Την ανάγκη να δοθεί ακόμη μεγαλύτερη έμφαση από την Ευρωπαϊκή Ένωση στο θέμα της σύνδεσης διακίνησης μεταναστών με το trafficking, ανέδειξε η υφυπουργός Μετανάστευσης και Ασύλου, Σοφία Βούλτεψη κατά την ενημέρωση της αρμόδιας Υποεπιτροπής της Βουλής από την κυρία Diane Schmitt, Συντονίστρια Δράσης σε επίπεδο ΕΕ κατά της Εμπορίας Ανθρώπων (ΕU Anti-trafficking Coordinator).
Η κυρία Βούλτεψη ζήτησε την συνδρομή της Συντονίστριας σε αυτό το πεδίο επισημαίνοντας χαρακτηριστικά “επειδή τώρα η ΕΈ έχει ολοκληρώσει το στάδιο μιας νέας νομοθεσίας ίσως χρειάζεται μια αλληλεπίδραση, γιατί εμείς, έχουμε εδώ πολύ έντονο το θέμα των διακινητών. Η Σύμβαση του Παλέρμο συνδέει τη διακίνηση μεταναστών με το trafficking, στην πράξη ουσιαστικά όμως στο πεδίο βλέπουμε ότι χρειάζεται ακόμη μεγαλύτερη έμφαση σε αυτό τον τομέα”.
Επίσης, η αρμόδια υφυπουργός, επισήμανε είναι ότι πλέον είναι αδιόρατα τα όρια μεταξύ της ενδοοικογενειακής βίας και του trafficking επικαλούμενη το πρωτοφανές περιστατικό με την γυναίκα από την Κίνα, η οποία κρατείτο μέσα σε ένα διαμέρισμα δεμένη από τον σύντροφό της, έσπασε τα δεσμά της και πήδηξε από το μπαλκόνι στον κάτω όροφο. Όπως είπε η κυρία Βούλτεψη το περιστατικό αυτό, υποτίθεται ότι μοιάζει με ενδοοικογενειακή βία, αλλά πάντοτε μπορεί να καταλήξει εκεί όταν πρόκειται για αλλοδαπούς και τόνισε ότι απαιτείται νομοθετική ρύθμιση, “γιατί είναι ξένοι οι άνθρωποι, οι οποίοι έρχονται εδώ, δεν ξέρουν το καθεστώς και έχουμε πολλά θέματα που προκύπτουν στο πεδίο”.
Η κυρία Βούλτεψη υπογράμμισε επίσης την ανάγκη να υπάρξει συνέργεια με την αρμόδια κοινοβουλευτική Επιτροπή και με το αρμόδιο Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη, αλλά και με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ώστε να δημιουργηθούν Τμήματα antitrafficking σε όλες τις μεγάλες πόλεις, καθώς αυτά τα προβλήματα υπάρχουν σε όλες τις μεγάλες πόλεις, όχι μόνον στην Αθήνα και την Θεσσαλονίκη.
Ακόμη η υφυπουργός Μετανάστευσης και Ασύλου είπε ότι αφού πλέον μετά από μεγάλη προσπάθεια αυτό το «αόρατο ζήτημα” της εμπορίας ανθρώπων καταφέραμε να το «βγάλουμε στην κοινωνία», τώρα ήρθε η ώρα, η Επιτροπή να λαμβάνει ενεργά μέρος και στα θέματα της νομοθέτησης, με πρωτοβουλίες, με προτάσεις, με επισκέψεις, διότι στην ουσία πρόκειται για ένα έγκλημα που τα περιλαμβάνει όλα και έχει να κάνει και με την ασφάλεια και με την κοινωνική συνοχή και βέβαια, με τα ανθρώπινα δικαιώματα.
Από την πλευρά της η κυρία Schmitt, ενημέρωσε ότι το 85% των θυμάτων, σύμφωνα με τα δεδομένα του 2021, είναι μετανάστες και όχι Ευρωπαίοι πολίτες και οι πιο πολλοί έρχονται από το Καμερούν, από τη Γκάνα, από το Πακιστάν, τη Νιγηρία, την Αλβανία και πρόσθεσε πως οι άνθρωποι αυτοί προσπαθούν να περάσουν μέσω της Ελλάδας στους μεταναστευτικούς δρόμους γι αυτό πέφτουν θύματα εκμετάλλευσης στη χώρα μας. Για περισσότερα από δέκα χρόνια, τα περισσότερα θύματα ήταν από την Νιγηρία, Κίνα, Κολομβία, Ουκρανία, ενώ τώρα έχουμε αύξηση των αριθμών από τη Λατινική Αμερική θυμάτων και εμπόρων.
Επίσης τα περισσότερα θύματα είναι γυναίκες και νεαρά κορίτσια. Το 64% σε ευρωπαϊκό επίπεδο, το 75% στην Ελλάδα. Αλλά τα τελευταία χρόνια υπάρχουν επίσης νέοι άνδρες αγόρια και παιδιά, που πέφτουν θύματα της εμπορίας.
Εξάλλου, ενημέρωσε ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πρότεινε έξι τροπολογίες μεταξύ των οποίων να προστεθούν οι αναγκαστικοί γάμοι, παράνομες υιοθεσίες, η εκμετάλλευση των φερουσών μητέρων κι επίσης κυρώσεις κατά των νομικών προσώπων, διότι υπάρχουν επιχειρήσεις, οι οποίες μπορεί να είναι υπόλογες για παράνομες δράσεις παράνομες. “Επίσης θέλουμε να έχουμε έναν μηχανισμό σε όλα τα κράτη, να υπάρχει εστιακό σημείο, να υπάρχει σύνδεσμος – υπάρχει στην Ελλάδα – και όλα αυτά τα κράτη μέλη να έχουν τέτοιους συνδέσμους οι οποίοι να συνεργάζονται μεταξύ τους. Η συλλογή δεδομένων λειτουργεί και υπάρχει ακόμα ένα θέμα, που είναι πολιτικό θέμα, είναι η ποινικοποίηση των χρηστών υπηρεσιών θυμάτων εμπορίας και εκμετάλλευσης. Δηλαδή αν κάποιος είναι αντικείμενο εκμετάλλευσης, θα μπορούσε να ανήκει εκεί η εργασία, αν λοιπόν τα θύματα, η εργασία ή οι υπηρεσίες των θυμάτων εμπορίας όταν συλλαμβάνονται να ποινικοποιούνται, να ποινικοκοποιείται η χρήση των υπηρεσιών και αυτό θα συμπεριληφθεί και στην νομοθεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο δε, θέλει να προχωρήσει και άλλο πιο πέρα, θα δούμε τι θα συμβεί λοιπόν με αυτή την Οδηγία, αλλά είμαι αισιόδοξη αυτό θα γίνει μετά τις εκλογές στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Όμως η νομοθεσία δεν επαρκεί από μόνη της για να αντιμετωπιστούν οι προκλήσεις”, είπε μεταξύ άλλων η κ. Schmitt.
Η Συντονίστρια, αφού προχώρησε σε μια συνοπτική προσέγγιση τόσο της κατάστασης σε ευρωπαϊκό επίπεδο όσο και της αντιμετώπισής της, τόνισε ότι πολύ σημαντικό ρόλο διαδραματίζει στη χώρα μας ο εθνικός Συντονιστής, ο Γενικός Γραμματέας Ευάλωτων Πολιτών και Θεσμικής Προστασίας του Υπουργείου Μετανάστευσης και Ασύλου, Ηρακλής Μοσκώφ, που συνεργάζεται και σε εθνικό επίπεδο και σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Επιτροπής κι επίσης, με ανθρωπιστικούς οργανισμούς και με τα Ηνωμένα Έθνη με σκοπό να προϋπάρχει προληπτική δράση ή καταπολέμηση και προστασία των θυμάτων. “Πρόκειται μια μορφή οργανωμένου εγκλήματος, αλλά και ενός κοινωνικού φαινομένου που περιφρονεί την ανθρώπινη αξιοπρέπεια και φύση, τη θεωρεί παρεχόμενη υπηρεσία, άρα πέρα από το έγκλημα και την κορυφή της πυραμίδας- που πολύ σωστά ειπε η Συντονίστρια ότι τα 7.000 θύματα είναι η κορυφή της πυραμίδας- χρειάζεται να είμαστε πιο proactive, πιο προληπτικοί, να χτυπήσουμε τη ζήτηση, να χτυπήσουμε και το αφήγημα, το οποίο επιτρέπει αυτή την κατάσταση, αυτόν τον εκμαυλισμό σε επίπεδο περιφρόνησης της αξιοπρέπειας και της ανθρώπινης φύσης” τόνισε ο κ Μοσκώφ. Προσέθεσε ότι πρέπει να γίνουν πιο εντατικές όλες οι προσπάθειες και ανέδειξε ως πολύ σημαντική την εκπαίδευση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων μέσα στα σχολεία, όπως η αναπαραγωγική υγεία και η σεξουαλική αγωγή, επίσης την πρόληψη μέσω της ένταξης.
Ο κ. Μοσκώφ ενημέρωσε ότι ήδη έχουν τεθεί τα θεμέλια για ένα καινούργιο Τμήμα το οποίο θα ασχολείται αποκλειστικά με την καταπολέμηση εμπορίας ανθρώπων σε συνεργασία με τους υπόλοιπους Θεσμούς οι οποίοι έχουν προκύψει και από τις Ευρωπαϊκές Οδηγίες, όπως η Εθνική Συντονιστική Αρχή , το γραφείο Εθνικού Εισηγητή, ο Εθνικός Μηχανισμός Αναφοράς και οι υπόλοιποι φορείς του Προστασίας του Πολίτη και της Δικαιοσύνης και των προνοιακών Αρχών. “Υπάρχει αυτή η πολυτομεακή συνεργασία απλώς, πρέπει να φροντίσουμε για την εντατικοποίηση αυτής της συνεργασίας και την αναβάθμισή της” κατέληξε.