επί χρόνια στην Αθήνα αλλά και στην περιφέρεια σημαίνει πως έχει μεγάλη απήχηση στο κοινό. Πού αποδίδετε αυτήν την επιτυχία;
Όντως, οι θεατές είναι εκείνοι που μας έδωσαν τη δύναμη να συνεχίσουμε. Γιατί παρότι ακούμε Ντοστογιέφσκι και όλοι πιθανόν στο μυαλό μας έχουμε κάτι πολύ βαρύ, και ομολογουμένως αυτό είναι ένα από τα πιο δύσβατα δείγματα της παγκόσμιας λογοτεχνίας, το κείμενο αυτό και η παράσταση αυτή βρήκε τους θεατές της μ΄ ένα τέτοιο τρόπο που μας δίνει τη δύναμη να συνεχίζουμε ακόμα.
Τι είναι εκείνο που έλκει το κοινό στο συγκεκριμένο κείμενο- παράσταση;
Είναι τόσο συναρπαστικός αυτός ο συγγραφέας -που χαρακτηρίζεται από πολλούς και ως πατέρας της λογοτεχνίας- που όταν συναντάς αυτό το κείμενό του από σκηνής αυτό έχει μεγάλη δραματική αξία, είναι πεντακάθαρο θέατρο γι΄ αυτό είναι με τον τρόπο του πολύ συναρπαστικό για τον θεατή. Είναι η διάσημη δίκη του ιεροεξεταστή που δικάζει τον Ιησού Χριστό. Και έχω την εντύπωση ότι οι θεατές ενθουσιάζονται, συναρπάζονται, σκέπτονται, γιατί όλα αυτά τα οποία κουβεντιάζει μέσα το κείμενο και πραγματεύεται μας αφορούν εξαιρετικά άμεσα αυτήν την περίοδο. Είναι πράγματα για τα οποία όλοι αναρωτιόμαστε. Μιλάει για τα έσχατα, ερωτήματα που απασχολούν όλους έτσι κι αλλιώς, πόσο μάλλον την περίοδο αυτή που είμαστε σε καιρούς κρίσης και όλοι χρειάζεται πιθανόν να επαναπροσδιοριστούμε. Άρα αυτά τα μεγάλα κείμενα και αυτοί οι συγγραφείς είναι μια πολύ μεγάλη βακτηρία αν θέλουμε να βρούμε, να ξετυλίξουμε το κουβάρι και να βρούμε κάποιες απαντήσεις.
Από τα λεγόμενά σας να υποθέσουμε πως η παράσταση στέλνει και κάποια μηνύματα στους θεατές;
Όχι ένα και δύο, αλλά πλείστα όσα. Κι έχω την εντύπωση πως αυτό το κείμενο απαντάει σε όλα. Δηλαδή αν σήμερα ένας νέος άνθρωπος, ένας πολίτης, νιώθει ότι τον βαραίνουν πολλά ερωτήματα και τον βαραίνει το παράλογο που συμβαίνει γύρω μας και δεν έχει τρόπο να απαντήσει σε όλα αυτά που συμβαίνουν, πιστεύω -χωρίς υπερβολή- ότι το κείμενο αυτό, που είναι ένα σπουδαίο μανιφέστο -κατά τους φιλολόγους- και πολιτικό και φιλοσοφικό και ψυχολογικό και κοινωνιολογικό, απαντά σε όλα αυτά. Γιατί άραγε μας συμβαίνουν όλα αυτά τώρα τα οποία περιέργως πώς, αυτό το εξαιρετικό μυαλό του Ντοστογιέφσκι τα έχει γράψει προφητικά ήδη από το 1880; Και παρότι είναι γραμμένο από το 1880 μιλάει για την παγκοσμιοποίηση. Μέσα στην κουβέντα του Ιεροεξεταστή και του Ιησού θίγεται και το θέμα της παγκοσμιοποίησης. Είναι ένα κείμενο που μας αφορά όλους και γι΄ αυτό το επιλέξαμε…
Παλαιότερα υπήρχε η αίσθηση ότι ένας μονόλογος στο θέατρο ίσως είναι κουραστικός. Τα τελευταία χρόνια όμως οι μονόλογοι όπως «Ο Μέγας Ιεροεξεταστής» κερδίζουν ολοένα και περισσότερο έδαφος. Πώς άλλαξε η στάση του κοινού;
Ίσως όντως παλαιότερα να υπήρχε η εντύπωση πως αυτό δεν θα το ακολουθήσει το κοινό. Δηλαδή να δει έναν μόνο ηθοποιό επάνω στη σκηνή. Με τα χρόνια αυτό άλλαξε, και μάλλον έχει να κάνει με την επίδοση παλαιότερων παραστάσεων και συναδέλφων οι οποίοι πρωτοδοκίμασαν αυτήν τη φόρμα και μ΄ αυτόν τον τρόπο είδαμε πως είχαν μια σχετική επιτυχία. Βέβαια πάντα εξαρτάται και από το κείμενο. Δηλαδή αν το κείμενο είναι γοητευτικό. Αυτή είναι η πρώτη μεγάλη σχεδία, αυτό είναι το όχημα.
Για έναν ηθοποιό όμως δεν είναι κουραστικό να βρίσκεται μόνος του επί μία τουλάχιστον ώρα επί σκηνής;
Αν είναι έντεχνος ηθοποιός δεν είναι κουραστικό. Γιατί όσο περισσότερο μεγαλώνει κανείς και μαθαίνει αυτήν τη δουλειά -δεδομένου ότι παίρνει πάρα πολλά χρόνια για να τη μάθει- όσο πιο έντεχνος γίνεται τόσο λιγότερη είναι η κούραση και ισορροπεί και ισοσταθμίζει με την εσωτερική χαρά και την ευφορία. Βέβαια αυτά μπορεί να ακούγονται μεγαλόστομα αλλά είναι αλήθειες. Δεν είναι η κούραση τόσο επί σκηνής, όσο η πολύ μεγάλη προσοχή που χρειάζεται, η καθαρότητα του νου ιδιαίτερα για τέτοιου είδους κείμενα όπως είναι ο Ντοστογιέφσκι που είναι στα όρια του… χειρουργείου εγκεφάλου! Δηλαδή θέλει πραγματικά μία εξαιρετική καθαρότητα μυαλού του ηθοποιού και καλή διαθεσιμότητα από πλευράς θεατή. Συνεπώς και οι θεατές να έχουν κατά νου ότι πηγαίνοντας ν΄ ακούσουνε ένα κείμενο του Ντοστογιέφσκι δεν πάνε για να διασκεδάσουν αλλά πάνε για να συμμετάσχουν σε μία τελετή διανοητική, πνευματική. Είναι ένα εξαιρετικά ωραίο ταξίδι του νου.
Πηγή: ΑΠΕ – ΜΠΕ