Αργά το απόγευμα της Δευτέρας και πάντως μετά τη συνάντηση του Τζο Μπάιντεν με τον Ταγίπ Ερντογάν και αφού θα έχει λήξει η Σύνοδος Κορυφής του ΝΑΤΟ, ο Κυριακός Μητσοτάκης θα συναντηθεί με τον Ταγίπ Ερντογάν σε ένα τετ α τετ χωρίς μάρτυρες, αφού στη συνάντηση θα συμμετάσχουν μόνο δύο μεταφραστές.
Μία τέτοια σύνθεση σε ανάλογες συναντήσεις δεν συνηθίζεται παρά μόνο αν υπάρχει πολύ σοβαρός λόγος και η ατζέντα είναι εξαιρετικά πολύπλοκη. Μητσοτάκης και Ερντογάν είναι υποχρεωμένοι να καταλήξουν σε μια διαχείριση των ελληνοτουρκικών διαφορών, η οποία τουλάχιστον για το αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα θα εγγυάται ένα μίνιμουμ σταθερότητας. Αυτό θα είναι και το μήνυμα της Συνόδου Κορυφής του ΝΑΤΟ για την Ανατολική Μεσόγειο και την ευρύτερη περιοχή.
Βρισκόμαστε σε μια περίοδο όπου βήμα βήμα οικοδομείται με βασανιστικό τρόπο μια νέα Γιάλτα, με την Αμερική να έχει επανέλθει, την Κίνα να απαιτεί όλο και περισσότερο χώρο και τη Ρωσία να προσπαθεί να διατηρήσει κάποια κεκτημένα. Άλλωστε αυτή είναι και η ουσία της Συνόδου Κορυφής του ΝΑΤΟ κάτω από τις παρούσες συνθήκες.
Από έναν διπολικό κόσμο του Ψυχρού Πολέμου, η ανθρωπότητα κατέληξε σε έναν μονοπολικό κόσμο με κυρίαρχο τις ΗΠΑ, για να εξελιχθεί σε έναν χαώδη πολυπολικό κόσμο όπου είναι εξαιρετικά δύσκολο να βρεθούν οι νέες ισορροπίες.
Ο Ταγίπ Ερντογάν θα προσπαθήσει να κερδίσει από τον Τζο Μπάιντεν έναν κάποιον ρόλο για την Τουρκία, αλλά τα πράγματα δεν είναι ξεκάθαρα για το τι ακριβώς επιθυμεί η Ουάσινγκτον ως προς την παρουσία της Τουρκίας στο γενικότερο σύστημα ασφαλείας του ΝΑΤΟ υπό την αμερικανική βεβαίως επικυριαρχία. Έκανε εντύπωση πως λίγες ώρες πριν καταφθάσει η τουρκική αντιπροσωπία στις Βρυξέλλες πάνω από το μισό υπουργικό συμβούλιο της τουρκικής κυβέρνησης βρέθηκε αιφνιδίως στη Λιβύη, ο δε υπουργός Άμυνας, πρώην στρατηγός Ακάρ, επισκέφθηκε τη Σικελία για συνομιλίες με του Ιταλούς αλλά και με τους Βρετανούς. Περίεργα ραντεβού υπό περίεργες συνθήκες και σε εξαιρετικά περίεργες εποχές.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης ξεκαθάρισε το πλάνο της ελληνικής κυβέρνησης ως προς τη συνάντησή του με τον Ερντογάν με τη συνέντευξή του στον γαλλικό τηλεοπτικό σταθμό «24 Ώρες». Για τον Κυριάκο Μητσοτάκη επιβάλλεται να υπάρξει ένα ήσυχο καλοκαίρι αλλά και να χαραχθούν κάποιες γραμμές έτσι ώστε οι ελληνοτουρκικές διαφορές να είναι διαχειρίσιμες χωρίς καταφυγή στην ένταση και στις απειλές για πολεμική αναμέτρηση. Ο Έλληνας πρωθυπουργός έχει κατά νου πως σε αυτή τη φάση για οικονομικούς, στρατηγικούς και τεχνικούς λόγους δεν θα πρέπει να υπάρξει επανάληψη της κατάστασης που κυριάρχησε το περασμένο καλοκαίρι στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο.
Και οι δύο πλευρές γνωρίζουν πως Αθήνα και Άγκυρα έχουν χαώδεις διαφορές και πως τους χωρίζει άβυσσος ως προς τις στρατηγικές επιλογές τους. Η Τουρκία του Ερντογάν επιθυμεί να διαδραματίσει όχι έναν απλό ρόλο χωροφύλακα στην περιοχή, αλλά έναν ρόλο περιφερειακής υπερδύναμης, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τους γείτονές της, το Ισραήλ, την Αίγυπτο κ.λπ. Από την άλλη η Άγκυρα γνωρίζει πως τα οικονομικά της περιθώρια είναι πλέον τόσο στενά που η διατήρηση της πολεμικής μηχανής που έχει στηθεί στη Συρία, στο βόρειο Ιράκ και τη Λιβύη, αλλά και οι δαπάνες σε εξοπλισμούς ξεπερνούν κάθε δυνατότητα των τουρκικών κρατικών ταμείων.
Όμως στο μυαλό του Ταγίπ Ερντογάν έχει εμπεδωθεί η αίσθηση ότι το καθεστώς του και η εξουσία του είναι κάτι σαν το ποδήλατο. Πρέπει συνέχεια να τρέχει για να διατηρηθεί η ισορροπία του και να σταθεί όρθιο. Ως εκ τούτου είναι σχεδόν μοιραίο να συνεχίσει στην ίδια πορεία επιχειρώντας να μεγεθύνει συνεχώς τους ομόκεντρους κύκλους επέκτασης της επιρροής του.
Για όλους αυτούς τους λόγους η Αθήνα γνωρίζει πως ότι επιτευχθεί στη συνάντηση Μητσοτάκη-Ερντογάν στις Βρυξέλλες θα είναι βραχυπρόθεσμου χαρακτήρα, αφού οι στρατηγικές επιλογές των δύο πλευρών είναι διαμετρικά αντίθετες.
Στο τραπέζι, πέρα από τα ελληνοτουρκικά στο Αιγαίο, τις γνωστές διαφορές που έχουν κατά καιρούς διατυπωθεί, καθώς και τα ακραιφνώς διμερή ζητήματα, θα υπάρξει βεβαίως η διάσταση του Κυπριακού, αφού είναι πλέον σαφές πως αυτά που επιδιώκει η Τουρκία ως προς τα Κατεχόμενα βρίσκονται στον αντίποδα αυτών που επιζητά η Αθήνα και που διαχειρίζεται η Λευκωσία. Θα πρέπει δηλαδή να αναμένεται πως τουλάχιστον ως προς τη διάσταση του Κυπριακού οι δυνατότητες σύγκλισης σε αυτή τη χρονική στιγμή είναι από ελάχιστες έως μηδαμινές.
Μένουν τα περίφημα ΜΟΕ (Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης) και οι οικονομικές σχέσεις για να ρίξουν λίγη στάχτη στα μάτια και για να απαλύνουν την αίσθηση πως είναι πάρα πολύ δύσκολο να αμβλυνθούν σε αυτή τη φάση οι ελληνοτουρκικές διαφορές. Με λίγα λόγια, Μητσοτάκης και Ερντογάν στην καλύτερη περίπτωση ενδεχομένως να καταφέρουν να διαμορφώσουν ένα πλαίσιο διαχείρισης μιας δημόσιας εικόνας επί των διμερών ζητημάτων χωρίς κλιμάκωση της έντασης, αλλά με σαφή διατήρηση των θέσεων της κάθε πλευράς σε όλα τα καίρια προβλήματα.