Η τηλεφωνική συνομιλία Ερντογάν-Μέρκελ την Κυριακή που πέρασε αφιερώθηκε σχεδόν εξ ολοκλήρου στην έκφραση της οργής του προέδρου της Τουρκίας για τις στρατηγικές επιλογές της Γαλλίας. Ο Ερντογάν ήταν σαφής και όταν γίνεται σαφής είναι αγοραίος. «Τι θέλει και μπλέκει στα πόδια μας η Γαλλία» είπε στη Μέρκελ.
«Αν μιλούσαμε για τη Δυτική Μεσόγειο, θα το καταλάβαινα. Εδώ μιλάμε για την Ανατολική Μεσόγειο» συμπλήρωσε ο Ταγίπ Ερντογάν. Πού να του εξηγήσει η Μέρκελ πως οι Φράγκοι διεκδικούσαν ήδη από την 1η Σταυροφορία τον έλεγχο των θαλάσσιων οδών αλλά και εδαφών που βρέχονται από την Ανατολική Μεσόγειο στη Συρία και τον Λίβανο. Πριν ακόμη εμφανιστούν στον ορίζοντα οι Σελτζούκοι Τούρκοι δηλαδή.
Πέρα όμως από την ιστορική αναδρομή, το περιεχόμενο της συνομιλίας Ερντογάν-Μέρκελ είναι ενδεικτικό του κλίματος που επικρατεί στην Άγκυρα. Η παρουσία της Γαλλίας, η οποία διεκδικεί μερίδιο επιρροής στην Κεντρική και Ανατολική Μεσόγειο μετά τη σταδιακή αποχώρηση των ΗΠΑ από την περιοχή και το στρατηγικό κενό που έχει δημιουργηθεί, ενοχλεί αφάνταστα την τουρκική ηγεσία.
Μέσα σε αυτό το γενικό κάδρο θα πρέπει να δει κανείς τη συνάντηση του Έλληνα πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη με τον πρόεδρο της Γαλλίας Εμανουέλ Μακρόν στην Κορσική, στις 10 Σεπτεμβρίου. Η συνάντηση θα πραγματοποιηθεί πριν την έναρξη της Συνόδου των Μεσογειακών Χωρών της ΕΕ. Πρόκειται για μία συνάντηση της οποίας η ατζέντα είναι γνωστή εξαρχής. Μεταναστευτικό, κρίση στη Λιβύη, κρίση στην Ανατολική Μεσόγειο-Τουρκία. Όλα τα παραπάνω υπό τον μεγεθυντικό φακό ενός ευρύτερου προβλήματος.
Το κενό που αφήνει πίσω της η Αμερική, η οποία αποτραβιέται από τα ευρωπαϊκά θέατρα αντιπαράθεσης, δεν είναι σε θέση να το καλύψει η οικονομικά ισχυρή Γερμανία, η οποία δεν διαθέτει την απαραίτητη στρατιωτική υποδομή. Θα χρειαστεί τουλάχιστον δέκα χρόνια προσπαθειών για να την αποκτήσει, επισημαίνουν οι στρατιωτικοί αναλυτές.
Το Βερολίνο έχει τα χρήματα, δεν διαθέτει όμως την ισχύ. Η ισχυρή στρατιωτικά χώρα της Ευρώπης είναι η Γαλλία, η οποία όμως δεν διαθέτει τόσα χρήματα όπως η Γερμανία. Πρόκειται για έναν γρίφο, ο οποίος είναι και δυσεπίλυτος.
Η συνάντηση Μακρόν-Μητσοτάκη στην Κορσική, πέραν της πολιτικής, έχει στο μενού και μερικά δισεκατομμύρια ευρώ σε αμυντικές δαπάνες. Τουλάχιστον 18 Rafale, 8 μεταχειρισμένα και δωρεάν και 10 ολοκαίνουρια αποτελούν την πρόταση της Αθήνας. Πρόκειται για αεροσκάφη που θα κάνουν τη διαφορά στην Ανατολική Μεσόγειο. Μεγάλης εμβέλειας δράση, με συστήματα που αποτελούν επτασφράγιστο μυστικό της γαλλικής στρατιωτικής τεχνολογίας και πυραύλους όλων των τύπων που μπορούν να πλήξουν όλους τους δυνατούς στόχους. Κάποια βλήματα τελευταίας τεχνολογίας μπορούν να κάνουν και τη στρατηγική διαφορά μεταξύ Τουρκίας και Ελλάδας. Αρκεί να τα δώσει ο Μακρόν.
Η Ελλάδα προτίθεται να αγοράσει και 4 φρεγάτες αλλά «σκανάρει» την αγορά των ΗΠΑ, της Γερμανίας, της Γαλλίας βέβαια, αλλά και της Ισπανίας. Οι γαλλικές είναι πανάκριβες, οι αμερικανικές φθηνότερες και οι Αμερικανοί δέχονται να «χτιστούν» στα ελληνικά ναυπηγεία. Παρόμοια στάση κρατούν και οι Γερμανοί. Υστερούν ωστόσο σε τεχνολογία. Αλλά αυτή η αγορά είναι για αργότερα.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ
Προς το παρόν η Αθήνα στοχεύει στη γρήγορη αναβάθμιση των φρεγατών που ήδη επιχειρούν στο Πολεμικό Ναυτικό. Όμως το γαλλικό οπλοστάσιο έχει και άλλες όψεις. Οπλικά συστήματα, ελικόπτερα ναυτικής συνεργασίας, ανταλλακτικά και αναβάθμιση συστημάτων των Mirage 2000. Με λίγα λόγια, το «πακέτο Μητσοτάκη» για εξοπλισμούς που θα επισημοποιηθεί στο ραντεβού της Κορσικής είναι σημαντικό και πολλά υποσχόμενο για τα γαλλικά ταμεία.
Όμως η συζήτηση Παρισίων-Αθήνας δεν εξαντλείται μόνο στις αγορές αμυντικού υλικού. Μακρόν και Μητσοτάκης αποφασίζουν και για τη στρατηγική συνεργασία μεταξύ των δύο χωρών. Αυτή η λεπτομέρεια είναι που «πονάει» την Άγκυρα. Μετά τη συμφωνία με την Κύπρο και την επισημοποίηση της παροχής ναυτικών διευκολύνσεων (Λεμεσός) στους Γάλλους και αεροπορικών διευκολύνσεων (Πάφος) στις γαλλικές αεροπορικές μονάδες κρούσης, έρχεται και η σειρά της γαλλοελληνικής στρατιωτικής συνεργασίας σε όλους τους τομείς.
Αυτά συζητούνται την ώρα που η ελληνική πλευρά ερευνά στα σοβαρά για στρατηγικούς επενδυτές στις ελληνικές υποδομές κατασκευής-σχεδιασμού αμυντικού υλικού, στο γενικότερο πλαίσιο ενεργοποίησης της ευρισκόμενης σε μακρύ λήθαργο ελληνικής αμυντικής βιομηχανίας.