Ως «μία σπασμωδική κίνηση που αποφεύγει τη συζήτηση, και την αντιπαράθεση επί της ουσίας, του μακεδονικού ζητήματος», χαρακτηρίζει ο γραμματέας της ΚΕ του ΣΥΡΙΖΑ, Πάνος Σκουρλέτης, τυχόν πρόταση μομφής από την πλευρά της ΝΔ.
Σε συνέντευξή του στο Πρώτο Πρόγραμμα της ΕΡΤ, ο κ. Σκουρλέτης επισημαίνει ότι η «αξιωματική αντιπολίτευση έχει επιλέξει να κάνει πολιτική με διχαστικές κορώνες, με συνθήματα, με ανιστόρητες αναφορές, αποφεύγοντας μία συζήτηση νηφάλια, αλλά και την πρόσκληση-πρόκληση εκ μέρους του ίδιου του πρωθυπουργού προς τον Κυριάκο Μητσοτάκη να κουβεντιάσουν οι δυο τους κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες, αναλυτικά επί του περιεχομένου της Συμφωνίας των Πρεσπών».
Ο γραμματέας του ΣΥΡΙΖΑ σημειώνει ότι ο κ. Μητσοτάκης επιλέγει να απευθυνθεί «σε παρωχημένα εθνικολαϊκιστικά αντανακλαστικά ενός μέρους της κοινωνίας» και προσθέτει ότι με μία πρόταση μομφής «απλώς και μόνο θα χάσουμε -εάν τελικά γίνει- κάποια 24ωρα εντός της Βουλής χωρίς να προστεθεί τίποτα άλλο. Πρόκειται, δηλαδή, για μια γκρίνια χωρίς ουσιαστικό πολιτικό περιεχόμενο».
Αναφορικά με τον Πάνο Καμμένο, ο κ. Σκουρλέτης σημειώνει ότι «έχει “απασφαλίσει”» και «ουσιαστικά απομειώνει το όποιο πολιτικό κύρος του έχει απομείνει με τον τρόπο που πολιτεύεται».
Όπως είπε, μιλώντας για τον τέως κυβερνητικό εταίρο, «αυτές οι πιρουέτες αγγίζουν τα όρια της πολιτικής ψυχανάλυσης» και εξηγώντας είπε: «Εάν τελικά αισθάνεσαι άνετα να συνομιλείς με τον κ. Μπαλτάκο, τότε ουσιαστικά πρέπει να αποδοκιμάσεις όλο το προηγούμενο διάστημα και την προηγούμενη σύμπλευση και τη συγκατοίκηση με τον ΣΥΡΙΖΑ. Αλλά αυτό είναι του κ. Καμμένου ζήτημα, είναι ένας δικός του εσωτερικός πολιτικός διχασμός. Δεν αφορά εμάς».
Για τις εξελίξεις στον χώρο της Κεντροαριστεράς, είπε ότι «έχουν αρχίσει πολλά χρόνια πριν» και η Συμφωνία των Πρεσπών «ουσιαστικά λειτούργησε ως επιταχυντής ή ως καταλύτης, ώστε να βγουν στην επιφάνεια δομικά προβλήματα αυτού του χώρου».
Επισήμανε, δε, ότι ο συνδυασμός της Συμφωνίας των Πρεσπών με την έξοδο από το τρίτο μνημόνιο «επιτάχυνε πολιτικές διεργασίες και τα ήδη αποδυναμωμένα κόμματα του Κεντροαριστερού χώρου βιώνουν μια κρίση ταυτότητας και της στρατηγικής, η οποία τα χαρακτήριζε όλα τα τελευταία χρόνια».
Πάντως, σημείωσε ότι η «κρίση προσανατολισμού» μπορεί οδηγήσει στην «συνειδητοποίηση από κάποια στελέχη, από κάποια πολιτικά μορφώματα, ότι υπάρχει η ανάγκη της ουσιαστικής οριοθέτησης απέναντι στη Δεξιά παράταξη και στον νεοφιλελευθερισμό».
Εξέφρασε, επίσης, την εκτίμηση ότι «οι δυνάμεις του χώρου της Κεντροαριστεράς έχουν θέση σε μία ισότιμη βάση και με σεβασμό στη διαφορετικότητα του καθενός σε έναν τέτοιο προοδευτικό αστερισμό, έναν τέτοιο προοδευτικό πόλο που θα αναμετρηθεί προγραμματικά με τον συντηρητικό πόλο από την άλλη πλευρά. Αυτή θα είναι η αντιπαράθεση της νέας εποχής και της νέας περιόδου».