Τις απόψεις τους στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας, εν όψει του σχεδίου νόμου, για την αλλαγή του ν. 3213/2003 για το «πόθεν έσχες», κατέθεσαν οι βουλευτές όλων των κομμάτων, καθώς και ο πρόεδρος της Ολομέλειας Δικηγορικών Συλλόγων Ελλάδας και του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών, Δ. Παξινός.

Ο πρόεδρος της Επιτροπής, Μ. Παπαιωάννου, πρότεινε η υποβολή της δήλωσης «πόθεν έσχες» να γίνεται, όταν κάποιος αναλαμβάνει δημόσιο αξίωμα και, έπειτα, όταν υπάρχει μεταβολή των περιουσιακών στοιχείων, ή σε κάθε περίπτωση, σε κάθε τρία ή πέντε χρόνια.

Ο βουλευτής της ΝΔ, Β. Πολύδωρας, έδωσε ιδιαίτερη έμφαση στην κατοχύρωση των διαδικασιών προάσπισης της τιμής των βουλευτών και χαρακτήρισε «αρετή της επικείμενης ρύθμισης» το να μπορέσει ο πολιτικός κόσμος να απαλλαγεί από το άγος των κατασυκοφαντικών επιθέσεων υπό τον γενικό τίτλο «οι βουλευτές και τα οικονομικά τους».
Πρόσθεσε, δε, την ανάγκη ο έλεγχος από τους ορκωτούς να απαντά στην αιτίαση αυτή και να κατοχυρωθεί το «πόθεν» των δηλώσεων.

Η βουλευτής του ΚΚΕ, Λιάνα Κανέλλη, υποστήριξε ότι το νομοσχέδιο είναι για επικοινωνιακούς λόγους προώθηση της διαφάνειας και μάλιστα με μια «επιφανειακά αυστηρή μορφή, χωρίς να μπορεί να εξασφαλίσει ούτε κατ’ ίχνος την αποτελεσματικότητα».

«Υπάρχει κανείς σοβαρά που πιστεύει ότι θα βρει άνθρωπο, που έχει off shore;», διερωτήθηκε η κα Κανέλλη και συμπλήρωσε ότι πρέπει να καταργηθούν «το τραπεζικό, το φορολογικό και το επιχειρηματικό απόρρητο, αν θέλουμε να μιλάμε για διαφάνεια».

Ο Φώτης Κουβέλης από το ΣΥΡΙΖΑ έκανε λόγο για δυσχέρειες ουσιαστικού ελέγχου που έχουν να κάνουν με την πολυπλοκότητα των οικονομικών σχέσεων κι όπως αυτές διαμορφώνονται σε μια παγκόσμια αγορά.
Παρ’ όλα αυτά, «χρειάζεται αυστηρό πόθεν έσχες και ουσιαστικός έλεγχος» και πρόσθεσε πως και «η κείμενη νομοθεσία, αν εφαρμοζόταν, θα υπηρετούσε τον στόχο.

Δήλωσε αντίπαλος με την αρχή της διαπραγμάτευσης και συμπλήρωσε πως «η αρχή του χαφιεδισμού δημιουργεί σοβαρούς κινδύνους» και χαρακτήρισε καταρχήν θετική την νομοθετική ρύθμιση και διατήρησε επιφυλάξεις, όταν εισαχθεί στην Επιτροπή.

Ο Μ. Βορίδης (ΛΑΟΣ) εξέφρασε την ανησυχία του για το γεγονός ότι γίνεται εν θερμώ νομοθέτηση.

Σημείωσε ότι «ακόμη κι αρθούν όλα τα απόρρητα και εξασφαλιστεί πλήρης έλεγχος, ένας διεφθαρμένος πολιτικός δεν θα βάλει τα ποσά της διαφθοράς εκεί που θα γίνει έλεγχος». Ανέφερε ότι είναι χρήσιμο να γίνει καλύτερος ο έλεγχος της κοινωνίας, αλλά – όπως είπε – «ας μην κοροϊδεύουμε την κοινωνία ότι μπορεί μέσα από έναν τέτοιο έλεγχο να αναδειχθούν τόσο μεγάλες αντιφάσεις».

Στο επίπεδο της διαφθοράς στη δημόσια διοίκηση, ο κ. Βορίδης τόνισε ότι θα αποδώσουν αιφνιδιαστικοί έλεγχοι. Σε κάθε περίπτωση ζήτησε «να υπάρξουν οι ασφαλιστικές εκείνες δικλίδες, ώστε να μην καταλήξουμε σε κυνήγι μαγισσών».

Να προσφέρει η Πολιτεία τα εχέγγυα στη Δικαιοσύνη, ώστε να κάνει αποτελεσματικά τη δουλειά της και να εφαρμοστούν οι νόμοι, ζήτησε ο Γ. Φλωρίδης (ΠΑΣΟΚ), προσθέτοντας πως «όσο η συντεταγμένη Πολιτεία δεν συγκροτεί ομάδες με ερευνητές και δεν δίνει τα μέσα στη Δικαιοσύνη, δεν θα γίνει τίποτα».

«Θετικά στοιχεία» αναγνώρισε στο νομοσχέδιο και ο πρώην υπουργός Προκόπης Παυλόπουλος, εκφράζοντας ωστόσο την αμφιβολία του για το ότι «το νομοθέτημα προχωρεί υπό το κράτος μεγαλοποιημένων εντυπώσεων, κάτι που δεν συνάδει με την αρχή της καλής νομοθέτησης».

Πρόσθεσε πως «στη χώρα μας έχουμε ανάγκη από έναν μόνο νόμο: την εφαρμογή των νόμων».

Κατά την ακρόασή του από την Επιτροπή, ο πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών, Δ. Παξινός, δήλωσε τη συμφωνία του με όλες τις διαπιστώσεις που έγιναν, σημείωσε όμως πως εκείνο που μετρά είναι το αποτέλεσμα.

«Οδηγηθήκαμε σε πλήρη απαξίωση θεσμών κι εκεί ακριβώς είναι το θέμα: πώς θα ενισχυθούν οι θεσμοί. Οι νόμοι είναι δρακόντειοι, αλλά δεν εφαρμόζονται», είπε.

 Επιπροσθέτως συμπλήρωσε  ότι ο τρόπος που νομοθετεί η Βουλή γίνεται πολλές φορές κάτω από πίεση, ενώ άλλες φορές η πολυνομία οδηγεί στην αντινομία.

Τέλος, είπε ότι η Βουλή δεν έχει δικαίωμα να νομιμοποιεί παράνομες δαπάνες της Τοπικής Αυτοδιοίκησης ή να διαγράφει πρόστιμα, διότι αυτό είναι κακό μήνυμα.