Επιμέλεια / μετάφραση: Βάννα Μπρούσαλη

Σε συνέντευξή του στη γαλλική ενημερωτική ιστοσελίδα Mediapart ανώτατος σύμβουλος της ελληνικής κυβέρνησης, που βρισκόταν στην καρδιά των πεντάμηνων διαπραγματεύσεων μεταξύ της Αθήνας και των διεθνών πιστωτών της, αποκαλύπτει «το στημένο παιχνίδι σε βάρος ενός έθνους που έχει γονατίσει οικονομικά και κοινωνικά». 

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Η μαρτυρία του, όπως αναφέρει ο δημοσιογράφος Κριστιάν Σαλμόν που πήρε τη συνέντευξη, δίνει μια σπάνια και δυσάρεστη εικόνα για το πώς φτάσαμε στο τελικό δίλημμα, «για τον τεράστιο εκφοβισμό της ριζοσπαστικής αριστερής ελληνικής κυβέρνησης από τους πιστωτές», συμπεριλαμβανομένης της απειλής του προέδρου του Eurogroup Γερούν Ντάισελμπλουμ να προκαλέσει κατάρρευση των ελληνικών τραπεζών αν η κυβέρνηση αρνούνταν να υπογράψει δραστικό πρόγραμμα λιτότητας.

Η συνέντευξη διαδόθηκε ταχύτατα στο διαδίκτυο από δημοσιογράφους και οικονομικούς αναλυτές

«Πήγαμε στον πόλεμο νομίζοντας ότι είχαμε τα ίδια όπλα με εκείνους» παραδέχεται ο Έλληνας σύμβουλος. «Υποτιμήσαμε την ισχύ τους.»

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Το ανώτατο στέλεχος της ελληνικής διαπραγματευτικής ομάδας, υπό την προϋπόθεση ότι θα τηρηθεί η ανωνυμία του, συμφώνησε την περασμένη εβδομάδα να παραχωρήσει συνέντευξη στον ανταποκριτή του Mediapart Κριστιάν Σαλμόν. Η σχεδόν δίωρη συνέντευξη δόθηκε μερικές μέρες πριν από το δημοψήφισμα και τελικά δημοσιεύτηκε στις 8 Ιουλίου. Σε αυτήν αναλύεται η ιστορία των παρατεταμένων και πικρών διαπραγματεύσεων μεταξύ κυβέρνησης και πιστωτών για ένα νέο πακέτο διάσωσης.

Ενώ ο υπουργικός σύμβουλος κατακεραυνώνει τη στάση των διεθνών πιστωτών, τους οποίους κατηγορεί ότι ηγήθηκαν μιας στρατηγικής ηθελημένης ασφυξίας σε βάρος της ελληνικής οικονομίας, επικρίνει και ορισμένες αποφάσεις της ΑθήναςΕνώ ο υπουργικός σύμβουλος κατακεραυνώνει τη στάση των διεθνών πιστωτών, τους οποίους κατηγορεί ότι ηγήθηκαν μιας στρατηγικής ηθελημένης ασφυξίας σε βάρος της ελληνικής οικονομίας, επικρίνει και ορισμένες αποφάσεις της Αθήνας. Η μαρτυρία του ρίχνει επίσης φως στις προσωπικές εντάσεις που περιέβαλλαν τις συνομιλίες με επικεφαλής των πρώην υπουργό Οικονομικών Γιάνη Βαρουφάκη. Η ίδια πηγή επιβεβαιώνει ότι ο Γερούν Ντάισελμπλουμ προειδοποίησε πως θα βουλιάξει τις τράπεζες της Ελλάδας αν η κυβέρνηση Τσίπρα δεν αποδεχτεί τη σκληρή συμφωνία που της προσφερόταν, καθώς και ότι ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε είπε επιτακτικά: «Πόσα λεφτά θέλετε για να φύγετε απ’ το ευρώ;».

Ακολουθεί η μαρτυρία:

Από νωρίς διαφώνησα ότι ήταν απλώς μια διαπραγμάτευση – δίνουμε αυτό, δίνετε εκείνο, έρχεστε πιο κοντά. Διότι αυτό που συνέβη ήταν κάποιες διαπραγματεύσεις, κάποιες λεπτομέρειες για τη δημοσιονομική πολιτική, για τους όρους, κτλ. Έτσι, μέσα από αυτές τις διαβουλεύσεις, ήταν η κυβέρνηση που πλησίαζε και πλησίαζε – πλησίαζε την τρόικα, χωρίς αυτοί να κάνουν καμία κίνηση προς εμάς, και χωρίς ποτέ να συζητούν για το χρέος: την αναδιάρθρωση του χρέους, τη βιωσιμότητα του χρέους, κι επίσης, ξέρετε, τη χρηματοδότηση. Θα λάβουμε κάποια νέα χρηματοδότηση, θα άρει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα όλα αυτά τα πλαφόν, όλους αυτούς τους περιορισμούς, αυτά τα όρια στο πόσα μπορούν οι τράπεζες να δανειστούν, πόσα μπορεί το κράτος να δανειστεί από τις τράπεζες; Γιατί δεν μπορούμε να δανειστούμε.

Παλιά μπορούσαμε. Μέχρι τον Φεβρουάριο μπορούσαμε ακόμα να εκδίδουμε έντοκα γραμμάτια του δημοσίου. (…) Αλλά σε αυτή την κυβέρνηση δεν επιτράπηκε να το κάνει γιατί πάει και τελείωσε. Όχι πια γραμμάτια του δημοσίου (…) Το πρόβλημα, βλέπετε, με τα έντοκα γραμμάτια είναι ότι τα αγοράζουν οι ελληνικές τράπεζες. Και η ΕΚΤ είπε: «Όχι άλλα έντοκα γραμμάτια». Έτσι το κράτος δεν μπορούσε να δανειστεί από τις τράπεζες.

​«Πληρώσαμε μια, πληρώσαμε δυο, κι έπρεπε να πληρώσουμε και μισθούς. Πληρώσαμε μισθούς από τα κέρδη, από τα φορολογικά έσοδα. Αλλά δεν αρκούν για να πληρώσεις το ΔΝΤ. Έχουμε πρόβλημα με το πρωτογενές πλεόνασμα, δεν μπορούσαμε να πληρώσουμε το ΔΝΤ, οπότε έπρεπε να μαζεύουμε από δω κι από κει»Έτσι λοιπόν από τον Μάρτιο, και στη συνέχεια τον Απρίλιο, αρχίσαμε να εξοικονομούμε από το κράτος, συγκεντρώνοντας τα αποθέματα σε ρευστό διαφορετικών κλάδων, οργανισμών, τοπικών φορέων, τέτοια πράγματα, προκειμένου να καταφέρουμε να πληρώσουμε το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Πληρώσαμε μια, πληρώσαμε δυο, κι έπρεπε να πληρώσουμε και μισθούς. Πληρώσαμε μισθούς από τα κέρδη, από τα φορολογικά έσοδα. Αλλά δεν αρκούν για να πληρώσεις το ΔΝΤ. Έχουμε πρόβλημα με το πρωτογενές πλεόνασμα, δεν μπορούσαμε να πληρώσουμε το ΔΝΤ, οπότε έπρεπε να μαζεύουμε από δω κι από κει.

Ουσιαστικά λοιπόν αυτό δημιούργησε εσωτερική έλλειψη ρευστότητας, ρευστότητας σε μετρητά. Τράπεζες, εταιρείες εξαγωγών, εταιρείες παροχής αγαθών δεν μπορούσαν να δανειστούν, ο κόσμος δεν μπορούσε να αποπληρώσει τα χρέη του, δεν μπορούσαν να πάρουν καμία επέκταση στις πιστώσεις τους και ουσιαστικά το πιστωτικό σύστημα άρχισε να διαλύεται, να μη λειτουργεί. Φυσικά, οι ίδιες οι τράπεζες είχαν κάποια αποθέματα ασφαλείας, αλλά, όταν έφτασαν στο σημείο να πουν ότι οι τράπεζες δεν μπορούν να δανειστούν καθόλου ούτε από τον ELA, αναγκάστηκαν να κλείσουν, γιατί θα εξαντλούσαν τα αποθέματά τους.

(…) Εταιρείες που δεν πληρώνουν τους εργαζομένους τους μέσω τραπεζικών λογαριασμών δεν μπορούν να δώσουν μετρητά στους εργαζομένους – και υπάρχουν πολλές τέτοιες εταιρείες. Επίσης λένε: «Κοιτάξτε, δεν έχουμε καθόλου έσοδα, οπότε σας δίνω 500 ευρώ αντί για 800 ευρώ και θα δούμε τι θα γίνει όταν ξανανοίξουν οι τράπεζες». Έχουμε λοιπόν μια κατάσταση που κλιμακώνεται σε αλυσιδωτή αντίδραση (…) σαν να παθαίνεις έμφραγμα. Έμφραγμα αν θεωρήσεις ότι η ρευστότητα είναι το αίμα της οικονομίας. Το Σαββατοκύριακο που σταμάτησε η ΕΚΤ πάθαμε το έμφραγμα. Τώρα έχουμε τις επιπτώσεις του. Διαφορετικά όργανα μουδιάζουν. Κάποια σταματούν να λειτουργούν, άλλα προσπαθούν, αλλά δεν έχουν αρκετό αίμα.

Περί Γιάνη Βαρουφάκη

Ο κόσμος ρωτάει γιατί υποτίθεται ότι είναι τόσο αντιπαθής στο Eurogroup και σε όσους έχουν την εξουσία, γιατί δεν τον συμπαθούν. Πολλοί λένε ότι δεν τον συμπαθούν γιατί μοιάζει να τους κάνει μάθημα, γιατί είναι αλαζόνας. Νομίζει ότι πρόκειται για ακαδημαϊκό ζήτημα, οικονομικό ζήτημα ή τεχνικό. Αλλά εγώ νομίζω πως όλοι αυτοί οι άνθρωποι –ιδίως της πολιτικής, της εξουσίας, το Eurogroup, οι άλλοι υπουργοί– είδαν ένα φαινόμενο πολύ διαφορετικό από ό,τι έχουν αντιμετωπίσει στον κύκλο τους, από αυτούς που εκλέγονται, στις συνήθεις πολιτικές διαδικασίες.

Επειδή έχεις έναν άνθρωπο με το δικό του στιλ ντυσίματος, είναι πολύ σίγουρος για τον εαυτό του, την ίδια στιγμή πολύ φιλικός, πολύ ανοιχτός, πολύ ειλικρινής. Ξέρετε, αν του κάνετε μια ερώτηση, δεν υπεκφεύγει, δεν αλλάζει θέμα, κι αυτό λοιπόν δημιουργεί δυσκολίες, τόσο για τον πολιτικό όσο και για τον δημοσιογράφο, τα μίντια. Αυτά τα δύο στοιχεία δείχνουν ότι ο Βαρουφάκης δεν ταιριάζει, από την άλλη όμως είναι διασημότητα και προκαλεί αντικρουόμενα συναισθήματα. Τον μισείς ή τον λατρεύεις.

Οι ελληνικές τράπεζες ενόψει επικίνδυνης κρίσης

Τα αποθέματα δεν ήταν επαρκή. Είμαστε σε μια κατάσταση όπου κανονικά η ρευστότητα στην αγορά, τα λεφτά που κυκλοφορούν στην αγορά, είναι γύρω στα 10 δισ. ευρώ, αλλά τώρα με όλα αυτά που συμβαίνουν, με τον κόσμο να κρατά λεφτά στα στρώματα, είναι γύρω στα 50 δισ. Κυκλοφορούν 50 δισ. ευρώ μετρητά και η ΕΚΤ σταμάτησε (την έκτακτη χρηματοδότηση των ελληνικών τραπεζών). Αυτό λοιπόν σημαίνει ότι όσοι έχουν τραπεζικούς λογαριασμούς, ας πούμε 2, 3, 4, 5 χιλιάδες (σε καταθέσεις), μπορούν να τραβήξουν μόνο 60 ευρώ τη μέρα, κι αν έχεις πιο πολλούς λογαριασμούς, εντάξει, μπορείς να τραβήξεις περισσότερα κάθε μέρα. Τι γίνεται όμως με τους ανθρώπους που δεν έχουν λογαριασμό, που περιμένουν να ζήσουν από τον μισθό τους; Στο τέλος κάθε μήνα είναι ταπί ώσπου να έρθει η πληρωμή (…)

​«Αν όλοι πάνε και τραβήξουν 60 ευρώ – ακόμα κι αν δεν τα χρειάζονται, απλώς για να βάλουν κάτι στην άκρη– θα έρθει η στιγμή που (οι τράπεζες) δεν θα έχουν άλλα μετρητά»Αλλά τα αποθέματα ασφαλείας που έχουν κρατήσει (οι τράπεζες) τελειώνουν. Αν όλοι πάνε και τραβήξουν 60 ευρώ – ακόμα κι αν δεν τα χρειάζονται, απλώς για να βάλουν κάτι στην άκρη– θα έρθει η στιγμή που (οι τράπεζες) δεν θα έχουν άλλα μετρητά. Κι εκεί ξεκινά το πρόβλημα. Και σε αυτή την περίπτωση, αν δεν έχουμε παροχή έκτακτης ρευστότητας από την ΕΚΤ, δεν έχουμε άλλη επιλογή πέρα απ’ το να αρχίσουμε να εκδίδουμε κάποιου είδους (παράλληλο) νόμισμα. Φυσικά, αυτό θα ήταν το τέλος της οικονομίας, γιατί ήδη υπάρχει φόβος, πανικός, ότι ακόμα κι αν ξανανοίξουν οι τράπεζες θα πρέπει και πάλι να ανακεφαλαιοποιηθούν. Ως τώρα ήταν φερέγγυες.

Δανείζονταν από τον ELA, θα έπρεπε να μπορούν να δανείζονται και από την ΕΚΤ, αλλά η ΕΚΤ είπε: «Όχι, από δω και στο εξής δεν δεχόμαστε τα ενέχυρά σας. Πρέπει να δανειστείτε πιο ακριβά από τον ELA». Αυτό είναι άλλο ένα από τα πλαφόν που έχουν οι τράπεζες. Αλλά εφόσον τους τελειώσουν τα αποθέματα, (είναι χαρακτηριστικό ότι) το κράτος πλήρωσε γύρω στα 40 δισ. για να αναπληρώσει το κεφάλαιο που έχασαν οι τράπεζες μετά το κούρεμα (2012) των παλιών ελληνικών ομολόγων.

Ήταν μέρος του δεύτερου προγράμματος της συμφωνίας του 2012, μετά το κούρεμα της Συμμετοχής του Ιδιωτικού Τομέα (PSI), που ήταν γύρω στα 170 δισ. ευρώ, 50 δισ. από τα οποία ήταν για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών. Φυσικά, υπήρχε άλλο πρόβλημα. Από το PSI, τα δημόσια ταμεία υπέστησαν ζημιές σχεδόν, αν όχι κάτι περισσότερο, στα αποθεματικά τους. Γιατί; Γιατί αναγκάστηκαν από τον νόμο να καταθέσουν τα αποθέματά τους σε μετρητά στην Τράπεζα της Ελλάδος, και η ΤτΕ είχε δικαίωμα να χρησιμοποιήσει αυτούς τους πόρους για να αγοράσει ομόλογα εκ μέρους τους.

Για μένα ήταν μεγάλο σκάνδαλο, γιατί προφανώς αυτό που συνέβη ήταν ότι πολλοί πολιτικοί, τραπεζίτες, πολύς κόσμος πήγε κι έδωσε ομόλογα –που τα είχαν αγοράσει στο 20%– στην κεντρική τράπεζα της Ελλάδας, την ΤτΕ, για 100%, πήραν τα λεφτά τους και τότε το κούρεμα καταλήγει στο δημόσιο.

«​Για μένα ήταν μεγάλο σκάνδαλο, γιατί προφανώς αυτό που συνέβη ήταν ότι πολλοί πολιτικοί, τραπεζίτες, πολύς κόσμος πήγε κι έδωσε ομόλογα –που τα είχαν αγοράσει στο 20%– στην κεντρική τράπεζα της Ελλάδας, την ΤτΕ, για 100%, πήραν τα λεφτά τους και τότε το κούρεμα καταλήγει στο δημόσιο»Ουσιαστικά, ταμεία κοινωνικής ασφάλισης, συνταξιοδοτικά ταμεία αναγκάστηκαν να χρησιμοποιήσουν τα αποθέματά τους σε ρευστό προκειμένου να αγοράσουν κρατικά ομόλογα που θα κουρεύονταν κατά 70% (…) Τα ταμεία λοιπόν σήμερα, τα συνταξιοδοτικά ταμεία, αντιμετωπίζουν μεγαλύτερο πρόβλημα από τις τράπεζες. Τα συνταξιοδοτικά ταμεία πρέπει να προγραμματίζουν με ορίζοντα 15 έως 20 ετών για να μπορούν να καταβάλλουν συντάξεις, ενώ ο γηράσκων πληθυσμός αυξάνεται και ο οικονομικά ενεργός πληθυσμός μειώνεται.

Πέντε μήνες διαπραγματεύσεις: Το παρασκήνιο

(…) Ήδη από τα τέλη Φεβρουαρίου και σίγουρα ως τα μέσα Μαρτίου ήταν προφανές ότι οι πιστωτές δεν επρόκειτο να σεβαστούν τη συμφωνία της 20ής Φεβρουαρίου, που λέει ότι η Ελλάδα προτείνει μεταρρυθμίσεις, η τρόικα –οι «Θεσμοί», όπως αποκαλείται τώρα– αξιολογεί και συμφωνεί, και οι μεταρρυθμίσεις προχωρούν. Τίποτα τέτοιο δεν συνέβη. Οι θεσμοί συνεχώς απέρριπταν μεταρρυθμίσεις χωρίς να τις κοιτάξουν. «Όχι, είναι υπερβολικά γενναιόδωρες» και ο Βαρουφάκης τους έλεγε: «Σας παρακαλώ, αφήστε μας να ολοκληρώσουμε 4 με 5 μεταρρυθμίσεις στις οποίες όλοι συμφωνούμε και τις θεωρούμε απαραίτητες, και αφήστε μας να τις εφαρμόσουμε, κι εσείς μπορείτε να τις κρίνετε και να κάνετε μια αξιολόγηση βάσει αυτών».

(Οι Θεσμοί έλεγαν) «Όχι, όχι, χρειαζόμαστε μια ολοκληρωμένη συμφωνία πριν εφαρμόσουμε αυτές τις μεταρρυθμίσεις, γιατί αν τις εφαρμόσετε θα ήταν μονομερής ενέργεια. Δεν τις έχουμε εγκρίνει ακόμα, εντάξει, συμφωνούμε, αλλά δεν έχουμε προσδιορίσει ακόμα το πρωτογενές πλεόνασμα». Έτσι, δεν μπορούσαμε να κάνουμε τίποτα, ενώ την ίδια στιγμή εκείνοι ήθελαν να δουν τα βιβλία μας, γιατί δεν εμπιστεύονταν τα νούμερά μας. «Θέλουμε να πάμε στο Υπουργείο Οικονομικών, στην Τράπεζα της Ελλάδας» κτλ., και ο Βαρουφάκης έλεγε: «Όχι, ας αρχίσουμε από τη συμφωνία της 20ής Φεβρουαρίου, σύμφωνα με την οποία δεν εποπτεύετε πια την ελληνική οικονομία και δεν υποστηρίζετε εμάς ή τους πιστωτές στην αξιολόγηση της βιωσιμότητας της οικονομίας, προκειμένου αυτή να επιστρέψει σταδιακά στην ανάπτυξη. Αυτός είναι ο σκοπός της συμφωνίας της 20ής Φεβρουαρίου, μια παράταση του υπάρχοντος προγράμματος. Διορθώνουμε, αξιολογούμε και ολοκληρώνουμε το πρόγραμμα σε 4 μήνες. Στις 30 Ιουνίου το πρόγραμμα τελειώνει».

Εκείνοι όμως τράβηξαν από την πρίζα τις τράπεζες και την Τρίτη 30 Ιουνίου το πρόγραμμα τελείωσε, οπότε δεν είμαστε πια σε πρόγραμμα.

​«Δεν έχουμε λάβει καθόλου χρήματα από πέρυσι τον Ιούνιο, οπότε επί 12 μήνες πληρώνουμε γύρω στα 10 δισ. ευρώ στους πιστωτές από τους πόρους μας χωρίς να πάρουμε ούτε ένα ευρώ από αυτούς, πράγμα που είχαν συμφωνήσει να δώσουν, υπό όρους φυσικά»Όλα τα λεφτά που μας χρωστάνε… περίπου 16 δισ. ευρώ, (εκ των οποίων) 10 δισ. υπόλοιπο από το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, το οποίο, κατά τη συμφωνία της 20ής Φεβρουαρίου, έπρεπε να το επιστρέψουμε. Δεν έχουμε λάβει καθόλου χρήματα από πέρυσι τον Ιούνιο, οπότε επί 12 μήνες πληρώνουμε γύρω στα 10 δισ. ευρώ στους πιστωτές από τους πόρους μας χωρίς να πάρουμε ούτε ένα ευρώ από αυτούς, πράγμα που είχαν συμφωνήσει να δώσουν, υπό όρους φυσικά. Ήταν προφανές ότι δεν επρόκειτο να συνεργαστούν και ότι χρειαζόμασταν ανάπτυξη, κι αυτά τα δύο προβλήματα πήγαιναν μαζί. Δεν ήθελαν να προσφέρουν τα χρήματα που δικαιούμασταν για να πληρώσουμε τα χρέη.

Ο «λαβύρινθος των ψευδοδιαπραγματεύσεων» και η «αμαύρωση» του Βαρουφάκη

Όλα τα δάνεια που έχουμε λάβει, 240 με 250 δισ. ευρώ, πάνε στην εξυπηρέτηση του χρέους, πίσω στους πιστωτές. Το πρώτο πρόγραμμα διάσωσης ήταν διάσωση των τραπεζών από το κράτος. Δεν λάβαμε καμία χρηματοδότηση για να τους πληρώσουμε, δεν μπορούσαμε να δανειστούμε βραχυπρόθεσμα και δεν μπορούσαμε να διευκολύνουμε τη ρευστότητα της οικονoμίας επειδή η ΕΚΤ έθετε τον έναν περιορισμό μετά τον άλλον. Έχεις λοιπόν το πρόβλημα της ρευστότητας και ταυτόχρονα έχεις πρόβλημα χρηματοδότησης. Αυτά τα δύο συνδυάζονται σε ό,τι εξαρχής αποκάλεσα «πιστωτική ασφυξία».

Στα μέσα Μαρτίου, τελικά, πηγές των Βρυξελλών είπαν σε ανταποκριτές των Βρυξελλών ότι «ναι, οι θεσμοί (…) χρησιμοποιούν την πιστωτική ασφυξία για να αναγκάσουν την κυβέρνηση να συμμορφωθεί, να αποδεχτεί τις μεταρρυθμίσεις, να το κάνει γρήγορα, κτλ.». Για μένα ήταν ομολογία ότι χρησιμοποιούσαν τη χειρότερη μορφή εκβιασμού προς τη χώρα. Τη χειρότερη μορφή οικονομικών κυρώσεων. (…)

«​Όλα τα δάνεια που έχουμε λάβει, 240 με 250 δισ. ευρώ, πάνε στην εξυπηρέτηση του χρέους, πίσω στους πιστωτές. Το πρώτο πρόγραμμα διάσωσης ήταν διάσωση των τραπεζών από το κράτος. Δεν λάβαμε καμία χρηματοδότηση για να τους πληρώσουμε, δεν μπορούσαμε να δανειστούμε βραχυπρόθεσμα και δεν μπορούσαμε να διευκολύνουμε τη ρευστότητα της οικονoμίας επειδή η ΕΚΤ έθετε τον έναν περιορισμό μετά τον άλλον»Η υπόθεση είναι ότι τραβώντας την πρίζα τραβούν την πρίζα όλου του κόσμου. Αυτό δεν συνέβη και λυπάμαι. Παρακολουθούσα πώς πήγαινε το ευρώ, πώς αντιδρούσε, γιατί έκαναν πειράματα. Ο Σόιμπλε και το Βερολίνο είναι έξυπνοι, προκαλούν τεχνητές κρίσεις στις διαπραγματεύσεις κάθε τόσο: «Ω, οι Έλληνες δεν συνεργάζονται, δεν κατάλαβαν τι πρέπει να κάνουν, δεν δίνουν στοιχεία». Κι αντί να πέφτει, το ευρώ ανεβαίνει. Το ίδιο συμβαίνει και με τα ευρωπαϊκά χρηματιστήρια.

(…) Μόλις την περασμένη εβδομάδα το κατάλαβαν (η ελληνική κυβέρνηση), και ο Βαρουφάκης έκανε κάνα δυο δηλώσεις, ότι πάμε στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο. Όταν φτάσεις στο ξέσπασμα της κρίσης, τα νομικά επιχειρήματα δεν έχουν πλέον ισχύ, δεν μπορούν να βοηθήσουν.

Είπα, ας πάει ο Τσίπρας στο Ευρωκοινοβούλιο και να πει ότι έτσι μας αντιμετώπισαν τους τελευταίους μήνες. Επίσης, να αρνηθεί να εφαρμόσει αυτά τα σκληρά μέτρα. Αυτοί (η ελληνική κυβέρνηση) προτιμούν να χάσουν τις εκλογές παρά να εφαρμόσουν αυτά τα μέτρα. Αλλά κάθε φορά που επιχειρούν πολιτική διαπραγμάτευση εκείνοι (οι πιστωτές) τους κοροϊδεύουν: 20 φορές με τη Μέρκελ και 5 ακόμα με τον Σόιμπλε. Και πόσες συναντήσεις του Eurogroup όπου είπαν: «Γυρίστε στα τεχνικά κλιμάκια, γυρίστε στην τρόικα». Η ελληνική κυβέρνηση έλεγε: «Όχι, θέλουμε πολιτική απόφαση», (αλλά τους απαντούσαν) «Η πολιτική μας απόφαση είναι να γυρίσετε στην τεχνική απόφαση, δεν μπορείτε να έχετε πολιτική απόφαση χωρίς τεχνική απόφαση».

(…) Κάθε στιγμή προσπαθούσαν να υπονομεύσουν το κύρος που είχε κερδίσει η ελληνική κυβέρνηση τους πρώτες μήνες της διαπραγμάτευσης. Την ώρα που ο κόσμος έλεγε: «Μια νέα ελπίδα για την Ευρώπη… μια νέα ελπίδα για τη Γερμανία, την Ισπανία… οι Έλληνες μας δείχνουν τον δρόμο». Αν (οι θεσμοί) έλεγαν εξαρχής: «Τέλος, δεν συμφωνούμε, όχι άλλες διαπραγματεύσεις» –πράγμα που έλεγαν εμμέσως, για παράδειγμα ο Ντάισελμπλουμ–, τότε θα ήταν ξεκάθαρο και θα συγκρουόμασταν: «Είμαστε εκλεγμένοι, έχουμε κύρος και εξουσία. Κάνετε λάθος» κτλ. Αλλά δεν το έκαναν.

(…) Δημιούργησαν έναν λαβύρινθο ψευδοδιαπραγματεύσεων, σπατάλησαν χρόνο, κι αυτός ήταν με το μέρος τους. Όλον αυτόν τον καιρό έκαναν προπαγάνδα σε βάρος του Βαρουφάκη. Αμαύρωναν την εικόνα του, κι ο Βαρουφάκης έχει να το λέει. Αλλά τι περίμενε;

Εδώ φτάσαμε λοιπόν, έχοντας χάσει κάθε οικονομικό έδαφος για να διαπραγματευτούμε πραγματικά, να πετύχουμε μια νέα συμφωνία, και μαζί χάσαμε την αξιοπιστία για να τους αναγκάσουμε να διαπραγματευτούν μαζί μας. Η κυβέρνηση, ο Τσίπρας, λέει ότι όταν μας παρουσίασαν το τελεσίγραφο τύπου «πάρτε το ή φύγετε» αυτό ήταν με χειρότερα μέτρα από εκείνα που είχαν παρουσιάσει στην προηγούμενη κυβέρνηση (…) η ΕΚΤ λέει στη Βουλή: «Δέχεστε τα μέτρα ή τη Δευτέρα δεν έχετε τράπεζες». Αλλά οι τράπεζές μας ήταν εντάξει. Αντ’ αυτού λοιπόν (η ελληνική κυβέρνηση), και ήταν σωστή ως κίνηση, πήγαν σε δημοψήφισμα, που σημαίνει ότι θα έπρεπε να κάνουν ό,τι έκαναν στην Κύπρο για μια εβδομάδα. Πίστευαν ότι η κατάσταση θα τους έφερνε πιο κοντά σε μια συμφωνία. Δεν ήθελαν κρίση.

Αλλά δεν προκύπτει αρκετά μεγάλη παγκόσμια ή ευρωπαϊκή κρίση, ή κατάρρευση. Ναι, τα χρηματιστήρια πέφτουν, ναι, υπάρχουν διακυμάνσεις, η στερλίνα ανεβαίνει. Τελικά, όμως, οι Ευρωπαίοι δεν αναγκάζονται να πλησιάσουν.

(…) Ο Βαρουφάκης και ο Τσίπρας λένε ότι σε περίπτωση (επικράτησης του) «Όχι» ενισχύεται η διαπραγματευτική μας θέση. Γι’ αυτόν τον λόγο λένε « Όχι» (…) σε οποιοδήποτε είδος συμφωνίας που δεν περιλαμβάνει την αναδιάρθρωση χρέους ή τη δημοσιονομική προσαρμογή. Το ποσό που απέμεινε να πληρώσουν (οι ευρωπαϊκοί θεσμοί), 17 δισ. ευρώ –συν άλλα 16 ή 20 δισ. από το ΔΝΤ– έχουν χαθεί. Το πρόγραμμα τελείωσε και χρειάζεσαι μια νέα συμφωνία. Ουσιαστικά ικετεύεις τους Ευρωπαίους για μια έκτακτη χρηματοδότηση μέσω ΕΚΤ. Αλλά λένε ότι για να το κάνουν πρέπει να επιστρέψουν στα κοινοβούλιά τους κτλ. Χρειάζεσαι όμως ανακεφαλαιοποίηση για να ξαναμπείς σε μια διαδικασία οικονομικής λειτουργίας που θα επέτρεπε τη διαχείριση ενός νέου προγράμματος.
Στα παρασκήνια με τον «βασιλιά» Σόιμπλε και όταν ο Ντάισελμπλουμ απείλησε να βουλιάξει τις τράπεζες

Φυσικά, ακόμα και το να συζητήσεις το Grexit είναι παράνομο, αφού δεν υπάρχει πρόβλεψη στις Συνθήκες για να κάνεις κάτι τέτοιο. (…) Δεν υπάρχει διασφάλιση ότι ένα Grexit μπορεί να γίνει με συντεταγμένο, συμφωνημένο, ειρηνικό τρόπο, αντί άτακτο, με τον κόσμο να τρέχει στα σουπερμάρκετ. Αν δεν έχεις μια διαδικασία εξόδου από το ευρώ, τότε η έξοδος αποτελεί όπλο μαζικής καταστροφής. Αν απειλήσεις κάποιον με Grexit, τον σπρώχνεις στα όρια της ικανότητας του τραπεζικού συστήματος να αντέξει την πίεση. Τότε καταστρέφεις γρήγορα το τραπεζικό σύστημα και αρχίζεις από το μηδέν για να φτιάξεις νέο νόμισμα, που παίρνει μήνες για να διαμορφωθεί.

Αντί να πουν ότι το Grexit είναι παράνομο, (οι πιστωτές) λένε, είναι τόσο καταστροφικό και ολέθριο για μας όσο είναι και για σας. Αυτό ήταν λάθος. Πρώτον, δεν συμφωνώ με αυτή τη θέση γιατί είναι εκβιασμός –«Προσέξτε, θα τινάξω τα μυαλά μου στον αέρα»– και επιτρέπει στους άλλους να κατηγορήσουν εμάς για εκβιασμό. Είναι γελοίο οι άλλοι να κατηγορούν μια χώρα που καταστράφηκε ύστερα από πέντε χρόνια εκβιασμούς. Αλλά όπως και να ’χει, είναι λανθασμένο επιχείρημα. Το σωστό επιχείρημα είναι ότι ένα Grexit και όλα τα άλλα μέτρα που έχουν υποστεί οι Έλληνες είναι παράνομα σύμφωνα με τη διεθνή νομοθεσία, την εργατική νομοθεσία, τις ευρωπαϊκές συνθήκες, την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, την ευρωπαϊκή διακήρυξη για τα εργασιακά δικαιώματα (μέρος του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Χάρτη).

Το αστείο είναι ότι στις αρχές του 2014 το Ευρωκοινοβούλιο και όλοι τους άρχισαν να επιτίθενται στην τρόικα, με δηλώσεις ότι είναι παράνομη, αναρμόδια, ότι ακολουθεί μέτρα που καταπατούν τα ανθρώπινα δικαιώματα, τα εργασιακά δικαιώματα. Φυσικά, είχαμε μια (συντηρητική) κυβέρνηση που δεν ήθελε να ακούσει γι’ αυτό, διότι ήθελε να επιτεθεί στην αντιπολίτευση και όχι στους πιστωτές. Απέτυχε να δει ότι αυτό ήταν το μεγαλύτερο όπλο που είχαμε.

Για την αδύναμη πλευρά, υπάρχουν μόνο δύο μέθοδοι. Η μία είναι ο νόμος –η επίκληση της νομιμότητας– και η άλλη επίκληση της αλήθειας – ποιος έχει δίκιο και ποιος άδικο στα επιχειρήματά του, και από πλευράς ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Υπό τον νόμο, όλοι είναι ίσοι. (…) Επομένως, αν προσφύγεις στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο και πεις: «Δεν με αντιμετωπίζουν ισότιμα ως μέλος της ΕΕ, του ΝΑΤΟ» κτλ., δεν θα μπορούν να το απορρίψουν. Ιδίως αν έχεις αρκετό χρόνο για να επιχειρηματολογήσεις.

Αν ακολουθήσεις τη νομική οδό –και δεν λέω να το κάνουμε– πρέπει να στοχεύσεις στην πολιτική απονομιμοποίηση (των πιστωτών θεσμών). Να μάθει όλος ο κόσμος ότι η ευρωζώνη εγκληματεί σε βάρος της ανθρωπότητας. Απόδειξέ το σε 10 χρόνια, δεν με νοιάζει. Αλλά δίνεις λόγο στα δικαστήρια να πουν: «Μέχρι να εξετάσουμε την υπόθεση, αυτά τα μέτρα πρέπει να σταματήσουν».

Σήμερα είναι πολύ αργά. Είναι ζήτημα πολιτικής και ιδεολογικής ηγεμονίας. Ο Βαρουφάκης και μόνο, με τη γοητεία και τα επιχειρήματά του, κατάφερε να μεταστρέψει την κοινή γνώμη στην Ευρώπη, ακόμα και στη Γερμανία. Οι άνθρωποι του Eurogroup κράτησαν αποστάσεις. Αρχές Φεβρουαρίου ο Ντάισελμπλουμ είπε στον Βαρουφάκη: «Είτε υπογράφεις το μνημόνιο που υπέγραψαν κι οι άλλοι είτε η οικονομία σου θα καταρρεύσει». Πώς; «Θα συντρίψουμε τις τράπεζές σας». Το είχε πει. Στην τελευταία του συνέντευξη στην ΕΡΤ (…) ο Βαρουφάκης είπε: «Δεν το κατήγγειλα τότε γιατί ήλπιζα ότι θα πρυτανεύσει η λογική στις διαπραγματεύσεις με όλο το Eurogroup». Προχώρησε λοιπόν στις αναρίθμητες συμφωνίες. Και η αξιοπιστία χάθηκε μαζί με τα λεφτά.

(…) Το Eurogroup δεν είναι ένα σώμα με σωστή δημοκρατική λειτουργία. Το ανακάλυψαν (η ελληνική κυβέρνηση), και πάλι, πολύ αργά, όταν (το Eurogroup) θέλησε να πετάξει έξω τον Βαρουφάκη μετά την προκήρυξη του δημοψηφίσματος. Πράγμα που ήταν ουσιαστικά κίνηση εξευτελισμού. (…)

Δεν μπορείς να πεις: «Πήγα στο Eurogroup και η Ιταλία είπε αυτό, η Κύπρος είπε το άλλο» κτλ. Ο καθένας λοιπόν μπορεί να βγει έξω και να πει ό,τι θέλει. Κανείς δεν μπορεί να πει: «Είσαι σίγουρος ότι είπες αυτό; Ας κοιτάξουμε τα πρακτικά». Δεν υπάρχουν πρακτικά. Φυσικά, κανείς δεν μπορεί να εμφανιστεί με μαγνητοφωνάκι. Ο Βαρουφάκης είπε ότι φυσικά και κρατούσε τα δικά του πρακτικά, γιατί επρόκειτο να δώσει αναφορά στον πρωθυπουργό, και οι άλλοι επίσης το κάνουν. Και οι άλλοι άρχισαν να φωνάζουν: «Ω! Ο Βαρουφάκης ομολόγησε αυτό κι εκείνο».

Οι άλλες χώρες σε αυτό το σκηνικό έπρεπε να θεωρούν ότι ο Σόιμπλε είναι ο βασιλιάς, αυτός ελέγχει τους υπόλοιπους, υψώνει τον τόνο της φωνής του και λέει όχι. Ο Βαρουφάκης περιέγραψε περιστατικά που πραγματικά δείχνουν ότι η ευρωζώνη είναι ολότελα αντιδημοκρατική, μια σχεδόν νεοφασιστική δικτατορία του ευρώ. Δεν μπορείς να βασίζεσαι στο τι λένε οι άλλοι. Ο Βαρουφάκης λέει πως, αν μπορούσε να διαπραγματευτεί με τον καθένα ξεχωριστά για μία ώρα, η συμφωνία θα έκλεινε μέσα σε μία μέρα. Αλλά δεν μπορείς να το κάνεις, γιατί ο καθένας έχει άλλες προτεραιότητες και διαφορετικοί άνθρωποι του λένε όχι.

​«Δεν μπορείς να διαφωνήσεις πολύ με τον Σόιμπλε. Θα ήταν επικίνδυνο, γιατί δεν θα πάρεις χρηματοδότηση, οι γερμανικές τράπεζες θα θέλουν τα λεφτά τους πίσω, και ούτω καθεξής»Δεν μπορείς να διαφωνήσεις πολύ με τον Σόιμπλε. Θα ήταν επικίνδυνο, γιατί δεν θα πάρεις χρηματοδότηση, οι γερμανικές τράπεζες θα θέλουν τα λεφτά τους πίσω, και ούτω καθεξής. Είναι ένας θεσμός όπου δεν μπορεί να ακουστεί η φωνή σου, ποιος ο λόγος λοιπόν να αντιπαρατεθείς; Δεν υπήρχε άλλος πέραν του Βαρουφάκη να μιλάει ανοιχτά. Ο Σόιμπλε έχει πει: «Πόσα λεφτά θέλετε να φύγετε από το ευρώ;». Δεν θέλει την Ελλάδα καθόλου στο ευρώ. Ήταν ο πρώτος που έθεσε ζήτημα Grexit, ήδη το 2011.

Πήγαμε σε πόλεμο νομίζοντας ότι είχαμε τα ίδια όπλα μ’ εκείνους. Υποτιμήσαμε την ισχύ τους (…) Είναι μια ισχύς που διαπερνά τον ίδιο τον κοινωνικό ιστό, τον τρόπο σκέψης των ανθρώπων. Ελέγχει και εκβιάζει. Έχουμε πολύ λίγους μοχλούς πίεσης. Το ευρωπαϊκό οικοδόμημα είναι ήδη καφκικό…

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης