Η υπογραφή του Αλέξη Τσίπρα στη συμφωνία Ε.Ε-Τουρκίας για την αντιμετώπιση της προσφυγικής κρίσης, ξύπνησε το … εσωκομματικό ηφαίστειο.
Από την πρώτη στιγμή της υπογραφής της συμφωνίας της 18ης Μαρτίου, οι «53» είχαν διαφωνήσει με τους προβλεπόμενους όρους για επιστροφή προσφύγων στην ΤουρκίαΗ απειλητική επανεμφάνιση της κίνησης των «53» οι οποίοι ασκούν σκληρή κριτική στη συμφωνία και ουσιαστικά «εγκαλούν» τον πρωθυπουργό για τη συναίνεση που έδωσε, προβληματίζει το Μέγαρο Μαξίμου, το οποίο διαρρέει μεν ότι δεν ανησυχεί ως προς τη ψήφιση του νομοσχεδίου για τη διαχείριση του προσφυγικού, «ζυγίζει» όμως την αρνητική απήχηση της κίνησης μέσα στο κόμμα αλλά και στην κοινωνία, την ώρα που η «αριστερή ηθική» αναζητείται πλέον μόνο στις …ομιλίες του Αλέξη Τσίπρα πριν γίνει πρωθυπουργός.
«Η συμφωνία αποτελεί αρνητική εξέλιξη, που δεν αφήνει περιθώριο αισιοδοξίας: Δεν συνάδει με τη διεθνή νομιμότητα, δεν αντλεί την έμπνευσή της από τις ουμανιστικές ευρωπαϊκές αξίες (που είχαν, σε σημαντικό βαθμό αναδειχθεί το καλοκαίρι του 2015 στο ζήτημα) αντίθετα, βάζει τη σφραγίδα της στη λογική των κλειστών συνόρων, της μείωσης των ανθρώπινων ροών και της Ευρώπης-φρούριο ακόμη και έναντι του πρόσφυγα, υπονομεύει στην πράξη τη συνθήκη της Γενεύης (όταν λ.χ. μιλάει για ανταλλαγή ενός Σύρου με έναν Σύρο) και μετατρέπει το προσφυγικό από ευρωπαϊκό και διεθνές θέμα σε ελληνοτουρκικό».
Στη μακροσκελή ανακοίνωση την οποία εξέδωσαν oi «53» διαφαίνονται καθαρά οι ενστάσεις αλλά και το δεικτικό ύφος κατά της απόφασης του Αλέξη Τσίπρα να την υπογράψει. Αλλά και μόνο ως πρωτοβουλία η έκδοση της ανακοίνωσης «διαμηνύει» προς το Μέγαρο Μαξίμου τη διάθεση να υπάρξει κλιμάκωση στην κόντρα καθώς η λογική της συμφωνίας, τους βρίσκει απολύτως αντίθετους.
Προαναγγέλλουν μάλιστα ότι «τις επόμενες ημέρες οι δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ στο σύνολό τους θα δώσουν τη μάχη εκεί που είναι οι πρόσφυγες και οι μετανάστες συμπορευόμενοι με το τεράστιο κίνημα αλληλεγγύης, με το κίνημα της ανθρωπιάς», υπονοώντας με σαφήνεια που δεν επιδέχεται αμφισβήτησης ότι σε αντίθεση με την κυβέρνηση συνεχίζουν να υπηρετούν τα αριστερά ιδανικά και τις πάγιες θέσεις του κόμματος.
Από την πρώτη στιγμή της υπογραφής της συμφωνίας Ε.Ε.- Τουρκίας, οι «53» είχαν διαφωνήσει με τους προβλεπόμενους όρους για επιστροφή προσφύγων και μεταναστών στην Τουρκία αλλά και την επαναπροώθηση μεταναστών στη γείτονα χώρα βάσει διμερούς συμφωνίας που υπέγραψαν ο Αλέξης Τσίπρας και ο Αχμέτ Νταβούτογλου, στη διαδικασία του ασύλου και τη λειτουργία κλειστών κέντρων φιλοξενίας, τα οποία «ξόρκιζε» ο ΣΥΡΙΖΑ ως αντιπολίτευση. Σύμφωνα με πληροφορίες, «πρωτοστάτης» στις ενστάσεις των «53» ήταν η βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ Βασιλική Κατριβάνου η οποία σε δηλώσεις της μετά τη Σύνοδο Κορυφής για το προσφυγικό είχε μιλήσει για «επικίνδυνες εξελίξεις που αμφισβητούν βασικά ανθρώπινα δικαιώματα αρχές δικαίου».
Η οξεία, καταγγελτική ανακοίνωση έχει τίτλο: «Να αντισταθούμε στη λογική του κλεισίματος που προωθεί η συμφωνία Ε.Ε.-Τουρκίας, να συνεχίσουμε να δίνουμε τη μάχη υπέρ των προσφύγων-μεταναστών και των δικαιωμάτων τους». Αποδίδονται ευθύνες στα κράτη-μέλη της Ε.Ε για τον συνεχιζόμενο πόλεμο στη Συρία και το Ιράκ και συνεπώς και για την προσφυγική κρίση και το δράμα των κατατρεγμένων καθώς και για τους φράχτες που υψώνονται ενισχύοντας την ακροδεξιά ρητορική και πρακτική.
Ακολουθεί το κείμενο της ανακοίνωσης:
«Είμαστε αντίθετοι σε τέτοιες λογικές κλεισίματος, που εκφράζει η πρόσφατη συμφωνία, όπως είναι αντίθετα και μια σειρά κόμματα και συλλογικότητες της ευρωπαϊκής αριστεράς, των πράσινων κομμάτων, αλλά και διεθνών οργανισμών, ανθρωπιστικών οργανώσεων, συλλογικοτήτων και πλήθος αλληλέγγυων.
Η ασφάλεια της Ευρώπης και των λαών της, όπως επιβεβαιώνεται από τις τελευταίες τρομοκρατικές επιθέσεις, δεν μπορεί να εξασφαλιστεί με την ένταση της καταστολής, με κραυγές μίσους, που εντείνουν τον ακραίο θρησκευτικό φανατισμό και τη μισαλλοδοξία. Απάντηση σε αυτά τα φαινόμενα δεν μπορεί να είναι η ισλαμοφοβία, η καταστρατήγηση του κράτους δικαίου, οι κραυγές μίσους αλλά η πολιτική που προωθεί την ειρήνη, την κοινωνική συνοχή και τη συνύπαρξη των λαών.
Αναδεικνύεται, λοιπόν, για πολλοστή φορά η ανάγκη της ανατροπής των συσχετισμών στη γηραιά ήπειρο και η επαναθεμελίωσή της σε εντελώς διαφορετική βάση. Ειδάλλως, μια Ευρώπη που αρνείται τους ξεριζωμένους, που στήνει τείχη και στρατό απέναντί τους, που διαιρείται στη βάση της εθνικιστικής αναδίπλωσης, δεν έχει κανένα μέλλον ως ενιαία δημοκρατική οντότητα. Η διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στη λογική της περίκλειστης ξενοφοβικής Ευρώπης, των γκέτο για τον «άλλο» και της ανοιχτής, φιλόξενης και πολυπολιτισμικής ηπείρου, είναι, πλέον, ορατή και δοκιμάζεται στη μάχη που διεξάγουμε. Και η μάχη αυτή είναι ιδεολογική, πολιτική, μάχη έμπρακτη, στο ίδιο το πεδίο.
Ο ΣΥΡΙΖΑ και η νεολαία του είναι, και πρέπει να παραμείνουν, στην πρώτη γραμμή αυτής της μάχης. Οι πρόσφυγες, οι μετανάστες και τα παιδιά τους έφτασαν στη χώρα μας περνώντας από πολλαπλούς κινδύνους και δέχτηκαν -όσοι σώθηκαν- μια αγκαλιά, ένα «καλώς τους», την αμέριστη αλληλεγγύη των κινημάτων, αλλά και της μεγάλης πλειονότητας του λαού μας. Νιώθουμε ικανοποίηση γι’ αυτή την πραγματικότητα, καθώς ως κόμμα, ως αριστερά, ως κυβέρνηση, πιστεύουμε ότι συμβάλαμε αποφασιστικά, στην τήρηση της νομιμότητας – και γι’ αυτό άλλωστε κατηγορηθήκαμε από τους ιδεολογικούς και πολιτικούς μας αντιπάλους. Σε αυτό το δρόμο θα συνεχίσουμε, παρότι αναγνωρίζουμε τις δυσκολίες, τους δυσμενείς συσχετισμούς στην Ε.Ε., τις αρνητικές για τους πρόσφυγες εξελίξεις, μετά την συμφωνία της Ε.Ε. με την Τουρκία, συμφωνία η οποία αποτελεί οπισθοδρόμηση, θέτοντας σοβαρά νομικά, πολιτικά και ηθικά ζητήματα.
Αρνούμαστε να δεχτούμε ότι η είσοδος των προσφύγων σε ευρωπαϊκό έδαφος είναι «παράτυπη». Για μας, παράτυπη δεν είναι η προσφυγιά, αλλά οι λόγοι που τη δημιούργησαν. Παράτυπη και παράνομη είναι κάθε απόπειρα ακύρωσης των διεθνών συμβάσεων και ιδιαίτερα της συνθήκης της Γενεύης. Παράνομα είναι τα κάστρα που φτιάχνει η Ευρώπη, τα κλειστά κέντρα, η πολιτική αποτροπής, οι σκηνές απόγνωσης, η αναλγησία ακόμα και μπροστά σε ευάλωτες ομάδες και ασυνόδευτα παιδιά. Παράνομη, εντέλει, είναι η ίδια η ευρωπαϊκή ελίτ, που κλείνει τα μάτια της μπροστά στη διεθνή νομιμότητα και αντιμετωπίζει, έστω και άτυπα, την Τουρκία ως «ασφαλή τρίτη χώρα» για τους πρόσφυγες.
Τι κάνουμε
Γνωρίζουμε ότι η χώρα μας περνάει σε άλλη φάση, καθώς πλέον δεν είναι μόνο χώρα διέλευσης (transit) αλλά και χώρα υποδοχής. Κι αυτό δεν συμβαίνει για πρώτη φορά. Υπάρχουν ιστορικά προηγούμενα, στον 20ό αιώνα, με θετική τελικά έκβαση: η ελληνική κοινωνία, μέσα από αντιφάσεις και αντιθέσεις, παρά την ξενοφοβία και τον ρατσισμό που εκδηλώθηκε, μπόρεσε εντέλει, να δεχτεί τους «άλλους» και να τους εντάξει δημιουργικά, με θετικά αποτελέσματα για την κοινωνία, τον πολιτισμό, την οικονομία.
Το ίδιο, τηρουμένων των αναλογιών, καλούμαστε να κάνουμε και σήμερα. Απαιτείται, αμέσως, ένα ολοκληρωμένο σχέδιο υποδοχής του προσφυγικού πληθυσμού στη χώρα, αποκεντρωμένα και σε κατοικίες, ώστε και οι άνθρωποι να ζήσουν αξιοπρεπώς, έχοντας πρόσβαση σε παιδεία, υγεία, στέγαση, εργασία και με απόλυτο σεβασμό στην κουλτούρα και τα θρησκευτικά τους πιστεύω. Όλα αυτά θα συντελέσουν ώστε οι τοπικές κοινωνίες, και με την συνδρομή της Τ.Α, στην ομαλή ένταξη, μακριά από λογικές και πρακτικές κέντρων κράτησης και στρατοπέδων συγκέντρωσης. Σε αυτήν την λογική, εικόνες μεταφοράς προσφύγων ή μεταναστών με χειροπέδες, προφανώς είναι απαράδεκτες και καταδικαστέες.
Η ελληνική κυβέρνηση επιβάλλεται, το επόμενο διάστημα, να διασφαλίσει τα δικαιώματα των ανθρώπων, προσφύγων και μεταναστών και να βασιστεί στην απαρέγκλιτη τήρηση της διεθνούς νομιμότητας και της σύμβασης της Γενεύης. Στο πλαίσιο αυτό, δεν μπορούν να λειτουργούν κέντρα υποδοχής και καταγραφής, για τα οποία δεν έχουν ακόμα θεσμοθετηθεί διαδικασίες που να διασφαλίζουν την προστασία των δικαιωμάτων των ανθρώπων (ενίσχυση υπηρεσίας ασύλου, συγκρότηση δεύτερου βαθμού για την εξέταση προσφυγών, επαρκής χρόνος εξέτασης των αιτήσεων -είναι προφανές ότι οι δεκατέσσερις μέρες δεν αρκούν-, χωρίς παρεκκλίσεις από τον ισχύοντα σήμερα νόμο, νομική στήριξη, διερμηνείς, ιατροφαρμακευτική περίθαλψη κ.ά.
Πρέπει να ενισχυθούν οι υπηρεσίες ασύλου και υποδοχής, προκειμένου να καλυφθούν οι ανάγκες των προσφύγων, που θα έρθουν αλλά και βρίσκονται ήδη στη χώρα μας. Επίσης, πρέπει να επιταχυνθεί η μετεγκατάσταση των προσφύγων, από τη χώρα μας σε άλλες χώρες της Ε.Ε., να προωθηθεί η εξασφάλιση ασφαλών διόδων, καθώς και η επανεγκατάσταση προσφύγων από τρίτες χώρες (Τουρκία, Λίβανος, Ιορδανία) σε χώρες Ε.Ε., σε αριθμούς όμως που να συνιστούν πραγματική εναλλακτική: ο αριθμός 72.000, που προβλέπει η συμφωνία, ακούγεται προσχηματικός και εμπαιγμός, σε σχέση με τα εκατομμύρια των προσφύγων».
Η ενημέρωση Μουζάλα
Η συνεδρίαση, σύμφωνα με πληροφορίες, εξελίχθηκε σε τρεις ενότητες και «ο διάλογος διεξήχθη σε καλό κλίμα». Ειδικότερα, η πρώτη ενότητα αφορούσε σε ενημέρωση για διαδικαστικά ζητήματα από τον γενικό γραμματέα της κυβέρνησης Μιχάλη Καλογήρου, η δεύτερη από τον γενικό γραμματέα του Υπουργείου Μεταναστευτικής Πολιτικής Βασίλη Παπαδόπουλο για τη διαδικασία του νομοσχεδίου, την τεκμηρίωση, και η τρίτη από τον αναπληρωτή υπουργό Μεταναστευτικής Πολιτικής Γιάννη Μουζάλα, ο οποίος φέρεται να «βομβαρδίστηκε» από ερωτήσεις.
Ειδικότερα, κατά την ενημέρωση τέθηκαν ερωτήματα και προβληματισμοί, όπως μεταξύ άλλων για το πώς θα διατηρηθούν οι προσφυγικές ροές σε χαμηλά επίπεδα, και σχετικά με τη διαδικασία με το άσυλο που διασφαλίζει τα ανθρώπινα δικαιώματα.
Οι «53» του ΣΥΡΙΖΑ έκαναν ερωτήσεις διαδικαστικού χαρακτήρα επειδή τα χρονικά περιθώρια συζήτησης ήταν στενά, λόγω έναρξης της επεξεργασίας του νομοσχεδίου στην αρμόδια κοινοβουλευτική επιτροπή. Έτσι η συζήτηση περιορίστηκε κυρίως στο περιεχόμενο του νομοσχεδίου, το οποίο δεν συνδέεται ευθέως με την πρόσφατη συμφωνία Ε.Ε.-Τουρκίας.
Επίσης, τέθηκαν ζητήματα σχετικά με τον καλύτερο συντονισμό και την επιτάχυνση της διαδικασίας αποσυμφόρησης, τόσο στα νησιά -όπου οι ροές φαίνεται να κάμπτονται- όσο και στην ηπειρωτική χώρα προκειμένου να διασφαλιστούν οι καλύτερες δυνατές συνθήκες διαβίωσης των ανθρώπων.
Διαβάστε επίσης: